«Ο Greene διέθετε πνεύμα και γοητεία και χαρακτήρα και πλοκή, καθώς και απεριόριστη οικουμενική συμπόνια, στοιχεία που τον τοποθετούν μια για πάντα στη χορεία των μεγάλων της παγκόσμιας λογοτεχνίας» - John le Carré

«Το να δολοφονήσεις έναν άνθρωπο για να υπερασπιστείς μια ιδέα, δεν είναι υπεράσπιση μιας ιδέας, είναι ο φόνος ενός ανθρώπου» - Jean-Luc Godard

Στα σημαντικότερα έργα του Graham Greene (1904 – 1991), είτε πρόκειται για τα καθαυτό κατασκοπικά του είτε για τα πιο υπαρξιακά, ο μεγάλος αυτός συγγραφέας υποβάλλει τους βασικούς χαρακτήρες σε μια δοκιμασία, η οποία βασάνιζε και τον ίδιο: σε μια εσωτερική αντιπαράθεση ανάμεσα στα ιδεώδη του σοσιαλισμού και στις αρχές του καθολικισμού.

Στον Τρίτο άνθρωπο (Άγρα, 2011, μτφρ. Άννα Παπασταύρου) η σύγκρουση αυτή προσωποποιείται στον αμοραλιστή, λαθρέμπορο πενικιλίνης Χάρι Λάιμ και στην κλασική πια ατάκά του: «στην Ιταλία για 30 χρόνια με τους Βοργίες είχαν πόλεμο, τρόμο, δολοφονίες και αιματοχυσία, αλλά έβγαλαν τον Μιχαήλ Άγγελο, τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι και την Αναγέννηση. Στην Ελβετία είχαν αδελφική αγάπη, 500 χρόνια δημοκρατίας και ειρήνης. Και τι έβγαλαν; Το ρολόι κούκο».

Στον Ανθρώπινο παράγοντα (Εκδόσεις Πόλις, 2020, μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης), ο Βρετανός πράκτορας Μορίς Κάσελ διχάζεται ανάμεσα στην αγάπη του για την Αφρική (και την Αφρικανή σύζυγό του) και την πίστη του στις συντηρητικές αξίες και την ταξική δομή της Μεγάλης Βρετανίας.

Στην Καρδιά των πραγμάτων (Εκδόσεις Πόλις, 2017, μτφρ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου), ο ηθικός αστυνόμος και πιστός καθολικός Χένρι Σκόμπι υποχρεώνεται, λόγω του οίκτου και του αισθήματος ευθύνης απέναντι στη σύζυγό του, να παραβεί τις αρχές του και να εμπλακεί σε επιλήψιμες δοσοληψίες με τον Σύριο επιχειρηματία Γιουσέφ.

Στον Ήσυχο Αμερικανό (Εκδόσεις Πόλις, 2013, μτφρ. Γιώργος Τσακνιάς), ο νεαρός, ευγενικός Πάιλ, πράκτορας των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών στην Ινδοκίνα, ερωτεύεται μια ντόπια την οποία σκοπεύει να παντρευτεί για να τη σώσει από τη διαφθορά, την ίδια ώρα που δεν διστάζει να οργανώσει μια τρομοκρατική βομβιστική επίθεση στην καρδιά της Σαϊγκόν με πολλά θύματα, ανάμεσά τους και παιδιά.

Στους Θεατρίνους (Εκδόσεις Πόλις, 2014, μτφρ. Κλαίρη Παπαμιχαήλ), oι τρεις άντρες και η γυναίκα που ταξιδεύουν με το φορτηγό πλοίο Μήδεια, με προορισμό την Αϊτή της εποχής της δικτατορίας του Πάπα Ντοκ Σεβαλιέ, παρουσιάζονται αρχικά ως ηθικά άμεμπτοι και ιδεαλιστές, μέχρις ότου παρασυρθούν από τη βία και τη διαφθορά που τους περιβάλλει και αποκαλύψουν τα πραγματικά τους πρόσωπα και τις προθέσεις τους.

Στο Η δύναμις και η δόξα (Εκδόσεις Πόλις, 2015, μτφρ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου), ο «ιερέας δίχως όνομα» είναι αλκοολικός, πατέρας εξώγαμου παιδιού που το έχει εγκαταλείψει, δειλός, με πίστη κλονισμένη, χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση. Και όμως, ο ιερέας αυτός αρνείται να υποταγεί στις Αρχές, μετακινείται από χωριό σε χωριό, προσπαθώντας να ξεφύγει από την καταδίωξη, φροντίζει ασθενείς, τελεί λειτουργίες, βαφτίζει παιδιά και οδηγείται στο μαρτύριο, κινούμενος από ένα ιδιότυπο αίσθημα αξιοπρέπειας.

Αντίστοιχα, στον Επίτιμο πρόξενο, που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1973, παρακολουθούμε τις εσωτερικές (και εξωτερικές) συγκρούσεις μιας σειράς ετερόκλητων χαρακτήρων: ο ορθολογισμός απέναντι στον ρομαντισμό, η ηθική απέναντι στο καθήκον, οι αρχές της δημοκρατίας απέναντι στην «αναγκαιότητα» της καταστρατήγησής τους, ο αγοραίος, ηδονικός έρωτας απέναντι στην αγνή, άδολη αγάπη.

Επηρεασμένος από τον Joseph Conrad, όπως και ο John le Carré, ο Graham Greene τοποθετεί συνήθως τις ιστορίες σε «εστίες υψηλής έντασης», σε χώρες που βίωσαν αποικιοκρατικά καθεστώτα ή σκληρές δικτατορίες (Ινδοκίνα, Νότια Αφρική, Λατινική Αμερική, Κούβα πριν από την επανάσταση του Φιντέλ Κάστρο). Στον “Επίτιμο πρόξενο” επιλέγει μια επαρχιακή πόλη της Αργεντινής, στον ποταμό Παρανά, κοντά στα σύνορα με την Παραγουάη, που βρίσκεται υπό το «αιώνιο» (1954-1989), σκληρό δικτατορικό καθεστώς του «Στρατηγού» Αλφρέδο Στρέσνερ. Η υπόθεση:  μια αντάρτικη ομάδα σχεδιάζει την απαγωγή του Αμερικανού πρεσβευτή, για να ζητήσει ως αντάλλαγμα την απελευθέρωση φυλακισμένων συντρόφων. Από λάθος, όμως, στη θέση του συλλαμβάνει τον επίτιμο πρόξενο (χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες) της Μεγάλης Βρετανίας, Τσάρλι Φόρτναμ. Εξηντάρης, αμετανόητος πότης, παντρεμένος με μια νεαρή πρώην πόρνη, την Κλάρα, δεν έχει και πολλές συμπάθειες και η τύχη του αφήνει μάλλον τους πάντες (και τη Μεγάλη Βρετανία) αδιάφορους.

Μόνο ο νεαρός γιατρός Εδουάρδο Πλαρ, γιος ενός εξόριστου Άγγλου που πέρασε δεκαπέντε χρόνια στη φυλακή πριν δολοφονηθεί, εραστής της Κλάρα, ανίκανος να αγαπήσει, ζηλεύοντας το πάθος που τρέφει ο Φόρτναμ για την ερωμένη του, μπλέκεται σχεδόν άθελά του στην προσπάθεια απελευθέρωσης του ομήρου, αντιμετωπίζοντας γραφειοκρατικά εμπόδια, κρατική διαφθορά, διπλωματικές συμπαιγνίες, καθώς και τη συναισθηματική εμπλοκή του με τους απαγωγείς, των οποίων ηγείται ένας πρώην ιερέας.

Ο γιατρός Πλαρ αντιπροσωπεύει τον δυτικό ορθολογισμό. Διαβάζει Ντίκενς και Κόναν Ντόιλ (το μυθιστόρημα γενικά αφθονεί σε σχόλια πάνω στη λογοτεχνία, π.χ. στη «νέα λογοτεχνία» του Χέμινγουεϊ και του Όργουελ σε αντιδιαστολή με τα ευπώλητα βρετανικά ρομάντζα). Ο Πλαρ διακριτικά ειρωνεύεται τον ντόπιο συγγραφέα Χόρχε Χούλιο Σααβέδρα, ο οποίος στα βιβλία του εξιδανικεύει το αργεντίνικο machismo: δηλαδή το φαταλιστικό αντριλίκι, το να τραβήξεις μαχαίρι ή να σε σφάξουν επειδή σου έθιξαν την τιμή ή για τα μάτια μιας γυναίκας, ένα modus vivendi που αποθεώθηκε στη «μυθολογία των Γκάουτσος» του Χόρχε Λούις Μπόρχες.

Ο Πλαρ δεν έχει αντικειμενικό λόγο για να εμπλακεί στην υπόθεση της απαγωγής∙ υποκινείται από το χρέος απέναντι στον αντικαθεστωτικό, αγωνιστή πατέρα του, καθώς και από τις ενοχές που αισθάνεται απέναντι στον Φόρνταμ, επειδή τον απατά με την Κλάρα. Η ίδια, πρώην πόρνη, παλαντζάρει ανάμεσα στην ερωτική ηδονή που της προσφέρει ο γιατρός και την «υλική ασφάλεια» που της παρέχει ο πρόξενος.

Ο αστυνόμος Πέρες, αν και αρχικά εμφανίζεται ως προσηνής, ηθικά άμεμπτος και πιστός στο καθήκον, στο τέλος δεν θα διστάσει, όχι απλώς να παραβεί τον νόμο, αλλά να λερώσει τα χέρια του με αίμα προκειμένου να κερδίσει δάφνες δόξας.

Στον αντίποδα του Πέρες, ο αριστερός ιερέας Ρίβας, ηγέτης των ανταρτών, στην πραγματικότητα δεν είναι διατεθειμένος να φτάσει στα άκρα και να δολοφονήσει τον κρατούμενό του. Το γεγονός αυτό τον φέρνει σε αντιπαράθεση με τους συντρόφους του: τον πιο διαλλακτικό τροτσκιστή Πάμπλο, που γράφει αποκλειστικά ποιήματα με θέμα τον θάνατο, και κυρίως τον Ακίνο, ο οποίος υπερασπίζεται έναν σκληρό, άκαμπτο και κακοχωνεμένο γκεβαρισμό.

Στις ωραιότερες σελίδες του βιβλίου, ο γιατρός Πλαρ και ο ιερέας Λεόν Ρίβας αντιπαρατίθενται φιλοσοφικά, σ’ έναν διάλογο ανάμεσα στον επιστημονικό πραγματισμό και στη Θεολογία της Απελευθέρωσης (εν συντομία, η αριστερή φράξια του καθολικισμού στη Λατινική Αμερική∙ ιερείς της έπαιξαν σημαντικό ρόλο σε πολυάριθμα ένοπλα αντάρτικα σε διάφορες χώρες):

Ρίβας: «[…] Η καλή προαίρεση του Θεού εκδηλώνεται πλήρως έστω και μία φορά, ώστε η σκοτεινή πλευρά να μην μπορεί να σημειώνει παρά κάτι μικρές νίκες πού και πού. Κάθε κακή μας πράξη ενισχύει τη σκοτεινή του πλευρά, και κάθε καλή επικουρεί τη φωτεινή του. Τουλάχιστον, όμως, τώρα μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η εξέλιξη θα ολοκληρωθεί κάποια μέρα.»

Πλαρ: «Και θα βοηθήσει την εξέλιξη η εκτέλεση του Τσάρλι Φόρτναμ;»

«Όχι, Προσεύχομαι να μην αναγκαστώ να τον σκοτώσω.»

«Κι όμως, θα το κάνεις αν δεν ενδώσουν.»

«Ναι. Όπως κι εσύ πηγαίνεις με τη γυναίκα κάποιου άλλου. Δέκα άνθρωποι αργοπεθαίνουν στη φυλακή, κι εγώ σκέφτομαι πως αγωνίζομαι γι’ αυτούς που αγαπώ […] Ένας άγιος άνθρωπος θα προσευχόταν, ενώ εγώ κουβαλάω όπλο.»

Έμεινε ο Τσάρλι Φόρτναμ, ο «επίτιμος πρόξενος». Στις αναδρομικές αφηγήσεις, που αφορούν τη γνωριμία και τη σχέση του με τον Πλαρ, ο Φόρτναμ παρουσιάζεται νωθρός, ανίκανος να εκπληρώσει ακόμα και τα ασήμαντα καθήκοντά του (ή ακριβώς γι’ αυτό), παντελώς αδιάφορος για τα πολιτικά, εξίσου αδιάφορος για τον έρωτα. Το μόνο που τον ενδιαφέρει καθημερινά είναι το ποτό, «στη σωστή δόση» (ακριβώς για να αποφύγει τα στερητικά, και ο ίδιος ο Greene αντιμετώπισε σοβαρό πρόβλημα αλκοολισμού). Πίνει μάλιστα από επιλογή του το μετριότατο Long John, επειδή του μπουκάλι του βγάζει -πράγματι- μιάμιση μεζούρα παραπάνω από τις περισσότερες τυποποιημένες φίρμες ουίσκι.

Ως λογοτεχνικός χαρακτήρας, ο Τσάρλι Φόρτναμ προσιδιάζει στον πρόξενο Τζόφρεϋ Φέρμιν στο συγκλονιστικό Κάτω από το ηφαίστειο του Malcolm Lowry (1947). Παρακινημένος από τον δίχως ανταπόκριση έρωτά του, ο πρόξενος Φέρμιν επιχειρεί μια αλκοολική κατάβαση στην δαντική κόλαση κατά την Ημέρα της Γιορτής των Νεκρών στην Πόλη του Μεξικού.

Ωστόσο, στο τέλος του μυθιστορήματος του Greene, ο Τσάρλι Φόρτναμ αφυπνίζεται. Περιβάλλει με στοργή την Κλάρα, που κυοφορεί, ενώ εκφράζει, έστω καθυστερημένα, πατρικά αισθήματα για τον Πλαρ. Συγχρόνως, ως μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας της υπόθεσης της απαγωγής, επιδιώκει να αντικρούσει το «επίσημο αφήγημα» και να αποκαλύψει ποιος πραγματικά δολοφόνησε «αθώους και φταίχτες». Εν τέλει, ο Τσάρλι Φόρτναμ γίνεται κοινωνός μιας περίφημης φράσης του Μπαλζάκ: «Η συνείδησή μας παραμένει αλάνθαστος κριτής όταν δεν την έχουμε δολοφονήσει».     

Ο επίτιμος πρόξενος είναι πρώτα από όλα ένα υπαρξιακό μυθιστόρημα που πραγματεύεται το ζήτημα της συνείδησης αναφορικά με την ηθική στάση του ανθρώπου. Πλάι στο Η δύναμις και η δόξα, το αριστούργημα του Graham Greene.

Graham Greene, Ο επίτιμος πρόξενος

Εκδόσεις Πόλις, 2023
Σελ. 400, μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured