Οι Φανταστικοί Ήχοι είναι το προσωπικό project του Άγγελου Β, ενός πολυπράγμονος καλλιτέχνη, που δουλεύει πάνω σε διαφορετικά projects, διαφορετικών μουσικών ειδών. Στους Φανταστικούς Ήχους, ο Άγγελος δανείζεται κομμάτια από τις «ένδοξες» δεκαετίες της ελληνικής pop και καταφέρνει να δημιουργήσει ένα σημερινό και φρέσκο αποτέλεσμα. Σίγουρα αποτελεί έναν από τους πιο ενδιαφέροντες καλλιτέχνες της σύγχρονης ελληνικής σκηνής, που θα μας απασχολήσει στο μέλλον. Μοιράστηκε λοιπόν με το Avopolis τις «φανταστικές σκέψεις» του, με αφορμή την εμφάνιση του project του στο φετινό Synch Festival.
Αρχικά, πώς δημιουργήθηκε η ιδέα να φτιάξεις ένα project σαν τους Φανταστικούς Ήχους, με επιρροές από τη δεκαετία του 1960 και του 1970; Γιατί συγκεκριμένα διάλεξες να πάρεις κομμάτια από αυτή την περίοδο;
«Η ιδέα του project γεννήθηκε από νοσταλγία για τον τόπο μου, όταν σπούδαζα στην Αγγλία. Έβλεπα ελληνικό σινεμά, ό,τι έπεφτε στα χέρια μου, και άκουσα για πρώτη φορά ελληνική pop και rock. Θυμάμαι οτι άκουσα το “Ο Τρόπος” των Olympians και ήταν συγκλονιστικό. Πολύ σκοτεινό κομμάτι, με ιδιαίτερη παραγωγή. Τα είχα ξανακούσει φυσικά πριν, αλλά όχι υπό αυτό το πρίσμα. Άρχισαν να με ενδιαφέρουν, σκέφτηκα ότι αυτή είναι η μουσική κληρονομιά μας. Αποφάσισα να σαμπλάρω από εκεί, τα παιξίματα μου άρεσαν και υπήρχε πολύ υλικό. Το project άρχισε πολύ διαφορετικά, με χιουμοριστική διάθεση κυρίως και μεγάλη τεχνική απειρία, καταλήγοντας σε αυτό που είναι τώρα - ψυχεδελική διαστημική rock. Γιατί ξεκινώντας από τους Olympians έφτασα στο “Ακρίτας” του Λογαρίδη, αριστουργηματικό album σε όλα τα επίπεδα. Υπάρχουν φοβερές μουσικές στιγμές από εκείνες τις δεκαετίες».
Εκτός από τους Φανταστικούς Ήχους, έχεις παράλληλα και άλλο ένα project, τους Kitephonics, που είναι πιο κοντά στην πειραματική σκηνή και πολύ πιο σκοτεινό. Ποιο από τα δύο πιστεύεις ότι σε εκφράζει καλύτερα;
«Και τα δύο είναι το ίδιο σημαντικά για μένα, είναι διαφορετικές δημιουργικές εκφράσεις του εαυτού μου. Πάντα έβρισκα δυσκολία στο να ενταχθώ σε κοινωνικές ομάδες ή κατηγορίες, πιστεύω ότι το να έχω διαφορετικά μουσικά προφίλ είναι αποτέλεσμα των πολυποίκιλων ακουσμάτων μου. Γράφω πολλή και διαφορετική μουσική, κάτω από ψευδώνυμα που προτιμώ να μην αποκαλύψω προς το παρόν».
Διαθέτεις δωρεάν την μουσική σου, μέσω του internet. Θεωρείς ότι στο μέλλον αυτός θα είναι ο μοναδικός τρόπος που θα διατίθεται η μουσική στο κοινό;
«Διαθέτω δωρεάν τη μουσική μου γιατί έτσι φτάνει σε περισσότερα αυτιά. Αλλά συγκεκριμένα στην περίπτωση των Φανταστικών ‘Ηχων δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Σε μερικά κομμάτια δεν θυμάμαι καν τι έχω σαμπλάρει, όλα αυτά χρειάζονται άδειες και δεν θέλω να έχω καμία σχέση με εμπορική εκμετάλλευση αυτού του υλικού. Μου αρκεί να διασκεδάζουμε. Όσο για τα Kitephonics, δεν είναι πρακτική μου να διατίθενται δωρεάν, αλλά έχει μαζευτεί τόσο πολύ υλικό αυτή τη στιγμή, που θέλω να το δώσω σε ένα net-label. Για το μέλλον, νομίζω ότι ο κόσμος θα κουραστεί από όλα αυτά τα φακελάκια στο pc του, θα θελήσει πάλι το φυσικό προϊόν. Και αφού θα υπάρχει αυτοδιαχείριση των καλλιτεχνών, το προϊόν αυτό θα έρχεται σε λογική τιμή. Θα είναι ιδανικό εάν συμβεί».
Τι ακούς αυτόν τον καιρό;
«Το τελευταίο EP του Four Tet είναι παρά πολύ καλό, αυτό το οργανικό techno με ενδιαφέρει πάρα πολύ. Το τελευταίο Portishead επίσης, φοβερός δίσκος. Οτιδήποτε βγαίνει από τη Border Community, προσπαθούν να κάνουν κάτι διαφορετικό. Πολύ dubstep, κυρίως τις techno προσμίξεις που σπρώχνουν οι Peverelist, Appleblim και Shackleton. O Rustie είναι φοβερός. Και το καινούριο Black Dog, στο repeat».
Παρακολουθείς την ελληνική σκηνή; Έχεις ξεχωρίσει κάποια συγκροτήματα;
«Φυσικά, μου αρέσουν αρκετά πράγματα. Θα σου αναφέρω αυτούς που μου έρχονται στο μυαλό αυτή τη στιγμή. Τους Mary And The Boy, τον Larry Gus, τον Ion, τον Liberto, τον Coti K, τον DJ Anarxx, τους Lost Bodies, ένας τύπος που λέγεται Big Fat Lips, τα Χρώματα, οι Chromatic Sequence, o Monsieur Minimal. Για τους Vokal Idiot ακούω πολύ καλά λόγια, αλλά δεν έχω ακούσει ακόμα τη μουσική τους. Σίγουρα όμως ξεχνάω αρκετούς».
Θεωρείς ότι η δεκαετία της άνθησης της ελληνικής pop ήταν σημαντική για την ελληνική μουσική σκηνή;
«Νομίζω ότι αυτό το πράγμα πάει αλυσιδωτά, έστω και υποσυνείδητα. Σίγουρα υπάρχει σύνδεση. Αυτή τη στιγμή τα αυτιά του κόσμου είναι αρκετά ανοιχτά, έχει έρθει ο καιρός να ανακαλυφθούν ξανά μερικά πράγματα. Τα παλιά ελληνικά cd είναι πάμφθηνα, είναι κρίμα να μην τα ακούσει ο κόσμος, να εμπνευστεί από αυτά, να δημιουργήσει. Προσωπικά έχω να αγοράσω ξένο cd πολύ καιρό. Επίσης είναι καιρός να αρχίσει να γίνεται συντονισμένη επανέκδοση του παλιού υλικού από τις εταιρίες. Αυτό κι αν είναι κρίμα, να χάνονται σπουδαίες δημιουργίες».
Τα άμεσα σχέδια σου τόσο με τους Φανταστικούς Ήχους, όσο και με τους Kitephonics ποια είναι;
«Με το που τελειώσουν όλα αυτά τα live, θα δώσω στο fantastikoihxoi.blogspot.com όλες τις κυκλοφορίες μου, παλιές και καινούργιες - με artwork από τον υπεύθυνο για το visual κομμάτι των Φανταστικών Ήχων. Λέγεται Mickey Dreamkey και έχει σελίδα στο ΜySpace, όπου υπάρχει η δουλειά του. Ετοιμάζει ένα live visual show για το Synch, που θα είναι καταστροφικό. Για Kitephonics, θα κάνουμε ένα live με τον Ion στο Kinky Kong αρχές Ιουνίου - θα είναι all-nighter με DJ sets δικά μας μετά, θα παίξουμε λίγο καλοκαιρινό techno να χορέψουμε και να διασκεδάσουμε. Άλλα σχέδια δεν υπάρχουν, εκτός από την καθημερινή και ακατάπαυστη μουσική δημιουργία, όσο μου επιτρέπεται ακόμα».
Έχεις κάνει και διάφορα remix σε κομμάτια του Τάκη Τσαν. Αυτό πώς προέκυψε; Σου αρέσει η ελληνική hip hop σκηνή;
«Με τον Τάκη και τον Βαλάντη (DJ ALX) είμαστε φίλοι από παιδιά. Μου αρέσει πολύ το υλικό τους, ό,τι έχουν κάνει μέχρι τώρα. Ο Τάκης μαζί με τους TXC είναι οι καλύτεροι rappers στην Ελλάδα, για μένα. Δεν παρακολουθώ πολλά άλλα εγχώρια rap, το τελευταίο του Εισβολέα είναι πολύ καλό».
Για το τέλος, τι σημαίνει «Κακή Ψυχεδέλεια»;
«To “Geogaddi” των Boards Of Canada είναι κακή ψυχεδέλεια. Ο Joe Meek και οι Blue Men. Οι Boredoms. Οι Shaolin Wooden Men. Και οι Φανταστικοί Ήχοι».