Μέσω μιας γενικότερης κουλτούρας που μεταχειρίζεται το παρελθόν είτε ως φετίχ, είτε απλά για να περάσει καλά μαζί του, το σουίνγκ –μαζί με άλλες μουσικές εκφράσεις του Μεσοπολέμου ή των πρώτων μεταπολεμικών ετών– έχει εισβάλλει δυναμικά στην επικαιρότητα (εννοείται και την εγχώρια). Από τις πιο δημοφιλείς περιπτώσεις αυτού του «ρεύματος», οι Penny & The Swingin’ Cats έχουν έτοιμη τη δεύτερη δουλειά τους, ενώ διάγουν κι ένα δραστήριο συναυλιακό καλοκαίρι, φθάνοντας μέχρι το Νεστόριο της Καστοριάς για το καθιερωμένο πλέον ραντεβού του River Party, το οποίο ξεκινάει μεθαύριο Τετάρτη 30/7 και τελειώνει την Κυριακή 3/8 (η μπάντα παίζει Παρασκευή 1/8). Με αυτά ως αφορμές, βρήκαμε λοιπόν την Πέννυ Μπαλτατζή για μια γρήγορη κουβεντούλα…
Πότε βρήκε η Penny τους Swingin’ Cats; Πώς προέκυψε η συνάντηση και τι ήταν αυτό που τελικά σας ένωσε;
Η Penny συνάντησε τον κιθαρίστα Γιώργο Ζερβό, με τον οποίο δημιούργησαν τους Penny & The Swingin' Cats τον Νοέμβριο του 2009. Έκτοτε έγιναν διάφορες αλλαγές μελών, δοκιμάστηκε ο ήχος της μπάντας, γράψαμε μουσική, κάναμε πολλά λάιβ, βγάλαμε την πρώτη μας δισκογραφική δουλειά (το Ρετρό) και τον Σεπτέμβριο κυκλοφορούμε τη δεύτερη.
Τι να περιμένουμε λοιπόν από αυτήν;
Εκτός από το ομώνυμο του δίσκου "Εξωτικό Χαρμάνι" –το οποίο έχει ήδη ακουστεί στο ραδιόφωνο λόγω της ανάδειξής του στον διαγωνισμό Jumping Fish της Cosmote– έχουν γραφτεί άλλα 12 τραγούδια. Ορισμένα από αυτά τα έχετε ακούσει και στις συναυλίες μας.
Κυκλοφορείτε τους δίσκους σας μόνοι. Πρόκειται για επιλογή ή για ανάγκη;
Περισσότερο επιλογή θα έλεγα. Είχαμε προτάσεις από δισκογραφικές εταιρίες, όχι όμως αρκετά δελεαστικές ώστε να συνεργαστούμε. Δεν είναι πάγια απόφαση, βέβαια: φυσικά και θα θέλαμε έναν συνεργάτη σε τέτοιο επίπεδο. Είναι λοιπόν ένα θέμα το οποίο παραμένει ανοικτό…
Έχετε συμπράξει στη σκηνή του Half Note με τον κιθαρίστα Adam Levy. Καταρχάς πώς ήταν ως εμπειρία και κατά δεύτερον οι συνεργασίες σε τέτοιο επίπεδο είναι γενικότερα κάτι που σας ενδιαφέρει;
Είναι μαγεία να μοιράζεσαι την ίδια σκηνή μ’ έναν τόσο υπέροχο άνθρωπο και εκπληκτικό μουσικό! Αισθάνομαι ότι ήταν το σημαντικότερο μουσικό μάθημα το οποίο έχω πάρει ποτέ. Και αρκούσε μόνο να τον ακούς. Είναι πολύ πιθανό να συμπράξουμε ξανά με τον Adam.
Έχετε γυρίσει ένα μεγάλο μέρος της χώρας, ενώ έχετε παίξει και σε αρκετές συναυλίες ξένων ονομάτων (πρόσφατα λ.χ. στους Thievery Corporation, παλαιότερα στους Nouvelle Vague ή στον Parov Stelar). Πόσο διαφορετικές είναι για εσάς αυτές οι δύο περιστάσεις; Τι σκέψεις έχετε όταν ανεβαίνετε κάθε φορά στη σκηνή;
Όταν μοιράζεσαι τη σκηνή με τόσο υπέροχους μουσικούς –με μουσικούς που εκτός των άλλων σε έχουν επηρεάσει– αισθάνεσαι πολύ μεγάλη χαρά! Απ’ την άλλη, θέλουμε να αφήσουμε παντού τη μουσική μας, όπως νομίζω κάθε μουσικός. Κάθε φορά είναι διαφορετική, τα συναισθήματα όμως είναι πάντα τα ίδια: η αδρεναλίνη φτάνει στα ύψη, υπάρχει συνήθως αγωνία, άλλες φορές πάλι πολύς ενθουσιασμός. Σε κάθε περίπτωση τα συναισθήματα είναι δημιουργικά ή και λυτρωτικά.
Ποια ήταν εκείνη η συναυλία την οποία περίμενες με μεγαλύτερη ανυπομονησία ή που έχει εντυπωθεί εντονότερα στη μνήμη σου;
Όλες οι μεγάλες συναυλίες και τα support acts είχαν σημασία για μας και τα περιμέναμε πώς και πώς. Όμως αυτή που μας έκανε να έχουμε τη μεγαλύτερη αγωνία ήταν μάλλον η πρώτη μας συναυλία με τη big band –τη διευρυμένη, δηλαδή, εκδοχή της μπάντας, η οποία δημιουργήθηκε πέρσι και ονομάζεται Penny & The Great Big Band.
Η μουσική σας δημιουργεί, αν μη τι άλλο, διάθεση για χορό. Πόσο «χορευτική κουλτούρα» έχει όμως το ελληνικό συναυλιακό κοινό;
Γενικά νομίζω πως είμαστε ποτισμένοι με χορευτική κουλτούρα. Είμαστε γλεντζές λαός και ξέρουμε να διασκεδάσουμε, να το ρίξουμε έξω. Όμως, έχουμε όντως συνηθίσει να παραμένουμε στατικοί όταν παρακολουθούμε μια μπάντα να παίζει λάιβ. Το συναντάμε αυτό σε ζωντανές μας παραστάσεις. Όπως συναντάμε, βέβαια, και το ακριβώς αντίθετο: κόσμος να χορεύει από το πρώτο τραγούδι. Το σίγουρο είναι ότι είτε χορεύουν οι ακροατές, είτε όχι, εμείς το απολαμβάνουμε.
Το σουίνγκ είναι μία προφανής (και λόγω ονόματος) αναφορά σας, αλλά υπάρχουν αρκετές ακόμη –λ.χ. οι αναφορές στον Χιώτη στο “Εξωτικό Χαρμάνι”. Ποιες απ’ αυτές θα παρέθετες ως τις πιο σημαντικές;
Ο κάθε μουσικός μέσα στη μπάντα κουβαλάει τη δική του ιστορία, τις δικές του μνήμες και επιρροές. Άλλα πάνω απ’ όλα υπάρχει κάτι που μας ενώνει και είναι κοινό: το ροκ εν ρολ! Και δεν εννοώ μόνο το μουσικό κομμάτι αλλά και το γενικότερο attitude.
Αναφέραμε πριν πως η πρώτη σας δουλειά λέγεται Ρετρό, αλλά και η συνολική αισθητική σας κοιτάζει ούτως ή άλλως προς τα εκεί. Δεδομένου ότι η έννοια του ρετρό έχει να κάνει με τη νοσταλγία, πώς είναι δυνατόν να νοσταλγεί κάποιος κάτι που δεν έχει ζήσει;
Το να έχεις μια αίσθηση για τα περασμένα, ακόμα κι αν δεν τα 'χεις ζήσει, είναι για μένα σημαντικό. Έχεις την αίσθηση, δηλαδή κουβαλάς μέσα σου την κάθε περασμένη εποχή: είτε μέσω των διηγήσεων των γονέων ή των παππούδων σου, είτε από δικό σου ψάξιμο. Όλα είναι λοιπόν δυνατά, αν αφήσεις τη φαντασία και τον εαυτό σου ελεύθερο.
Την Παρασκευή 1/8 εμφανίζεστε στο φετινό River Party, στο Νεστόριο της Καστοριάς. Η μουσική σας, ωστόσο, μου φαίνεται ότι κολλάει περισσότερο σ’ ένα αστικό (ή αστικοποιημένο) περιβάλλον, παρά σ’ ένα φεστιβάλ μέσα στη φύση. Εσύ πώς το βλέπεις;
Η μουσική είναι ταξιδιάρα. Σε συνεπαίρνει, σε κάνει να ονειρεύεσαι και να λικνίζεσαι. Αυτό ισχύει όπου κι αν ακούγεται, είτε μέσα στην πόλη, είτε κοντά στη φύση. Όταν θέλεις να τραγουδήσεις ή να χορέψεις, απλά συμβαίνει, δεν σκέφτεσαι το πού βρίσκεσαι. Το κάνεις γιατί γίνεσαι τραγούδι και χορός ο ίδιος.
Ποια είναι τα σχέδια για το εγγύς μέλλον και ποιες οι φιλοδοξίες για το απώτερο;
Για να σου πω την αλήθεια, το μόνο που μας απασχολεί αυτή τη στιγμή είναι να πάμε διακοπές! Μακροπρόθεσμα θέλουμε να συνεχίσουμε να γράφουμε μουσικές, να κάνουμε πολλές συναυλίες, γιατί όχι να κάνουμε και καμιά βόλτα προς το εξωτερικό…
{youtube}HD2FzFFQ0Sc{/youtube}