Ανεξαρτήτως γούστων ή προτιμήσεων, νομίζω ότι είναι πέραν αμφιβολίας πως ο Γιώργος Κοντραφούρης αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο στην ελληνική τζαζ. Έχει πρόσφατα κυκλοφορήσει τη δεύτερη δουλειά του με το Baby Trio, το Urban Jazz, κι εμφανίζεται με αυτό στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών αυτή την Κυριακή, στις 9 Δεκεμβρίου. Εξ ου και η συζήτηση περί του τρίο, αλλά και περί τζαζ εν γένει…
Σήμερα είστε κυρίως ενεργός με τους Baby Trio. Πώς σας προέκυψε η ιδέα για τον σχηματισμό ενός γκρουπ με ηλικιακό όριο (σημ.: κιθαρίστας και ντράμερ αντικαθιστούνται όταν φτάσουν 25 ετών);
Είχα παίξει στο Ελσίνκι το 2006 με έναν εξαιρετικό ντράμερ, ο οποίος τότε ήταν 15 ετών. Όλη η Ακαδημία Sibelius, καθώς και η τοπική σκηνή, του έδιναν συνεχώς ευκαιρίες και ήταν όλοι ενθουσιασμένοι με τη φρεσκάδα και τον ενθουσιασμό του. Εδώ στην Ελλάδα, ενώ σίγουρα έχουμε νέους μουσικούς με πάρα πολύ καλό επίπεδο, δεν υπάρχουν τόσες πολλές ευκαιρίες για αυτούς. Η αρχική ιδέα για το Baby Trio ήταν λοιπόν αυτή και στην πορεία η όλη διαδικασία έγινε κάτι σαν δική μου ανάγκη.
Πώς εξασφαλίζεται, όμως, η συνέχεια ή η ηχητική πρόοδος σε ένα project το οποίο «θεσμικά» διέρχεται από συχνές αλλαγές μελών; Ή μήπως αυτό που πρωτεύει εδώ είναι η δημιουργία ενός είδους «τζαζ σχολείου»;
Δεν έχω σκεφτεί ούτε τη συνέχεια, ούτε την ηχητική πρόοδο ως κύριο σκοπό. Αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι η συνεχής ανανέωση· η συναναστροφή με το τώρα. Υπάρχει η ιδέα του τζαζ σχολείου σε πραγματικό χρόνο. Πιστεύω όμως πως υπάρχει διαφορά στον ήχο και στη νοοτροπία μεταξύ του Main Course (σ.σ.: του πρώτου άλμπουμ των Baby Trio) και του Urban Jazz, αφού το καθένα δημιουργείται εντελώς από την αρχή. Αυτή η συνεχής κίνηση με ενδιαφέρει πάρα πολύ στο Baby Trio.
Ποια θα ορίζατε, λοιπόν, ως τη βασική διαφοροποίηση του Urban Jazz;
Η διαφορά έγκειται στο ότι αυτή τη φορά ο δίσκος δημιουργήθηκε στις ζωντανές εμφανίσεις μας, σε ένα διάστημα τριών χρόνων. Όχι στις πρόβες, όπως τα προηγούμενα.
Θα λέγατε πως το Baby Trio είναι κυρίως ένα live σχήμα; Ότι δηλαδή αυτές οι σφιχτές και έντονες φόρμες με τις οποίες κυρίως καταγίνεστε, αναδεικνύονται καλύτερα στις συνθήκες μιας συναυλίας;
Σίγουρα είμαστε ένα συγκρότημα που εξελίσσεται από τα live. Στα live έχεις χρόνο να δοκιμάζεις και να αναλύεις τα πράγματα, να αφήνεσαι στη στιγμή και στη διάθεση. Η κεντρική ιδέα και η αποτύπωση μιας περιόδου τελειώνει με την ηχογράφηση –αυτή είναι σαν φωτογράφηση μιας στιγμής, η απαθανάτιση μιας περιόδου. Αν τώρα η μουσική του Baby Trio αναδεικνύεται καλύτερα στα live επειδή βασίζεται στο groove και ίσως λιγότερο σε μια ηχογράφηση, είναι κάτι εντελώς υποκειμενικό για τον καθένα. Εγώ προσωπικά απολαμβάνω και τις δύο διαδικασίες και προσπαθώ για το καλύτερο που μπορώ.
Κατά πόσο μπορεί να εμφιλοχωρήσει ο αυτοσχεδιασμός, τη στιγμή που βασική στόχευση είναι η εξυπηρέτηση αυτού του groove;
Κατ' αρχάς, ο αυτοσχεδιασμός είναι μια μεγαλύτερη έννοια. Δημιουργείται από διάφορα στοιχεία, όπως ο ήχος, οι νότες, το τονικό ύψος, οι δυναμικές, ο ρυθμός και (κατ’ επέκταση) ο παλμός, το groove. Μια δεδομένη στιγμή κάποιος μπορεί να επιλέξει να ακολουθεί ένα από αυτά τα στοιχεία ή και όλα μαζί. Στην τζαζ η δημιουργία του αυτοσχεδιασμού –ως ένα σημείο– έγινε πάνω σε σφιχτές ρυθμικές και μετρικές φόρμες, όπως τα μπλουζ –με όλα τα grooves που αυτά περικλείουν. Τώρα, το Baby Trio είναι στην ουσία ένα organ τρίο. Έτσι προσπαθεί να λειτουργεί κατ' αρχήν, βάζοντας όμως κι άλλα πράγματα μέσα σε αυτό. Ο αυτοσχεδιασμός, λοιπόν, γίνεται είτε μέσα στο στέρεο groove, είτε πάνω του.
Η σχέση σας με έναν περισσότερο ελεύθερο αυτοσχεδιασμό ποια είναι;
Ως πιανίστας έχω παίξει σε διάφορα φεστιβάλ αρκετά σόλο –σε κανονικό ή προετοιμασμένο πιάνο. Ήμουν και μέλος της ομάδας Impro-Masters της Ακαδημίας Sibelius στη Φινλανδία, όπου έπαιζα μόνο με ήχους επεξεργασμένους στο kaosspad (σ.σ.: ένα MIDI Controller/σάμπλερ/επεξεργαστής εφέ της Korg). Τα τελευταία τέσσερα χρόνια είμαι μέλος του συγκροτήματος Contrast, με το οποίο έχουμε ηχογραφήσει δύο CD (το δεύτερο live) βασισμένα στην free jazz, ενώ παίζω επίσης τακτικά και με μέλη του τμήματος ελεύθερου αυτοσχεδιασμού του Ιονίου Πανεπιστημίου. Γενικά η σχέση μου με τον αυτοσχεδιασμό πιστεύω πως είναι καλή. Σε όλες τις μορφές του –δεν τις συγκρίνω μεταξύ τους. Με το Baby Trio, τώρα, πρόκειται να παίξουμε στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών στις 9 Δεκεμβρίου με έναν από τους σημαντικότερους αυτοσχεδιαστές της νέας φινλαδικής γενιάς, τον Mikko Innanen.
Μιας που αναφερόμαστε στη σχέση σας με τη Φινλανδία, ανακαλώ μια σχετικά πρόσφατη συνεργασία σας με τους Dalindeo, στον εξαιρετικό δίσκο του 2010 Sountrack For The Sound Eye. Σχετίζεται άραγε αυτή η συνεργασία και με το ακαδημαϊκό σας παρελθόν εκεί;
Μάλλον ναι. Οι Dalindeo είναι στην ουσία δημιούργημα του Valtteri Poyhonen, με τον οποίον ήμασταν συμμαθητές στην Ακαδημία Sibelius. Είμαστε πολύ καλοί φίλοι, είχαμε μαζί κι ένα συγκρότημα, τους MBO· είχαμε μάλιστα παίξει και στην Αθήνα το 2005, ενώ συμμετείχα και στο πρώτο άλμπουμ των Dalindeo (Open Spaces, 2006). Στο Main Course των Baby Trio, παίζουμε κι ένα κομμάτι του Valtteri, το "Miss Blaise".
Το διεθνές τζαζ τοπίο πώς το βλέπετε σήμερα; Θεωρείτε την τζαζ μουσική με ζωντανό παρόν (άρα και μέλλον) ή ένα είδος που απλώς βρίσκει εύμορφους τρόπους να ανακυκλώνει τους μυριάδες τρόπους έκφρασης που προέκυψαν στις δεκαετίες της ακμής της;
Νομίζω πως η τζαζ έχει ζωντανό παρόν που πηγάζει τόσο από το παρελθόν, όσο και απ’ τα δρώμενα του σήμερα. Και πιστεύω ότι θα έχει και μέλλον. Ανακύκλωση γίνεται σε όλα τα είδη και στη μουσική γενικότερα, δίχως αυτό να σημαίνει ότι δεν δημιουργείται παράλληλα κάτι φρέσκο και σημερινό. Σε 30 χρόνια από τώρα είναι πολύ πιθανό να λέμε ότι ο Brad Mehldau, το τρίο του Esbjorn Svensson, ο Jason Moran και τόσοι άλλοι άνηκαν σε δεκαετίες ακμής. Γενικότερα όμως, παρελθόν, παρόν και μέλλον λειτουργούν σαν ένα κατά τη διάρκεια της μουσικής πράξης. Είναι μέσα στην ίδια τη φύση της μουσικής αυτό. Εξ ου και οι διατυπώσεις περί ανακύκλωσης της μουσικής, τελικά αδυνατούν να εκφράσουν τις μουσικές σχέσεις που δημιουργούνται αμφίδρομα σε όλους τους χρόνους (παρελθόν-παρόν-μέλλον) και σε όλες τις κοινωνικές και υποκειμενικές εκφάνσεις. Αυτό πιστεύω.
Την εγχώρια τζαζ πώς τη βλέπετε σε σχέση με ό,τι υπήρχε ας πούμε στη δεκαετία του 1980 ή του 1990; Μπορούμε να μιλούμε για σκηνή;
Η εγχώρια τζαζ βρίσκεται στην καλύτερη φάση της. Κάθε χρόνο βγαίνουν 5 με 7 δίσκοι σε όλες τις μορφές της και σήμερα υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες για live, περισσότεροι (και πολύ πιο ανοιχτοί από τη δική μου γενιά) μουσικοί, αλλά και περισσότερο κοινό που ασχολείται. Νομίζω έχει αρχίσει να υπάρχει σκηνή τζαζ, πράγμα που πριν –ας πούμε– πέντε χρόνια δεν πίστευα ότι θα συμβεί. Και πιστεύω ότι θα εξελίσσεται συνέχεια.
Εσάς τι είδους ακούσματα σας παρακίνησαν να μετατοπίσετε το ενδιαφέρον σας από τις κλασικές σπουδές στην τζαζ;
Το ροκ και μετά τα μπλουζ. Όταν δε άκουσα το “Night In Tunisia” από τον Bud Powell, αποφάσισα πως αυτό ήταν το είδος με το οποίο θέλω να ασχοληθώ.
Σε μία πρόσφατη συνέντευξή σας στην Αυγή, αναφέρατε ότι στα σχέδια των Baby Trio είναι η σύμπραξη με μια μεγάλη ορχήστρα. Πώς το φαντάζεστε;
Για την ακρίβεια στη συγκεκριμένη συνέντευξη χρησιμοποιώ τον όρο big band. Καταλαβαίνω βέβαια πως στα ελληνικά δεν υπάρχει ακριβής μετάφραση του όρου όσον αφορά στα τεχνικά χαρακτηριστικά του. Η big band, εκτός από τα όργανα του ρυθμού (rhythm section), περιλαμβάνει ξύλινα και χάλκινα πνευστά. Δεν περιλαμβάνει έγχορδα. Όσον αφορά το δικό μας πλάνο τώρα, ο Valtteri Poyhonen (ενορχηστρωτής εκτός των άλλων και της Ricky-Tick Big Band, μιας από τις πιο επιτυχημένες big bands στη Φινλανδία), έχει αναλάβει να κάνει τις ενορχηστρώσεις σε καινούργια κομμάτια του Baby Trio. Θα πάμε στο Ελσίνκι σε δύο χρόνια και θα κάνουμε τρία με τέσσερα live με τη Ricky-Tick Big Band και θα ηχογραφήσουμε εκεί. Η αφετηρία είναι οι ηχογραφήσεις του Jimmy Smith με big bands. Νομίζω ότι αυτό το ηχόχρωμα μπορεί να λειτουργήσει και μαζί με το Baby Trio να δημιουργήσει ένα διαφορετικό –και συναρπαστικό για μένα– περιβάλλον.
Εκτός της συναυλίας στη Στέγη, κάποια άλλα σχέδια που να αφορούν το άμεσο μέλλον;
Θέλω πολύ να παίξω πιάνο μαζί με live ηλεκτρονικά. Ετοιμάζομαι για αυτό και ελπίζω το επόμενο φθινόπωρο να αρχίσω τα live. Επίσης, θα ξαναπαίξω μαζί με την εξαιρετική πιανίστα και παιδαγωγό Έφη Αγραφιώτη έργα για δύο πιάνο, ενώ φυσικά υπάρχει πάντα το Baby Trio, όσον αφορά το hammond. Παίζω και με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη όργανο κι αυτό είναι κάτι που με ενδιαφέρει πολύ, διότι χρησιμοποιώ το hammond με εντελώς διαφορετικό τρόπο σε σχέση με το Baby Trio. Συνεχίζω επίσης να παίζω και με τον σαξοφωνίστα Timo Lassy, ο οποίος πρόσφατα κυκλοφόρησε τον τρίτο δίσκο του. Αυτή τη στιγμή είμαι σε ευρωπαϊκή περιοδεία μαζί του και τον Απρίλιο παίζουμε στη Μαλαισία, στο Kuala Lumpur Jazz Festival, πιθανώς και στο Τόκιο και στη Σαγκάη.
{youtube}yNhykVCKKvE{/youtube}