Oh, when we met you thought that I could probably change

I warned you then, that baby, I don't seem insane

But I fucking am and I'm rocking a little gold chain

That ain't real gold, I told you that it's fucking fake

I spend my money elsewhere on different things

That come in little plastic bags and they disappear

The same night, the same night

 Ιδού ο αγαπημένος μου στίχος για το 2022 (μαζί με το εξ’ ολοκλήρου συγκλονιστικό “The Next 20th Century” του Father John Misty) – αν και νωρίς για να αποφανθεί κανείς, δύσκολα θα αλλάξει αυτή η απόφαση. Μια ισχυρότατη – όσο και πλήρως ακούσια – γροθιά στον ψεύτικο νεοπλουτισμό που ευαγγελίζονται αμέτρητοι, αναλώσιμοι καλλιτέχνες των charts γεμίζοντας τους λογαριασμούς τους μακιγιάροντας άγαρμπα τα άφθονα συμπλέγματά τους.

 

Για πάμε τώρα να ρίξουμε μια γρήγορη ματιά στον αγαπημένο μου στίχο για το 2018:

We had a little dog

Such a little dog

But it reminded me of a large dog

Just in miniature size

 

 

Δύο Δευτέρες πίσω, η λογική που επιτάσσει η πλήρης παραφωνία μου κοντραρίστηκε σκληρά με το συναίσθημα του να ξεφωνίσω την άνωθεν κυνική (#diplis) στροφή από το “Just Like You”, ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα tracks των Viagra Boys στην παρθενική τους εμφάνιση στα μέρη μας. Ένα decadent-art-slacker-punk σεστέτο από τη Σουηδία που κατάφερε να προκαλέσει οριακά πρωτόγνωρη αίσθηση στους απανταχού μουσικόφιλους τουλάχιστον 4 χρόνια πριν (όταν και κυκλοφόρησε το ντεμπούτο τους Street Worms, με τρόπο που τους τοποθετεί διαρκώς σε μια παράλληλη πραγματικότητα από την όποια ευτελή μεϊνστριμίλα.

vb-4

Ντραμς, μπάσο, αναλογικά synths, κιθάρα, σαξόφωνο και τα γρυλίσματα του Sebastian. Αυτή η συνταγή μας έχει προσφέρει μέχρι ώρας τρία LPs και ακόμα 3 EPs – καθώς και μερικές διάσπαρτες, είτε επίσημες ή ανεπίσημες κυκλοφορίες. Μια σπάνια περίπτωση επίσκεψης μπάντας στην Ελλάδα λίγο-πριν-το-απόγειό-της (σαφέστατα περιμένουμε κι άλλα πράγματα από αυτούς, επ’ ουδενί δεν έχουν πιάσει ταβάνι) που μπορεί να γεμίζει με περηφάνεια τους παρευρισκόμενους, οπλίζοντάς τους με ένα «ήμουν κι εγώ εκεί» στα χείλη που θα χρησιμοποιείται κατά κόρον σε μελλοντικές (μουσικές και μη) συζητήσεις/αναπολήσεις. Γιατί φυσικά εδώ στην Ελλάδα είμαστε συνηθισμένοι σε περιπτώσεις κορυφαίων καλλιτεχνών που σκέφτονται επίσκεψη μετά τα 45 τους χρόνια και αφού έχει ήδη επέλθει ο κορεσμός από τα δισκογραφικά χρυσάφια ή/και πλατίνες.

Το κερασάκι στην τούρτα φυσικά, για ένα  live που είχε ήδη προγραμματιστεί για λίγο μετά το πρώτο lockdown του 2020, άλλαξε venue 3-4 φορές και προκαλούσε ανησυχία στους κατέχοντες το εισιτήριο σχετικά με τη συμβατότητα της εν λόγω μπάντας με τον ανοιχτό χώρο, ήταν ότι (σχεδόν) όλα όχι απλά στρογγυλοκάθισαν στην εντέλεια, αλλά άρχισαν να χοροπηδάνε βέβηλα πάνω της. Αν κρίνω δε από τις αντιδράσεις του κοινού, κυριολεκτικά κιόλας. Δεν χρειάζεται να διαβάσετε (και) εδώ για το πόσο άρτιος ήταν ο ήχος, η συνοχή, η ατμόσφαιρα ή οι Bazooka. Σκεφτείτε μόνο για πόσο καιρό θα τα θυμάστε όσοι πήγατε – ή για πόσο καιρό θα μετανιώνετε την καταγραφή σας στο απουσιολόγιο όσοι δεν.

Πριν από μια βδομάδα περίπου κυκλοφόρησε ο τρίτος τους δίσκος, Cave World – περίμενα με ανυπομονησία και κάμποση χαιρεκακία το Pitchfork να γκρινιάξει για τον #τρίτοδίσκο που, ως γνωστόν, κατά παράδοση παρουσιάζει ιδιαιτερότητες μέσω μιας κάποιας «μαγκωμάρας» που προκαλείται από το αδυσώπητο hype. Έπεσα μέσα προφανώς. Εντούτοις, είναι με διαφορά ο πιο ολοκληρωμένος τους δίσκος – ίσως όχι ο καλύτερος, μάλλον όχι ο πιο έντονος, αλλά, διάολε, τα έχει όλα. Και κάτι παραπάνω. Συμπαθέστατα ψυχεδελικά ιντερλούδια διάρκειας δευτερολέπτων, χορευτικό track που βασίζεται σε beat και όχι ντραμς (“ADD”), έξοχο (όσο και εξόχως απρόσμενο) falsetto (“The Cognitive Trade-Off Hypothesis) καθώς και συμμετοχή του Jason Williamson από τα πνευματικά τους αδέρφια Sleaford Mods που έπρεπε να συμβεί διά νομοτέλειας (“Big Boy”). Το τελευταίο μάλιστα, μπλέκει με υπέροχο τρόπο τα Chicago blues με την Madchester γκρούβα κάποιων Stone Roses, διευρύνοντας ακόμα περισσότερο το λεξιλόγιό τους πέραν των country/blues πινελιών που είχαν προσθέσει στο “Welfare Jazz”. Στιχουργικά, εκτός της συνήθους θεματολογίας τους, καταπιάνονται με τον παλιμπαιδισμό, τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και την πιθηκοκεντρική καταγωγή του ανθρώπινου γένους, μεταξύ άλλων, ενώ δεν διστάζουν να σπάσουν πλάκα με τον (alt-)right παροξυσμό «διατεινόμενοι» ότι τα εμβόλια όντως περιέχουν μικροτσίπ που ελέγχουν το μυαλό μας – και μάλιστα θυμίζουν μικροσκοπικά, ενοχλητικά έντομα.

Αιχμή του δόρατος φυσικά ο (Αμερικανός μετανάστης στη Σουηδία) frontman Sebastian Murphy. Ίσως ο πιο αναγνωρίσιμος παγκοσμίως τυμπανισμός προκληθείς διά του ζύθου, αμόλησε από τα μπαγκάζια του (και) στην Αθήνα τη λαρυγγική φωνητική του αλητεία, τον πηγαίο αυθορμητισμό του, το αστείρευτο χιούμορ του αλλά και την υπομονή του με υπέρ του δέοντος ενθουσιασμένο παρευρισκόμενο που θεώρησε πρέπον να του εκτοξεύσει άδειο ποτήρι μπύρας. Το μετρημένο μα διαπεραστικότατο banter του περιέλαβε παρομοίωση εαυτού με αρχαιοελληνικό θεό, την αγάπη του για πάσης φύσεως δραστηριότητες που περιλαμβάνουν σωματική άσκηση αλλά και την αληθινή (;) ερμηνεία των στίχων του “Ain’t No Thief”, τους οποίους εμπνεύστηκε μετά από καυγά με το γείτονά του επειδή ο πρώτος του έκλεψε το ποδήλατο - «ήταν ακριβώς πανομοιότυπα», μας είπε.

vb-3

Στιχουργικά είναι φύσει αδύνατον να μην του έχεις αδυναμία. Εκτός του ότι πλέον δεν μπορείς να διαχωρίσεις τη φωνή από την πρόζα του, τα κείμενά του περιλαμβάνουν οξεία παρατηρητικότητα, καυστικότατο χιούμορ και ειρωνεία καθώς και πολύ, πολύ, πραγματικά πολύ αυτοσαρκασμό, συνθέτοντας ένα coolness που (εσχάτως περισσότερο) επιβραβεύεται με ποικίλα επιφωνήματα σεξουαλικού θαυμασμού. Σαν να μην ήταν μόνο αυτό, έχεις και άλλους πέντε ικανότατους μουσικούς από πίσω που έχουν τέτοια έφεση στη χημεία (#diplhs και πάλι) που, ακόμα και ο αντικαταστάτης του τεθνεώντα κιθαρίστα Benjamin Vallé φαντάζει σαν να τζαμάρει μαζί τους επί έτη ολόκληρα. Anti-star θέλεις να τους πεις; Anti-sexy; Anti-punk; Εν τέλει είναι η πιο “anti-“ μπάντα παγκοσμίως, εκφράζουν δε με τέτοια δημιουργικότητα το προαναφερθέν πρόθεμα που ίσως θα έπρεπε να το πατεντάρουν κιόλας.

Κάτω από το “Research Chemicals” στο YouTube (που, επί τη ευκαιρία, υπήρξε το ιδανικότερο συναυλιακό intro) διάβασα ότι, «με αφορμή τις φθαρμένες φόρμες Adidas και τα dealer γυαλιά Arnette (μάλλον) που με τόση περηφάνεια μοστράρει ο Sebastian, θα έπρεπε ένας από αυτούς τους δύο να τους δώσει μια χορηγία, σπάζοντας έτσι το σερί των Billboard pop stars που απαρτίζουν την πλειοψηφία των συνεργασιών τους». Ένα σχόλιο που σου προκαλεί μια μικρή στεναχώρια καθώς αφενός συντάσσεσαι πλάι του «έτσι για το γαμώτο», αφετέρου προτάσσεις έντονη ένσταση προς έναν πιθανό εναγκαλισμό των Viagra Boys με τον καταναλωτισμό που τόσο αιρετικά στηλιτεύουν. Κάπως πρέπει να βγαίνει το ψωμί βρε αδερφέ, από την άλλη βέβαια, πιο πιθανό είναι οι εν λόγω κύριοι να βγάλουν κλιπ στο οποίο θα ζωγραφίζουν αρτιστίκ ανδρικά μόρια πάνω σε προϊόντα εκ των εν λόγω πολυεθνικών παρά να βάλουν την υπογραφή τους σε πολυετές συμβόλαιο, σένιοι και κουστουμαρισμένοι. Αφού γνωρίζουμε άλλωστε ότι σιχαίνονται τα κάθε λογής πανωφόρια, ούτως ή άλλως.

 

 

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured