«Εδώ είναι η κόκκινη ζώνη;», ρωτάμε τον υπάλληλο του Wembley.
«Ναι αλλά πρέπει να περάσετε πρώτα από τα wristbands, εδώ είναι μόνο οι πρώτοι 200 που έχουν κατασκηνώσει απο προχτές.»
(ντόινγκ!)

Τα φόρουμ είχαν πιάσει φωτιά ήδη από την αρχή της εβδομάδας όταν άρχισε να αναπαράγεται η είδηση ότι ήδη εκατοντάδες άνθρωποι έχουν κατασκηνώσει έξω από το Wembley για να πιάσουν σειρά. Εντάξει, για όσους ξέρουν λίγο τι συμβαίνει με τις περιοδείες του Springsteen αυτά είναι γνωστά για πολλά χρόνια, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν παύει κάθε φορά να με εκπλήσσει ο τρόπος που ο κόσμος ενθουσιάζεται με όλο αυτό.

Την περίοδο της παντοκρατορίας του Spotify, της Apple Music, της εξατομίκευσης των λιστών και, ίσως περισσότερο από όλα, της ευκολίας που οι πλατφόρμες προσφέρουν στην κατανάλωση της μουσικής, τι είναι αυτό που κάνει τελικά έναν άνθρωπο να σηκωθεί μια και δυο μέρες πριν την προγραμματισμένη συναυλία και να πάει να στηθεί για να πιάσει σειρά σε ένα live;

Εδώ δεν παρακολουθείς παθητικά ως θεατής, συμμετέχεις σε όλο αυτό και γίνεσαι κομμάτι του, σκέφτομαι. Ναι, όλο αυτό περιλαμβάνει κούραση και ταλαιπωρία and that's ok -κι ας μην καταλαβαίνει η θεία μου, «Γιατί παιδί μου δεν μένεις στο σπίτι σου να τον δεις στο γιουτούμπ;»

Όσον τα σκέφτομαι αυτά, ο ήλιος ζεσταίνει τα τσιμέντα του Wembley, και ο μπροστινός μου ξεφουσκώνει ένα μαξιλαράκι πτήσης που είχε μαζί του για να κοιμηθεί (μάλλον). Κοιτάζω γύρω μου τις ηλικίες, πολύ λευκό μαλλί, ηλικίες 60-75 άλλα όλοι και όλες αρκετά κοτσωνάτοι και καλοβαλμένοι, αρκετοί εκ των οποίων κάθονται οκλαδόν με τα νερά τους και τα φρούτα τους και τα γυαλιά ηλίου τους. Ανοίγω το βλέμα μου και βλέπω και παιδιά, νεολαία, 30άρηδες, τελικά είναι όλοι εδώ.

(Κοιτάζω το κινητό, 81% μπαταρία. Σιγομουρμουρίζω,
now on the street tonight the lights grow dim
The walls of my room are closing in
There’s a war outside still raging
you say it ain’t ours anymore to win
I want to sleep beneath peaceful skies in my lover’s bed
with a wide open country in my eyes
and these romantic dreams in my head)

Cut - μισό βήμα πίσω.

Λονδίνο, Σάββατο 27 Ιουλίου, η δεύτερη συναυλία του Bruce Springsteen στο Wembley, δύο μέρες μετά την πρώτη. 52 lives, όλα sold out σε λίγες ώρες. Κουβαλά μαζί του 20 βραβεία Grammy, ένα Oscar, δύο Χρυσές Σφαίρες, ένα ειδικό βραβείο Tony, το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, μια τιμή από το Kennedy Center και εισαγωγή στο Rock and Roll Hall of Fame και στο Songwriters Hall of Fame, πωλήσεις άνω των 140 εκατομμυρίων δίσκων παγκοσμίως, ενώ είναι ο πρώτος καλλιτέχνης στην ιστορία της μουσικής με ένα άλμπουμ στην κορυφαία πεντάδα για έξι συνεχόμενες δεκαετίες. Ίσως δε χρειάζονται οι wiki συστάσεις.

Τα εισιτήρια που είχαμε ήταν για το κομμάτι που είναι μπροστά στην σκηνή. Εδώ και κάποια χρόνια στο Λονδίνο έχω καταλήξει πως το Wembley δεν είναι ο αγαπημένος μου χώρος για μεγάλες συναυλίες, τουναντίον προτιμώ τα μεγάλα πάρκα που είναι υπέροχα το καλοκαίρι, και επιπλέον τα δέντρα συνήθως απορροφούν τον αντίλαλο των μεγάλων συστημάτων ήχου.

Ξεκινάω μία συζήτηση με την παρέα μου για την τρέλα του κόσμου με τον Springsteen. Συμβαίνει το ίδιο και με τους Rolling Stones ή με τον Εlton John ή ακόμη και με τον Bob Dylan, ας πούμε, και αν όχι, γιατί; Νομίζω πως όχι. Είχα την τύχη να δω και Bruce και Stones ζωντανά τα τελευταία δύο χρόνια και δεν υπάρχει σύγκριση. Ναι οι Stones είναι η μεγαλύτερη εν ζωή μπάντα που μετρά 6 γεμάτες δεκαετίες μουσικής. Δεν χωρούν άλλοι στον θρόνο τους. Όμως με τον Springsteen υπάρχει ένας διαφορετικός μύθος. Είναι κάτι αρχικά ακατανόητο, τι κάνει τόσα εκατομμύρια ανθρώπους να τον ακολουθούν παντού, να στριμώχνονται σε ουρές, να κοιμούνται σε sleeping bag έξω από στάδια, να ξοδεύουν την άδεια των διακοπών τους ακολουθώντας τον ανά την Ευρώπη για εβδομάδες, ακόμη και να γιορτάζουν σε μπαρ τα γενεθλία του κάθε χρόνο με μεγάλα πάρτυ.

(Χέρι μέσα στην τσέπη, φυστίκια για ενέργεια, σκέφτομαι ότι έχουμε 2 ώρες μέχρι να ανοίξουν οι πόρτες, συν δύο ώρες για την έναρξη, συν ένα γεμάτο τρίωρο set, σύνολο 7 ώρες στο πόδι.)

Συνεχίζω – το ξέρω ότι θα ακουστεί ως κοινοτοπία, άλλα δεν πειράζει: ο Springsteen είναι μία κατηγορία από μόνος του. Δεν είναι απλά ένας ρόκερ που κάπως ξέμεινε από τα 70s και μέχρι και σήμερα κεφαλαιοποιεί την νεανική του φήμη παίζοντας για να βγάλει την σύνταξη του. Toν είδα πρώτη φορά το 2016 στο Βέλγιο, και ήταν σαν ιδρωμένο αγρίμι πάνω στην σκηνή. Μετά από σχεδόν 3 ώρες δεν ήθελε να φύγει. Χόρευε με κόσμο, έκανε πλάκα στους μουσικούς του, έτρεχε να δώσει την φυσαρμόνικά του σε ένα παιδάκι στην μπροστινή σειρά, γελούσε με κάθε μικρό λάθος που ενδεχομένως γινόταν στον ήχο. Πίστευα δεν θα τον ξαναδω έτσι, και ήμουν λάθος.

Πέρυσι τον είδα και στην Ρώμη και στο Hyde Park. Φέτος στο Wembley. Νόμιζα ότι είμαι λίγο υπερβολικός στην αποτίμησή μου πως πρόκειται για prime period για τον ίδιο, μέχρι που είδα μία κυρία να γράφει σε ένα φόρουμ: «Τον έχω δει πάνω από 50 φορές και oφείλω να πω ότι η δεύτερη νύχτα στο Wembley ήταν κάτι το ξεχωριστό. Χαρούμενος κόσμος σημαίνει χαρούμενος Bruce, και ένας χαρούμενος Bruce σημαίνει χαρούμενος κόσμος. Ήταν απλώς μια εκπληκτική βραδιά, και ανυπομονώ για την επόμενη φορά.»

Μήπως όλα αυτά είναι υπερβολές ή όντως κάτι συμβαίνει εδώ;

Noμίζω πως κάτι συμβαίνει. Αν έπρεπε να απομονώσω δύο λόγους που ο άνθρωπος αυτός έχει δημιουργήσει για πολλούς τις καλύτερες περιοδείες όλων των εποχών, θα κατέληγα στους εξής δύο.

Ο Bruce Springsteen είναι ένας λαϊκός καλλιτέχνης. Δεν προσπαθούσε ποτέ να μιλήσει στην φιλελεύθερη διανόηση της Αμερικής γιατί δεν ήξερε πώς να το κάνει αυτό. Οι οικογένεια του ήταν τέκνο της προπολεμικής εργατικής τάξης ενώ δική του γενιά αναζητούσε αυτή την δυνατότητα της μεταπολεμικής Αμερικής να πρωταγωνιστήσει. Ο πατέρας του δύσκολος άνθρωπος, αλκοολικός, η οικογένεια έντονα καθολική, μεγάλωσε αρκετά χρόνια με την γιαγιά του στο New Jersey, σε μία εποχή που κυριαρχούσαν οι Chevrolets, η φτώχεια και o Elvis, και η διασκέδαση των ανθρώπων ήταν τα μικρά συνοικιακά μπαρ. Οι άνθρωποι πάλευαν να φτιάξουν την ζωή τους σε δύσκολες συνθήκες, το να πας στην διπλανή πόλη είχε όλα τα ρίσκα του κόσμου, και τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα ασφυκτιούσαν στον κόσμο που οραματιζόταν ο Πρόεδρος Αϊζενχάουερ. Όπως ο ίδιος ο Springsteen έχει παραδεχτεί στο βιβλίο του, ένιωσε κάποια στιγμή πως αυτή είναι μία ιστορία που πρέπει να την πει. Η ιστορία, στην πραγματικότητα, της αμερικάνικης εργατικής τάξης. Με τους έρωτες, τις αντιφάσεις, τα όνειρα, τα λάθη, την βία του κράτους, την φυγή μπρος τα εμπρός άλλα και όσους δεν τα κατάφεραν. Ένα νουάρ μυθιστόρημα βασισμένο σε αληθινές ιστορίες, που δεν ήταν διδακτικό για τους φτωχούς, ούτε ήθελε να αναζητήσει την middle-class αλληγορία του Bob Dylan που συνομιλούσε με την γραμματιζούμενη φοιτητική νεολαία της δεκαετίας του 60. Ο Springsteen δεν είχε τέτοια περιθώρια, τον άκουγαν πολύ οι εργάτες στα λιμάνια, εκείνοι και εκείνες που ήξεραν ότι δεν θα εγκαταλείψουν ποτέ την πόλη που γεννήθηκαν, η μουσική του έπαιζε στα blue collar bars της περιόδου, οι λαϊκοί άνθρωποι ερωτεύονταν με τα τραγούδια του, πήγαιναν στην δουλειά τους, έκαναν απεργία. Δεν ήξερε πως να γράψει βαρύγδουπα νοήματα. Ο Springsteen λοιπόν, είναι ο μεγαλύτερος αφηγητής αυτών των δεκαετιών, μέχρι και σήμερα, και για αυτό η δουλειά του παραμένει relevant και κινητοποιεί κόσμο.

I got a job working construction
For the Johnstown Company
But lately there ain't been much work
On account of the economy
Now all them things that seemed so important
Well mister they vanished right into the air
Now I just act like I don't remember
Mary acts like she don't care

Ο δεύτερος λόγος, κατά τη γνώμη μου είναι η οικογένεια της E Street Band. Χωρίς αυτούς τους ανθρώπους δεν θα υπήρχε τίποτα. Εκεί γύρω στο 1972 την έφτιαξε παρέα με τον Stevie Van Zandt, τον Clarence Clemons και τους υπόλοιπους, και από τότε δεν την αποχωρήστηκε ποτέ, εκτός από μερικά σύντομα διαλείμματα. Αυτή η μπάντα μετέτρεψε τον Bruce σύντομα από έναν καλό τραγουδοποιό, σε έναν κορυφαίο μαέστρο. H φετινή εννιαμελής μπάντα του συνοδεύτηκε με άλλου τόσους μουσικούς και τραγουδιστές πάνω στην σκηνή, δεν γεμίζει μόνο τον ήχο στα ηχεία. Έχοντας μεγαλώσει με τους ήχους των Van Morisson, Elvis, Woodie Guthrie και Buddy Holly, ήξερε από νωρίς ότι χρειαζόταν να φτιάξει μία ομάδα ανθρώπων οι οποίοι θα μπορούσαν να συνδέσουν όλα αυτά τα ακούσματα, από την αμερικάνικη τραγουδοποιεία, την hard rock και την country μέχρι την μαύρη μουσική, και την soul. Έχοντας περάσει πολλά σκοτάδια ως παιδί ήταν και λίγο ανασφαλής και για αυτό προτιμούσε και τους φίλους του μαζί του στην σκηνή, επομένως γρήγορα η E Street Band έγινε η ζωή του.

Αυτή η μπάντα επιτρέπει σε όλους να συνεχίζουν με όρεξη, να περνάνε καλά όλη την ώρα πάνω στην σκηνή, να γελούν μεταξύ τους: καμιά φορά ο Bruce υποκρίνεται λίγο πριν το encore ότι βαρέθηκε να παίζει μουσική, μόνο για να κάνει τον Van Zandt να του απαντήσει, «εγώ πάλι όχι, λέω να συνεχίσω». Χωρίς αυτή την μπάντα από το New Jersey, δεν θα ίδρωνε το ίδιο σήμερα, ούτε θα είχε κάτι να περιμένει όταν πριν λίγα χρόνια πάλευε ο ίδιος με την κατάθλιψη. Σίγουρα όμως δεν θα είχε πειστική απάντηση στον John Lennon ο οποίος σχολιάζοντας την κρίση ηλικίας που περνούν οι καλλιτέχνες (και ο ίδιος), είχε αναφέρει δεικτικά σε μία συνέντευξή του: “God help Bruce Springsteen when they decide he’s no longer God…”. Αυτή λοιπόν, είναι η πιο ολοκληρωμένη συναυλιακή εμπειρία που μπορεί να ζήσει κάποιος σήμερα.

Fast forward - πλησιάζει 5μμ. Εμφανίζεται ο κύριος με το γιλέκο της διοργάνωσης, ένα μικρό πλαστικό μεγαφωνάκι και καπέλο για τον ήλιο, και μας ζητά να σηκωθούμε και ετοιμάσουμε τα εισιτήρια μας. Ο Γερμανός δίπλα μου ανανεώνει το αντηλιακό του. Σε δέκα λεπτά ανοίγουν οι πόρτες της arena και με έχει πιάσει μία περίεργη ταχυπαλμία. Έχω πάει σε όλων των ειδών τα live και τα φεστιβάλ εδώ και 23 χρόνια, και δεν ξέρω γιατί έχω αυτή την ξαφνική υπερένταση. Ελπίζω σύντομα αυτό το άρθρο να αυτοκαταστραφεί, και την θέση του να πάρει μία συναυλιοκριτική του Springsteen στην Ελλάδα. Θα είναι η πρώτη από το 1988.

Κείμενο: Στέλιος Φωτεινόπουλος

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured