Όπως και να το δεις, η Δήμητρα Παπίου έχει μία μυθικότητα πάνω της. Σαφώς και αυτή η αίσθηση οφείλεται, εν πολλοίς, στο εσχατικό τραγούδι που έντυσε με έναν πρωτόφαντα υπέροχο ζόφο την ταινία του Παναγιωτόπουλου, αλλά έκτοτε η αοιδός πρόσεξε ώστε να προστατέψει την εικόνα της από μία απότομη δόξα, η οποία θα κατέληγε σε (μια πλέον συνηθισμένη) εφήμερη παραμονή σε πίστες και νύχτες. Ζωή που έτσι κι αλλιώς είχε βιώσει όταν αποφάσισε να εγκαινιάσει μέσα στη δεκαετία του ’00 τη συνεργασία της με τον Σταμάτη Κραουνάκη, για πολλές μάλιστα σαιζόν. Όπως και φέτος με την παράσταση («μουσικό λαϊκό μονόλογο», όπως χαρακτηριστικά την ονομάζουν οι συντελεστές της) «Απλά Δήμητρα», η οποία κάνει πρεμιέρα σήμερα στην Αθηναΐδα, όπου και θα παρουσιάζεται κάθε Τετάρτη…
Θεωρείστε ερμηνεύτρια και όχι απλώς τραγουδίστρια…
Σας ευχαριστώ! Προτιμώ τους ερμηνευτές από τους τραγουδιστές. Ένας πολύ καλός τραγουδιστής που χτυπάει σωστά τις νότες χωρίς να μου μεταδίδει συναίσθημα, προσωπικά δεν μου λέει τίποτα
Το συναίσθημα τελικά τι είναι; Η βιωματικότητα μέσω της οποίας μετέρχεται κάθε φορά ο τραγουδιστής για να αποδώσει μία σύνθεση;
Και αυτό έχει να κάνει, με το πώς δηλαδή έχεις περάσει μέσα από τη ζωή. Τι είδες. Τι παρατήρησες. Αλλά έχει να κάνει και με τον λόγο, πώς τον αντιλαμβάνεσαι. Έχει μεγάλη σημασία να επικεντρώνεται κάποιος μέσα στον ρόλο του κάθε τραγουδιού και να αποδίδει σωστά, ως μονόπρακτο, το κάθε τραγούδι. Να μπορεί δηλαδή να παρασύρεται από τον λόγο.
Αυτό σας δόθηκε σαν ευκαιρία από τον Σταμάτη Κραουνάκη, ο οποίος στοιχειοθετεί μια θεατρικότητα στις παραστάσεις του. Όταν ένας τραγουδιστής δουλεύει όμως σε ένα κλασικό νυχτερινό μαγαζί, πώς περνάει από το ένα τραγούδι στο άλλο; Με ποια εσωτερική διαδικασία επιβιώνει αυτού του εκ της συμβάσεως αντιστικτικού μηχανισμού, μιας και στο ένα τραγούδι μπορεί να υμνεί τον έρωτα, ενώ σε ένα άλλο να καταριέται τη ίδια του την ύπαρξη;
Στους μεγάλους χώρους δεν μπορεί φυσικά να μπει κάποιος στην προηγούμενη διαδικασία… Δεν το λέω προσβλητικά για τους συναδέλφους που το κάνουν, νομίζω όμως ότι εκεί είναι ένας τρόπος διεκπεραίωσης. Εγώ προσωπικά έτσι λειτουργούσα όταν δούλευα στις μεγάλες ή και μικρότερες πίστες: βάζαμε κάποια τραγούδια σε μια λογική σειρά και αυτό ήταν. Μπορεί σε κάποια να έδινες μεγαλύτερη σημασία, διότι σε συγκινούσε η μουσική ή οι στίχοι, αλλά είναι τελείως διαφορετικό αυτό που κάνω τώρα με τον Σταμάτη. Και δεν έγινε εσκεμμένα. Δεν άφησα δηλαδή τους μεγάλους χώρους ώστε να ασχοληθώ με κάτι άλλο, πιο προσωπικό. Σταμάτησα πολλά χρόνια πριν γνωρίσω τον Κραουνάκη από τις πίστες. Με ρουφούσε αυτός ο τρόπος, το ξενύχτι με εξαντλούσε. Εκείνη την περίοδο, το 1994 χονδρικά, η τελευταία φορά που είχα δουλέψει νύχτα –με τον Γιώργο Μαρίνο και τη Δούκισσα στο Απόλλων, Κινητή Τηλεφωνία λεγόταν το πρόγραμμα– συνέπεσε με τη γνωριμία μου με τον μέλλοντα σύζυγό μου. Κι έτσι αποφάσισα πολύ συνειδητά να σταματήσω. Αισθανόμουν σαν ένα αυτοκίνητο που έτρεχε με 200 και δεν προλάβαινα να δω τι συμβαίνει γύρω μου. Αργότερα γνώρισα τον Σταμάτη και μου ζήτησε να τραγουδήσω το "Αυτή Η Νύχτα Μένει", ένα τραγούδι οριακό για μένα. Κάθε φορά που το λέω νιώθω σα να προσεύχομαι, κυριολεκτικά σα να λέω την προσευχή μου το προσεγγίζω...
Γιατί το λέτε αυτό; Μήπως επειδή στάθηκε το εφαλτήριο προς μία άλλη ποιότητα κι ένα διαφορετικό φάσμα τραγουδιού, το οποίο μπήκε στη ζωή σας με την επιτυχία που γνώρισε πανελληνίως;
Όχι, έχει να κάνει με τη μουσική. Θυμάμαι όταν ο Σταμάτης Κραουνάκης έπαιξε τις πρώτες νότες στο πιάνο και μου το τραγούδησε ήταν για μένα πολύ συγκινητική στιγμή –διότι αισθάνθηκα πολύ δυνατές δονήσεις αυτόματα στην καρδιά μου, μέσα μου. Συνεχίζω να τις νιώθω κάθε φορά που ερμηνεύω αυτό το τραγούδι, ακόμα και σήμερα, όπως όταν χρειάστηκε να το πω στο στούντιο τότε που το ηχογραφούσαμε. Για μένα ήταν μια ιεροτελεστία. Το περίεργο είναι ότι πολλές φορές ρωτάω γνωστό μου κόσμο ή ανθρώπους οι οποίοι έρχονται στα καμαρίνια, να μου πούνε τι θυμούνται από τους στίχους. Και η αλήθεια είναι ότι πολλοί δεν θυμούνται συγκεκριμένα τους στίχους κι ας μου λένε ταυτόχρονα ότι έχουν σπαράξει, έχουν κλάψει με αυτό το τραγούδι. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι δίνει στον καθένα κάτι προσωπικό, ο καθένας παίρνει ένα κομμάτι και το κάνει δικό του. Αν αναλύσεις το τραγούδι, τον στίχο του Σταμάτη, θα βρεις ότι έχει πολλές αναγνώσεις. Και γι’ αυτό και ο καθένας κρατάει τη δική του εκδοχή. Πολλά πράγματα είναι θεόσταλτα, κάποιες δηλαδή στιγμές δημιουργίας έχουν σχέση με διαφορετικές από την καθημερινή κατάσταση της ψυχής.
Συμβαίνει αυτό όντως με πολλά τραγούδια και με ανθρώπους. Το βιβλίο του Θανάση Αλεξανδρή το είχατε αλήθεια διαβάσει;
Ναι, ήταν ένα πολύ αληθινό βιβλίο, επίκαιρο. Δεν μιλούσε για κάποιες φανταστικές καταστάσεις. Πιστέψτε με, ήταν ειλικρινές 100%. Ευτυχώς είχα μικρή επαφή με τέτοιας έκτασης παρακμή, όπως την περιγράφει ο Αλεξανδρής στο βιβλίο του…
Εξάλλου διαδραματιζόταν κυρίως στην επαρχία…
…Όντως, και παρόλο που η ταινία του Παναγιωτόπουλου ήταν καλή, η πλήρης καταγραφή του φαινομένου «σκυλάδικα και κόσμος της νύχτας» υπάρχει στο 3ο μέρος της ταινίας του Βούλγαρη, Όλα Είναι Δρόμος. Εκεί, με τον Γιώργο Αρμένη…
Να διαλύει τα πάντα ακόμα και τις τουαλέτες και εντέλει όλο το μαγαζί –Βιετνάμ μάλιστα λεγόταν αν θυμάμαι καλά…
Πραγματικό Βιετνάμ! (γέλια εκατέρωθεν)
Μιας και γλιτώσατε τις βόμβες ναπάλμ της νύχτας, λοιπόν, κάνατε αυτό το άνοιγμα ψυχής, όπως το ονομάσατε, σε μία νέα οδό για σας. Ο Σταμάτης Κραουνάκης ήταν ο πλέον καθοριστικός παράγων. Και συνεχίζει να είναι όχι μόνο επί σκηνής αλλά και στην κυκλοφορία του νέου δίσκου σας Έμαθε Η Καρδιά. Ο πρώτος, μετά από αρκετά χρόνια…
Ναι, αλλά δεν είναι μόνο αυτός! Για μένα ήταν τρομερή τιμή που έγραψε πάνω μου στίχους η Λίνα Νικολακοπούλου αλλά και που με εμπιστεύτηκαν άνθρωποι όπως ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας και ο Κώστας Λειβαδάς –ακόμα και νεώτερα παιδιά, όπως η Δάφνη Αλεξανδρή και ο Δήμος Αναστασιάδης.
Πώς ακούγεται στα αυτιά σας ο δίσκος τώρα που έχει περάσει κάποιο (έστω και μικρό) διάστημα από την κυκλοφορία του;
Τον ευχαριστιέμαι πραγματικά! Αλλά μερικά σημεία ο σύζυγος λέει ότι θα έπρεπε να τα ξαναπώ. Καταλαβαίνω γιατί το λέει, όμως εκείνες τις ημέρες εμπιστεύτηκα τη στιγμή, αν καταλαβαίνετε τι θέλω να πω…
Απόλυτα. Εξάλλου, όπως μου είπατε και σε άλλο σημείο της συζήτησής μας, ακόμα και η φωτογραφία του εξωφύλλου δεν έχει καμία πόζα, λήφθηκε σε κάποιον νεκρό χρόνο της ηχογράφησης…
Ναι, απλά είπα να καπνίσω ένα τσιγάρο! Καθόλου λογικό για ηχογράφηση, αλλά τα πάθη…(γελάει). Ο Κραουνάκης με το που την είδε επέμεινε. Δεν ήθελα εγώ προσωπικά με τίποτα. Παρουσιάζει μία εικόνα που δεν είναι ακριβώς η δική μου, είναι στιγμιαία…
Ναι, ωστόσο έχει απόλυτα σχέση με αυτή την εικόνα της λαϊκής βαμπ που ακόμα και στις promo φωτογραφίες του δίσκου προβάλλεται, όπως και όλα αυτά τα χρόνια. Υπάρχει μία ατμόσφαιρα καμπαρέ πίσω σας…
Θα πω ψέματα αν πω ότι δεν καταλαβαίνω για ποιο πράγμα μιλάτε. Αλλά ο Κραουνάκης στάθηκε ανυποχώρητος στην επιλογή της φωτογραφίας του εξωφύλλου. Διαφωνήσαμε έντονα, αλλά αυτός είναι ο Σταμάτης. Μαγικός, έντονος, υπερβολικός και χαρισματικός. Τον αγαπώ διότι μου χάρισε μία καινούργια πνοή…