Οι πολυμήχανοι Νίκος Βελιώτης και Άλεξ Μαχαίρας, ή αλλιώς In Trance 95, έριξαν κάποτε πρώτοι τον λίθο στην ελληνική ηλεκτρονική σκηνή. Σήμερα, μετά από απουσία πολλών χρόνων, είναι ξανά μαζί και ο δίσκος-συλλογή Cities Of Steel And Neon κυκλοφορεί από την επαΐουσα στον συγκεκριμένο ήχο δισκογραφική εταιρία Minimal Wave. Ενόψει της ζωντανής εμφάνισης που θα κάνουν το Σάββατο 3 Δεκεμβρίου στο No Central, το Avopolis έφαγε κέικ πορτοκάλι μαζί με τον Άλεξ Μαχαίρα στο σπίτι-στούντιο όπου γράφουν τα νέα τους τραγούδια οι In Trance 95...
Συναντηθήκατε σε μια συναυλία του Bleine Reinenger...
Εντελώς τυχαία! Πριν ξεκινήσει η συναυλία, συνάντησα τον Νίκο και πιάσαμε συζήτηση. Ήταν απλά ένας τύπος με τον οποίον γνωριστήκαμε σε μια συναυλία και αρχίσαμε το μπλα-μπλα. Ο Νίκος έπαιζε σε ένα άλλο συγκρότημα τότε, new wave, και μέσα από τη συζήτηση ανακαλύψαμε ότι άρεσε και στους δυο μας η ηλεκτρονική μουσική. Την αμέσως επόμενη μέρα βρεθήκαμε σε ένα υπόγειο που είχε, το οποίο είχε μετατρέψει σε ηχομονωμένο, πλήρες στούντιο –εκεί έγραφε με το άλλο του συγκρότημα. Εκείνη τη μέρα ακριβώς γεννήθηκε το δικό μας συγκρότημα και ο Νίκος εγκατέλειψε όλα τα άλλα.
Ξεκινήσατε να παίζετε μαζί λίγο πριν/μετά την ενηλικίωση. Στο αμέσως προηγούμενο στάδιο λοιπόν, στην εφηβεία, ποιες ήταν οι ηχητικές και οπτικές παραστάσεις που είχατε και αποφασίσατε να φτιάξετε ένα τέτοιο συγκρότημα;
Τότε οι επιρροές που είχαμε ήταν πιο έντονες σε σχέση με σήμερα. Ακούγαμε Kraftwerκ, Cabaret Voltaire, τους πρώιμους OMD και πιο πειραματικά πράγματα όπως SPK ή Front242, που επηρέασαν ίσως τις κατοπινές μας ηχογραφήσεις. Και Depeche Mode φυσικά. Εγώ άκουγα και Serge Gainsbourg. Μας επηρέαζαν ως ακούσματα, συν ότι είχαμε μια έλξη προς τον ηλεκτρονικό ήχο και δουλεύαμε με drum machines και synthesizers, τα οποία ήταν και τα όργανα που θέλαμε να έχουμε ως μέσα για να λειτουργήσουμε. Σήμερα βγαίνει πιο πολύ ενστικτωδώς ο ήχος μας, χωρίς να είμαστε πια πολύ κοντά σε τέτοια ακούσματα. Ίσως επειδή έχoυμε μεγαλώσει και πλέον υπάρχει απλά η διάδραση ανάμεσα σε εμάς και στις μηχανές. Δηλαδή πλέον παίζουμε χωρίς να έχουμε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μας: έχουμε τον δικό μας ήχο, των In Trance 95, κι αυτό μας εκφράζει απόλυτα.
Ξεκινήσατε στη δισκογραφική εταιρεία Wipe Out, μια κατεξοχήν πανκ δισκογραφική...
Ναι! Και σε μια περίοδο όταν η ηλεκτρονική σκηνή ήταν κυριολεκτικά ανύπαρκτη στην Ελλάδα. Ακόμα και στις συναυλίες παίζαμε συνήθως τότε ανάμεσα σε punk/garage σχήματα. Τότε το πανκ ήταν πολύ στα φόρτε του, ίσως λίγο και το dark wave. Εκείνη την εποχή είχαμε παίξει με τους South Of No North, τους Villa 21 και τους Panx Romana. Είχαμε παίξει περισσότερες φορές με τους Slow Motion, οι οποίοι δεν ήταν τόσο ηλεκτρονικοί βρίσκονταν όμως πιο πολύ κοντά μας σε σχέση π.χ. με τους Panx Romana ή με τους Last Drive. Στην ουσία υπήρχε ελληνική σκηνή, αλλά δεν υπήρχε ηλεκτρονική ελληνική σκηνή. Αυτό ήταν βέβαια πάντοτε ένα πρόβλημα στην Ελλάδα, παρότι ακολούθησαν αργότερα ηλεκτρονικά πράγματα, ίσως αφότου εμείς είχαμε ήδη διαλυθεί. Αλλά τότε ήμασταν αρκετά μόνοι σ' αυτό. Βέβαια μέσα από αυτήν την κατάσταση γνωριστήκαμε και με τον Coti K, ο οποίος ήταν τότε μέλος των Dada Data και κάναμε ένα split single μαζί. O Coti έτυχε να είναι και ο μηχανικός ήχου μας που έπαιξε ρόλο και στις μετέπειτα ηχογραφήσεις και ήταν σταθερά μαζί μας, μέχρι και σήμερα. To τελικό mastering για το καινούργιο άλμπουμ μας έγινε στο στούντιο του Coti, στο Lemon Tree.
Οι Dada Data…
Ήταν ντουέτο, ο Coti K και ο Δημήτρης Χαρίτος. Είχαν έναν ήχο ηλεκτρονικό, που προσέγγιζε όμως σε συγκροτήματα όπως οι Τhe The. Κάπως έτσι. Ήταν βραχυχρόνιο πρότζεκτ, το οποίο δεν εντασσόταν ακριβώς σε μια ηλεκτρονική σκηνή. Ηλεκτρονικά σχήματα γενικά μου είναι δύσκολο να σκεφτώ... Εντάξει, πριν από μας υπήρχαν βέβαια οι Χωρίς Περιδέραιο, που είχαν μια πιο minimal ηλεκτρονική αισθητική και οι πιο εμπορικοί Status Emotion. Αλλά σε καθαρά ηλεκτρονικό synth pop, coldwave ήχο δεν υπήρχε κάποιο άλλο γκρουπ. Τότε όμως, επειδή δεν μπορούσες να κάνεις τις συναυλίες μόνος σου, δεν είχαμε επιλογή και τελικά συνδυάζαμε τους ήχους και κάναμε τις συναυλίες μαζί με συγκροτήματα που μπορεί να είχαν διαφορετικό ήχο, αλλά ήμασταν φίλοι μεταξύ μας. Για παράδειγμα, είχαμε παίξει με τους Film Noir γιατί ο κιθαρίστας τους ήταν ο ηχολήπτης μας.
Τότε υπήρχε σημαντικός πανκ αναβρασμός, όπως παρατήρησες και προηγουμένως. Πώς και δεν σας πήρε η μπάλα;
Προσωπικά –σαν ακροατής και σαν συλλέκτης– ξεκίνησα από πολύ μικρή ηλικία με το new wave, δηλαδή από 11-12 χρονών αγόραζα καθαρά τέτοιους δίσκους. Δεν πέρασα ποτέ από άλλη φάση. Με ενδιέφερε βέβαια και το πανκ και η post-punk σκηνή, οι Sex Pistols και οι Joy Division, αλλά και ο ηλεκτρονικός ήχος τύπου Kraftwerk και ό,τι ήρθε μετά. Αλλά πάντοτε η μουσική που ήθελα να κάνω ο ίδιος ήταν καθαρά με synthesizers. Είχαμε αυτήν την κλίση κι εγώ και ο Νίκος, μας ενδιέφερε πάρα πολύ ο συγκεκριμένος ήχος. Δεν μας επηρέασε λοιπόν το ότι τότε στην Ελλάδα η σκηνή ήταν κατεξοχήν garage/rock/punk. Εμείς θέλαμε να κάνουμε αυτό που μας άρεσε και αυτό ακριβώς κάναμε –και κάνουμε.
Πρώτη συναυλία στο Αn Club το 1989…
3 Ιανουαρίου του 1989! Θυμάμαι ότι είχα πιει έντεκα ουίσκι και δεν ένιωθα καθόλου μεθυσμένος! Πάντως πήγε πολύ καλά και θυμάμαι ακόμα και το σετ που παίξαμε, από το οποίο σετ μάλιστα τα περισσότερα κομμάτια είναι και στο Cities Of Steel And Neon. Θυμάμαι δηλαδή ότι ξεκινήσαμε με το “Gunshot”, το οποίο βρίσκεται τώρα στα bonus tracks και βέβαια παίξαμε το “Brazilia”, το “Desire To Desire” και το “Presidente”. Το σετ διήρκεσε γύρω στα σαράντα λεπτά και είχαμε αρκετή ανταπόκριση από τον κόσμο. Είχαν έρθει ασφαλώς και πολλοί γνωστοί μας, γιατί ήμασταν τρία συγκροτήματα μαζί και ήταν και η δική μας πρώτη συναυλία.
Συναυλία στο Ρόδον, επίσης το 1989...
Η συναυλία αυτή φιλμαρίστηκε τότε για την τηλεόραση. Απ’ ό,τι θυμάμαι παίξαμε τα “Cities Of Steel And Neon” και “21st Century European Temptation” σε διαφορετικές εκτελέσεις, καθώς και το “Shamandance” σε μια άλλη εκτέλεση, που την ηχογραφήσαμε αργότερα για το άλμπουμ. Θυμάμαι ότι η κρατική τηλεόραση μας έβαζε όποτε έκανε διάλειμμα.
Το βίντεο του Desire To Desire…
Το παράδοξο με αυτό το βίντεο είναι ότι το κάναμε παρότι στην ουσία δεν υπήρχε μέσο για να προβληθεί στην Ελλάδα. Γνωρίζαμε ότι υπήρχε το MΤV στο εξωτερικό και ότι το βίντεο θα παιζόταν ίσως έξω, αλλά ότι εμείς δεν θα το βλέπαμε απαραίτητα εδώ. Μας είχε όμως κολλήσει να οπτικοποιήσουμε κάποιο από τα κομμάτια του πρώτου μας single. Η αλήθεια είναι ότι γυρίσαμε μόνοι μας ένα βίντεο και για το “Brazilia” με Super 8, το οποίο κάπου πρέπει να υπάρχει. Αλλά και με το “Desire To Desire” ξεκινήσαμε μόνοι μας, απλά στη συνέχεια βρήκαμε έναν σπουδαστή που μας βοήθησε να κάνουμε τις πρώτες λήψεις και εν συνεχεία –από τύχη– τον Roger Crook, ο οποίος ήταν και ο editor του Ο Άνθρωπος Που Έπεσε Στη Γη του Nicolas Roeg. Το φοβερό είναι ότι, όταν κάναμε τότε το βίντεο, δεν μας άρεσε καθόλου το αποτέλεσμα. Δεν φανταστήκαμε ποτέ ότι θα έπαιρνε αργότερα αξία και ότι θα μας βοηθούσε ακόμη και σήμερα στο να μας ανακαλύψει κόσμος. Όταν το MTV έπαιζε το βίντεο, δεν το πιάναμε καν στην Αθήνα. Το βλέπανε μόνο οι Θεσσαλονικείς κι έτσι ξεπουλήσαμε τα περισσότερα αντίτυπα στη Θεσσαλονίκη. Το MTV μας προωθούσε τότε γιατί ψαχνότανε με ευρωπαϊκά συγκροτήματα και θυμάμαι ακόμα και στα MTV News να πέφτει σποτάκι: «Οι In Trance95 ηχογραφούν το πρώτο τους άλμπουμ Code Of Obsession». Όλο αυτό ήταν τότε πολύ παράξενο για ένα ελληνικό συγκρότημα και πάλι όμως δεν μας ενδιέφερε. Η αλήθεια είναι ότι και τότε –όπως και τώρα– δεν ήμασταν από τα γκρουπ με προσδοκίες για καριέρα κλπ. Απλά κάναμε αυτό που θέλαμε να κάνουμε και ακόμα και τώρα κάνουμε αυτό που θέλουμε, ό,τι μας ικανοποιεί και μας εκφράζει.
Οι Στέρεο Νόβα...
Τον καιρό περίπου που οι Ιn Trance 95 σταματούσαν, ξεκινούσαν οι Στέρεο Νόβα. Ξέρω μάλιστα ότι είχαν χρησιμοποιήσει και το sampler μας, το Α950. Τους το είχε δώσει ο Coti, ο οποίος έπαιξε μεγάλο ρόλο και στη δική τους πορεία αργότερα. Σε σχέση με εμάς, εκείνοι είναι κάτι διαφορετικό. Σέβομαι την επιτυχία που κάνανε, έχουμε παίξει και μαζί στο Rock Of Gods. Και μπορώ να πω ότι χαίρομαι που ένα συγκρότημα το οποίο χρησιμοποίησε ηλεκτρονικά μέσα και ελληνικό στίχο είχε επιτυχία, έχοντας μάλιστα και τον Coti για μηχανικό ήχου. Ο Coti είναι ίνδαλμα!
Η φάση χωρίς τον Νίκο Βελιώτη...
Ήταν πολύ παράξενη! Το 1991 ο Νίκος κουράστηκε αρκετά όσο ηχογραφούσαμε το άλμπουμ Radio Telescope Mysteries. Μετά το 21st Century European Temptation κυκλοφορήσαμε το πρώτο μας άλμπουμ Code Of Obsession στη Wipe Out, το όποιο ηχογραφήθηκε το μισό το 1989 και το άλλο μισό το 1990. Μετά από αυτό αλλάξαμε εταιρεία, πήγαμε στην Elfish και τότε ξεκίνησε η ηχογράφηση του δεύτερου δίσκου μας, για τον οποίον, αφότου τον ολοκληρώσαμε, αλλάξαμε γνώμη και θελήσαμε να βγάλουμε πρώτα ένα 12'' σαν δείγμα. Έτσι κυκλοφόρησε το Warm Nights Driving On Wet Streets. Η διαδικασία ηχογράφησης του δίσκου αποδείχθηκε πολύ χρονοβόρα και ίσως επίπονη. Δηλαδή δουλέψαμε πάρα πολλές ώρες στο PRAXIS στούντιο (με ηχολήπτη τον Coti) και ίσως να μας έκαψαν οι υπερβολικές ώρες στο στούντιο. Έτσι κάναμε ένα διάλειμμα το καλοκαίρι και μετά, παρότι κυκλοφόρησε το Warm Nights Driving On Wet Streets, με τον Νίκο δεν συνεχίσαμε. Εν τω μεταξύ ο Νίκος είχε ήδη αναπτύξει ένα ενδιαφέρον για το τσέλο κι έπρεπε να κάνει κάποιες σπουδές στο Λονδίνο. Κάπως έτσι δεν τηλεφωνηθήκαμε ξανά. Το συγκρότημα εξακολούθησε να υπάρχει χωρίς να ηχογραφήσουμε στην ουσία κάτι και κάναμε απλά κάποια σκόρπια λάιβ με τον Γιώργο τον Γερανιό, ο οποίος αντικατέστησε τον Νίκο για τις συναυλίες. Από το 1992 ως το 1996 υπήρξε μια περίοδος των In Trance 95 που υπήρχαμε και δεν υπήρχαμε –υπήρχαμε βασικά μόνο εγώ και ο Γιώργος. Οριστικό τέλος δόθηκε το 1996, μετά τη συναυλία στο Rock Of Gods, όπου παίξαμε εγώ, ο Coti, ο Γιώργος και ο Γιάννης Βαρουξής από τους Slow Motion. Mετά εξαφανιστήκαμε τελείως για να φτάσουμε στο τώρα.
2006 με Γιώργο Γερανιό και Magdalena Sverlander...
Από το 2004 και μετά άρχισα σιγά-σιγά να ξαναχτίζω το στούντιο με τη βοήθεια του Coti για να ασχοληθώ και πάλι με τη μουσική. Εκείνη την εποχή έγινε μια πρώτη προσπάθεια να ξανακάνουμε κάτι, παρότι ένιωθα παράξενα να δουλεύω χωρίς τον Νίκο. Είχα πάντοτε την επιθυμία να ξαναδουλέψουμε μαζί, αλλά δεν ήμασταν ακόμα σε επαφή. Κάναμε μια συναυλία τότε οι τρεις μας, σαν support στους Plaid. Έγινε λίγο βιαστικά και χωρίς ιδιαίτερα πολλές πρόβες, οπότε δεν μπορώ να πω ότι ήταν και η καλύτερή μας συναυλία... Εν συνεχεία, άρχισα να γράφω ένα άλμπουμ το οποίο δεν κυκλοφόρησε ποτέ –και δεν ξέρω αν θα κυκλοφορήσει ποτέ. Κάποια κομμάτια έχουν μείνει στο ράφι, σκεφτόμουν μήπως κυκλοφορούσαν κάτω από την ονομασία ITENEF.
Η επαναπροσέγγιση…
Τελικά, το 2010 μας γίνεται η πρόσκληση από τους Recoil και τον Alan Wilder να ανοίξουμε σαν επιλεγμένοι guests στο Fuzz για εκείνους και κάνω την πρόταση στον Νίκο μήπως θα ήθελε να παίξει μαζί μας στη σκηνή, τιμής ένεκεν, τα “Desire To Desire” και “Brazilia”. Τότε ο Νίκος εξέφρασε την επιθυμία να παίξει σε όλα τα κομμάτια. Αυτό μας έφερε κοντά ύστερα από πολλά χρόνια. Είχαμε βέβαια κάνει και μια προσπάθεια το 2008, με την προοπτική να κάνουμε κάτι μαζί, όμως τελικά δεν είχαμε ξαναβρεθεί. Μετά από αυτήν τη συναυλία όμως προσεγγίσαμε ξανά ο ένας τον άλλον και, ανάμεσα σε στούντιο και πρόβες, ανακαλύψαμε και οι δύο πόσο μας έχει λείψει να λειτουργούμε μαζί. Μας βγήκε εντελώς αυθόρμητα και μηχανικά να βρεθούμε την αμέσως επόμενη μέρα της συναυλίας μόνο οι δυο μας στο στούντιο και να δουλέψουμε. Στην αρχή, πριν γράψουμε το “Wave (Are We Alone)”, δουλέψαμε δύο νέες εκτελέσεις του “Desire To Desire” και του “Brazilia”. Στη συνέχεια όμως είπαμε να γράψουμε ένα καινούργιο κομμάτι –και γράψαμε το “Wave”. Ήταν η ίδια περίοδος που μας είχε προσεγγίσει και η Minimal Wave για να κάνουμε κάτι μαζί τους και με τοn Νίκο θέλαμε να συνεχίσουμε να δουλεύουμε μαζί. To ένα πράγμα έφερε έτσι το άλλο και πραγματικά από τότε είμαστε μαζί σαν full-time συγκρότημα κι έχουμε πάρα πολλά σχέδια για το μέλλον. Είμαστε πολύ χαρούμενοι. Πάντως ήταν κάτι το οποίο δεν το είχαμε σχεδιάσει, ούτε είχαμε κάποιο πλάνο γι' αυτό. Μερικά χρόνια πριν δεν πίστευα ότι θα ξαναβρεθώ μουσικά με τον Νίκο.
Αν δεν ήταν δηλαδή ο Alan Wilder δεν θα είχαν ξανασυναντηθεί οι In Trance 95;
Κατά πάσα πιθανότητα, όχι!
Ο ήχος των In Trance 95 τότε και τώρα. To Cities Of Steel And Neon...
Η διαφορά του τότε με το σήμερα είναι ότι τώρα έχουμε πολύ περισσότερη αυτοπεποίθηση για τον ήχο που θέλουμε να έχουμε, ο οποίος είναι ιδιαίτερα προσωπικός. Τότε πειραματιζόμασταν αρκετά σε πολλές διαφορετικές μουσικές φόρμες της ηλεκτρονικής μουσικής, αλλά, επειδή ήταν ακόμη αρχή, είχαμε και κάποιες επιρροές που τώρα δεν τις έχουμε. Γράφαμε πάρα πολλά κομμάτια, αλλά πολλές φορές υπήρχε μια αβεβαιότητα κι έτσι πολλές ιδέες τις εγκαταλείπαμε αργότερα. Αυτό όμως βοήθησε στο να υπάρχει σήμερα μεγάλο υλικό που παρέμενε ακυκλοφόρητο. Εν τω μεταξύ, το 1988-89 δεν υπήρχε και πλούσια δισκογραφία στη Ελλάδα. Το να κυκλοφορήσεις κάτι ήταν δύσκολο κι έτσι από τα κομμάτια που γράψαμε πολλά μείνανε στα αρχεία μας ή τα παίξαμε μόνο σε συναυλίες, κάποια μόνο κατέληξαν στους δίσκους μας. Τώρα λοιπόν, ανατρέχοντας σε εκείνες τις κασέτες –οι οποίες ευτυχώς σώθηκαν– γεννήθηκε και το Cities Of Steel And Neon. Βέβαια ο δίσκος περιέχει και τα “Desire To Desire” και “Brazilia”, όπως ακριβώς ήταν στις εκτελέσεις του single, ύστερα από remastering που κάναμε από το βινύλιο! Το δεύτερο single, 21st Century European Temptation, το βρήκαμε σε μια εναλλακτική εκτέλεση την οποία είχαμε κάνει μα στη συνέχεια είχαμε απορρίψει. Τα υπόλοιπα τραγούδια προέρχονται από τετρακάναλες ηχογραφήσεις που εμπλουτίσαμε με τη σημερινή τεχνολογία. Γενικά θεωρήσαμε ότι είναι ωραίο να υπάρχει κάτι από τον ήχο έτσι όπως ήταν τότε. Επίσης, η εκτέλεση του “Presidente” είναι η πρώτη-πρώτη εκτέλεση που είχαμε κάνει με πολύ γυμνό ήχο, κάτι που εξακολουθεί να μας εκφράζει και σήμερα. Τότε, επειδή ήμασταν πιο μικροί και πιο άπειροι, το είχαμε γεμίσει με reverb, το είχαμε κάνει υπερπαραγωγή! Τώρα, πηγαίνοντας πίσω στις κασέτες, ανακαλύψαμε ότι ήταν πολύ καλύτερες οι πρώτες εκτελέσεις. Και πολύ περισσότερο μας εκφράζει ο ήχος των In Trance 95 του 1988 και 1989, παρά όσα κάναμε αργότερα. Γίναμε πιο καλοί στο μέσο μας με την πάροδο του χρόνου, αλλά λουστράραμε πιο πολύ τον ήχο απ' όσο θέλαμε. Έτσι, αυτό που κυκλοφορεί τώρα από τη Minimal Wave καλύπτει περισσότερο την περίοδο εκείνη όταν μπορούσες να μας αποκαλέσεις minimal, synth pop συγκρότημα, σε ένα πρώιμο φλερτ με την ηλεκτρονική body music. Σίγουρα δεν είμαστε ΕΒΜ συγκρότημα, είχαμε όμως αυτό το φλερτ, παράλληλα με τα όσα συνέβαιναν τότε στην Ευρώπη. Αυτό που μου αρέσει με το Cities Of Steel And Neon είναι ότι ναι μεν αποτελεί συλλογή της πρώιμης δουλειάς μας, στέκεται όμως και αυτόνομα ως άλμπουμ. Δηλαδή ακόμα κι αν κυκλοφορούσαμε ένα άλμπουμ χωρίς να σκεφτόμαστε ότι είναι απλά συλλογή, θα έβγαινε με τα ίδια ακριβώς κομμάτια στην ουσία. Και ακούγεται και πάρα πολύ σύγχρονο σήμερα. Δουλεύουμε τώρα και ένα καινούργιο άλμπουμ, σαν τίτλο εργασίας έχει το Abovearth. Αλλά το Cities Of Steel And Neon δεν στέκει μακριά από αυτό το υλικό. Τώρα ο ήχος μας αξιοποιεί μεν τα σύγχρονα μέσα, αλλά πάντα με αναλογικά synthesizers και drum machines. Στην ουσία πρόκειται για ένα βήμα παραπέρα από ό,τι κάναμε τότε, χωρίς να θεωρούμε ρετρό αυτό που κάνουμε τώρα.
Σχετικά με τον επερχόμενο νέο δίσκο...
Όπως είπαμε Abovearth είναι ο τίτλος εργασίας, που ενδέχεται να αλλάξει τελικά. Θα περιέχει δώδεκα κομμάτια περίπου, με το “Wave (Are We Alone)” να υπάρχει ήδη διαθέσιμο στο ίντερνετ. Επειδή ακριβώς ήταν το πρώτο κομμάτι που γράψαμε εγώ και ο Νίκος όταν ξαναβρεθήκαμε μαζί στο στούντιο, θελήσαμε να το βγάλουμε και πρώτο. Με τον Νίκο έχουμε μια απίστευτη χημεία, αλληλοσυμπληρώνει ο ένας τον άλλον: πολλές ιδέες τις ξεκινάμε από το μηδέν και τις συμπληρώνουμε μαζί στο στούντιο. Πώς δίνεις σε έναν συγγραφέα μια κενή σελίδα και μπορεί να έχει πάντα έμπνευση να γράψει κάτι; Αυτό συμβαίνει με εμάς. Έχουμε πάντα μια εποικοδομητική σύνδεση, όποια μέρα και να δουλέψουμε. Το “Wave” ήταν λοιπόν το αποτέλεσμα της πρώτης συνάντησής μας στο στούντιο ύστερα από πολλά χρόνια, γι' αυτό και το κυκλοφορήσαμε λίγο νωρίτερα. Τώρα δουλεύουμε παραπάνω τα υπόλοιπα κομμάτια και βρισκόμαστε στη διαδικασία μίξης του άλμπουμ μας, το οποίο θα κυκλοφορήσει το πρώτο εξάμηνο του 2012.
Κάποια σχόλια για τα επιμέρους πρότζεκτ του Νίκου Βελιώτη...
Θαυμάζω την πολυπραγμοσύνη του Νίκου. Αυτήν την εποχή μπορεί να είμαστε full-time συγκρότημα, αλλά αυτό δεν επηρεάζεται καθόλου από το ότι ο Νίκος έχει side projects. Ακόμα και στα παλιά μας χρόνια, πάντα κάναμε μικροσυνεργασιούλες ανάμεσά μας –εγώ με τον Νίκο, ο Νίκος με τον Coti, κάποια φορά έχω κάνει κι εγώ κάτι με τον Coti, καμιά φορά εγώ κάτι σόλο. Πάντα υπήρχε δηλαδή η λογική των side-projects. Βέβαια ο Νίκος έχει ολόκληρη καριέρα σαν σόλο καλλιτέχνης και φυσικά έχει και τους Mohammad μαζί με τον Coti και τον ILIOS, οι οποίοι είναι σημαντικοί για εκείνον. Κάτι τέτοιο πάντως δεν επηρεάζει καθόλου τους In Trance 95. Εξάλλου ήμασταν και είμαστε πάντα υπερπαραγωγικοί σε σχέση με αυτό που μπορούσαμε να κυκλοφορήσουμε. Δηλαδή κυκλοφορήσαμε ένα άλμπουμ, δύο singles κι ένα 12'' ανάμεσα στο 1988 και το 1991, ενώ στην ουσία είναι πολύ λιγότερο υλικό αυτό που κυκλοφόρησε σε σχέση με ό,τι υπήρχε στα αρχεία μας! Και τώρα έχουμε φτιάξει πολύ περισσότερα κομμάτια από όσα χρειάζονται για να καλύψουμε το άλμπουμ, οπότε μόνο ως θετικό βρίσκω το ότι ο Νίκος έχει κι άλλα προτζεκτ κι έτσι μπορεί και μοιράζει τη δημιουργικότητά του σε διάφορα πράγματα. Ο Νίκος είναι άλλωστε ένας ερευνητής του ήχου, τον ενδιαφέρει ο ήχος πάρα πολύ. Έτσι, παρότι εμείς είμαστε ένα κατεξοχήν ηλεκτρονικό συγκρότημα το οποίο απέχει πολύ από όσα κάνει με το τσέλο του, τον εκφράζουν και τα δύο εξίσου. Δύο διαφορετικές πτυχές μιας πολύπλευρης και ταλαντούχας προσωπικότητας.
H δισκογραφική εταιρία Minimal Wave…
Είμαστε πάρα πολύ χαρούμενοι που είμαστε στη Minimal Wave. Αγαπάμε πάρα πολύ την εταιρεία. Γενικά ο Νίκος ασχολείται λιγότερο με το τι συμβαίνει στην ηλεκτρονική μουσική σήμερα. Εγώ πάλι παρακολουθούσα την εταιρεία αυτήν πολύ πριν εκείνη μας προσεγγίσει. Μάλιστα εκτιμώ ιδιαίτερα το ότι η Veronica Vasicka μπορεί και ξεθάβει κάποια διαμάντια και τα βάζει στον χάρτη. Διορθώνει τη μουσική ιστορία από κάποια άποψη και προφανώς δεν το λέω αυτό για τους In Trance 95. Μπορώ να αναφέρω ενδεικτικά τους Oppenheimer Analysis και το single τους “The Devil's Dancers”, ένα διαμάντι –όπως και πάρα πολλά άλλα που έχει κυκλοφορήσει η Minimal Wave. Άλλο παράδειγμα είναι των Absolute Body Control με το “Is There An Exit?”, ένα πολύ κλασικό κομμάτι του συγκεκριμένου ήχου. Οι Deux ανήκουν επίσης στα αγαπημένα μου συγκροτήματα. Τέτοιες μπάντες, επειδή δεν βρίσκονταν σε μεγαλύτερες εταιρίες, δεν λάμβαναν την ανάλογη προώθηση και κάπου χαθήκανε με την πάροδο του χρόνου. Η Veronica κατάφερε λοιπόν μέσα σε σύντομο (σχετικά) χρονικό διάστημα και να δώσει ονομασία σε αυτόν τον ήχο –να γεννήσει δηλαδή ένα καινούργιο υποείδος της ηλεκτρονικής μουσικής, το minimal wave– και να βάλει αυτά τα συγκροτήματα στο χάρτη. Στην ουσία, όπως στη δεκαετία του 1980 τα ηλεκτρονικά συγκροτήματα έκαναν εκστρατεία για να αποδείξουν ότι η ηλεκτρονική μουσική είναι αληθινή μουσική και ότι δεν την κάνουν οι μηχανές, έτσι και η Βερόνικα σήμερα κάνει μια εκστρατεία για να καταστήσει αυτά τα συγκροτήματα γνωστά, ώστε να μάθουν τουλάχιστον όσοι ακούνε ηλεκτρονική μουσική ότι υπήρχαν κι εκείνα. Ειδικά σε μια εποχή όταν τα mainstream media είναι γεμάτα σκουπίδια. Οι κυκλοφορίες της Minimal Wave είναι όλες προσεγμένες σε κάθε λεπτομέρεια, από τις επιλογές μέχρι και τον τρόπο που παρουσιάζονται. Οι συλλογές που βγάζει είναι επίσης εκπληκτικές, ιδανικές για όσους θέλουν να κάνουν μια γνωριμία με την εταιρεία αλλά δεν θέλουν να αγοράσουν ολόκληρη τη δουλειά κάποιου συγκροτήματος. Με τη Minimal Wave ήμασταν γενικά σε επαφή αρκετό καιρό πριν γίνει η κυκλοφορία, αλλά και η επανασύνδεση με τον Νίκο. Με είχε προσεγγίσει η Veronica, εγώ όμως είχα καθυστερήσει πάρα πολύ να της απαντήσω και να της στείλω τα τραγούδια. Αυτό βέβαια ήταν τελικά θετικό, γιατί στον χρόνο που άφησα να περάσει συνέβη και η επανασύνδεση κι έτσι έγιναν όλα όπως έπρεπε να γίνουν. Λες κι ήταν μοιραίο κατά κάποιον τρόπο... Η Veronica γενικά βοηθάει πάρα πολύ: και η εταιρεία ακούγεται, αλλά και η ίδια δίνει πολλές συνεντεύξεις.
Οι συναυλίες μετά την επανασύνδεση στο Bios...
Την πρώτη συναυλία την κάναμε με δύο βοηθητικά μέλη, τη Magdalena και την Άννα και είχαμε αρκετή προσέλευση κόσμου. H δεύτερη συναυλία όμως που κάναμε μαζί με την Veronica Vasicka μας εξέφραζε περισσότερο. Εκεί εμφανιστήκαμε σαν ντουέτο με τον Νίκο και παίξαμε ένα μικρότερο σετ, γιατί ανοίξαμε για τη Veronica. Σίγουρα ήταν λίγο παράξενο, γιατί ουσιαστικά παίζαμε μπροστά στην εταιρεία μας, αφού παίζαμε και βλέπαμε από κάτω την Veronica και άλλο ένα άτομο από την εταιρεία! Αλλά αυτοί τραγουδάγανε, φωνάζανε και ευτυχώς τους άρεσε!
Η προσεχής συναυλία στο No Central…
Η συναυλία που θα κάνουμε τώρα στο No Cental θα είναι βασισμένη περισσότερο στο Cities Of Steel And Neon και ίσως θα είναι τελευταία που θα έχει σαν βάση της αυτό, καθώς το 2012 θα έχουμε ολοκληρώσει το νέο μας άλμπουμ και θα ξεκινήσουμε έτσι μια σειρά από συναυλίες –θα ανακοινωθούν σύντομα– με καινούργιο σετ, το οποίο θα περιλαμβάνει ακόμα περισσότερα νέα τραγούδια. Επιφυλασσόμαστε να πούμε περισσότερα σύντομα...