Μας κάνατε μια μικρή έκπληξη στο "Διακριτικά", με το μπουζούκι του Μανώλη Καραντίνη. Πώς ήρθε η ιδέα και πόσο εύκολη ή δύσκολη αποδείχθηκε, στην πράξη, η συγκατοίκησή του με το γενικότερο κλίμα του τραγουδιού;
Το μπουζούκι είναι ένα όργανο που έχει από μόνο του μια συναισθηματική φόρτιση. Ήθελα να κάνω ένα σόλο που να δίνει μια δραματική κορύφωση στο τραγούδι κι όχι μόνο για να υπάρχει από αμηχανία. Βέβαια, είχα την τύχη να παίξει ο Μανώλης Καραντίνης, ο οποίος είναι σπουδαίος και μπόρεσε να εντάξει τις πενιές του πάνω στον Δυτικότροπο καμβά της μουσικής μου. Όλα έγιναν πολύ φυσικά πάντως, και πολύ εύκολα. Άλλωστε είμαι Ελληνίδα, ένα καλοπαιγμένο μπουζούκι δεν με χαλάει ποτέ!
Το "Διακριτικά" έρχεται ως προπομπός ενός νέου άλμπουμ. Πότε αναμένεται; Και πώς να το φανταστούμε, σε σχέση με τα όσα ξέρουμε μέχρι τώρα από τη δισκογραφία σας;
Θα έρθει όταν θα είναι η ώρα του. Δεν βιάζομαι και δεν έχω καμία χρονική δέσμευση, παρά μόνο να πετύχω αυτό που θέλω, δηλαδή ένα άλμπουμ που όλα του τα τραγούδια θα έχουν κάτι να πουν και δεν θα είναι εκεί για ένα απλό γέμισμα. Όπως ξέρετε, αναλόγως με τα χρόνια που τραγουδάω, οι δισκογραφικές μου δουλειές είναι λίγες. Όσο μεγαλώνω απελευθερώνομαι από συμβατότητες και αισθάνομαι την ανάγκη να είμαι πιο ουσιαστική.
Τα τελευταία χρόνια σας είδαμε να καταπιάνεστε και με το θέατρο, νομίζω μάλιστα ότι ο "Διάδρομος" ήταν μια παράσταση που και συζητήθηκε και άρεσε. Σας φέρανε οι καιροί μας προς τα εκεί ή ήταν μια παλιά κλίση, που απλά βρήκε την ευκαιρία να αποκτήσει σάρκα και οστά;
Πάντα αγαπούσα το θέατρο, αλλά σαν θεατής. Αυτό μου βγήκε ξαφνικά κι απρόβλεπτα. Βέβαια συνέβαλε η αναδουλειά και με ανάγκασε να κάθομαι στο σπίτι πιο πολλές ώρες από τις προ μνημονίου εποχές. Έτσι λοιπόν συσσωρεύτηκε η ανάγκη για έκφραση και βγήκε σε διαφορετική μορφή. Το θέατρο σου δίνει άλλη ελευθερία να εκφράσεις αυτά που θέλεις, το τραγούδι σε περιορίζει. Πάντως συνέχισα να βρίσκομαι στη σφαίρα του λόγου, δεν έγινα χορεύτρια… 8-)
Είναι αλήθεια ο "Διάδρομος" καρπός μιας ανάγκης να ασχοληθείτε περισσότερο με τα πολιτικά; Βλέπετε ως κάτι θετικό την πολιτικοποίηση ενός σημαντικού κομματιού της σημερινής νεολαίας, από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και μετά, ειδικά κατά τη συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και ΠΑ.ΣΟ.Κ. (με ή χωρίς τη ΔΗΜ.ΑΡ.);
Για να είμαι ειλικρινής ,δεν ξέρω πολλά πράγματα από πολιτική και δεν μπορώ να καταλάβω με τι σκεπτικό ένας καλλιτέχνης θέλει να μπει στη Βουλή. Για να είσαι πολιτικός πρέπει να έχεις άλλες γνώσεις και άλλες προθέσεις. Πρέπει να είσαι τεχνοκράτης και να σε σέβονται έξω. Δύο καρπούζια σε μια μασχάλη δεν χωράνε, και το ένα και το άλλο θέλουν ολοκληρωτική αφοσίωση και διαφορετική στάση ζωής. Έχω την άποψή μου –και τη λέω ενίοτε– αλλά μέχρι εκεί. Μακάρι να υπάρχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον στους νέους για τα κοινά. Αυτό που γίνεται πασιφανές, είναι ότι ο νέος κόσμος δεν θέλει παλαιοκομματικές καταστάσεις.
Μια άλλη σας παράσταση, εκείνη για τη Δανάη, φανέρωσε ευρύτερα το ενδιαφέρον σας για το ελαφρό τραγούδι. Τι έχετε αγαπήσει περισσότερο στο είδος αυτό; Και πόσο πιστεύετε το έχουμε αδικήσει στην Ελλάδα –ίσως ήδη από την ονομασία κιόλας;
Η αλήθεια είναι ότι αυτό το τραγούδι κάθε άλλο από ελαφρό δεν είναι! Έχει τεράστιο ενδιαφέρον και το λατρεύω. Συνέβαλλε και η συνεργασία μου με τον μαιτρ του είδους, τον πιανίστα και δημοσιογράφο Δαυίδ Ναχμία. Έγραψα για τη Δανάη για να προβάλλω ένα πρότυπο γυναικείας δημιουργικότητας και πνευματικότητας, μιας και ζούμε σε έναν παγκόσμιο σκοταδισμό, ο οποίος προέρχεται ως επί το πλείστον από την καταστολή της θηλυκής αρχής που επικρατεί στην ανθρωπότητα εδώ και αιώνες. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη για την εξισορρόπηση του θηλυκού στοιχείου στον κόσμο. Όσο για το ελαφρό τραγούδι, κερδίζει πια συνεχώς έδαφος στις καρδιές των νέων και το χαίρομαι ιδιαιτέρως.
Μου αρέσει ξέρετε πολύ το πώς αρθρώνονται τα τραγούδια σας, το πώς ανακατεύονται οι ρετρό αναφορές με λόγια καίρια, με καταστάσεις βγαλμένες από την απτή καθημερινότητα. Σας φαντάζομαι ως έναν άνθρωπο της πόλης, που πάντα θα βρίσκει περισσότερη έμπνευση στη ζωή των διαμερισμάτων, παρά στις εξοχικές ομορφιές της επαρχίας. Ισχύει;
Η έμπνευση για μένα είναι κάτι που δεν έχει συγκεκριμένο χώρο για να ευδοκιμήσει, παρά συγκεκριμένη ψυχική κατάσταση. Δηλαδή για να γράψω πρέπει να έχω τις μπαταρίες μου γεμάτες και να είμαι νηφάλια. Αυτό συμβαίνει συνήθως στην εξοχή. Γράφω για την πόλη από την εξοχή. Γράφω για καταραμένους έρωτες από μια κατάσταση ήρεμη. Γράφω ...εκ του ασφαλούς δηλαδή! Επίσης πολλές φορές γράφω για ό,τι μου λείπει, βλέπε την περιβόητη "Μαγκιά"!
Γιατί έχει γίνει τόσο δύσκολο στο ελληνικό τραγούδι που δεν ανήκει στην κατηγορία «πίστα» να μιλήσει για την καθημερινότητα της ζωής και –κυρίως– των ερώτων μας; Γιατί τόσα πράγματα, στο όνομα συχνά μιας ευρύτερης θεώρησης, μένουν μετέωρα σε ένα θολό τοπίο;
Το τραγούδι είναι καθρέφτης της κοινωνίας. Έχουμε πάψει να επικοινωνούμε απλά και άμεσα με τον άλλο. Γιατί το «θολό τοπίο» υπάρχει πια και στις ζωές μας. Τα «θέλω» μας δεν είναι ξεκάθαρα. Επίσης, το ατάλαντο καμουφλάρεται από το περίπλοκο. Υπάρχει ένας ελιτίστικος φόβος στα τραγούδια «της αντίπερα όχθης» (να χρησιμοποιήσω αυτόν τον twilight zone χαρακτηρισμό), μην κατηγορηθούν για απλοϊκά. Οι δημιουργοί τους νομίζουν ότι υποβαθμίζονται αν γράψουν χύμα και σταράτα κάποια πράγματα. Έτσι χάνονται σε νοήματα του τύπου: «Δεν ενέδωσες γιατί σε τρομάζει η αλήθεια που κρύβεις μέσα σου». Ενώ το λαϊκό θα σου πει: «Δεν με θες, αλλά δεν πειράζει, η ζωή συνεχίζεται!».
Από την άλλη, το "Διακριτικά" λ.χ. θυμίζει πως πάντα υπάρχει και ένα δεύτερο επίπεδο στο ρεπερτόριό σας, πιο φιλοσοφημένο θα το έλεγα και σταθερά επικριτικό προς τη συμπεριφορική που συνήθως ορίζουμε ως «μικροαστική». Είναι εχθρός σας, εχθρός όλων μας, ο μικροαστισμός σαν νοοτροπία και στάση;
Ο μικροαστισμός, με τον οποίο λίγο-πολύ όλοι μας έχουμε σχέση, είναι η ζωή χωρίς φιλοσοφία, είναι ο κακός μας εαυτός που εμφανίζεται σε ανύποπτο χρόνο και πρέπει να τον πολεμήσουμε. Είναι το «εμείς να 'μαστε καλά και όλοι οι άλλοι κομμάτια να γίνουν»! Είναι η συντήρηση κάποιων ηλίθιων και παράλογων κοινωνικών στερεοτύπων. Π.χ., ο μικροαστός μαλάκας θεωρεί την οικογένειά του ανώτερη από τις προσφυγικές οικογένειες της Συρίας. Το γιατί, μην το ρωτάς!
Αν τα βάλουμε τα πράγματα σε μια ιστορική προοπτική, δέχεστε ότι είστε «απόγονος» της Αφροδίτης Μάνου, ίσως και της Μαριανίνας Κριεζή;
Φυσικά το δέχομαι και είναι τιμή μου! Σίγουρα είμαι πολύ επηρεασμένη και ανήκω στην ίδια «οικογένεια» γραφής. Επιπλέον, η Μαριανίνα Κριεζή είναι φίλη μου και μ’ έχει βοηθήσει πολύ στη σκέψη μου.
Τέλος, φίλος που περιμένει πώς και πώς να διαβάσει αυτή τη συνέντευξη, θα με σκοτώσει αν δεν ρωτήσω για το πώς γεννήθηκε η "Μπουγάδα" (κομμάτι από το Δεν Μπορεί, Έχει Meeting του 2007). «Πόσο πια θα ταυτιστώ με αυτή την αναθεματισμένη τη "Μπουγάδα"», μου είπε...
Χαίρομαι όταν ακούω πως κάποιοι φίλοι ταυτίζονται με τραγούδι μου, απ’ την άλλη τους ζητώ συγγνώμη για την αναστάτωση! 8-) Όσον αφορά «τη μπουγάδα», απεχθάνομαι τις δουλειές του σπιτιού και όταν χρειαστεί να τις κάνω, προσπαθώ να σκαρώσω στίχους για να περάσουν πιο ανώδυνα. Κάποια στιγμή, λοιπόν, απλώνοντας τα ρούχα στην ταράτσα συνέλαβα και το θέμα, τόσο απλά! Μετά στο σιδέρωμα το είχα ολοκληρώσει…
{youtube}mVhyvLcwJNI{/youtube}