Ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος συμμετέχει σε μία ιδιαίτερη συναυλία για την ενίσχυση του ανθρωπιστικού έργου των Γιατρών του Κόσμου, με αφορμή τα είκοσι χρόνια ζωής και δράσης τους. Αυτή την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Πέτρας, θα βρεθεί επί σκηνής μαζί με την Ευανθία Ρεμπούτσικα και την Ορχήστρα Του Δρόμου, με σκοπό να συγκεντρώσουν τους φίλους και υποστηρικτές των Γιατρών του Κόσμου, ενισχύοντας έτσι το ανθρωπιστικό τους έργο στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Με αυτή την αφορμή, μπορέσαμε και υποβάλαμε τις ερωτήσεις μας σε έναν από τους πλέον ξεχωριστούς εγχώριους συνθέτες των τελευταίων χρόνων...

 

 

Μιλήστε μου για τη συναυλία σας στις 24 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Πέτρας. Τι σας οδήγησε στο να συμμετάσχετε στην πρωτοβουλία των Γιατρών του Κόσμου;

 

Στην εποχή μας γίνεται πολύς λόγος για τη σχέση ιατρικής, φακέλων  και χρημάτων. Η σχέση όμως του ιατρικoύ επαγγέλματο με τα χρήματα δεν είναι καινούργια, πάει πολύ πίσω αφού εδώ και αιώνες έχουν ανακηρυχτεί άγιοι δύο νεαρά αμούστακα γιατρουδάκια, οι Άγιοι Ανάργυροι –δύο γιατροί δηλαδή οι οποίοι δεν έπαιρναν αργύρια-λεφτά. Σήμερα η ιατρική, στις μέρες της «ήπιας κατοχής» που περνάμε στην Ελλάδα, γίνεται όλο και πιο αναγκαία για όλο και περισσότερο κόσμο και όλοι το ξέρουμε ότι αυτή η δουλειά χρειάζεται πόρους, χρειάζεται λεφτά. Γι’ αυτούς τους λόγους λοιπόν είπαμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτούς τους σύγχρονους, εν ζωή, Αγίους Αναργύρους.

 

Πιστεύετε στην ενεργή συμμετοχή των καλλιτεχνών στα κοινωνικά δρώμενα; Ή θα έπρεπε τελικά να μιλούν μέσα από την τέχνη τους και μόνο;

 

Αυτή η θεωρία ότι «η πολιτική είναι για τους επαγγελματίες» αποτελεί την αρχή του ολοκληρωτισμού. Αυτά τα λένε όσοι πολιτικοί έχουν συμφέρον να μονοπωλούνε την πολιτική. Οι καλλιτέχνες στην τέχνη τους, οι παπάδες στην εκκλησία και οι νοικοκυρές στην κουζίνα... «Αφήστε το σε μας που ξέρουμε» και να πού μας φτάσανε, να γίνει ο Έλληνας το παγκόσμιο μαύρο πρόβατο, να γίνουμε ιθαγενείς στη χώρα μας. Αν μάθαμε κάτι από τους αρχαίους είναι ότι δεν είναι απλώς δικαίωμα αλλά υποχρέωση να συμμετέχουμε όλοι οι πολίτες στα κοινά. Εξ’ ου και το σωζόμενο στα αγγλικά idiot (βλαξ) –ο ιδιώτης. Ο πολίτης δηλαδή που ιδιωτεύει, που κάθεται σπίτι του.

 

Ένας συνάδελφός σας είχε πει ότι ο καλλιτέχνης καλείται να παίξει τον διασκεδαστή ακόμη και στις πιο δύσκολες εποχές. Πόσο δύσκολος είναι αυτός ο ρόλος, ειδικά σήμερα;

 

Συνάδελφοι μου έχουν κατά καιρούς πει πολλές ανοησίες –αλίμονο αν η τέχνη περιπέσει στον ρόλο του διασκεδαστή. Η τέχνη, αν δεν εμπνέει, αν δεν σε κάνει να σκέφτεσαι τη ζωή σαν κάτι το ανώτερο, σαν κάτι το θείο, αν δεν σε κάνει την ώρα που περπατάς να νομίζεις ότι πετάς λίγο πάνω από τη γη –όπως ο έρωτας– είναι δευτέρας διαλογής. Είναι η διαφορά που έχει το ανέκδοτο από την κωμωδία. Ο ρόλος της τέχνης είναι να «γράφει τις σιωπές, να δείχνει τα ανέκφραστα και να καρφώνει τους ιλίγγους». Όλα αυτά δε χωρίς να το φέρει βαρέως, ίσα-ίσα απολαμβάνοντας τη χαρά της ζωής.

 

Στην πορεία σας έχετε δείξει μία ιδιαίτερη αγάπη στην κινηματογραφική μουσική. Τι είναι αυτό που σας τράβηξε στο συγκεκριμένο είδος;

 

Οι παραγγελίες; Είναι μια τέχνη της εποχής μου; To ότι η κινηματογραφική μουσική είναι πιο εύκολη από το τραγούδι; Καμιά φορά πας γι’ άλλα κι αλλού βγαίνεις. Ποτέ δεν ξέρεις τι σε τραβάει σ’ έναν φίλο, σ’ ένα κορίτσι, σε μια δουλειά.

 

Ευανθία Ρεμπούτσικα: συνεργάτης και σύντροφος ζωής. Μιλήστε μου για αυτό το κεφάλαιο της ζωής σας...

 

Η Ευανθία είναι οι πρώτοι λόφοι που αντικρίζω όταν ανοίγω τα μάτια μου στις 6 το πρωί, είναι το δέρμα το οποίο μου λέει ψιθυριστά μες το σκοτάδι ότι δεν είμαι μόνος. Είναι η παρέα μου, είναι ο σάκος του μποξ όπου ξεσπάω όταν έχω τις μαύρες μου, είναι τα δύο μάτια που χωρίς αυτά δεν θα υπήρχε Παναγιώτης.

 

 

Αθήνα-Λονδίνο-Παρίσι. Τι επιρροή άσκησε η κάθε πόλη στην καλλιτεχνική αλλά και στην προσωπική σας διαμόρφωση;

 

Η Αθήνα είναι το χωριό μου, μεγάλωσα μαζί της, μέσα της. Την αγαπώ κι ας είναι άσχημη, βρίσκω πάντα μία γωνία που μ’ αρέσει. Εδώ έζησα με τον Μηλιαρέση, με τον Τσιτσάνη, με τον Χατζιδάκι, με τον Άρη, με τη θεία Δέσποινα, με τον φίλο μου τον Χάρη. Η Αθήνα είναι το κομμάτι χώμα το οποίο μου αναλογεί στο πέρασμά μου απ’ τη ζωή.

 

Το Λονδίνο, μερικά απ’ τα καλύτερα χρόνια. Εκεί διαμορφώθηκα, εκεί έγινα πιο σίγουρος με τη μουσική, με τις γυναίκες, με την αυτόνομη ζωή. Εκεί μελέτησα τη μουσική, έβαλα πλυντήριο, μαγείρεψα. Εκεί κατάλαβα τι θα πει μέθοδος και πειθαρχία. Εκεί είδα κι εκτίμησα στους Εγγλέζους, έναν κόσμο που θέλει να κρατήσει το χρώμα του.

 

Το Παρίσι, η αξία της διατήρησης του παλιού κόσμου. Εκεί συνειδητοποίησα ότι δεν φταίνε για όλα οι Τούρκοι. Είδα τους Γάλλους όχι μόνο να κρατάν την «αιωνία πόλη» ως κόρην οφθαλμού, αλλά κι ένα πόμολο –όταν πρέπει ν’ αλλάξει– ακόμα και μία θυρωρός να απαιτεί να είναι ίδιο με το πρωτότυπο. Από την άλλη, εμείς με τον εθνάρχη και με την αντιπαροχή του γκρεμίζαμε ότι είχε μείνει από την Αθήνα του Εμφυλίου. Άρα δεν μας φταίνε για όλα οι Τούρκοι, όπως δεν φταίνε σήμερα για τους πολεοδομικούς κάφρους των Κυκλάδων.

 

Με τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει η δισκογραφία, με τι κουράγιο και αντοχές μπαίνει ένας καλλιτέχνης στο στούντιο προκειμένου να ηχογραφήσει ένα δίσκο;

 

Η δισκογραφία αυτοκαταστράφηκε σαν τρελή αγελάδα. Ποια δισκογραφία; Oι εξελίξεις είναι πλέον ανεξέλεγκτες. Η «αγροχημική μόλυνση» από τα premium στην πειρατεία, στο ίντερνετ, τα ρήμαξε όλα. Δεν έχω βρει κανέναν που να  έχει συλλάβει τη φύση του «μουσικού βιότοπου» ο οποίος έρχεται. Έχω όμως μια ατράνταχτη πίστη στο κενό. Θα παραμείνουν αυτοί που έχουν ανάγκη να γράψουν να παίξουν και να τραγουδήσουν. Όπως ένας χωρισμός φέρνει μια καινούργια σχέση, έτσι και το κενό πάντα αναπληρώνεται. Η ανάγκη για μουσική και τραγούδι θα βρει διεξόδους. Και στο κάτω-κάτω ό,τι δίνει αξία στη ζωή μας είναι αυτά τα «άχρηστα» πράγματα: ο έρωτας, η πίστη και η τέχνη.

 

Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια, σε αυτό το σημείο;

 

2-3 τραγούδια ακόμα σαν τα “Μάτια Κλειστά”, 1-2 μελωδίες σαν το “Camping”, μερικές στιγμές με την κιθάρα στη σκηνή από εκείνες στις οποίες συμβαίνει το άπιαστο, εκεί δηλαδή που χάνεις τον εαυτό και είσαι με τους άλλους ένα. Μερικά ταξίδια με την Ευανθία, να ποτίζω για αρκετά χρόνια ακόμα τα δέντρα στον κήπο στην Παλλήνη, μέχρι να δω τα δυο μου τα παιδιά να στέκονται στα πόδια τους και να ζούνε από κάτι που το αγαπάνε. Και στο μεταξύ ίσως βρω και μερικές απαντήσεις στα άπειρα ερωτήματα αυτού του κόσμου που θα παραμείνουν μυστήριο.

 

Ύστερα από όλα αυτά τα χρόνια έχετε ακόμα δηλαδή ανεκπλήρωτες επιθυμίες;

 

Υπάρχουν πρόσωπα και όνειρα τα οποία επιστρέφουν συχνά και με βρίσκουν,  τα περισσότερα όμως ξέρω ότι θα μείνουν όνειρα.  Οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες, όπως και οι αναμνήσεις, αποτελούν δεσμά που με τον καιρό συσσωρεύονται. Γίνονται βάρος και το βάρος αυτό το ανεκπλήρωτο πληρώνεται. Αλλά γεννάει τραγούδια και ποίηση και φιλίες και καλό κρασί και… Τελικά, οι επιθυμίες είναι εκείνες που κινούν τα πράγματα. Η λογική είναι για να μη γίνεται η ζωή μας μαντάρα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured