Οι ΗΠΑ είναι συγκλονισμένες από ένα ακόμα μακελειό σε σχολείο του Τέξας. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν κατηγόρησε ανοιχτά το «λόμπι των όπλων», την NRA. Η τελευταία, κατά την προσφιλή της συνήθεια, αποποιήθηκε κάθε ευθύνη περί ανεξέλεγκτης οπλοκατοχής, χαρακτηρίζοντας τη σφαγή στο πρωτοβάθμιο σχολείο Ρομπ πράξη «μεμονωμένου και διαταραγμένου εγκληματία».
Οι αριθμοί, ωστόσο, είναι αμείλικτοι: τα τελευταία είκοσι χρόνια παρήχθησαν περισσότερα από 139 εκατομμύρια πυροβόλα όπλα στις ΗΠΑ, 11,3 εκατομμύρια μόνο το 2020, σύμφωνα με έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης που δημοσιεύθηκε λίγες μέρες μετά το περιστατικό του Τέξας.
Την ίδια περίοδο έγιναν εισαγωγές 71 εκατομμυρίων πυροβόλων όπλων, ένδειξη της φρενήρους αύξησης των πυροβόλων όπλων που είναι διαθέσιμα στις ΗΠΑ, η οποία έχει τροφοδοτήσει την έξαρση της βίας, των φόνων και των αυτοκτονιών.
Οι δολοφονίες, μαζικές ή μη, είναι καθημερινό φαινόμενο στις ΗΠΑ. Από το 1968, περισσότερο από ενάμισι εκατομμύριο Αμερικανοί έχουν σκοτωθεί από όπλα. Οι αριθμοί είναι τόσο μεγάλοι, τόσο ολέθριοι, που αναγκάζεται κανείς να αναρωτηθεί γιατί η Αμερική είναι η πιο βίαιη χώρα του δυτικού κόσμου; Οι περισσότεροι Αμερικανοί θεωρούν τους θανάτους από όπλα σαν θανατηφόρα τροχαία – μια αναπόφευκτη, αν και φρικτή, συνέπεια της καθημερινής ζωής.
Κάθε φορά που συμβαίνει ένα τέτοιο περιστατικό, η επείγουσα αίσθηση ότι κάτι πρέπει να γίνει σύντομα επισκιάζεται από μια αίσθηση παραίτησης ότι τίποτα δεν θα αλλάξει επειδή μια σημαντική, καλά οργανωμένη μειοψηφία πιστεύει ότι τίποτα δεν πρέπει να αλλάξει και δείχνει το σύνταγμα σαν να ήταν ιερό βιβλίο σε μια θεοκρατία. Και έτσι αυτό που θα έπρεπε να είναι μια συζήτηση για τη δημόσια ασφάλεια καταλήγει σε μια σειρά από καλά δοκιμασμένα ξόρκια, αφιερωμένα στη θλίψη και το δόγμα, που αποτελούν ένα μόνιμο εθνικό ρέκβιεμ για τη σφαγή αθώων.
Το Αιματοβαμμένο έθνος του Paul Auster – εν μέρει απομνημονεύματα, εν μέρει δοκίμιο – προσφέρει έναν προβληματισμό για το ρόλο που έπαιξε το όπλο στην αμερικανική πολιτισμική, πολεμική και νομική ιστορία, το πώς επηρεάζουν αυτά την κοινωνία, αλλά και για τη ζωή του ίδιου του μυθιστοριογράφου. Μαθαίνουμε για τη σταδιακή, απρόσκοπτη εισαγωγή του στα όπλα, από τα παιδικά παιχνίδια μέχρι το τουφέκι που δοκιμάζει στην καλοκαιρινή κατασκήνωση και ένα δίκαννο κυνηγετικό όπλο στη φάρμα του φίλου του. Όταν κατατάσσεται στο εμπορικό ναυτικό, συναντά ανθρώπους από τον Νότο και υπογραμμίζει την απερίσκεπτη σχέση τους με τα πυροβόλα όπλα.
Ενώ δεν υπήρχαν όπλα στο σπίτι του Auster, υπήρξε ένας σημαντικός, αν και σπάνια αναφέρεται, θάνατος από όπλο στην ιστορία της οικογένειας: η γιαγιά του πυροβόλησε τον εν διαστάσει παππού του μπροστά στα μάτια του θείου του.
«Η σχέση της Αμερικής με το όπλο είναι κάθε άλλο παρά ορθολογική… και επομένως έχουμε κάνει ελάχιστα ή τίποτα για να διορθώσουμε το πρόβλημα», γράφει.
Το πρόβλημα, ισχυρίζεται, δεν είναι νέο και το έθνος θα πρέπει να σκάψει βαθιά για να αποκαλύψει τις ρίζες του. «Για να καταλάβουμε πώς φτάσαμε εδώ, πρέπει να απομακρυνθούμε από το παρόν και να επιστρέψουμε στην αρχή, πίσω στην εποχή πριν ανακαλυφθούν οι ΗΠΑ».
Όπως ξεκαθαρίζει ο Auster, η εθνική κουλτούρα έχει αναχθεί σε αυτή του κατόχου του όπλου. Λόγω της Δεύτερης Τροποποίησης του Συντάγματος των ΗΠΑ – που επιτρέπει την οπλοκατοχή.
Η Εθνική Ένωση Όπλων (NRA), που κινεί τα νήματα της οπλοκατοχής, είναι πανίσχυρη. Στην πραγματικότητα, ελέγχει μεγάλο μέρος του Κογκρέσου και τη συντριπτική πλειοψηφία των Ρεπομπλικάνων. Η NRA έχει ένα ετήσιο μπάτζετ περίπου 250 εκατ. δολαρίων. Μεταξύ 2000 και 2020 έδωσε σε πολιτικές καμπάνιες 15 φορές περισσότερα χρήματα από ότι οι οργανώσεις για την ασφάλεια και τον έλεγχο των όπλων.
Η λύση, σύμφωνα με τον Auster, δεν έγκειται στην απαγόρευση της κατασκευής και της πώλησης όλων των όπλων – γιατί η απόπειρα να γίνει κάτι τέτοιο θα ήταν τόσο μη πρακτική και αναποτελεσματική στις ΗΠΑ όσο η απαγόρευση του αλκοόλ κατά τη διάρκεια της Ποταπαγόρευσης, η οποία ποινικοποίησε τους απλούς ανθρώπους και δημιούργησε μια ακμάζουσα μαύρη αγορά. Ο Auster υποστηρίζει ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος, μοναδικό στις ΗΠΑ μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών, απαιτεί μια διαδικασία πολύ πιο εμπεριστατωμένη και εσωστρεφή που δεν ξεκινά με τη νομοθεσία. «Η ειρήνη θα επιτευχθεί», γράφει, «μόνο όταν το θέλουν και οι δύο πλευρές, και για να συμβεί αυτό, θα πρέπει πρώτα να διεξαγάγουμε μια ειλικρινή, εξέταση του ποιοι είμαστε και ποιοι θέλουμε να είμαστε ως ένας λαός που πηγαίνει μπροστά στο μέλλον, ο οποίος αναγκαστικά θα έπρεπε να ξεκινήσει με μια ειλικρινή εξέταση του ποιοι ήμασταν στο παρελθόν».
Είναι προφανώς ότι ο Auster προσεγγίζει το θέμα του από «αμερικανική σκοπιά», που σε αρκετές περιπτώσεις κρίνεται ανεπαρκής, σε σχέση με τις δημοκρατικές, ευρωπαϊκές ευαισθησίες μας.
Εντοπίζει ωστόσο την αταβιστική προσκόλληση στα πυροβόλα όπλα στην Αμερική που τοποθετεί το όπλο στο κέντρο ορισμένων από τους πιο αγαπητούς μύθους του έθνους. Σύμφωνα με αυτούς τους μύθους, που έχουν συνδιαμορφώσει την αμερικανική ακροδεξιά, το όπλο μιλάει για αυτοδυναμία και μικρή κυβέρνηση: υπερασπιστείτε τον εαυτό σας, μην το αφήνετε στο κράτος, το οποίο δεν μπορεί να σας υπερασπιστεί και μπορεί κάλλιστα να επιδιώξει να σας καταπιέσει. Μιλάει για την αποθέωση της «αρρενωπότητας»: οι πραγματικοί άντρες προστατεύουν τις οικογένειες και την περιουσία τους με κάθε μέσο. Στην εξουσία και την κυριαρχία: το έθνος κερδήθηκε, υπερασπίστηκε και προστατεύτηκε με τη βία γενικά και με το όπλο ειδικότερα.
Ο πληθυσμός των ΗΠΑ κατέχει 393 εκατομμύρια όπλα — περισσότερα όπλα ανά 100 άτομα (120,5) από οποιοδήποτε άλλο έθνος. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν στην Αμερική περισσότερα όπλα από ό,τι άνθρωποι. Κάθε χρόνο, περίπου 40.000 πεθαίνουν από τραύματα από πυροβολισμούς, αυτοτραυματισμούς ή με άλλο τρόπο. Οι πυροβολισμοί έχουν επηρεάσει τα σχολεία περισσότερο από άλλα ιδρύματα. Ο Auster αναφέρει ότι υπήρξαν 228 επεισόδια ένοπλης βίας σε σχολεία και κολέγια σε όλη τη χώρα την τελευταία δεκαετία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι έχουν όπλο, φυσικά. οι περισσότεροι όχι. Μάλλον, αμέτρητοι ιδιοκτήτες όπλων έχουν πολλά όπλα. Αλλά ο Auster αναφέρει ότι η οπλοκατοχή αυξήθηκε από 32 τοις εκατό του πληθυσμού σε σχεδόν 39 τοις εκατό κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Γιατί η κυβέρνηση δεν εργάζεται για να αποτρέψει τους θανάτους από όπλα; Το 1996, το Κογκρέσο απαγόρευσε στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) να χρησιμοποιήσει ομοσπονδιακούς πόρους για τη διεξαγωγή έρευνας που «μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την υποστήριξη ή την προώθηση του ελέγχου των όπλων». Το 2018, ο νόμος τροποποιήθηκε. Τώρα, το CDC μπορεί πράγματι να διεξάγει έρευνα για την ένοπλη βία. Απλώς δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει ομοσπονδιακούς πόρους για να αναγνωρίσει την ανάγκη για έλεγχο των όπλων. Συν τις άλλοις, η επιρροή που ασκεί η NRA στο Κογκρέσο, μπλοκάρει κάθε περαιτέρω νομικό έλεγχο.
Ο Auster κάνει τα πάντα για να καταδικάσει δύο εθνικές αμαρτίες, τη σκλαβιά των Μαύρων και τη σφαγή των αυτόχθονων Αμερικανών. Δείχνει πώς η πληθώρα των όπλων κατέστησε δυνατά και τα δύο φαινόμενα και ιδιαίτερα βάναυσα για τις μειονότητες που επλήγησαν. Όπως σημειώνει ο Auster οι ΗΠA γεννήθηκαν με το αίμα στα χέρια τους και ποτέ δεν έκαναν την αυτοκριτική τους
Συμβολικό, αναθηματικό, αλλά και επεξηγηματικό ρόλο έχουν οι στοιχειωμένες, ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Spencer Ostrander, από τοποθεσίες όπου σημειώθηκαν μαζικοί πυροβολισμοί. Ο γνωστός φωτογράφος και γαμπρός του συγγραφέα ταξίδεψε στην αμερικανική ενδοχώρα για να φωτογραφίσει μέρη όπου είχαν σημειωθεί μαζικοί πυροβολισμοί την τελευταία εικοσαετία. Περισσότερες από τριάντα φωτογραφίες, στις οποίες απεικονίζονται κυρίως πολυκαταστήματα, σχολεία και εκκλησίες. Το ανατριχιαστικό είναι η πλήρης απουσία του ανθρώπινου στοιχείου.
Paul Auster, Αιματοβαμμένο έθνος
Φωτογραφίες: Spencer Ostrander
Μεταίχμιο, 2024
Σελίδες 172
Μετάφραση: Ιωάννα Ηλιάδη