Σταμάτης Λεόντιος

 

Για μένα, η Γιώτα Νέγκα είναι μία από τις μεγαλύτερες γυναικείες φωνές που μας σύστησε η δεκαετία του 2000. Ίσως γι’ αυτό να έχω μία ανάγκη να την ακούω περισσότερο και τη νιώθω συνεχώς παρούσα στα μουσικά τεκταινόμενα. Εδώ και καιρό περιμένουμε έναν προσωπικό δίσκο απ’ αυτήν, ο οποίος συνεχώς αναβάλλεται –αντί αυτού, ήρθε πρόσφατα μια συνεργασία με τον εξαιρετικό Βασίλη Δημητρίου για τον δίσκο Συντομογραφίες. Η μεγαλύτερη όμως έκπληξη έρχεται από την μεριά των live, όπου η Νέγκα συναντιέται σε λίγες μέρες με τους Cabaret Balkan, στη σκηνή του Half Note (20-22 Μαΐου). Το Avopolis πιάστηκε λοιπόν από την ευκαιρία και έθεσε μερικές ερωτήσεις στην καλλιτέχνιδα, επί παντός επιστητού...

Το 2003 κυκλοφορεί το single “Με Τα Μάτια Κλειστά”. Αυτή η πρώτη σας δισκογραφική εξόρμηση τυγχάνει μεγάλης αποδοχής, κυρίως γιατί το ομώνυμο τραγούδι ήταν ένα, πραγματικά, δυνατό και καλό τραγούδι. Η αποδοχή του είναι τέτοια, ώστε εδώ και 7 χρόνια εντάσσεται σχεδόν πάντα στα νυχτερινά προγράμματα των έντεχνων (και μη) καλλιτεχνών. Μπορέσατε να αντιληφθείτε την ιδιαιτερότητα αυτού του τραγουδιού όταν πρωτοήρθε στα χέρια σας;


Ναι, το κατάλαβα πόσο σπουδαίο είναι και πόσο αληθινό μόλις άρχισα να το τραγουδάω και να περνάει στο σώμα μου. Δεν ήξερα βέβαια πόσους ακόμα θα αγγίξει...

Με το που βγήκατε στη δισκογραφία φάνηκε ότι έχουμε να κάνουμε με μία τραγουδίστρια ώριμη, έτοιμη και κατασταλαγμένη ερμηνευτικά –είναι αλήθεια ότι όλοι είχαν εντυπωσιαστεί με την παρουσίασή σας. Παρόλα αυτά, η δισκογραφική παρουσία σας είναι φειδωλή. Ατυχίες, προσωπική επιλογή, οικονομία δυνάμεων ή έλλειψη ευκαιριών και προτάσεων; Τι από όλα αυτά θα μπορούσε να ισχύει;

Είναι κάτι που κι εγώ δεν μπορώ να εξηγήσω... Πάντως σίγουρα όχι από επιλογή δική μου. Κατέληξα ότι τα πράγματα έχουν έναν δικό τους χρόνο και όλα για κάποιο λόγο συμβαίνουν.

Από τις πρώτες εμφανίσεις στο Μοσχάτο μέχρι το Χάραμα και το Θέατρο Βράχων, νιώσατε ότι κάποια στιγμή δεν μπορέσατε να διαχειριστείτε την υπερέκθεση στο κοινό;

Όχι, δεν έχω νιώσει υπερεκτεθειμένη στο κοινό. Κάποιες στιγμές –τις πρώτες– ίσως να ένιωσα λίγο έτσι, αλλά τελείωνε μόνο του πολύ γρήγορα.

Ο Χατζιδάκις έλεγε ότι «ο κουτός αντιγράφει, ο έξυπνος κλέβει». Έχετε κλέψει στοιχεία (ερμηνευτικά, σκηνικά, εκφραστικά) από άλλες τραγουδίστριες παλιότερες ή και της γενιάς σας, έτσι ώστε να χτίσετε το προσωπικό σας ερμηνευτικό στυλ;

Νομίζω πως έχω κρατήσει μέσα μου στοιχεία από τις τραγουδίστριες που θαύμαζα και μελετούσα. Αυτό έγινε από μόνο του. Απλά έμειναν μέσα μου αυτά που μου ταίριαζαν και που εγώ μπορούσα να εκφράσω, μαζί με τη δική μου αλήθεια.

Πόσο κοστίζει, θεωρητικά και πρακτικά, να δηλώνετε το 2011 ότι είστε κατά βάση λαϊκή τραγουδίστρια; Θεωρείτε ότι ο προσδιορισμός λαϊκός τραγουδιστής έχει συνέχεια και νόημα ύπαρξης στη μουσική, ελληνική, πραγματικότητα του σήμερα;

Θεωρώ πως  ό,τι μπορεί να επιζήσει στη φύση και στη ζωή χρειάζεται αυτό που είπατε... Συνέχεια! Έρχομαι από κάπου, δεν φύτρωσα ξαφνικά σ’ αυτήν την πραγματικότητα. Έμαθα να τραγουδώ ακούγοντας λαϊκά τραγούδια, είναι η ρίζα μου. Και δεν σκοπεύω να το απεκδυθώ αυτό, ακόμα κι αν δεν έχει νόημα για κάποιους σήμερα.

Ψάχνοντας πληροφορίες για σας στο διαδίκτυο έπεσα πάνω σε ένα βιντεάκι του YouTube όπου ερμηνεύετε το “Aint No Sunshine” του Bill Withers. Θα μπορούσε αυτή η απρόσμενη ερμηνεία να εξελιχθεί σε μία συνολική πρόταση ενός κύκλου τραγουδιών το ίδιο ανατρεπτικά συγκριτικά με τη μέχρι σήμερα δισκογραφική σας κατάθεση;

Ναι, θα μπορούσε. Αλλά, όπως σας είπα, αισθάνομαι ότι πρέπει να πιάσω τον μίτο από την αρχή –ειδικά σήμερα που όλα είναι λίγο ανακατεμένα... Να αρχίσω πάλι από τη ρίζα δηλαδή και να πάω σιγά-σιγά στα φύλλα, που είναι και ο Bill Withers και άλλα πράγματα τα οποία αγαπώ να τραγουδώ.

Κάνετε ένα επάγγελμα το οποίο υπόκειται σε συνεχή έκθεση και, αναπόφευκτα, σε συνεχή κριτική.  Είστε συνειδητοποιημένη με αυτήν την παράμετρο της δουλειάς σας; Πόσο μπορεί να σας επηρεάσει μία αρνητική κριτική;

Την ακούω με μεγαλύτερη προσοχή απ’ ότι τις θετικές κριτικές. Κι αν έχω κάνει λάθος, δεν φοβάμαι να το παραδεχτώ και προσπαθώ να το διορθώσω.

Θα ήθελα να μου πείτε δύο λόγια για τις επικείμενες, και ομολογώ ενδιαφέρουσες, συναυλίες που θα δώσετε στο Half Note, παρέα με τους Cabaret Balkan. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία και τι στοιχεία έκπληξης θα δούμε επί σκηνής;
 
Τους Cabaret Balkan τους είχα πρωτακούσει σε μια καλοκαιρινή συναυλία πριν τρία χρόνια. Εντυπωσιάστηκα από το πάθος, τη δύναμη, τη δεξιοτεχνία, το κέφι και την ενέργειά τους. Μου άρεσε ο τρόπος με τον οποίον έδεναν διαφορετικά κομμάτια, είναι κάτι που μου αρέσει να κάνω κι εγώ. Προέκυψε λοιπόν όπως προκύπτουν τα όμορφα πράγματα... Απλά! Όσο για το επί σκηνής, θα δείτε ένα πάντρεμα με τον τρόπο που το κάνουν τα παιδιά: φρέσκο και δυναμικό!

Η τελευταία σας δισκογραφική συνεργασία είναι με τον Βασίλη Δημήτριου. Στην παρέα ο Μανώλης Μητσιάς και ο Γιάννης Κακουλίδης. Πώς ήταν η εμπειρία κοντά σε ανθρώπους με τέτοιο καλλιτεχνικό εκτόπισμα;

Τρομερή εμπειρία να συνεργάζεσαι με τέτοιου μεγέθους δημιουργούς, τόσο σπουδαίους... Ήταν μάθημα για μένα να παρακολουθώ με πόση απλότητα και με πόση απλοχεριά χάριζαν αυτήν την τεράστια εμπειρία τους –με έκαναν να νιώθω ίση.

Η κρίση χτυπάει τη δισκογραφία, χτυπάει τη νυχτερινή διασκέδαση, χτυπάει γενικά τις πόρτες όλων των καλλιτεχνών; Πώς βλέπετε το μέλλον της νυχτερινής διασκέδασης, το οποίο είναι πια και ο βασικός κορμός των εσόδων σας;
 
Το μέλλον φαίνεται πιο δύσκολο από το παρόν και είναι φυσικό ο καθένας να αφήνει την ψυχαγωγία τελευταία και να μην τη θεωρεί πρώτης ανάγκης –αν και πιστεύω πως είναι απαραίτητη. Νομίζω πως αναγκαστικά θα προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα και, όσο για μένα, δεν θα παύσω να τραγουδώ όσο κι αν κτυπάει την πόρτα η όποια κρίση...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured