Τρεις ξεχωριστές εγχώριες μορφές του πειραματικού χώρου ενώνουν δυνάμεις και προσεγγίσεις κάτω από τη στέγη του πρότζεκτ Mohammad, αύριο Παρασκευή 5 του μήνα, στην Knot Gallery – πριν φύγουν για Θεσσαλονίκη, για μία ακόμα συναυλία (Σάββατο, στον 1ο Όροφο). Με την ευκαιρία της σύμπραξής του με τον Coti K και τον Νίκο Βελιώτη, το Avopolis εξέφρασε κάποιες απορίες του προς τον ILIOS, έναν από τους πιο τολμηρούς και συναρπαστικούς ηχητικούς εξερευνητές των τελευταίων χρόνων…

 

 

Σε λίγες μέρες εμφανίζεσαι ζωντανά σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ως μέλος του πρότζεκτ Mohammad (στις γεννήτριες), παρέα με τον Coti K και τον Νίκο Βελιώτη. Πώς γεννήθηκε αυτή η συνεργασία;

 

Με τον Νίκο Βελιώτη και τον Coti γνωριζόμαστε πολλά χρόνια, αλλά η απόσταση, κατά κύριο λόγο, δεν μας είχε επιτρέψει να συνεργαστούμε με αφοσίωση σε ένα κοινό πρότζεκτ. Οι Mohammad είναι το κοινό μας όχημα με το οποίο περνάμε καλά και δουλεύουμε με μεγάλη ευχαρίστηση. Το αποδεικνύει το γεγονός ότι και οι τρεις μας, ενώ έχουμε δουλέψει αθροιστικά σε αμέτρητες μουσικές, δουλεύουμε με το πάθος τριών νεαρών που μόλις σχημάτισαν το πρώτο τους συγκρότημα.

 

 

Δεν μπόρεσα να μη αναρωτηθώ: το φιλοσοφικό ρεύμα kullu wahad, το οποίο δηλώνετε πως ενωθήκατε για να μελετήσετε ως Mohammad, πόση σχέση έχει άραγε με το καθ’ ημάς κουλουβάχατα;

 

Είναι το ένα και το αυτό… Τα κουλουβάχατα είναι άλλη μία έκφραση που για τον πολύ κόσμο έχει λάβει ένα νόημα λανθασμένο. Kullu wahad σημαίνει όλα ένα. Έχει να κάνει με τον τρόπο που δουλεύουμε τον ήχο, σαν ένας τρίτος δρόμος, ο οποίος φεύγει από τη σύνθεση αλλά αποφεύγει ίσως και τον αυτοσχεδιασμό. Έχει επίσης να κάνει και με τη μεταξύ μας επικοινωνία.

 

Διάβασα μια ωραία κριτική για το τελευταίο σου άλμπουμ, Kenrimono, στο Wire, όπου αν δεν κάνω λάθος ο συντάκτης ανέφερε πως συγκριτικά με άλλες σου δουλειές το βρήκε ως πιο προσβάσιμο. Έχει κάποια ισχύ για σένα μια τέτοια παρατήρηση;

 

Είναι υποκειμενική αυτή η παρατήρηση, δεν γνωρίζω αν έχει ισχύ. Σίγουρα υπάρχουν άλλες δουλειές μου όπου το στοιχείο του απρόβλεπτου είναι πιο έντονο από ότι στο Kenrimono, ίσως σε αυτό να αναφέρεται η παρατήρηση. Η κριτική στην οποία αναφέρεσαι ήταν καλή. Όμως, για να είμαι ειλικρινής, οι κριτικές των δίσκων δεν με απασχολούν, οι περισσότεροι που τις γράφουν δεν ακούν τους δίσκους όπως θα έπρεπε. Βέβαια εκτιμώ τουλάχιστον όταν κάποιος πραγματικά προσπαθεί να γράψει κάτι με υπόσταση και προκύπτει ενδιαφέρον, ανεξάρτητα του αν η ίδια η κριτική είναι καλή ή κακή.

 

Έχεις μια μακρά καριέρα πίσω σου, ήδη από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990. Ή καλύτερα αντι-καριέρα, όπως την αναφέρεις στο site σου. Πώς ορίζεται για σένα η καριέρα και πώς το αντίθετό της;

 

Ίσως πάλι να είναι θέμα ετυμολογίας. Υπάρχει μια διάρκεια, για μένα είναι σημαντικό αυτό. Υπό το πρίσμα αυτό (της διάρκειας), μπορεί κάποιος να το ονομάσει καριέρα. Δεν έχω όμως στόχους, ούτε βραχυπρόθεσμους, ούτε μακροπρόθεσμους. Δεν αποσκοπώ σε κάτι συγκεκριμένο και ούτε βέβαια υπηρετώ κάποια μόδα ή στιλ. Με αυτή την έννοια το ονομάζω αντι-καριέρα. Σε κάποιες από τις ομιλίες μου αναφέρομαι σε αυτό το θέμα, γιατί βλέπω συνεχώς την ανάγκη του άλλου να κάνει καριέρα και να γίνει «σούπερ σταρ» – και μάλιστα σε μια μέρα. Στην Ελλάδα ειδικά (αλλά και σε πολλά άλλα μέρη και κουλτούρες), λίγοι έχουν επιμονή και υπομονή σε αυτό που κάνουν, λίγη ουσία, πολύ πόζα ίσως. Ούτε σε μία μέρα, ούτε σούπερ σταρ. Απλά δουλεύεις και ας είναι δύσκολες οι συνθήκες.

 

 

Οι περισσότεροι Έλληνες δημιουργοί με έξω από τα συνηθισμένα μελωδικά πλαίσια ανησυχίες είτε φεύγουν για το εξωτερικό, είτε ονειρεύονται τη φυγή. Εσύ όμως άφησες την Ισπανία και γύρισες εδώ. Υπήρχαν προσωπικοί λόγοι ή σου αρέσουν τα δύσκολα;

 

Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω συνηθίσει στο γεγονός ότι τώρα ζω στην Ελλάδα μετά από 14 χρόνια σε άλλη χώρα. Οι λόγοι βέβαια είναι προσωπικοί και δεν έχουν να κάνουν με τη δουλειά μου. Όμως όπου ζω σε μια συγκεκριμένη στιγμή, εκεί είναι και η βάση μου – στην ουσία η δουλειά μου δεν έχει γεωγραφική ή εθνική υπόσταση. Δεν έχει και τόση σημασία το πού έχεις τη βάση σου. Ταξιδεύω συνεχώς και η έννοια φυγή ή γυρισμός δεν έχει νόημα. Δεν υπάρχει το εδώ και το έξω. Τα δύσκολα πάντως μου αρέσουν, η Ελλάδα όχι και τόσο (αν εξαιρέσω το κλίμα).

 

Πλην της κυκλοφορίας των δικών σου δίσκων είσαι ένας πραγματικός άνθρωπος-ορχήστρα: έχεις την Antifrost, δίνεις διαλέξεις, ανεβάζεις multimedia σόου, γράφεις έργα για χορό, installations, κινηματογράφο, θέατρο κ.α. Θα έλεγες ότι έχεις ένα ολικό δημιουργικό όραμα, ότι αντιλαμβάνεσαι δηλαδή τις ανησυχίες σου ως κάτι που απλώνεται τόσο στην παραγωγή θεωρίας, όσο και σε κάθε δυνατή πρακτική πλευρά;

 

Δεν είμαι άνθρωπος-ορχήστρα, σήμερα δεν μπορείς να κάνεις μόνο ένα πράγμα. Ξεκινώντας την αφοσίωση στον ήχο (αλλά και την εικόνα) δεν έκανα το λάθος να πιστεύω ότι αυτό από μόνο του είναι αρκετό τόσο πνευματικά, όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Η Antifrost με δυσκολίες πάντα τα έβγαζε πέρα, το ίδιο και με τις συναυλίες, την οργάνωση των φεστιβάλ κτλ. Όλα είναι παραπληρωματικές δράσεις αυτής της ενασχόλησης/αφοσίωσης. Έχει να κάνει και με το προσωπικό ενδιαφέρον, αλλά και με την αντι-καριέρα σε ένα μόνο πράγμα, είτε αυτό είναι η μουσική ή η οργάνωση δράσεων ή η δισκογραφική εταιρεία. Και επίσης με τις άλλες πλευρές του ίδιου νομίσματος, δηλαδή την ενασχόληση και με την κίνηση (χορός) ή την εικόνα (βίντεο κτλ.). Αν δεν έχεις εγωκεντρικό προσανατολισμό, είναι λογικό από ένα σημείο και μετά να δημιουργείς πλατφόρμες για να παρουσιάσεις και δουλειές άλλων καλλιτεχνών που τους θεωρείς ενδιαφέροντες, είναι λογικό να φεύγεις από τα προσωπικά όρια και να συνεργάζεσαι με άλλους καλλιτέχνες, οι οποίοι δεν προέρχονται μόνο από τον ήχο σου, αλλά και από άλλες πειθαρχίες. Και είναι λογικό βέβαια να μιλάς και για όλα αυτά τόσο σε φιλοσοφικό, όσο και σε δημιουργικό επίπεδο (και να αυτοσαρκάζεσαι βέβαια). Δεν υπάρχει η προδιάθεση για κάτι ολιστικό, γιατί δεν υπάρχουν στόχοι συγκεκριμένοι. Η θεωρία, όμως, και η πράξη πάνε χέρι-χέρι και αυτή η παραγωγή πνεύματος μετουσιώνεται σε σκέψεις που μοιράζομαι και σε έργα.

 

 

 

Έχεις ανακοινώσει δύο επερχόμενες κυκλοφορίες για το 2010, τη Συμφωνία #1 για λογαριασμό της δικής μας Absurd και τη Συμφωνία #2 για την ισπανική Alku. Τι μπορείς να μοιραστείς μαζί μας για αυτά τα έργα, επί του παρόντος;

 

Πρόκειται για δύο εκτελέσεις της Συμφωνίας Για Ηλεκτρονικά και Δονήσεις Μηχανής Εσωτερικής Καύσης. Παρουσίασα την πρώτη στη Μπιενάλε της Αθήνας το καλοκαίρι του 2009 και τη δεύτερη σε έναν δρόμο στο κέντρο της Αθήνας, στο φεστιβάλ Γιούρια. Στην ουσία πρόκειται για ζωντανές ηχογραφήσεις των δύο συναυλιών, όπου κύριο όργανο είναι ένα αυτοκίνητο, ή μάλλον καλύτερα οι δονήσεις των μετάλλων του – που προέρχονται από τον κινητήρα του – οι οποίες συνδυάζονται με δονήσεις προερχόμενες από γεννήτριες ήχου. Θα μπορούσε να είναι ένα υβρίδιο μεταξύ περφόρμανς, musique concrete, noise αλλά μάλλον και τίποτα από όλα αυτά, μιας και η αρχική ιδέα είναι μια νέα αντιμετώπιση του αρχιτεκτονικού χώρου και μια δοκιμή για τη συνέργεια ανοιχτών και κλειστών χώρων στη χρήση χαμηλών συχνοτήτων. Ήταν και μια διαφορετική διάσταση στις συναυλίες που δίνω συνήθως σε τελείως σκοτεινούς, κλειστούς, χώρους, που απαιτούν διαφορετική συγκέντρωση και υπάρχει μεγαλύτερος έλεγχος. Υπάρχει βέβαια μια παρόμοια προσέγγιση στο αντικείμενο – τις δονήσεις ενός αυτοκινήτου – με αυτήν που έγινε για παράδειγμα στις σάλες παιχνιδιών pachinko στην Ιαπωνία, ο εκκωφαντικός ήχος των οποίων αποτελεί τη βάση για το άλμπουμ Kenrimono.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured