Ο Μάνος Αλιγιζάκης είναι μέλος των Salonumuz Klimalidir, μιας μπάντας που έχει δημιουργήσει έναν θόρυβο γύρω από το όνομά της τα τελευταία χρόνια. Τώρα μάς συστήνεται και ως σόλο τραγουδοποιός, με μια συλλογή 6 τραγουδιών που κυκλοφορούν ήδη υπό τον τίτλο Sapiens (μπορείτε να κατεβάσετε δωρεάν το άλμπουμ από εδώ). Με αυτήν την αφορμή, τον συνάντησα ένα απόγευμα του Νοέμβρη έξω από το Six d.o.g.s., εκεί όπου θα παρουσιάσει ζωντανά τα νέα του τραγούδια -μεθαύριο Τρίτη, 18 Νοεμβρίου. Είπαμε πολλά, κάποια από αυτά μόνο θα διαβάσετε παρακάτω...
Πού μεγάλωσες και πώς ξεκίνησε η σχέση σου με τη μουσική;
Μεγάλωσα στην Καλλιθέα. Έχω κλασική παιδεία, έχω τελειώσει πιάνο και κλαρίνο –όχι τα διπλώματα, τα πτυχία, γιατί μπήκα στο πανεπιστήμιο και αποφάσισα να μην προχωρήσω άλλο. Έχω μετανιώσει λίγο βέβαια...
Ο συγκεκριμένος συνδυασμός οργάνων είναι μάλλον ασυνήθιστος. Πώς τα επέλεξες;
Τυχαία. Ανήκαμε στη μεσαία αστική τάξη, με έστειλε η μητέρα μου να μάθω πιάνο. Σχετικά με το κλαρίνο, στην Καλλιθέα υπήρχε μια παράδοση, επειδή είχε τη φιλαρμονική μπάντα. Επειδή είχαμε λοιπόν σχέση με το πολιτιστικό κέντρο του δήμου, με στείλανε εκεί και μου διαλέξανε το κλαρίνο γιατί ήταν πιο ευέλικτο σαν όργανο –διαθέτει μια συγγένεια με το σαξόφωνο και μια πιο μακρινή συγγένεια με το φλάουτο. Και μιας και είχα μουσικότητα, οι δάσκαλοι μού είπανε να πάω στο Ωδείο Αθηνών, να μην μείνω στα τοπικά ωδεία. Άσχετα αν εγώ επέλεξα τελικά στα 23 μου να μην ακολουθήσω την καριέρα του εκτελεστή κλασικής παιδείας. Αλλά ήμουν ήδη, λόγω των σπουδών μου, σε έναν επαγγελματικό χώρο –αυτόν της πληροφορικής– ο οποίος με κάλυπτε οικονομικά. Δούλευα παράλληλα και ως κλαρίνο στη μπάντα του δήμου Καλλιθέας· μέχρι που παραιτήθηκα είχα συμπληρώσει 29 χρόνια υπηρεσίας σε λειτανίες, αγήματα κλπ.
Τα πρώτα σου ακούσματα ποια ήταν;
Λόγω κλασικής παιδείας μου αρέσουν όπως καταλαβαίνεις πράγματα από αυτήn την περιοχή. Και οι δύο μου δάσκαλοι στο ωδείο ήταν πάντως ανοιχτοί σε ακούσματα. Στην εφηβεία, οι πρώτοι δίσκοι που θυμάμαι είναι ένας των AC/DC (δεν θυμάμαι ποιος) κι ένας των Public Enemy (επίσης δεν θυμάμαι ποιος). Είμαι της γενιάς του MTV, έπαιζε πολύ καλή μουσική το MTV τότε. Άκουγα επίσης πολύ electro, house… Υπήρχαν και πιο «βαριά» ακούσματα όπως Tool, Queens Of The Stone Age, Kyuss, Slayer, Metallica... Δεν ήμουν μεταλλάς στην εφηβεία μου, τότε άκουγα Jimi Hendrix και Beastie Boys· άκουσα μέταλ πιο μεγάλος. Αλλά γενικά πάντα ακούω πολλή μουσική, ακόμα και τώρα που έχω μεγαλώσει.
Και ελληνικό τραγούδι;
Ναι. Το 1994-95, στην Τρίτη λυκείου, ανακαλύψαμε με την παρέα μου τον Νίκο Παπάζογλου, συγκεκριμένα το Χαράτσι και το Εν Μέσω Νεφών, που είναι οι αγαπημένοι μου δίσκοι. Έχω να τους ακούσω χρόνια βέβαια, γιατί τους είχαμε «κάψει» τότε. Μετά ήρθαν οι Τρύπες, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ο Μάλαμας, τα Μωρά Στη Φωτιά, τα Διάφανα Κρίνα. Επίσης, μου άρεσε πολύ η Ελένη Βιτάλη, ειδικά τα ροκ τραγούδια της, τα δικά της. Ταυτόχρονα άκουγα και τους Χειμερινούς Κολυμβητές και τον Μιχάλη Σιγανίδη με τις Μικρές Αγγελίες –και Φοίβο Δεληβοριά έχω ακούσει κάποιους δίσκους. Κι επειδή μεγάλωσα στην Καλλιθέα, έχω πάει και δέκα φορές στον Μάκη Χριστοδουλόπουλο, για πλάκα. Δεν έχω παρωπίδες στη μουσική. Σαν προγραμματιστής φοράω πολύ συχνά ακουστικά στα αυτιά μου, ώστε να απομονώνομαι από το εξωτερικό περιβάλλον και να συγκεντρώνομαι· έτσι, ποτέ δεν σταμάτησε η επαφή με τη μουσική. Και πάντα πληρώνω για τη μουσική που ακούω, δηλαδή ήμουν συνδρομητής στον Last.fm, ήμουν στο Pandora, τώρα είμαι στο Deezer. Με την ελληνική πάντως μουσική έχω χάσει λίγο επαφή.
Και κάποια στιγμή ήρθε και το πρώτο γκρουπ...
Ναι, ήταν τα Χρυσόψαρα Στη Γυάλα. Ξεκινήσαμε στο δεύτερο έτος των σπουδών, το 1996 και το λήξαμε το 2000. Παίζαμε δικά μας τραγούδια και διασκευές. Ήταν ελληνικό πράγμα, με κάποιες έντεχνες και ποπ επιρροές. Μετά πήγα στο Ναυτικό και από εκεί απολύθηκα το 2003.
Και τότε προέκυψαν οι Salonumuz Klimalidir;
Ναι, οι οποίοι φτιάχτηκαν για πλάκα, στα Εξάρχεια. Αλλά ήταν πολύ καλύτεροι στα live απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς. Είμασταν όλοι μουσικοί με διαφορετικά background, δεν γνωριζόμασταν από πριν όλοι μεταξύ μας, μόνο ανά δυάδες. Κάναμε αρχικά μόνο ένα ντέμο και μόνο προς τα τέλη του 2007 αρχίσαμε να παίζουμε ζωντανά. Στο underground είχαμε τότε μια δημοφιλία –κι έχουμε ακόμα, απλά δεν είμαστε ενεργοί συναυλιακά. Συνολικά κάναμε δύο ντέμο κι ένα άλμπουμ, το τελευταίο σε παραγωγή Νίκου Αγγλούπα.
Και φτάνουμε στο Sapiens, ο οποίος είναι ο πρώτος σου σόλο δίσκος. Πώς πήρες αυτήν την απόφαση;
Τους Salonumuz τους τρέχει ένα γραφείο διοργάνωσης συναυλιών, η Αρτύς, η Λίλα Παπαματθαιάκη δηλαδή και ο Γιάννης Παπαζέκος. Η Λίλα κάποια στιγμή με ρώτησε «γιατί δεν κάνεις κάτι μόνος σου; Αφού έχεις υλικό». Εγώ εκείνη τη στιγμή το απέρριψα κατευθείαν, αλλά μετά από ένα μήνα –αφού η ιδέα είχε μπει μέσα μου– και μετά και από μία ακόμα συζήτηση με τον Γιάννη (σκεφτόμασταν βασικά να προτείνουμε κάποια τραγούδια στον Γιάννη Χαρούλη), έκατσα στο πιάνο να γράψω, θεωρώντας ότι δεν γράφω για μένα και ότι δεν θα είναι κάτι για τους Salonumuz. Τελικά το αποφάσισα και λίγο πριν το live των Salonumuz τον περασμένο Μάρτιο στον Σταυρό Του Νότου το συζήτησα και με την υπόλοιπη μπάντα. Όλοι μου είπαν «καν’ το». Έτσι προχώρησα, έκανα οντισιόν, βρήκα συνεργάτες, ετοίμασα τα 4 κομμάτια που είχα τότε και τα παρουσίασα ζωντανά (μαζί με κάποια των Salonumuz και διασκευές) τον περασμένο Ιούλιο στο Six d.o.g.s. Ήταν μια πάρα πολύ ωραία βραδιά, πολύ συγκινητική. Παίξαμε ωραία κι αυτό μου έδωσε πολλή αυτοπεποίθηση. Ήξερα τότε ότι πριν φύγει ο χρόνος έπρεπε να κάνω έναν δίσκο. Στρώθηκα, βγήκαν και κάποια ακόμα κομμάτια, οπότε τα πήγα στον Αγγλούπα. Του τα έπαιξα στο πιάνο, του άρεσαν πολύ και κλείσαμε στούντιο.
Γιατί επέλεξες τον συγκεκριμένο παραγωγό;
Με είχε εντυπωσιάσει ο Νίκος, από τη συνεργασία μας με τους Salonumuz κιόλας, όπου μάς ηχογράφησε γρήγορα κι αποτελεσματικά. Με είχαν εντυπωσιάσει επίσης κάποιες άλλες δουλειές του, όπως ο πρώτος δίσκος της Μαριέττας Φαφούτη, που ενώ ήταν low budget ακουγόταν επαγγελματικός, ευρωπαϊκός. Μου άρεσε επίσης το γεγονός ότι είχε άλλο ήχο από αυτόν που είχαν οι Salonumuz.
Και πώς ήταν η συνεργασία σας;
Νομίζω ότι τούτη τη φορά τα πράγματα πήγαν ακόμα καλύτερα: δουλέψαμε γρήγορα και το πλάνο που μου είχε πει από την αρχή εφαρμόστηκε επακριβώς. Και νομίζω ότι λειτούργησε τώρα πολύ περισσότερο ως παραγωγός, αφού δεν είχε να κάνει με ένα γκρουπ με προκαθορισμένο ήχο και παίξιμο.
Να πούμε και τα ονόματα των υπόλοιπων συνεργατών σου στον δίσκο...
Ναι, είναι ο Πέτρος Ποντίκης στις κιθάρες, ο Χρήστος Βασιλείου στο μπάσο και ο Κρίτων Μπελλώνιας στα τύμπανα.
Στο υλικό του Sapiens διέκρινα έναν θρησκευτικό «προβληματισμό». Στο εναρκτήριο "Χεσούς" ας πούμε...
Αυτό ξεκίνησε σαν τσιφτετέλι, στο κλίμα της Βιτάλη και του Παπάζογλου. Είναι απροσδιόριστο το πώς καταλήγεις στη θεματολογία, ξεκινάς έναν στίχο και σε πάει.
Εσύ γράφεις πάνω στη μουσική δηλαδή;
Ναι, σχεδόν πάντα γράφω πάνω στη μουσική και οι στίχοι μου συνήθως είναι απλοί, ευθείς.
Και ο "Πάνας";
Ο "Πάνας" πήγε προς τα θρακιώτικα όταν τον δούλεψα με τους Salonumuz κι από εκεί τον πήγα σε παγανιστική κατεύθυνση και στην ιστορία του θεού Πάνα. Ήταν μια θεότητα η οποία, λόγω του Χριστιανισμού, κακοχαρακτηρίστηκε. Ήταν δηλαδή λίγο ατιμία να τον συνδέσουν με το πρόσωπο του Διαβόλου. Το περιγράφει πολύ εύγλωττα, νομίζω, ο Tom Robbins στο θρυλικό βιβλίο μετεφηβείας Το Άρωμα Του Ονείρου.
Έχεις γράψει κι ένα τραγούδι για τον παπά που έθαψε τον Καζαντζάκη. Πώς προέκυψε αυτό;
Χαίρομαι που μου κάνεις αυτήν την ερώτηση! Βλέπεις, σε ένα πρόσφατο live στο After Dark έκανα μια πεντάλεπτη εισαγωγή για να εξηγήσω το θέμα του τραγουδιού, οπότε για το επόμενο έχω ορκιστεί σε όλους ότι δεν θα πω τίποτα! (γέλια) Τότε που σκεφτόμουν να ετοιμάσω υλικό για να το παρουσιάσω στον Χαρούλη, ξεκίνησα να βρω ένα στιχουργικό θέμα σχετικό με την Κρήτη, οπότε άρχισα να ψάχνω πράγματα γύρω από τον Καζαντζάκη στη Wikipedia. Εκεί βρήκα λοιπόν δύο πράγματα που είναι κάπως φρικτά: το ένα, ότι θάφτηκε στα τείχη του Ηρακλείου, στο Μαρτινέγκο –όχι τιμής ένεκεν, όπως ο Βενιζέλος, αλλά επειδή δεν υπήρχε άδεια ταφής.
Επειδή είχε αφοριστεί...
Δεν είχε αφοριστεί, αυτό είναι το δεύτερο που έμαθα. Προφανώς δεν υπήρχε ομοφωνία στην Ιερά Σύνοδο οπότε ο Αθηναγόρας έδωσε τότε μια λύση Πόντιου Πιλάτου: είπε ότι αφού είναι Κρητικός και η Εκκλησία της Κρήτης είναι αυτοκέφαλη, ας αποφασίσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το Πατριαρχείο είπε μη μας ανακατεύετε, οπότε έμεινε η κατάρα, δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό για την Εκκλησία. Είχαν ρίξει και στον Βενιζέλο, αλλά την πήραν πίσω. Ταυτόχρονα, εκείνη την εποχή τον είχε βάλει και η Καθολική Εκκλησία στο Index Librorum Prohibitorum για δύο βιβλία του. Οπότε διαβάζω ότι τελέστηκε η ακολουθία με 17 ιερείς και τον Επίσκοπο Κρήτης στον Άγιο Μηνά στο Ηράκλειο, οι οποίοι, όμως, δεν βγήκαν μετά για να τον κηδέψουν. Έκαναν δηλαδή μια μικρή επανάσταση, αλλά μέσα σε κάποια όρια. Τον έθαψε λοιπόν ο στρατιωτικός ιερέας Σταύρος Καρπαθιωτάκης, ο οποίος αργότερα τιμωρήθηκε. Οπότε το έψαξα λίγο και –σε συνδυασμό με το ότι έχασα τους αρχικούς στίχους που ήταν σχετικοί με τον Καζαντζάκη– ξεκίνησα να γράφω για τον Καρπαθιωτάκη.
Έχεις και κάποιες αφηγήσεις μέσα στο τραγούδι...
Ναι, είναι από δύο συνεντεύξεις που βρήκα. Η πρώτη είναι του επισκόπου Ευγενίου το 1972 και η δεύτερη είναι του ίδιου του Καρπαθιωτάκη, την ίδια χρονιά. Τότε ήταν που αποκαλύφθηκε ότι ήταν αυτός –απέκρυπτε το γεγονός γιατί φοβόταν την τιμωρία ως ιερέας. Ως στρατιωτικός τιμωρήθηκε όμως με φυλακή, γιατί πήδηξε μάντρα για να βρεθεί στην κηδεία. Μου άρεσε φοβερά αυτή η ιστορία: ένας 20άχρονος που αγνόησε τις εντολές του διοικητή του να μη βγει κανείς από το στρατόπεδο γιατί προβλέπονταν φασαρίες. Οι Κρητικοί δεν ξέρανε ακριβώς το παρασκήνιο, αν το μάθαιναν θα γινόταν χαμός. Σου τα λέω αυτά και ανατριχιάζω, γιατί το 1957 δεν είναι και τόσο μακριά...
Φοβερό θέμα και πολύ ωραίο τραγούδι...
Και ο πρωταγωνιστής ζει!
Να του στείλεις ένα CD, αν τον εντοπίσεις.
Ναι, θα τον βρω. Πρέπει να είναι γύρω στα 77-78 του τώρα ο άνθρωπος.
Τη μουσική που παίζεις, πώς θα τη χαρακτήριζες;
Στα δελτία τύπου λέμε κάτι που μπορεί και να είναι αφελές, ότι προερχόμαστε από τον «πλάγιο ήχο» που εφηύρε ο Παπάζογλου –αν και κανονικά ξεκινάει από τον Σαββόπουλο. Άλλοι μπορεί να το πουν «έντεχνο»... Εμένα οι επιρροές μου είναι ξένες κυρίως, η μουσική όμως που βγαίνει είναι ελληνική. Είναι ένας σύγχρονος ελληνικός ήχος, ένα είδος που αυτή τη στιγμή είναι το πιο εμπορικό στην Ελλάδα. Δεν νομίζω ότι μπορούν άλλοι να κάνουν συναυλίες με τόσο κόσμο όπως π.χ. ο Χαρούλης ή ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Ο Ρέμος, δηλαδή, δεν μπορεί να κλείσει δύο σερί Λυκαβηττούς –έχει αξία ο άνθρωπος, αλλά δεν θα μπορούσε να καταφέρει κάτι τέτοιο. Και ο Αλκίνοος Ιωαννίδης ανήκει στο ίδιο πράγμα, απλά δεν τον έχω παρακολουθήσει τόσο στενά. Είμαι λίγο συντηρητικός, θέλω να έχω μία μπότα κι ένα μπάσο και δεν με χαλάει κι ένα πεταλάκι στην κιθάρα. Το κλαρίνο μου είναι με Δυτικό ήχο, γιατί δεν ξέρω να παίζω με ελληνικό. Οπότε παίζουμε δρόμους εγχώριους, μα με τον δικό μου ήχο.
Πώς θα κυκλοφορήσει λοιπόν αυτό το άλμπουμ;
Αυτή τη δουλειά θέλω να τη διανείμω δωρεάν, ψηφιακά. Μέσα στο επόμενο 20ήμερο θα βγει λοιπόν σε Spotify, Deezer, Amazon και iTunes. Οπότε σε πρώτη φάση θα είναι μια ψηφιακή κυκλοφορία –κι αν όλα πάνε καλά θα ήθελα να τυπώσω μερικά βινύλια και κάποια CD για πρόμο. Αν στο μεταξύ βρεθεί εταιρεία και θέλει να κάνει κάτι με το υλικό, ευχαρίστως. Αλλά σε αυτή τη φάση το θέμα μου είναι να βγει η δουλειά χωρίς κωλυσιεργίες, γιατί θέλω να καλύψω το κενό που έχω: υπάρχω μεν στον χώρο μέσω των Salonumuz, δεν υπάρχω όμως σαν Μάνος Αλιγιζάκης. Θέλω να συστηθώ ως σόλο καλλιτέχνης.
Στο live της Τρίτης στο Six d.o.g.s. τι θα παρουσιάσεις και με ποιους συνεργάτες;
Θα έχω μαζί τους μουσικούς που έπαιξαν στο στούντιο και θα παίξω όλο το Sapiens, κάποια δικά μου από τη φάση των Salonumuz και μερικές διασκευές, Μάλαμα, Σιγανίδη, Παπάζογλου –Βιτάλη δε μ’ αφήνουνε! (γέλια) Α, ορισμένες φορές παίζω κι ένα κομμάτι των dEUs.
Οι Salonumuz αλήθεια τι γίνονται αυτόν τον καιρό;
Βρισκόμαστε σε αγρανάπαυση, αλλά θα ξεκινήσουμε πρόβες κάποια στιγμή. Γυρνάμε τον ήχο στα πιο παλιά: παραμένει ο ηλεκτρισμός, αλλά με λιγότερες παραμορφώσεις και με κρουστά πλέον –αφού ο ντράμερ μας έχει φύγει στη Θεσσαλονίκη. Πιστεύω θα κινητοποιηθούμε σύντομα και ίσως από το 2015 να κάνουμε κάποιο live. Η συγκεκριμένη μπάντα έχει τους δικούς της ρυθμούς, άλλοτε αργούς, άλλοτε γρήγορους.
Και τα δικά σου σχέδια για τη συνέχεια, ποια είναι;
Θέλω να βγω στην επαρχία να παίξω. Επίσης, στόχος είναι τον ερχόμενο Απρίλιο –ή Μάϊο, το αργότερο– να ξεκινήσουμε δουλειά για το επόμενο άλμπουμ.
Κάτι τελευταίο που θες να συμπληρώσεις;
Εμένα μου αρέσει οι δίσκοι να είναι ροκ εν ρολ. Οι Αμερικανοί λένε ροκ εν ρολ τα πάντα. Εμείς οι Ευρωπαίοι, ειδικά οι Έλληνες, έχουμε κολλήματα... Δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να πω αν ο δίσκος είναι καλός ή μέτριος, αλλά είναι τίμιος. Φτιάχτηκε ωραία, τίμια· σαν ροκ εν ρολ δίσκος.
{youtube}_7LHT3_VaMs{/youtube}