Σταθερά ανήσυχη παρουσία στα μουσικά και θεατρικά πράγματα, η Μάρθα Φριντζήλα μας μίλησε για τις ομάδες στο θέατρο, για το σημερινό ραδιόφωνο στα FM και το μέλλον του στο ίντερνετ και για πολλά ακόμη. Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου της δίσκου με τραγούδια του Θέμου Σκανδάμη, μας έδωσε και το στίγμα αυτού που ετοιμάζει με τον Φοίβο Δεληβοριά για τις χειμωνιάτικες Παρασκευές στο Gazarte –αρχής γενομένης αυτήν την Παρασκευή, 2 Δεκεμβρίου...
Αυτές τις μέρες κυκλοφόρησε ένας νέος δίσκος, στον οποίο τραγουδάς συνθέσεις και στίχους του Θέμου Σκανδάμη. Πώς γνωριστήκατε και ποιος από τους δυο σας έφερε την ιδέα γι’ αυτόν τον δίσκο;
Γνωριστήκαμε το 2000 στον πολιτιστικό όμιλο φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου είχα αναλάβει τη θεατρική ομάδα στην οποία συμμετείχε ο Θέμος. Γίναμε φίλοι κι από τότε είμαστε μαζί σε αρκετές δουλειές, κυρίως θεατρικές. Την ιδέα για έναν λαϊκό δίσκο την έδωσα εγώ, σαν ένα είδος «άσκησης» θα μπορούσα να πω. Του πρότεινα δηλαδή να κάνουμε έναν δίσκο όπως κάνανε παλιά. Και δέχτηκε.
Στον δίσκο αυτόν είναι πράγματι έντονο το λαϊκό στοιχείο. Είναι το «μουσικό πεδίο» του Θέμου Σκανδάμη ή το θέλατε και οι δυο σας;
Για χρόνια δούλευα σε ρεμπετάδικα και ταβερνάκια όπου παίζαμε λαϊκά και ρεμπέτικα, κι ο Θέμος το ίδιο. Δεν θα έλεγα ότι είναι το είδος μας, μάλλον είναι κάτι σαν το «στρατιωτικό» μας ή το «αγροτικό» μας! Αυτό που μας οδήγησε στο να φτιάξουμε έναν δίσκο α-λα-παλαιά, με χασάπικα, ζεϊμπέκικα, τσιφτετέλια και ρούμπες, με ενορχηστρώσεις λαϊκές και να τον γράψουμε ζωντανά, είναι η αγάπη μας για αυτό το είδος και μια παράξενη νοσταλγία για μια εποχή την οποία δεν ζήσαμε.
Έχεις πει σε συζητήσεις «εγώ δεν είμαι τραγουδίστρια». Ποιο κομμάτι του χρόνου και της ενέργειάς σου φεύγει στο τραγούδι και πώς συνδέεται τελικά η μουσική με την κύρια ενασχόλησή σου, το θέατρο;
Λέγοντας πως δεν είμαι τραγουδίστρια εννοώ πως δεν το κυνηγάω. Δεν θέλω σώνει και καλά να εμφανίζομαι συνέχεια ή να κάνω έναν δίσκο τη χρονιά. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν έχω πλούσια προσωπική δισκογραφία. Έχω μόνο έναν προσωπικό δίσκο, μια ζωντανή ηχογράφηση και αυτόν τώρα, που δεν ξέρω αν είναι δικός μου προσωπικός ή του Θέμου. Προτιμώ να παίζω ζωντανά, αυτό αγαπώ περισσότερο: να βρίσκομαι στη σκηνή είτε ως ηθοποιός, είτε ως τραγουδίστρια. Ό,τι έχω κάνει ως τώρα είναι συνεργασίες με καλλιτέχνες τους οποίους θαυμάζω και εκτιμώ και με τίμησαν με την πρότασή τους να μοιραστούμε τη σκηνή.
Ο «Δρόμος με Δέντρα» είναι η ομάδα σου για χρόνια, είναι και το θεατρικό σου σπίτι. Πόσο επηρεάζεται όλο αυτό που έχετε δημιουργήσει εκεί από την οικονομική κατάσταση που ζούμε; Σας αποθαρρύνει η αβεβαιότητα ή συνεχίζετε να σχεδιάζετε «σαν να μη συμβαίνει τίποτε» και βλέπουμε;
Δεν θυμάμαι ποτέ να μην έχω οικονομικό πρόβλημα σ’ αυτήν τη δουλειά! Μια ζωή χρειαζόταν να δουλεύω σε δύο ή τρεις δουλειές για να μπορώ να πληρώνω τη ζωή μου. Αν δεν έχεις οικογενειακή περιουσία ή αν δεν είσαι τόσο πετυχημένος εμπορικά ώστε να γεμίζεις στάδια και μαγαζιά, συνήθως περνάς δύσκολα. Αλλά, εφόσον είναι η επιλογή μου, δεν με πειράζει καθόλου. Θα ήθελα φυσικά να έχω χορηγούς και ευεργέτες ή ακόμα καλύτερα να φρόντιζε το κράτος για αυτό, αλλά στην Ελλάδα ζούμε. Η τέχνη είναι πολυτέλεια.
Στο θέατρο στέκεσαι τόσο ως σκηνοθέτης, όσο και ως ηθοποιός. Πόσο πιστεύεις ότι έχει επηρεάσει την καλλιτεχνική σου εξέλιξη η δουλειά στις ομάδες; Τι παραπάνω έχεις κερδίσει με την ενσωμάτωση αυτή, σε σύγκριση με τη μοναχική πορεία των συναδέλφων σου οι οποίοι δεν «ανήκουν κάπου»;
Το θέατρο δεν είναι μοναχική δουλειά. Δεν υπάρχεις χωρίς την ομάδα. Από όταν τελείωσα τη δραματική σχολή αποφάσισα πως χρειάζομαι ανθρώπους για να δουλεύω και παράλληλα να εργάζομαι σε θέατρα ή μαγαζιά για να βιοπορίζομαι. Αν περιμένεις άπραγος να σε πάρουν τηλέφωνο για να σου προσφέρουν δουλειά, το πιθανότερο είναι να περιμένεις πολύ... Είναι πολύ δύσκολος χώρος το θέατρο. Ευτυχώς οι νέοι ηθοποιοί το έχουν καταλάβει και φτιάχνουν τις ομάδες τους για να εργάζονται και να παρουσιάζουν τη δουλειά τους σε γκαλερί, σε μπαρ, σε γιαπιά, οπουδήποτε. Τις καλύτερες παραστάσεις που έχω δει τα τελευταία χρόνια, από τέτοιες ομάδες τις είδα.
Μιας κι έρχομαι από ένα διαδικτυακό μουσικό μέσο, θα ήθελα να μου πεις πώς χρησιμοποιείς το ίντερνετ. Πόσο νιώθεις ότι σε βοηθά να μοιραστείς τις τέχνες σου ή «σου χαλάει τη δουλειά σου»;
Είμαι ένα κανονικό θύμα του διαδικτύου και τη δουλειά μου την προβάλλω σχεδόν αποκλειστικά μέσω αυτού! Το αστείο είναι ότι ανακαλύπτω συνεχώς βιντεάκια από συναυλίες με πολύ κακό ήχο ή εικόνα, που με τίποτα δεν θα τα έβγαζα στην φόρα –αλλά ο καθένας μπορεί να μοιραστεί ό,τι θέλει στο ίντερνετ, έχουν όλοι βήμα, οπότε, εφόσον δεν ελέγχεται, το παίρνεις απόφαση πως είσαι εκτεθειμένος. Δεν νομίζω πάντως ότι είναι ικανό να σου χαλάσει τη δουλειά. Είτε με κράζουν στα blogs και στα forums είτε με προσκυνάνε, δεν με επηρεάζει. Ο καλλιτέχνης δείχνει ποιος είναι στη σκηνή.
Ας πάμε σ' ένα πιο παραδοσιακό μέσο, το ραδιόφωνο. Κάποτε ήταν ο μόνος τρόπος να γίνει κανείς γνωστός και ν' ακουστεί η μουσική του. Σήμερα, με τα «ελεύθερα ραδιόφωνα» να λιγοστεύουν συνεχώς στα FM, πόσο σημαντικό είναι πια για εσένα να εντάσσεσαι σ' αυτές τις έτοιμες, ραδιοφωνικές playlists;
Είναι πολύ περίεργο αυτό το παιχνίδι. Με λυπεί γιατί έχω μεγάλη αγάπη στο ραδιόφωνο. Διαπιστώνω πως όλο και λιγότεροι παραγωγοί αποφασίζουν για το τι θα ακούγεται στις εκπομπές τους, με αποτέλεσμα να απομακρύνουν τους ρομαντικούς και τους μερακλήδες ακροατές. Γιατί ποιος θα πιστέψει ότι αγαπάς τόσο πολύ έναν τραγουδιστή, ώστε να μου τον κάνεις καθημερινά κλύσμα και εσύ και οι περισσότεροι συνάδελφοί σου; Εγώ ευτυχώς δεν θεωρούμαι «ραδιοφωνική» απ’ ό,τι με ενημερώνουν κάποιοι σταθμοί που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Οπότε, με παίζουν αυτοί που με γουστάρουν!
Το ιντερνετικό ραδιόφωνο αποτελεί μια άλλη πρόταση; Το παρακολουθείς; Κάποιοι λένε ότι το ιντερνετικό είναι το μέλλον του ραδιοφώνου, συμφωνείς με αυτό;
Το ιντερνετικό ραδιόφωνο είναι τόσο άναρχο, που αποτελεί τη μόνη διέξοδο για τους ρομαντικούς και τους μερακλήδες. Μάλλον είναι το μέλλον του ραδιοφώνου. Ευτυχώς για μας και δυστυχώς για το ραδιόφωνο.
Πριν λίγο καιρό σε είδαμε στο θέατρο Badminton, στο μουσικό αφιέρωμα για τη Ρόζα Εσκενάζυ, με ερμηνεύτριες εσένα, τη Yasmin Levy και τη Mehtap Demir. Πώς βίωσες τη συγκυρία; Πού νιώθεις ότι συναντιέται η μουσική που έχεις προσεγγίσει σαν τραγουδίστρια με την παλιά εκείνη μουσική την οποία υπηρέτησε η Ρόζα Εσκενάζυ;
Σε αυτήν τη συναυλία πέρασα υπέροχα. Ένιωθα ότι κάνουμε μια γιορτή για μια υπέροχη γυναίκα, η οποία με τη φωνή της και τη ζωή της κέρδισε την αθανασία. Η Εσκενάζυ είναι από τις πιο αγαπημένες μου τραγουδίστριες. Και είναι αγαπημένη και της Mehtap και της Yasmin. Έτσι ήταν σαν να την ευχαριστούσαμε, η καθεμιά στη γλώσσα της, που υπήρξε και μας εμπνέει ακόμα. Η καλή μουσική δεν έχει εποχές και περιορισμούς χρονικούς ή τοπικούς. Τη Ρόζα Εσκενάζυ τη νιώθω πιο κοντά μου από πολλούς σημερινούς καλλιτέχνες. Στο ρεπερτόριό μου υπήρχαν πάντα παλιά τραγούδια, ελληνικά και ξένα. Συχνά μάλιστα αποτελείτο αποκλειστικά από παλιά τραγούδια. Με γοητεύουν και με κάνουν να νιώθω πραγματική αρτίστα.
Την Παρασκευή 2 του Δεκέμβρη ξεκινάς εμφανίσεις με τον Φοίβο Δεληβοριά στο Gazarte. Θέλεις να μας πεις δυο λόγια γι’ αυτό που σκεφτήκατε να κάνετε εκεί; Τι να περιμένουμε;
Περιμένω με μεγάλη χαρά και ανυπομονησία να ξεκινήσουμε με τον Φοίβο!
Ήθελα τόσο πολύ να «παίξουμε» μαζί. Στις πρόβες νιώθω σαν να είμαι με τον αδερφό μου ή τον κολλητό μου από το δημοτικό. Όταν ξεκινήσαμε τις συναντήσεις για αυτό το πρόγραμμα, βάζαμε ο ένας στον άλλο τα αγαπημένα μας τραγούδια –όπως όταν ήμασταν παιδιά και καλούσαμε τον υποψήφιο φίλο στο σαλόνι να ακούσει τις κασέτες μας και αγωνιούσαμε για το αν θα συμφωνήσουμε γιατί από αυτό κρινόταν η φιλία μας. Τελικά με τον Φοίβο ήταν πολύ εύκολο. Θα μπορούσαμε να κάνουμε άλλο πρόγραμμα κάθε Παρασκευή. Το δύσκολο ήταν να διαλέξουμε τα σαράντα επικρατέστερα, καθότι όλο και κάποια θα αφήναμε παραπονεμένα. Τελικά φτιάξαμε έναν κορμό με τραγούδια για όλα τα γούστα, από τον Αττίκ και τον Renatto Carosone μέχρι τον Μανώλη Αγγελόπουλο και τον Τζίμη Πανούση και κάποια που μας στοιχειώνουν από την παιδική μας ηλικία και ήρθε ο καιρός να τα υπερασπιστούμε. Στο πρόγραμμα θα υπάρχουν και τραγούδια-μπαλαντέρ, τα οποία θα επιλέγουμε κάθε φορά ανάλογα τα κέφια και τον κόσμο. Φυσικά θα παίξουμε και πολλά δικά μας τραγούδια. Να περιμένετε λοιπόν μια ακρόαση τραγουδιών σε «μια μουσικοχορευτική κομεντί που θα μπορούσε να παιχτεί και ως τραγωδία» από τη Μαρθούλα και τον Φοιβάκο και τρεις σπουδαίους μουσικούς: τον Σταμάτη Σταματάκη στο μπάσο, τον Σωτήρη Ντούβα στα τύμπανα και τον Κωστή Χριστοδούλου στο πιάνο.