Υπάρχει (ένα) ακόμα πράγμα στην Αμερική του οποίου τη δυναμική δεν θα μπορέσουμε ίσως ποτέ να συλλάβουμε ακριβώς σε μια χώρα όπως η Ελλάδα. Λέγεται κολεγιακό ραδιόφωνο. Οι ανεξάρτητοι πανεπιστημιακοί ραδιοφωνικοί σταθμοί που εκπέμπουν τοπικά στην περιφέρεια του εκάστοτε Πανεπιστημίου στημένοι συνήθως στο υπόγειο κάποιου ξενώνα ή σε μια παραχωρημένη αίθουσα κάποιου βοηθητικού κτιρίου – θύλακες ραδιοφωνικής ελευθερίας και πειραματισμού που επιβιώνουν ακόμα και σήμερα, παρά τη μοιραία απώλεια της αίγλης που έχουν υποστεί από το Internet boom και μετά, στην πολλαπλά «μέτα» εποχή της μουσικής πραγματικότητας. Στα κολεγιακά ραδιόφωνα των ΗΠΑ που γνώρισαν τον σύγχρονο χρυσό αιώνα τους στα χρόνια της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές των ‘90s ακούστηκαν «συστηματικά» για πρώτη φορά ονόματα όπως οι Dinosaur Jr. και οι Hüsker Dü (θα μου πείτε αναμενόμενο) αλλά και οι Smiths, οι Cure , οι U2 (θα σας πω λιγότερο αναμενόμενο) καθώς τα κραταιά αμερικανικά FM έτρεχαν ήδη από τότε με σφιχτά, «δοσμένα» προγράμματα και playlists που σε μεγάλο βαθμό κρατούσαν τη «φρέσκια» μουσική εκτός ραδιοφώνου. Στην απήχηση του κολεγιακού ραδιοφώνου άλλωστε «χρεώνεται» με την καλή έννοια και το μεγάλο breakthrough των Nirvana το 1991 που σε κάθε περίπτωση μάρκαρε ένα από τα μεγάλα μουσικά ορόσημα της σύγχρονης μουσικής μιας και από τότε πολλά άλλαξαν για πολλούς.
Ένα από τα πολύ σημαντικά indie darlings του κολεγιακού ραδιοφώνου των ‘90s υπήρξαν και οι Magnetic Fields, η μπάντα του Stephin Merritt από τη Βοστόνη, βαφτισμένοι στο όνομα της αυτόματης γραφής του Andre Breton και του Philippe Soupault. Ήδη το πρώτο τους single, “100.000 Fireflies” και το ίδιας παραγωγής και κυκλοφορίας ντεμπούτο τους Distant Plastic Trees το 1991 οι Magnetic Fields ξεκίνησαν να απολαμβάνουν μια καλή αναγνωρισιμότητα στους «ψαγμένους» indie κύκλους των μουσικόφιλων φοιτητών η οποία εδραιώθηκε περαιτέρω με την εδραίωση του Merritt ως τραγουδοποιού μέσα τη δραστηριότητά του σε μια πλειάδα παράλληλων projects όπως οι Gothic Archies και οι Future Bible Heroes. Κάπως έτσι, όταν το 1999 ήρθε η ώρα για το αριστούργημα της μπάντας, το τριπλό album με τον μνημειώδη τίτλο 69 Love Songs, ο δρόμος ήταν στρωμένος για να ξεφύγει το πράγμα από τη στενή αγοραστική δύναμη των λίγων indie «πεφωτισμένων» και να φτάσει στα players των λίγο περισσότερων – o Stephen Merritt θυμόταν σε ένα podcast πριν λίγα χρόνια το πώς η ζήτηση για τον δίσκο ξεπέρασε πολύ σύντομα και κατά πολύ τα αντίτυπα της αρχικής έκδοσης με αποτέλεσμα το 69 Love Songs να γίνει ένα αξιοσημείωτα περιζήτητο album το 2000.
Με το θεατρικό concept του, ένα υβρίδιο έμπνευσης από τα gay piano bars του Manhattan και τα 114 Τραγούδια του Charles Ives, το 69 Love Songs έβγαλε τις συνθετικές, στιχουργικές και μουσικές δυνατότητες του Stephin Merritt και των Magnetic Fields προς τα έξω με όχημα ένα σπουδαίο album ακριβώς στο μεταίχμιο 20ου και 21ου αιώνα και των τεράστιων αλλαγών που αυτό επεφύλασσε για τη μουσική βιομηχανία. Ίσως αυτό το timing σε συνδυασμό και με τη δεκαετία που πέρασε η μπάντα στους κύκλους του προ Internet indie να σφράγισε το album μέσα στην αεροστεγή αύρα μιας καλώς εννοούμενης καλτ λατρείας. Ο δίσκος βέβαια παρότι βαθιά χειροποίητος δεν φέρει σε καμία περίπτωση το χαρακτηριστικό της «πρόχειρης» παραγωγής που χαρακτηρίζει συχνά καλτ διαμάντια της πολιτιστικής παραγωγής. Μια πλειάδα οργάνων μέσα και έξω από το κουτί, από γιουκαλίλι και banjo μέχρι ξυλόφωνο και μαρξόφωνο μαζί με μια ομάδα εξαιρετικών συνεργατών συνωμοτούν στο 69 Love Songs για να υπηρετήσουν τη θεματική του συνθήκη, όπως την έχει περιγράψει πολλές φορές ο ίδιος ο Merritt: love songs κάθε είδους και genre προέλευσης, από εκείνα όμως που έχουν να κάνουν με οτιδήποτε άλλο εκτός από την αγάπη.
Σχεδόν 25 χρόνια μετά αυτή η σπουδαία ανθολογία των 69 Love Songs έχει πια δικαίως και αποδεδειγμένα περάσει στη σφαίρα του classic. Μπορεί τα διάδοχα του albums I, Distortion, Realism και Love at the Bottom να έκαναν πολύ καλή εντύπωση και να βρήκαν μια θέση στο Billboard 200, μπορεί ο Merritt να συνέχισε την αξιόλογη καριέρα του σε διάφορα καλλιτεχνικά χωράφια, μπορεί οι Magnetic Fields να είναι ακόμα πανέτοιμοι να φέρουν εις πέρας ένα επικό concept (βλέπε 50 Songs Memoir) όμως όλοι όσοι λιώσαμε το τριπλό CD του 69 Love Songs, soundtrack στην post millennium νεότητά μας, όταν ακούμε το όνομα “Magnetic Fields” θα ακούμε γλυκά μοιραία και αυτόματα τις καταλυτικές αρμονίες του “All My Little Words” να παίζουν καθαρά στο αναμνησιακό μας φόντο (ξανα)ανοίγοντας μια αθώα εκδοχή του εαυτού μας στον κόσμο.
Αυτά είναι 10 ακόμα τραγούδια που θα ξεχωρίζουμε για πάντα κάθε φορά που τα 69 Love Songs θα μπαίνουν σε play mode.
“Reno Dakota”: Στον πυρήνα του 69 Love Songs
Αν υπήρχε πηγαίος κώδικας για το 69 Love Songs αυτός θα ήταν το διάρκειας μόλις ενός λεπτού “Reno Dakota”. Όλο το όραμα για τραγούδια αγάπης που δεν μιλάνε για αγάπη ξεκινάει από εδώ, όλη η μαγεία και η μαεστρία της ποίησης του Stephen Merritt συμπυκνωμένη σε 65 δευτερόλεπτα με τη φωνή της Claudia Gonson να μην αφήνει κλάσμα να πάει χαμένο. Πόσες αναφορές και ποιητικός πλούτος μπορεί να χωρέσει σε ένα σχεδόν παιδικό τραγουδάκι; Έχεις ένα λεπτό και πέντε δευτερόλεπτα για να το ανακαλύψεις.
“The Book of Love”: Ένα μανιφέστο
Μέγιστο fan favorite όχι μόνο για τους ακόλουθους της μπάντας αλλά και για πολλούς καλλιτέχνες οι οποίοι το προσέγγισαν διασκευαστικά – η version του Peter Gabriel που συμπεριλήφθηκε στο soundtrack του Shall We Dance? με τον Richard Gere και τη Jennifer Lopez το 2004.
Κυρίως όμως αποτελεί ένα δια στόματος Stephen Merritt μανιφέστο που λέει πολλά για το ίδιο το album. Οι στίχοι μιλούν από μόνοι τους: "The book of love has music in it / In fact that’s where music comes from/Some of it is just transcendental / Some of it is just dumb.”
“Papa was a Rodeo”: Είμαι ένας φτωχός και μόνος cowboy
Ένα από τα tracks με τις πλέον «επικές» πεντάλεπτες διάρκειες και μια αφήγηση για μια όντως ερωτική ιστορία, αντιμέτωπη με το αδιέξοδο της μοναχικής μοίρας του ενός μισού της – ή όπως διηγείται ο Merritt η αγάπη δεν είναι επιλογή για κάποιον που δεν είχε ποτέ χρόνο ούτε για ένα one night stand. Ένα μεγάλο fan favorite σε country στιλ με την παράσταση να ανήκει στην α λα Nancy Sinatra συνεισφορά Shirley Simms στην τελευταία στροφή του τραγουδιού.
“(Crazy for You But) Not That Crazy”: Είμαστε Όλοι Τρελοί Εδώ
Δύο λεπτά σε έναν αλλόκοτο διάδρομο εκτόξευσης πριν το abstract διαστημόπλοιο του Stephin Merritt εκτοξευτεί σε έναν πλανήτη όπου όλοι είναι τρελοί – όπως στη Χώρα των Θαυμάτων.
“Sweet Lovin’ Man”: Δεν πετάμε τίποτα
Μια συνταγή του Stephin Merritt για τα leftovers και συγκεκριμένα για το πώς με ένα αρχικά synth pop τραγούδι που προοριζόταν για δεύτερο album των Magnetic Fields The Wayward Bus το 1992 φτιάχνεις ένα από τα πιο χαρακτηριστικά tracks του magnus opus της μπάντας. Το τραγούδι είναι ένα διαυγές παράδειγμα της γέφυρας μεταξύ πολλαπλών μουσικών ειδών που χτίζει στο σύνολο του το album, πετυχαίνοντας μια πανέμορφη ισορροπία μεταξύ των αρχικών καταβολών του, της country προσέγγισης που καθοδηγεί σε μεγάλο βαθμό η φωνή της Claudia Gonson και των ποικίλων λεπτομερειών που επιμελώς ατημέλητα πετάει εδώ κι εκεί ο Merritt. Κοινώς δεν πετάμε τίποτα.
“Grand Canyon”: Στην βαθιά καρδιά της ηπείρου
Ένα ακόμη melting pot του δίσκου για φαινομενικά αντικρουόμενες βασικές αναφορές του ήχου του. Το κλασσικό americana σύστημα συγχορδιών συναντάει synth και ηλεκτρονικά μοτίβα, διακριτικά μεν, ευδιάκριτα δε, ντύνοντας μουσικά μια κορυφαία μεταφορά κατευθείαν από τη βαθιά καρδιά της αμερικανικής ηπείρου. “If I was the Grand Canyon / I’d echo everything you say”.
“If You Don’t Cry”: Μέσα στη νύχτα των άλλων
Ένα εμβόλιμο ταξίδι του Stephin Merritt και των Magnetic Fields μέσα στη νύχτα των άλλων και συγκεκριμένα στις όψιμες το 1991 αναμνήσεις της ‘80s νύχτας, σε μπαρ που δονούνταν από το “Tainted Love” των Soft Cell. Καθαρόαιμες synth pop επιρροές, τις οποίες υπηρετεί και πάλι μοναδικά η φωνή της Gonson. Πώς γλίτωσε από την playlist του San Junipero;
“Long – Forgotten Fairytale”: Pet Shop Boys nostalgia, before it was cool
Ένα ακόμα synth-pop gem των Magnetic Fields, ένα bittersweet ευφορικό tribute στην επιρροή των Pet Shop Boys και της γλώσσας που διαμόρφωσαν στα ‘80s με βαθιά ωστόσο την προσωπική σφραγίδα του Merritt και ως εκ τούτου τη σύνδεσή του με το υπόλοιπο album. Και μάλιστα σε μια εποχή που η Pet Shop Boys και η γενικότερη ‘80s νοσταλγία δεν ήταν ακριβώς συνώνυμο του cool. Θα γινόταν βέβαια περισσότερο από ό, τι θα μπορούσε κανείς να φανταστεί μερικά επεισόδια παρακάτω στις πρώτες δεκαετίες της νέας χιλιετίας. Συνεχίζεται.
“The Night You Can’t Remember”: We will always have Paris
“You don’t remember Paris, hon / But it remembers you,” τραγουδάει o Merritt σε αυτό το εξαίσιο folk βαλσάκι αποκρυσταλλώνοντας σε δύο λεπτά την χαριτωμένη αλλά και σπαρακτική αφέλεια ενός ερωτικού τραγουδιού που γράφτηκε για/σε μια νύχτα που ο ένας πόλος του δεν μπορεί να τη θυμηθεί και ο άλλος δεν μπορεί να την ξεχάσει. Και τι απομένει στο τέλος; Πάντα το (κάθε) Παρίσι.
“The Death of Ferdinand Saussure”: Δεν ξέρω τίποτα για την αγάπη αλλά είμαι ένα τίποτα χωρίς αυτήν
Ποιος ήταν ο Φερδινάνδος Σωσσύρ; Διάσημος Ελβετός γλωσσολόγος, γεννημένος το 1857 στη Γενεύη, ιδρυτής της σύγχονης γλωσσολογίας, θεμελιωτής του στρακτουραλισμού, μέγας θεωρητικός της σημειωτικής και ερευνητής της σχέσης μεταξύ σημαίνοντας και σημαινόμενου. Αυτά θα στα πει η εγκυκλοπαίδεια. Για τον Stephin Merritt ο Σωσσύρ είναι μια τυχαία βραδινή γνωριμία που θα τον οδηγήσει σε έναν φανταστικό φόνο που με τη σειρά του θα γίνει ένα από τα τραγούδια – ναυαρχίδες της ναυαρχίδας της δισκογραφίας του. Για τον Σωσσύρ της εγκυκλοπαίδειας η σχέση μεταξύ σημαίνοντας και σημαινόμενου είναι εντελώς αυθαίρετη. O Σωσσύρ των Magnetic Fields μάλλον συμφωνεί. Δεν είναι σίγουρος για το τι σημαίνει αγάπη. Δεν μπορούμε να πάρουμε μια μπουλντόζα για να μελετήσουμε ορχιδέες. Δεν ξέρουμε τίποτα για την αγάπη αλλά είμαστε ένα τίποτα χωρίς αυτή. Απελπισμένος από αυτό το ρεσιτάλ αγνωστικισμού ο φανταστικός συνθέτης πυροβολεί και σκοτώνει τον φανταστικό – πραγματικό γλωσσολόγο, στο όνομα του πολύχρωμου οράματος των Holland-Dozier-Holland και της Motown. Ο πραγματικός συνθέτης όμως των 69 Love Songs δεν μπορεί παρά να συμφωνεί με τον πραγματικό – φανταστικό γλωσσολόγο. Έγραψε 69 τραγούδια διερευνώντας ισάριθμες αποχρώσεις περιφερειακά της έννοιας του εγχειριδίου. Και όλα καταλήγουν στο ρεφραίν του “The Death of Ferdinand Saussure”: “So we don’t know anything/You don’t know anything/I don’t know anything/About love/And we are nothing/You are nothing/I am nothing/Without love”.
Οι Magnetic Fields θα εμφανιστούν για πρώτη φορά στην Ελλάδα την Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2023 στο Floyd. Περισσότερα εδώ.