Με αφετηρία του την Ελλάδα, ο Δημήτρης Τηλιακός έχει τραγουδήσει από την Ιαπωνία έως τη Βραζιλία, έχει τιμηθεί με το βραβείο Paradise στη Ρωσία και θεωρείται από τους διεθνείς κριτικούς ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους βαρύτονους της όπερας. Πρόσφατα, δημοσιεύτηκε σε DVD η παράσταση Macbeth του Verdi (2009), σε σκηνοθεσία Dmitri Tcherniakov και υπό τη μουσική διεύθυνση του Θεόδωρου Κουρεντζή –όπως ανέβηκε στην Όπερα του Παρισιού το 2009. Καθώς ο Τηλιακός είχε τον ομώνυμο πρωταγωνιστικό ρόλο, αυτή η επικαιρότητα μας έδωσε την αφορμή να τον συναντήσουμε στην πολύβουη πλατεία Χαλανδρίου, ένα βράδυ ήσυχο και ψυχρό, όταν στην ελληνική βουλή ακούγονταν του κόσμου οι παραφωνίες…
Κύριε Τηλιακέ, έχω παρατηρήσει τον τελευταίο καιρό πολλούς τραγουδιστές της όπερας να πειραματίζονται με ένα σωρό άλλα είδη μουσικής. Θα μπορούσατε να σχολιάσετε αυτήν την τάση;
Στην Ελλάδα, οι τραγουδιστές είναι ανοιχτοί σε πολλές και διαφορετικές επιρροές, είτε κάνουμε λόγο για τη βυζαντινή μουσική, είτε για τη δημοτική, είτε για τη λαϊκή.
Πολλές φορές όμως έχω ακούσει δασκάλους τραγουδιού να διαμαρτύρονται που ο μαθητής τους επηρεάζεται από την ψαλτική…
Ναι, αυτές οι πολλαπλές επιλογές ενέχουν και κάποιους κινδύνους... Το απαιτητικό ρεπερτόριο της όπερας απαιτεί απόλυτη αφοσίωση, τόση ώστε να μη σου δίνεται η ευκαιρία να προσεγγίσεις ένα άλλο ρεπερτόριο.
Παρόλα αυτά θα επιλέγατε να τραγουδήσετε ελαφρό τραγούδι;
Τι σημαίνει ελαφρό τραγούδι; Δηλαδή υπάρχει και βαρύ; Η ερμηνεία σου προσδίδει τη βαρύτητα ή την ελαφρότητα σε αυτό που τραγουδάς. Θεωρώ, για παράδειγμα, ότι το ρεπερτόριο της βιεννέζικης οπερέτας είναι πιο αφρώδες από ένα λαϊκό ελληνικό τραγούδι. Πολλά έργα του Χατζιδάκι, για να ερμηνευτούν επιτυχώς, πρέπει να προσεγγιστούν ώριμα. Στην δουλειά μας πάντως σύντομα ενδύεσαι με τον οπερατικό μανδύα. Μην ξεχνάς ότι, λίγο ως πολύ, η όπερα είναι μια αγορά.
Δηλαδή;
Συχνά υπάρχει η ρεπερτοριακή ταμπέλα. Είναι ένα ρεπερτόριο που μπορείς να το ορίσεις κιόλας: ιταλικό, γερμανικό ρεπερτόριο, Bel Canto, Wagner, Rossini κτλ. Από τη στιγμή που αναγνωριστείς σε ένα συγκεκριμένο ρεπερτόριο, είναι δύσκολο να σου ζητηθεί να κάνεις κάτι άλλο.
Ποια είναι η δική σας «ταμπέλα»;
Ας μην την πούμε ταμπέλα, ας το πούμε αναγνωρίσιμο στοιχείο. Συνήθως το ρεπερτόριό μου εκτείνεται σε τρεις βασικούς ρόλους έργων των Mozart, Verdi και της εποχής Bel Canto. Επίσης περιλαμβάνει και κάποιους γαλλικούς ρόλους.
Τι θα θέλατε να κάνετε, πέρα από τα παραπάνω;
Θα ήθελα να τραγουδήσω Πάρσιφαλ, τον ρόλο του Αμφόρτας.
Δεν θα ήταν εντελώς αντίθετο με όσα κάνετε;
Από τη μια μεριά, ο συγκεκριμένος ρόλος δεν απαιτεί πολύ ξόδεμα φωνητικής έντασης. Από την άλλη πλευρά είναι κουραστικό να τραγουδάς τα ίδια και τα ίδια. Η επανάληψη είναι εχθρός, την αντιμάχομαι.
Όταν σας πήρα τηλέφωνο για να κανονίσουμε τη συνάντησή μας, μου κάνατε ένα υποτιμητικό σχόλιο για τη σημερινή πολιτική κατάσταση. Παρατηρώ ότι οι μουσικοί του χώρου σας, που κατά το παρελθόν έδειχναν να μην ενδιαφέρονται για τα πολιτικά πράγματα της χώρας, ξαφνικά έχουν ενεργοποιηθεί σε βαθμό τον οποίον δεν περίμενα. Κατακλύζομαι καθημερινά από δεκάδες σχετικά μηνύματα στη σελίδα μου στο Facebook.
Θα μιλήσω όπως ακριβώς το σκέφτομαι. Δεν θεωρώ πολιτικό τον λόγο του Παπανδρέου. Θεωρώ ότι έχουμε να κάνουμε με ένα παραπολιτικό θέατρο του παραλόγου, το οποίο αξίζει κανείς να το παρακολουθήσει από καθαρά ψυχιατρικό και σκηνοθετικό ενδιαφέρον. Η ουσιαστική πολιτική είναι ο τρόπος που ζούμε, όσα κάνουμε ή δεν κάνουμε, όλα αυτά που εκφράζονται έξω από τους θεσμούς. Πολιτικό είναι ακόμα το δόσιμο στον ρόλο, η δραματουργική επεξεργασία/προετοιμασία ακόμα και η μελέτη του χαρακτήρα τον οποίον υποδύεσαι, αλλά και η στάση ζωής που επιλέγεις να έχεις έναντι του ρόλου. Πόσο θα αποδειχτείς νάρκισσος με τη φωνή σου ή όχι.
Η όπερα εμφανίζει συχνά σταρ…
Οι τραγουδιστές είναι παγιδευμένοι σε πρέπει, σε κλισέ, σε πολλά στεγανά του παρελθόντος. Πολλοί θέλουν να μοιάσουν κάπου. Την ίδια ώρα μιλάμε για μια δύσκολη δουλειά, όπου απαιτείται σωματική και ψυχολογική υγεία. Και επειδή όλα κρίνονται στην απόδοση, οι τραγουδιστές γίνονται υποχόνδριοι –μια τάση που μπορεί να τους οδηγήσει σε ένα παιχνίδι τρέλας. Και δεν είναι μόνο η ώρα της συναυλίας αλλά και η τρομακτική πίεση της προετοιμασίας. Ένας τραγουδιστής κρίνεται από τους πάντες, χειρότερα όμως κρίνεται από τον ίδιο του τον εαυτό.
Πώς αποφεύγει ο τραγουδιστής αυτήν την πίεση;
Την αποφεύγει εστιάζοντας αποκλειστικά στον ρόλο του και στη μουσική.
Επειδή κάναμε κουβέντα για την πολιτική πριν, υπάρχει κάτι που σας εκφράζει ιδεολογικά πια;
Στην πολιτική σκηνή θεωρώ ότι δεν εκφράζομαι από κανέναν. Έχω ακούσει ωραίες απόψεις, αλλά δεν φτάνει κάτι τέτοιο. Εύχομαι αυτή η κρίση να γεννήσει κρίση, δηλαδή να μπορούμε να κρίνουμε καλύτερα τη ζωή μας, να την επανεκτιμήσουμε, ώστε να φτιάξουμε ένα νέο σκηνικό από το οποίο θα λείπει η ψευτιά.
Κυρίως δουλεύετε στο εξωτερικό. Πώς το βιώνετε αυτό;
Ως δόκιμος καπετάνιος που σκέφτεται πάντα τη στεριά! Μια παραγωγή, μαζί με τις πρόβες και τις συναυλίες, διαρκεί δύο μήνες σχεδόν.
Σας λείπει η οικογένειά σας;
Μου λείπει αρρωστημένα η οικογένειά μου... Άλλωστε έχω τρία παιδιά.
Η περίπτωση να φεύγατε για το εξωτερικό, όπως κάνουν πολλοί συμπατριώτες μας;
Έχεις την εντύπωση ότι αυτός που μένει στη Νέα Υόρκη πονάει λιγότερο για ό,τι συμβαίνει; Το γεγονός ότι πληρώνει φόρους σε μια άλλη χώρα τον αποτρέπει από το να στεναχωριέται; Είμαστε στο ίδιο καζάνι.
Από το 1997 έως το 2004, υπήρξατε σολίστ της κρατικής όπερας της Νυρεμβέργης. Γιατί, αλήθεια, επιστρέψατε στην Ελλάδα;
Τα παιδιά μου έπρεπε να πάνε σε ελληνικό σχολείο. Τους όφειλα να τους δώσω τη δυνατότητα να μπορούν να διαβάσουν ελληνική ποίηση, να ζήσουν κάτω από τον ελληνικό ήλιο, ανεξάρτητα αν μετά από μερικά χρόνια τα ίδια αποφασίσουν να φύγουν. Αυτό έπρεπε να τους το προσφέρω. Η γλώσσα είναι χρέος μας. Από το να πετάω από το αεροδρόμιο του Βερολίνου, επιλέγω να πετάω από το Ελευθέριος Βενιζέλος προς τους τόπους εργασίας μου. Βρίσκομαι στον αέρα. Η έδρα μου όμως είναι η Αθήνα.
Το 2010 τιμηθήκατε στη Ρωσία με το βραβείο Paradise για την ερμηνεία σας στο ρόλο του Macbeth.
Τα βραβεία δεν παίζουν ιδιαίτερο ρόλο, πέρα από ένα μικρό τσιτάτο στο βιογραφικό. Σημαντική είναι μόνο η συγκυρία να συνεργαστείς με έναν μεγάλο μαέστρο ή σκηνοθέτη: αυτό είναι το μεγαλύτερο βραβείο. Κι αυτό δεν συμβαίνει συχνά, σας διαβεβαιώ. Δηλαδή το να αποδίδεται με τόση θρησκευτικότητα το όλο εγχείρημα.
Θρησκεύεστε;
Πιστεύω στον Θεό, αλλά είμαι άθρησκος. Μπορώ να νιώσω την παρουσία του Θεού σε ένα ορθόδοξο εκκλησάκι, σε μια καθολική εκκλησία ή σε ένα τζαμί, χωρίς την ίδια στιγμή να νιώθω περιορισμένος σε μια θρησκεία. Θεωρώ πολύ σημαντική την πίστη, είναι σημαντικό ο άνθρωπος να πιστεύει.
Αποδέχομαι την πολιτιστική πλευρά της θρησκείας και ταυτίζομαι κυρίως με την παράδοση της Ορθοδοξίας. Θεωρώ ότι οι θρησκείες αποτελούν τις μεγαλύτερες γκαλερί του κόσμου, τις μεγαλύτερες δισκοθήκες του πλανήτη. Αλήθεια, έχετε πίστη ή πάθος;
Πιστεύω με πάθος.
Θα πιστεύατε με πάθος σε μια ποδοσφαιρική ομάδα;
Όχι. Για παράδειγμα, άλλαξα ομάδα για χάρη του γιου μου, ο οποίος ένιωθε άσχημα επειδή η ομάδα μας έχανε διαρκώς και μου εξομολογήθηκε ότι θέλει να γίνει Ολυμπιακός. Από τότε υποστηρίζω την επιλογή του.
Ας μιλήσουμε και για την αφορμή για την οποία κάνουμε αυτή τη συνομιλία. Πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα DVD με τον Macbeth του Verdi, στο οποίο πρωταγωνιστείτε...
Αυτή η συνεργασία υπήρξε σημαντική για πολλούς λόγους: το casting, η μουσική διεύθυνση από τον Θεόδωρο Κουρεντζή, η όπερα της Βαστίλης στην οποία έλαβε χώρα και μαγνητοσκοπήθηκε η συγκεκριμένη παράσταση, η σκηνοθεσία από τον Dmitri Tcherniakov... Επίσης, ήταν ένα πολύ δύσκολο επίτευγμα, που κατέληξε σε ένα πολύ ευτυχές γεγονός. Ένα γεγονός του οποίου προηγήθηκε μια δύσκολη και επίπονη διαδικασία: τον Δεκέμβριο του 2008, όταν η Αθήνα καιγόταν, βρισκόμουν στη Σιβηρία για την πρώτη παράσταση, σε θερμοκρασίες -40 C. Μετά η παράσταση έλαβε χώρα στο Παρίσι το 2009, όπου και κινηματογραφήθηκε. Έχω να παρατηρήσω ότι η κινηματογραφική προσαρμογή –με τη χρήση πολλών κοντινών πλάνων– οδήγησε στο να αναβιβαστεί η όλη παραγωγή μέσω της βιντεοσκόπησής της.
Ο τρόπος που ερμηνεύετε, έχει σχέση με τον τρόπο ζωής σας;
Μιλάω όπως ζω. Τραγουδώ όπως ζω.
(Εκείνη τη στιγμή πιτσιρικαρία βολτάρει και παίζει, στην πλατεία Χαλανδρίου, όπου κάνουμε τη συνέντευξη. Τους κοιτάει και λέει τα ακόλουθα).
Κοίτα τους! Δεκάρα δεν δίνουν για τις πολιτικές εξελίξεις. Ίσως να προσπαθούν και να τις ξορκίσουν.
Υπάρχει λύση για τη γενιά αυτών των παιδιών;
Η λύση βρίσκεται στους δρόμους. Να αγκαλιαστούμε ξανά, να απαιτήσουμε με ειρηνικό τρόπο αυτό που μας ανήκει, να απαιτήσουμε από τον εαυτό μας, από τη ζωή μας, το σεβασμό προς τον άλλον.
Αυτό λείπει από τη ζωή μας στην Ελλάδα. Ο σεβασμός;
Ναι. Δεν σεβόμαστε το δημόσιο κοινό. Η ιδιωτικότητα έχει αποστεώσει τον πνευματικό μας πλούτο.
Όμως ακόμα και η όπερα είναι ένα ακριβό σπορ, χρειάζεται πλούσια χρηματοδότηση. Σε εποχές κρίσης πού θα βρεθεί ο πολιτισμός;
Εγώ θα απαντήσω αλλιώς: δεν ανήκω στην πλατεία, ούτε στην πάνω, ούτε στην κάτω. Στο κοινό πάντα ένιωθα άβολα. Το κοινό πάντοτε προσέγγιζε την όπερα φορώντας στον εαυτό του ένα φανταχτερό περιτύλιγμα. Εγώ ανήκω στο σανίδι, δηλαδή στη δράση. Ουσιαστικά κάθε φορά που προσεγγίζουμε την όπερα, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι στη βάση της βρίσκεται το ανθρώπινο πάθος, η καθημερινή αγωνία, οι σχέσεις των ανθρώπων.