Μία από τις θρυλικές αγγλόφωνες μπάντες των 1990s, επιστρέφει δυναμικά στο συναυλιακό προσκήνιο, «κλείνοντας» όσα στόματα τους ήθελαν παρελθόν. Το Avopolis μίλησε με τον Δημήτρη Ιωάννου ενόψει της αθηναϊκής εμφάνισης του group στο Μικρό Μουσικό Θέατρο αύριο (ακολουθεί και η συμμετοχή τους στο PlayOurMusic Festival στη Θεσσαλονίκη, στις 29 του μήνα)…
Μετά από το Exit (Trance) του 2003 και την αποχώρηση της Εύης Φραγγεδάκη εξαφανιστήκατε από τα πράγματα και πολλοί θεώρησαν πως διαλυθήκατε. Τι σας ώθησε να επιστρέψετε;
«Στην πραγματικότητα, δεν είχαμε ποτέ διαλυθεί. Απλά είχαμε αραιώσει τις εμφανίσεις και τις πρόβες μας. Υπήρχε μία απώλεια προσανατολισμού οφειλόμενη σε διάφορα συμβάντα και ίσως και στο κλείσιμο ενός κύκλου. Από το φθινόπωρο βρισκόμαστε με μεγαλύτερη συχνότητα και παίζουμε με μεγαλύτερη σιγουριά - κι έτσι αποφασίσαμε να ξαναδώσουμε συναυλίες. Από τις αρχές του 2008 παίζουν μαζί μας η Χριστίνα Κασσεσιάν (κιθάρα) και ο Τάσος «Ettin» Πρωτόπαπας (samples, loops), με τους οποίους «δέσαμε» αμέσως. Και είναι νέοι κι ενθουσιώδεις - συνδυασμός που ανέβασε αμέσως τα γκάζια όλων.
Πέρα από τη συμμετοχή σας στο PlayOurMusic φεστιβάλ, υπάρχουν σχέδια για κάποια περιοδεία ή για κάποια καινούργια δισκογραφική δουλειά;
«Η περιοδεία είναι δύσκολη υπόθεση, δεδομένων των οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων που έχουμε ατομικά ο καθένας. Η δισκογραφική δουλειά είναι στα πλάνα μας, γιατί υπάρχει καινούργιο υλικό υπό επεξεργασία, αλλά δεν ξέρουμε ακόμα ούτε τους όρους (πού, πότε, με ποιον) ούτε τη μέθοδο: αν, δηλαδή, θα επαναληφθεί η live-στο-στούντιο λογική των τριών τελευταίων κυκλοφοριών (γιατί και το Slowburner έτσι ηχογραφήθηκε) ή αν θα ηχογραφήσουμε τμηματικά με overdubs και σε μεγαλύτερη χρονική περίοδο».
Όταν ξεκινούσατε, υπήρχε μια έξαρση με την αγγλόφωνη σκηνή. Κατόπιν το ελληνόφωνο rock είχε την κυριαρχία και πλέον βλέπουμε πως υπάρχει μια έκρηξη πάλι στην αγγλόφωνη σκηνή. Ποιά είναι η γνώμη σας; Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό;
«Τι είναι η αγγλόφωνη σκηνή; Μια άτυπη ομάδα συγκροτημάτων που παίζουν πολλές φορές πολύ διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους - τόσο που, αν δραστηριοποιούνταν σε αγγλόφωνη χώρα, δεν θα τα έβαζε ποτέ κανείς στο ίδιο τσουβάλι. Αντίθετα, αγγλόφωνα σχήματα μπορεί να έχουν εκλεκτικές συγγένειες με ελληνόφωνα, είτε με την καλή, είτε με την κακή έννοια. Όμως, για ν’ απαντήσω και στην ερώτηση (διακινδυνεύοντας να πω επιπολαιότητες), νομίζω ότι συμβάλλουν οπωσδήποτε πολλοί παράγοντες σ’ αυτή την «επιστροφή του αγγλόφωνου»: μια νεότερη γενιά η οποία, με τις αντιφάσεις και τις ιδιαιτερότητές της, νομίζω ότι έχει και πολλές δημιουργικές δυνάμεις και λιγότερα βαρίδια από τις προηγούμενες - το myspace, το downloading και οι καλές κάρτες ήχου, η επιτυχία των Raining Pleasure που άνοιξε πολλά αυτιά, τα free press, και ποιος ξέρει τι άλλο. Θα δούμε πάντως, αν θα οδηγήσει κάπου όλο αυτό - και πού».
Διάβαζα πως ο Steve Albini είχε δηλώσει πως ήσαστε μια από τις καλύτερες μπάντες για να δουλέψει κάποιος παραγωγός. Πώς είναι να δουλεύεις με ένα τέτοιον άνθρωπο; Τι εντυπώσεις άφησαν οι δύο συνεργασίες μαζί του;
«Υπάρχει αρκετή απόσταση ανάμεσα στη δημόσια εικόνα του Albini και την εντύπωση που σχηματίζει κανείς συνεργαζόμενος μαζί του. Οι κοφτερές, βιτριολικές και ίσως προσβλητικές ατάκες, οι απόλυτες απόψεις και το «θωρακισμένο» στυλ είναι νομίζω περισσότερο μια persona που έχει κατασκευάσει για να απευθύνεται στον ειδικό τύπο που, ως κομμάτι της μουσικής βιομηχανίας, τον αντιμετωπίζει με μεγάλη καχυποψία και ίσως περιφρόνηση - όχι βέβαια ότι αυτή η persona είναι εντελώς ψεύτικη, έχει ένα ιδιότυπο μαύρο χιούμορ το οποίο φαίνεται και στους Shellac. Προσωπική άποψη, δείχνει ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος και πολύ καλός συζητητής. Και στη δουλειά του είναι πραγματικά ακατάβλητος, πάντα έτοιμος να ακούσει και να μοιραστεί ιδέες - και ακούει ταυτόχρονα ως μηχανικός ήχου, και ως μουσικόφιλος. Και οι δύο δουλειές μαζί του ήταν απολαυστικές. Νομίζω πάντως ότι, όσον αφορά το πόσο καλά θα περάσει μια μπάντα μαζί του, παίζει ρόλο πρωτίστως το αν θα ταιριάξουν και σε προσωπικό επίπεδο - και αυτό περιλαμβάνει βέβαια και τη συνολική στάση τους απέναντι στη μουσική (τους) δραστηριότητα: τους πολύ αγχωμένους και τους σοβαροφανείς δεν τους συμπαθεί.
Παρ' όλη την ανενεργή στάση σας όλα αυτά τα χρόνια, έχετε μείνει στη συνείδηση του κόσμου. Επίσης, πολλές μπάντες σας συγκαταλέγουν σε συνεντεύξεις τους στα αγαπημένα τους ελληνικά groups. Ποια είναι η δική σας εξήγηση γι’αυτό;
«Κατ’ αρχάς, ευχαριστούμε! Όσο για την εξήγηση… δεν ξέρω, ίσως η (εντελώς ενδεχομενική) σύνθεση αναγνωρίσιμων επιρροών και τρόπων μεθερμηνείας τους σε κάτι ιδιοσυγκρασιακό. Ή, απλώς, τους αρέσουν τα τραγούδια μας!».
Πώς βλέπετε τα μουσικά πράγματα στις μέρες μας; Θεωρείτε πως υπάρχει μεγαλύτερη καλλιτεχνική ελευθερία;
«Από τη στιγμή που η εξάρτηση από τις δισκογραφικές εταιρείες μειώνεται, βασικά λόγω του internet, προφανώς η καλλιτεχνική ελευθερία αυξάνεται. Από την άλλη, η υπερπροσφορά φέρνει ίσως και έναν κορεσμό. Χρειάζεται κανείς ακόμα κάποιου τύπου πληροφόρηση για να μπορέσει να πλοηγηθεί στο αχανές μουσικό κυβερνοτοπίο. Πάντως γενικά τα πράγματα προς το παρόν δείχνουν πιο πλουραλιστικά, κι αυτό είναι καλό.
Τι μουσική ακούτε αυτές τις μέρες; Τι θα προτείνατε ως άκουσμα στους αναγνώστες μας;
«Θα μιλήσω προσωπικά (ως Δημήτρης και όχι ως Bokomolech). Αυτές τις μέρες έχω συνήθως σε θέση αναμονής:
Για τα απογεύματα:
- DEERHUNTER - Cryptograms / Fluorescent Grey
- PANTHA DU PRINCE -This Bliss
- TIED AND TICKLED TRIO - Aelita
- NEUTRAL MILK HOTEL - In The Aeroplane Over The Sea
- NEU! - Neu!
Για τα βράδια:
- STARS OF THE LID - The Tired Sounds Of…
- PAN AMERICAN -
- KEITH
Για τα Σ/Κ και το αυτοκίνητο:
- LCD SOUNDSYSTEM - Sound of Silver
- Menomena - Friend ‘n Foe
- PANDA BEAR - Person Pitch
- CARIBOU - Pandora
Κι από πρόπερσι, τρία από τα καλύτερα άλμπουμ της δεκαετίας:
- LIARS - Drum’s Not Dead
- JOANNA NEWSOM - Ys
- GRIZZLY BEAR - Yellow House»