Η νέα του ταινία, "Οι Αισθηματίες", βγαίνει σύντομα στα σινεμά (στις 18 Δεκεμβρίου), το φοβερό τους όμως soundtrack –όπου οι Κόρε.Ύδρο. συναντούν τον Λευτέρη Μυτιληναίο και τον Νίκο Γούναρη– βρίσκεται ήδη στα δισκοπωλεία. Με αυτά ως αφορμή, συναντηθήκαμε με τον Νίκο Τριανταφυλλίδη για μια κουβέντα που ξεκίνησε από τα Αισθηματικά, για να φτάσει στη μουσική, ύστερα στην τηλεοπτική του σειρά (Τα Στέκια) και τελικά στον ΠΑΟΚ...
Αισθηματίες η νέα ταινία, "Αισθηματική Αγωγή" η ραδιοφωνική εκπομπή που παρουσίαζες κάποτε στον 902 κι έπειτα στους 105.5 Στο Κόκκινο. Τι παίζει με τα αισθηματικά;
Τώρα που το λες! Δεν το είχα σκεφτεί... Πέρα από την ειρωνεία αμφότερων των τίτλων, νομίζω πως υπάρχει μια αλήθεια. Ότι δηλαδή, ανεξάρτητα από το πού μας οδηγούν και σε τι δρόμο μας βγάζουν, τα αισθήματά μας είναι η αλήθεια μας. Κι αυτό έχει ενδιαφέρον, γιατί αυτό είναι που αξίζει –ανεξάρτητα από το τίμημα που καταβάλλει καθένας και καθεμία από μας.
Είπες γι' αυτήν την ταινία πως είναι μια «ελεγεία για έναν κόσμο που φεύγει». Πώς το εννοείς;
Πρόκειται για έναν κόσμο στον οποίον ζήσαμε, μα εκφυλίστηκε, αρρώστησε και πλέον πνέει τα λοίσθια. Δεν ξέρω βέβαια αν αυτό που θα έρθει θα είναι καλύτερο ή χειρότερο. Πάντως αυτός ο κόσμος πεθαίνει. Είχε λ.χ. συγκεκριμένους κώδικες, που πλέον αποσυρναμολογήθηκαν, αναφορές τις οποίες υποσκάψαμε εμείς οι ίδιοι, μα και μια γλώσσα που τελικά μας απομακρύνει, αντί να μας βοηθά να συνεννοούμαστε.
Ναι, αλλά ο χαρακτήρας του Δασκάλου –τον οποίον παίζει μοναδικά ο Τάκης Μόσχος– δεν εκπροσωπεί έναν κόσμο που μένει;
Δυστυχώς ναι. Ο Τάκης Μόσχος έδωσε μια εξαιρετική ερμηνεία, απέδωσε αυτήν την πατριαρχική φιγούρα η οποία και μας οδήγησε σε όσα βιώνουμε σήμερα. Αυτή η φιγούρα και είναι εδώ, αλλά και θα μείνει. Και θα σου πω και τι έγινε στο Μόναχο, μετά την προβολή της ταινίας: πολλά κορίτσια στις συζητήσεις που κάναμε ήταν όχι ενοχλημένα με το τέλος, αλλά σε μια απελπισία. Τους είπα λοιπόν να μην ανησυχούν, εάν κάνουμε sequel θα αρχίζει με τη δολοφονία του πατέρα από την κόρη! Και ίσως αυτός να είναι ο δρόμος...
Τι ψάχνεις συνήθως στους ηθοποιούς σου;
Αλήθεια. Την αλήθεια τους. Δεν με ενδιαφέρουν όσοι άνθρωποι προσεγγίζουν την ηθοποιία έντεχνα ή αναλωνόμενοι σε γραφικές ασκήσεις ύφους –άσχετα με το πόσο επιτυχημένες μπορεί να είναι. Με ενδιαφέρει να καίγονται για τον χαρακτήρα τους, ν' αρχίζουν αλισβερίσι μαζί του. Κι όπου τους πάει.
Και πού βάζεις το όριο μεταξύ των όσων θέλεις εσύ για μια ταινία και των όσων μπορεί να σου φέρουν/προτείνουν εκείνοι;
Από ένα σημείο και μετά τους ακολουθείς. Τους αφουγκράζεσαι, τους χαζεύεις και υποκλέπτεις ό,τι καλύτερο κάνουν. Είμαι καλός κλέφτης! (γελάει) Πάντα βέβαια έχω μια εικόνα, κυρίως ως προς τη συγκρότηση του ρόλου αυτού καθ' αυτού.
Τι χρωστάς στο σινεμά του Νικολαΐδη;
Στον ίδιο τον Νικολαΐδη χρωστάω ουκ ολίγα. Κατά κάποιον τρόπο υπήρξε ο πνευματικός μου πατέρας, άσχετα αν εγώ δεν υπήρξα καλός γιος. Αυτό θα το έλεγε εκείνος! Στο σινεμά του, τώρα, χρωστάω ένα παράθυρο στον κόσμο· το μεγαλύτερο δώρο δηλαδή το οποίο μπορεί να σου κάνει ένας άνθρωπος όταν βρίσκεσαι σε μια κρίσιμη κι ευαίσθητη ηλικία, σαν την εφηβεία. Αλλά και την ιδέα ότι το σινεμά δεν είναι κάτι απλό: απεναντίας, είναι υπόθεση ζωή και θανάτου. Και βέβαια έφερε στο εκράν misfits χαρακτήρες και μια ολόκληρη μυθολογία που ήταν απωθημένοι στο υποσυνείδητο του Νεοέλληνα τότε. Είχε μια αγάπη για τους απόκληρους και τους καταραμένους ο Νίκος κι αυτό νομίζω μας συνδέει, πολύ.
Γι' αυτό είχες γράψει και στο Facebook τις προάλλες ότι, όταν πεθάνεις, θέλεις να σκορπιστεί η στάχτη σου στους υπονόμους και στις χαβούζες;
Α, ναι το έγραψα! Βέβαια το έκανε ο Πετρόπουλος πρώτος. Θα ήθελα πολύ να γίνει εδώ στη Φωκίωνος Νέγρη. Γιατί, έξω από την αγορά, αν βάλεις το κεφάλι σου στη σκάφη του υπονόμου μπορείς ακόμα ν' ακούσεις το ποτάμι, εκείνο που τη διέσχιζε κάποτε και φτάνει μέχρι την Αχαρνών κι από εκεί στη θάλασσα. Έχω λοιπόν διαλέξει και τον υπόνομο και μάλιστα έχω κάνει και τη σχετική συμβολαιογραφική πράξη. Που σημαίνει βέβαια ότι, και πεθαμένος, πάλι μπελάς θα 'μαι! Κάποιος δηλαδή θα πρέπει να με στείλει κάπου, να με κάψουνε, να με φέρουν ξανά πίσω. Ο μπαγάσας, θα λένε, δεν μας αφήνει ήσυχους ούτε και πεθαμένος.
«Πάλι» μπελάς;
Δυστυχώς είμαι... Δεν το θέλω. Αλλά προκύπτει.
Η μουσική στους Αισθηματίες, για να ξαναγυρίσω εκεί, δεν είναι απλά ένα soundtrack, έτσι δεν είναι;
Για μένα και τον Αλέξανδρο –τον Boy– η μουσική στους Αισθηματίες έχει τον ρόλο του χορού σε μια αρχαία τραγωδία. Και έγινε πολύ συνειδητά αυτό: αποτελεί μια δεύτερη αφήγηση, μια αφήγηση κάτω από την αφήγηση, η οποία σχολιάζει την πρώτου επιπέδου δράση. Το προσπαθήσαμε πάρα πολύ και ποικιλοτρόπως. Κι έτσι επιλέξαμε για το soundtrack συγκεκριμένους μουσικούς και ερμηνευτές ως «μέλη» του συγκεκριμένου χορού, καλλιτέχνες που έχουν να κάνουν με την ανολοκλήρωτη μοντερνιτέ της νεοελληνικής μας ταυτότητας.
Ακούμε και την Τζένη Βάνου σ' αυτό, που αν δεν κάνω λάθος έδωσε το τελευταίο λάιβ της ζωής της στο Gagarin...
Ναι, ήταν το τελευταίο. Η Τζένη για μένα είναι σειρήνα, νεράιδα, μάγισσα, ένα πνεύμα που με συντροφεύει. Σπάνια, σπάνια προσωπικότητα... Και ίσως ξέρεις στην Τζένη υπάρχει η απάντηση για το γιατί κάποια πράγματα μου πάνε όπως μου πάνε. Όταν οι γονείς μου ήταν στο Μόντρεαλ, και ήταν νέοι και ήθελαν να βγουν κανά ραντεβουδάκι, ήμουν 2-3 ετών, οπότε η Τζένη Βάνου αναλάμβανε χρέη μπεϊμπι-σίτερ. Λοιπόν, όταν κάποιος έχει τη Βάνου ως μπεϊμπι-σίτερ, δεν ξέρω τι θ' απογίνει ως ενήλικας! (γέλια) Η αυταπάρνηση, το συναισθηματικό ολοκαύτωμα, η θυσία κι όλα αυτά με μια τέτοια κλάση, δεν νομίζω ότι θα το απαντήσουμε σε άλλο πλάσμα στο ελληνικό τραγούδι.
Και ο Νίκος Γούναρης;
Ο Νίκος Γούναρης είναι για μένα ο crooner της Ελλάδας, ο Frank Sinatra μας. Η φωνή της μοντερνικότητας που δεν ολοκληρώθηκε κι έμεινε να σέρνεται, σαν σακάτης στο υποσυνείδητό μας. Ο Γούναρης είναι από τους πρωταγωνιστές στους Αισθηματίες. Γι' αυτό και η προτομή του παρακολουθεί τα τεκταινόμενα: εκείνος ξέρει τι θα συμβεί.
Οι Κόρε.Ύδρο.; Σε συναυλία των οποίων στο Six d.o.g.s. σε έχω δει να χορεύεις και ζεϊμπέκικο;
Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, εγώ δεν χορεύω, αλλά μου το αφιέρωσαν –και δεν γινόταν να μην τους τιμήσω. Βέβαια μ' ένα άθλιο ζεϊμπέκικο... (γελάει) Τους αγαπώ πολύ τους Κόρε.Ύδρο. και τον Παντελή τον Δημητριάδη ιδιαίτερα. Αυτά τα παιδιά είχαν τη διορατικότητα να καταλάβουν πως το σύμπαν μας αποτελείται από κατακερματισμένες εικόνες, ήχους και ιδέες. Είναι δηλαδή σαν ένα παζλ, σαν εκείνο που έλεγαν οι Στέρεο Νόβα ότι διαλύθηκε στον αέρα. Και νομίζω ότι ο Παντελής, ως ποιητής, προσπαθεί να ενώσει ξανά αυτά τα κομμάτια. Βεβαίως ποτέ ενα παζλ δεν το κάνεις το ίδιο κι εδώ βρίσκεται το ενδιαφέρον. Το συγκεκριμένο τώρα ζεϊμπέκικο, το "Χωρίς Επίκληση", το έχω λατρέψει, γιατί φέρνει την αύρα των σκυλάδικων της επαρχίας, των μοναχικών ανδρών σε κωλόμπαρο λίγο πριν τους διώξει ο ιδιοκτήτης. Έχει μια αφόρητη μοναξιά· κι από την άλλη μια μεγάλη ζέση. Πράγματα που νομίζω μόνο άνθρωποι που δουλεύουν πάνω από κατακερματισμένους κόσμους μπορούν να συλλάβουν. Στεναχωρήθηκα που διαλύθηκαν.
Και ο Λευτέρης Μυτιληναίος;
Α, ο αγαπημένος Λευτέρης! Κατ' αρχήν οι καταβολές του είναι στο ελαφρό τραγούδι, υπηρέτησε βέβαια τον ελαφρολαϊκό ήχο, για λόγους της εποχής. Άρα είναι εξ ορισμού crooner. Το αξιοπερίεργο είναι το πόσο κουλ μπορεί να παραμένει ενώ διηγείται ιστορίες συναισθηματικής καταστροφής, μετά το τέλος τους μάλιστα! (γελάει) Και μου άρεσε που κάναμε αυτό το βιντεοκλίπ, έτσι παλιομοδίτικο, με έναν λαϊκό βάρδο στους δρόμους της Αθήνας. Κάτι ανάλογο είχαμε κάνει και με τον Μανίκα, για τον Γιώργο τον Μαργαρίτη και τους "Δρόμους Του Πουθενά". Μ' αρέσουν αυτοί οι απόκληροι, οι outsiders.
Σε κάποια φάση θυμάμαι ότι προσπάθησες να ξαναστήσεις στο Gagarin τα αναψυκτήρια, χώρο όπου διακρίθηκε κάποτε ο Μυτιληναίος. Τι το σημαντικό είχαν για σένα τα αναψυκτήρια; Τι μας άφησαν;
Δεν νομίζω ότι μας άφησαν κάτι. Δεν μ' αρέσει να εξωραΐζω το παρελθόν και το έχω πολύ συνειδητά κατά νου αυτό και στα Στέκια· με ενδιαφέρει όμως να μη χάνεται το νήμα που μας ενώνει μ' εκείνο –ψάχνω και γενικότερα δηλαδή για όσα μας ενώνουν. Για μένα, τώρα, τα αναψυκτήρια είχαν να κάνουν με την αθωότητα. Ήταν ένα αμιγώς λαϊκό θέαμα, για ανθρώπους που δεν μπορούσαν να ξοδέψουν τη νύχτα. Τους παρουσίαζαν έτσι ένα φαντασιακό υποκατάστατο. Το κοινό τους ήταν οικογενειάρχες, άτομα που περνούσαν ζόρια, άνθρωποι που τέλος πάντων δεν μπορούσαν να πάνε το βράδυ να δουν τη φίρμα. Θα ερχόταν λοιπόν η φίρμα σ' εκείνους. Κι έχει μεγάλη σημασία κάτι τέτοιο: η φίρμα τότε πήγαινε και τραγουδούσε γι' αυτό το κοινό. Μιλάμε για μια συνθήκη η οποία έχει πλέον χαθεί. Έχει έναν βαθμό κοινωνικής συνείδησης και έχει βέβαια να κάνει και με το να τιμάς τις καταβολές σου. Γιατί οι πιο πολλές από εκείνες τις φίρμες ήταν λαϊκά παιδιά.
Μιας κι ανέφερες τα Στέκια, γυρίζεις κι ένα επεισόδιο για το Ρόδον, σωστά;
Φλας-μπακ επικίνδυνο... Γιατί έχω ζήσει εκεί από την πρώτη μέρα. Ήταν σαν κιβωτός, έμπαινες μέσα κι αισθανόσουν ασφαλής, λες και βρισκόσουν στο σαλόνι σου. Που δεν ήσουν καθόλου βέβαια, όμως έτσι ένιωθες, ότι ήσουν εκεί με τους δικούς σου. Μόνος μου πήγαινα στο Ρόδον, δεν υπήρχε θέμα, ήξερες ότι πάντα θα είναι εκεί κάποιος. Άλλη φάση τότε, ζούσαμε και την ψευδαίσθηση του Greil Marcus, ότι το ακροατήριο μιας ροκ συναυλίας μπορεί και να είναι η μαγιά μιας καλύτερης κοινωνίας. Κι εκείνος έκανε λάθος βέβαια, μα κι εμείς το πιστέψαμε λάθος.
Είναι επώδυνο να γυρνάς στο παρελθόν σου και είναι επίσης επώδυνο να συναντάς ανθρώπους που έχεις να δεις πολλά χρόνια και να ξαναπηγαίνεις μαζί τους προς τα πίσω. Και πιστεύω ότι η νοσταλγία, η λατρεία του ρετρό είναι πάρα πολύ επικίνδυνο πράγμα, ανθυγιεινό –και καθόλου δημιουργικό. Καλό είναι λοιπόν να τα διακωμωδείς λίγο τα πράγματα: να σαρκάζεις και ν' αυτοσαρκάζεσαι.
Είναι αλήθεια ότι είχες κάνει πρόταση να το πάρεις το Ρόδον, πριν ανοίξεις το Gagarin;
Ναι, αληθεύει. Δεν πιστέψαν όμως ότι έχω χρήματα, όμως είχα πάρει δάνειο. Δεύτερον, δεν πιστέψανε πως μπορούσα να συνεισφέρω· εκ των πραγμάτων, αποδείχθηκε ότι έκαναν λάθος. Και γι' αυτό άλλωστε άνοιξε το Gagarin.
Σε ενόχλησε ο Δημήτρης ο Κανελλόπουλος μ' αυτό που έγραψε στο e-tetRadio για τα Στέκια και τη ΝΕΡΙΤ; Μια σωστή εκπομπή σε λάθος κανάλι;
Ο Κανελλόπουλος είναι φίλος μου, αλλά λέει μαλακίες –κι αυτό μπορείς να το γράψεις έτσι ακριβώς. Έχω φίλους με τους οποίους δεν συμφωνώ, είτε πολιτικά, είτε αλλού· και θα συνεχίσω να έχω τέτοιους φίλους. Ο Δημήτρης προφανώς μου προτείνει να πάω στο MEGA, μετά το Κάτω Παρτάλι ίσως, ή στο Κανάλι της Βουλής ξέρω 'γω. Δεν αναρωτήθηκε όμως αν το MEGA θα πρόβαλλε ποτέ μια σειρά όπως τα Στέκια. Κι επειδή έχω ακούσει ουκ ολίγα, ότι νομιμοποιώ λέει με τη θέση μου ως εξωτερικός συνεργάτης το μόρφωμα της ΝΕΡΙΤ, εγώ δεν νομιμοποίησα ποτέ κανέναν. Δεν υπέγραψα καμία δήλωση μετανοίας, ούτε και αλλαξοπίστησα. Και, εν πάσει περιπτώσει, πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων δεν θα δώσω.
Μόνο όποιος επέλεξε τη ρήξη με τον κόσμο στον οποίον ζούμε θεωρώ πως έχει δικαίωμα να ομιλεί, άσχετα εάν συμφωνώ ή διαφωνώ: από τον Παλαιοκώστα, μέχρι τον Ρωμανό. Οι υπόλοιποι, όπως τραγουδούσαν και οι Pop Group, «We’re All Prostitutes». Kαι, σαν σκηνοθέτης του κινηματογράφου στην Ελλάδα, ε, είμαι από τις μεγαλύτερες «πουτάνες». Και έχω δανειστεί κι από τοκογλύφους κι έχω κλέψει, ακόμη και τον ίδιο μου τον εαυτό, και έχω κάνει στο παρελθόν τα ανήκουστα προκειμένου να γίνει μια ταινία.
Γι' αυτό που κάνω και μεταδίδεται από τη ΝΕΡΙΤ είμαι ιδιαίτερα περήφανος. Κατά τα λοιπά, ζούμε σε μια χώρα όπου απουσιάζει η κριτική σκέψη κι όπου τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας λέγονται Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ένα τραγικό λάθος στον ορισμό, που αφήνει απέξω τον πολιτισμό –όχι τυχαία βέβαια. Ο πολιτισμός ήταν και είναι μια τσόντα μέσα στον νεοελληνικό πολιτισμό.
Στις συνεντεύξεις βλέπω ότι σε ρωτάνε συνέχεια για τον πατέρα σου, τον Χάρρυ Κλυνν...
Ναι, άλλο πάλι και τούτο... Καμιά φορά το παρακάνω βέβαια κι εγώ, γιατί είμαι περήφανος για τον πατέρα μου, αλλά δεν καταντάει πια βαρετό; Ολόκληρος μαντράχαλος είμαι, βρωμόγερος...
Ήθελα λοιπόν να σε ρωτήσω για τη μητέρα σου, για την οποία δεν θυμάμαι να έχω διαβάσει κάτι...
Τη λατρεύω. Όλα για τη μητέρα μου, όπως έλεγε κι ο Αλμοδόβαρ. Είναι ο άνθρωπος που με έκανε να σταθώ στα πόδια μου και να γίνω ό,τι είμαι. Εξ ου και η αγάπη μου για τις γυναίκες –και δεν εννοώ ερωτικά. Τις λατρεύω, μ' αρέσει να δουλεύω με γυναίκες, τις εμπιστεύομαι, πιστεύω ότι ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος εάν έκαναν κουμάντο εκείνες. Έχουμε αποτύχει ως αρσενικά, το μόνο που κάναμε ήταν κακό. Γιατί, δυστυχώς, διαπλέκεται η πούτσα με την εξουσία. Ενώ οι γυναίκες έχουν μέσα τους τη ζωή και τη θάλασσα. Άλλα πλάσματα... Εμείς τι έχουμε; Ξηρασία.
Τι ακούς αλήθεια αυτήν την περίοδο, από μουσική;
Μ' άρεσε πολύ το τελευταίο άλμπουμ του Leonard Cohen. Και τη Marissa Nadler την αγαπώ πάρα πολύ. Ήθελα να πάω να τη δω, δεν μπόρεσα δυστυχώς λόγω υποχρεώσεων. Τα άπαντα του The Boy. Και χάρηκα που έρχονται και οι Black Keys. Τις τελευταίες μέρες, πάντως, ακούω και ξανακούω το Forever Changes των Love. Ανάθεμα και αν ήξερα τι μ’ έχει πιάσει!
Και για να κλείσουμε με μια διαφορετική νότα, τι θα γίνει, θα το σηκώσει φέτος ο ΠΑΟΚ το πρωτάθλημα;
Μπορεί! Αν η Παναγία το θελήσει! (γελάει) Αλλά κάτι μου λέει ότι φέτος η Παναγία είναι μαζί μας. Ο Άγγελος είναι πολύ καλός κόουτς κι όσοι κοροϊδεύουν δεν ξέρουν πού έχουν μπλέξει, θα το βρουν απ' τον Θεό! (γέλια) Έφτιαξε όμως ομάδα, ενώ πέρυσι ήταν ένα συνονθύλευμα μισθοφόρων, έτσι; Τον αγαπάω τον ΠΑΟΚ, γιατί είναι ομάδα με αντιφάσεις: αξιοπρεπής, κατατρεγμένη μα και μη κατατρεγμένη –μην το παρακάνουμε– αυτοκαταστροφικό αουτσάιντερ. Το τελευταίο πρωτάθλημα το πήραμε το 1983, ήμουν 22 χρονών τότε. Ε, να μη δω λοιπόν κι ένα δεύτερο στη ζωή μου;
{youtube}giUfgHcN0oQ{/youtube}