Στυλιανός Τζιρίτας

Την Κατερίνα Κούκα θέλεις να τη γνωρίσεις. Και διαπίστωσα ότι αυτό δεν ήταν μόνο δική μου θέληση, αλλά και ανθρώπων που δεν περίμενα ότι θα είχαν τέτοια απορία για το ποιος πραγματικά είναι ο άνθρωπος πίσω από ένα ερμηνευτικό όνομα το οποίο γνωρίζουμε κοντά 20 χρόνια πια. Όχι γιατί έχει τη φράση «ιερό τέρας» να την ακολουθεί, αλλά γιατί διαθέτει σπαθάτη φωνή, με πίστη στο λαϊκό τραγούδι και στους δρόμους του. Σήμερα, όταν το σύγχρονο λαϊκό υπολείπεται κοινωνικών πατημάτων ένεκα διαφορετικής νομοτυπίας του κοινωνικού γίγνεσθαι, έχει τρομακτικό ενδιαφέρον να δεις πώς κατοικοεδρεύει στην κοινωνία μας μια τέτοια ερμηνεύτρια, αλλά και πού βρίσκει τις ρίζες για να αποδίδει ακόμα και σήμερα ανάλογες μελωδίες. Συνοδευόμενη από την ευγενικότατη αδελφή της, με έντονο χιούμορ και αυτοσαρκασμό, ευγενής με σερβιτόρους (δείγμα ήθους σαφέστατα) και με μία ισχυρότατη δόση καλώς εννοούμενης  ελληνικότητας, η Κατερίνα Κούκα δήλωσε τα εξής στο Avopolis Greek

  

 

 

 

Κυρία Κούκα, θα ξεκινήσω με μία παρατήρηση αν μου επιτρέπετε…

 

«Παρακαλώ, αν δεν άκουγα αυτά που μου έλεγαν θα είχα μείνει πολύ πίσω στη ζωή μου…».

 

Σας τιμάει αυτό που λέτε. Λοιπόν, ειλικρινά το λέω ως κοπλιμέντο γιατί έτσι λειτουργεί ακόμα και σε μία καταξιωμένη ερμηνεύτρια όπως εσείς, ότι η προσέγγιση και ανάγνωση των στίχων σε κάποιες συνθέσεις του νέου δίσκου σας απηχούν Μαρινέλλα. Δεν είναι κάποια μίμηση στη χροιά, αλλά κάπου στις ανάσες και στον τρόπο που κόβονται οι φράσεις φέρνουν ερμηνευτικές οδούς της μεγάλης αοιδού.

 

«Μα γιατί έκανες τέτοιο πρόλογο; Φυσικά και δεν με πειράζει. Η αλήθεια, πρώτον, ότι δεν το έχω ξανακούσει μέχρι στιγμής. Βέβαια ο δίσκος είναι καινούργιος δεν έχω μαζέψει ακόμα το σύνολο των κριτικών γραπτών ή προφορικών. Και, δεύτερον, πίστεψε με δεν το έχω κάνει επίτηδες μη βρίσκοντας κάποιο άλλο τρόπο να προσεγγίσω κάποια καινούργια τραγούδια. Η Μαρινέλλα αποτελεί εξάλλου μεγάλη επιρροή μου, το θεωρώ φυσικό να περνάνε πράγματα από την ερμηνευτική της στη φωνή μου – και αλήθεια σου λέω, δεν με ενοχλεί καθόλου. Ούτε να το κάνω, ούτε να μου το λένε».

 

Οι αποστάσεις σας από το φωνακλάδικο τραγούδι των εθνικών οδών, όπως επίσης και από αυτό της αστραφτερής pop πίστας κρατήθηκαν με συνέπεια όλα αυτά τα χρόνια.

 

«Θα σου διηγηθώ το εξής περιστατικό. Στο πρώτο μαγαζί που τραγούδησα με κανονικό μεροκάματο, έστω και το κατώτατο που έπαιζε τότε στην πιάτσα, ήμουν στην ίδια σειρά με άλλες δυο τραγουδίστριες. Οι αποστάσεις των φωνών μας ήταν τεράστιες. Και δεν εννοώ σε ποιότητα, αλλά σε προσέγγιση. Κάποια στιγμή με πιάνουν οι δυο τους και μου λένε «καλή είσαι αδελφούλα μου, αλλά δεν κάνεις τζαλκάντζες. Στο λαϊκό τραγούδι αν δεν κάνεις τζαλκάντζες είσαι μηδέν». Ακούω και εγώ η τρίσμοιρη «τζαλκάντζες» και απορώ για το τι είναι. Την επόμενη μέρα έκανα λοιπόν το εξής. Ποιος είναι ο κορυφαίος λαϊκός τραγουδιστής, ρώτησα τον εαυτό μου. Και απάντησα, χωρίς δισταγμό φυσικά, ο Καζαντζίδης. Ομολογώ ότι μέχρι εκείνη τη στιγμή τον Καζαντζίδη τον είχα συνδυάσει με όλα αυτά τα τραγούδια της ξενιτιάς τα οποία ακούγαμε οικογενειακώς στη Γερμανία σε όλη τη εφηβεία μου, λόγω του ότι όντως και οι δικοί μου πήγαν εκεί ως γκασταρμπάιτερς – όπως δηλαδή και το 1/3 της τότε Ελλάδας. Και βάζω λοιπόν στο πικάπ τον Γυάλινο Κόσμο. Και επειδή οι κοπέλες στο μαγαζί μου είχαν εξηγήσει τι σημαίνει τζαλκάντζες, αυτά τα σπασίματα στη φωνή, αυτές οι περικοκλάδες, ξέρεις… ε λοιπόν κατάλαβα ότι ο Καζαντζίδης τραγουδούσε ευθυτενώς και χωρίς τζαλκάντζες. Πήγα λοιπόν το βράδυ πάλι στο μαγαζί για δουλειά και τους απάντησα ανάλογα (γέλια)».

 

Θεωρούνται πιασάρικες οι τζαλκάντζες, σωστά;

 

«Είπες άθελα σου λέξη που σιχαίνομαι. Σιχαίνομαι όταν χρησιμοποιείται για μουσική. Καταλαβαίνω βέβαια τι λες, το ακούω συνέχεια. Πιασάρικος ο δίσκος, έχει πιασάρικα κομμάτια ή όχι. Στον καινούργιο μου δίσκο δεν με ενδιέφερε αν θα υπάρχει κάτι τέτοιο. Το εννοώ. Έγινε με μία διάθεση «πάμε να παίξουμε». Η εταιρεία δεν υπήρχε από πίσω μου σε αυτή τη φάση. Δική μου παραγωγή είναι και απλά μετά την πούλησα στην εταιρεία. Οπότε έκανα ό,τι ήθελα, με τους μουσικούς και τους συνθέτες που ήθελα. Δεν με ενδιέφερε όταν ήρθε η ώρα της επιλογής ούτε καν σε ποια σειρά θα μπούνε. Πολλή συζήτηση με τον Νίκο τον Κούρο, τον θαυμάσιο αυτό ενορχηστρωτή, αυτό ναι! Υπήρχε. Κουβέντες με ζέση και αγάπη γι’ αυτό το δημιούργημα. Να βγει ήθελα, γιατί πιστεύω ότι έχει ψυχή και αλήθεια. Έκανα τα απαραίτητα μόνο όταν χρειάστηκε να κυκλοφορήσει. Μια φωτογράφηση δηλαδή για τις ανάγκες του εξωφύλλου».

 

Η εικόνα, το εξώφυλλο του δίσκου ή το video clip, πόσο βοηθούν τελικά κατά τη γνώμη σας;

 

«Πιστεύω ότι τα video clip, όσο και αν είναι αναγκαία, ουσιαστικά έχουν κάνει ζημιά στα καθαρά λαϊκά τραγούδια. Το κλάμα που έχω κάνει με τραγούδι της Μοσχολιού, για να φέρω ένα παράδειγμα, δεν γίνεται να το έχω σαν λύτρωση όταν βλέπω την εικονοποίηση του όποιου καλού τραγουδιού. Χώρια που η τραγουδίστρια πρέπει πια να έχει σωματάρα, κοιλιακούς κλπ. Με αυτούς τους όρους η Πιαφ θα είχε μείνει χωρίς καριέρα και εμείς χωρίς τις εκπληκτικές ερμηνείες της. Για τον καινούργιο δίσκο μου, πάντως, δεν έχει αποφασιστεί κάτι τέτοιο».

 

Τι σας ενοχλεί περισσότερο στη σημερινή κατάσταση του ελληνικού τραγουδιού;

 

«Έχουν ξιπαστεί όλοι. Βλέπω video-clip με κάποιους συναδέλφους να βγαίνουν από κάτι Τζάγκουαρ, Πόρσε και άλλα ανάλογα αμάξια. Με ύφος που δεν περιγράφεται. Και μου τραγουδάνε μετά κ(λ)αψούρα. Σιγά ρε παιδιά! Δεν παντρεύεται η γκλίτσα και το πούρο. Εδώ ο κόσμος πεινάει. Μου ’ρχεται το τροπάρι του Αγίου Νικολάου. Πλούσιοι πτώχευσαν και επείνασαν. Αλλά είναι μικροί για να ξέρουν. Απαιτώ να υπάρχει πραγματικότητα σε αυτό που ακούω πόσο μάλλον σε αυτό που δημιουργώ εγώ η ίδια. Και προσπάθησα σε αυτό το δίσκο να δείξω αλήθεια. Δεν δισκογραφούσα καινούργια τραγούδια χρόνια τώρα γιατί δεν έβρισκα τον λόγο. Όταν ήρθε η ώρα μπήκαμε στο στούντιο και φερθήκαμε στη μουσική και στα τραγούδια σαν να κανακεύουμε ένα παιδί μας, ήμασταν από πάνω του με προσοχή και μεράκι. Ή, για να το πω διαφορετικά, ήταν σα να φτιάχνεις ένα καλό φαγητό για τους ανθρώπους που αγαπάς και αυτοί με τη σειρά τους θα σε ευχαριστήσουν. Χρειάστηκαν πολλά φλιτζάνια καφέ, εκατομμύρια θα έλεγα, αλλά τα καταφέραμε…(Γελάει)».

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured