Όταν στα εγχώρια charts πωλήσεων οι τράπερς κατέχουν τη μερίδα του λέοντος, οι συστάσεις γύρω από τον θρύλο που ακούει στο όνομα Notorious B.I.G. ή Christopher Wallace περιττεύουν.
Μπαίνοντας «κατευθείαν στο ψητό», όπως έτσι και αλλιώς θα το προτιμούσε ο μεγαλόσωμος ράπερ από τη Νέα Υόρκη, στο νέο ντοκιμαντέρ Biggie: I Got A Story To Tell που λάνσαρε το Netflix αυτή την εβδομάδα, υπάρχουν δύο καρέ που λίγοι θα προσέξουν και ακόμα πιο λίγοι θα συνδυάσουν με το αποτέλεσμα αυτή της τέταρτης κατά σειρά απόπειρας να καταγραφεί η ζωή του «καλύτερου που το έκανε ποτέ».
Κάπου λοιπόν στην μέση, στο 48ο λεπτό, η μητέρα του Christopher Wallace, Voletta, συμπαραγωγός στο νέο αυτό ντοκιμαντέρ, εξομολογείται ότι ο Biggie, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με τη rap, της εμπιστεύθηκε ότι ένας τύπος με το αστείο όνομα Puff, εκ του Puff Daddy, πλέον P. Diddy (κατά κόσμον Sean Combs) βασικός παραγωγός του εν λόγω φιλμ, θα αναλάμβανε να τον βοηθήσει. Λίγο πιο μετά, στο 71ο λεπτό και ενώ ξετυλίγεται η ιστορία πριν την κυκλοφορία του Ready To Die, υπάρχει ακόμη στον αέρα η αμφιβολία για το αν ο Biggie και η κλίκα του από το Μπρούκλιν θα καταφέρουν όντως με τη βοήθεια του Diddy να ζήσουν από τη μουσική, δεδομένου, μάλιστα, ότι στη διάρκεια των ηχογραφήσεων του ντεμπούτου του, ο Diddy αποχωρεί από την Uptown Records που συνεργαζόταν σαν executve producer και συστήνει την Bad Boy Entertainment.
Προφανώς κι όλα παίρνουν τον δρόμο που η ιστορία έγραψε με χρυσά γράμματα (ακόμα και αν στο φιλμ αποφεύγεται η αναφορά στο ότι ο Wallace έκανε την πρώτη του φυλακή για παρανομίες στην Βόρεια Καρολίνα), όμως, όσοι έχουν μελετήσει πραγματικά το φαινόμενο Biggie, καταλαβαίνουν ότι 3 ντοκιμαντέρ και μία σειρά αστυνομικού ενδιαφέροντος μετά, αυτή η παραγωγή από τα χέρια του Diddy είναι περισσότερο το εμπορικό κερασάκι στην τούρτα που συμπληρώνει τα 34 κεράκια από την δολοφονία του (9 Μαρτίου 1997 στο L.A.) και λιγότερο μια ακόμα παραγωγή που φέρνει στο φως άγνωστες πτυχές της ζωής του ράπερ.
Άρα, η πρώτη ανάλυση (πριν καταγράψουμε τι απολαύσαμε και τι θα θέλαμε να δούμε περισσότερο) από το Ι Got A Story Το Tell , δεν μπορεί παρά να εστιάζει στην σχέση που είχε ο Biggie με το αφεντικό της Bad Boy. Και για να αποφευχθούν οι παρεξηγήσεις, δεν αμφιβάλλει κανείς για τον καταλυτικό ρόλο που έπαιξε ο P.Diddy στην ανάδειξη του Notorious B.I.G., αλλά εγείρονται ερωτήματα για τον ουσιαστικό λόγο ύπαρξης του νέου ντοκιμαντέρ ή την πιθανότητα να πρέπει να κριθεί σαν μία ακόμα προσπάθεια αρμέγματος της ιερής αγελάδας του αμερικάνικου rap.
Για να υποστηριχθεί το παραπάνω, υπενθυμίζουμε ότι ο Notorious B.I.G. έφυγε στα 24 χρόνια του, αφήνοντας πίσω του μόλις 2 επίσημα άλμπουμ και υπήρξε η σημαντικότερη, ίσως, απώλεια της εμπορικής κόντρας συμφερόντων που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στην Bad Boy Entertainment της Ανατολικής Ακτής και της Death Row Records της Δυτικής Ακτής, που ήταν το τελευταίο label που εκπροσώπησε τον Tupac Shakur.
Με αυτά κατά νου κι έχοντας ξοδέψει χρόνο στην παρακολούθηση των Notorious (2009), Biggie (2017) και του ντοκιμαντέρ του Nick Broomfield, Biggie & Tupac (2002) υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις ενότητες που η παραγωγή της μαμάς Wallace και του αφεντικού Diddy στις οποίες θα μπορούσε να προσφέρει πραγματικά έξτρα υλικό, σε σχέση με όσα ήδη γνωρίζαμε για τον θρυλικό ράπερ.
Αρχικά, αναφορικά με την τζαμαϊκανή καταγωγή του. Είναι γνωστό ότι η rap πήρε ζωή από τους πρώτους Masters Of Ceremonies (κοινώς, Μ.C.s) που συντόνιζαν τα soundsystem parties του Κίνγκστον και από εκεί, ταξίδεψαν στην Αγγλία αρχικά και στην Αμερική αργότερα, αλλά η σύνδεση ενός τόσο σπουδαίου ράπερ με την πηγή του MCing, δεδομένης και της σχέσης του με τον θείο Dave, θα μπορούσε να δώσει περισσότερα σε μουσικό επίπεδο.
Το ίδιο ισχύει και για τη σχέση του Biggie με τον γείτονα Donald Harrison, τον jazz μουσικό που τον μύησε στις βασικές αξίες της μαύρης μουσικής μέσω του είδους. Στο φιλμ γίνεται μια απόπειρα σύνδεσης του τρόπου που ράπαρε ο B.I.G. με τα grooves του jazz drummer Max Roach, αλλά, παρά το γεγονός ότι ο Harrison υπήρξε κάτι σαν μέντορας για τον Biggie, θα μπορούσαμε να έχουμε μεγαλύτερη σε βάθος ανάλυση επί κάμερας γύρω από την μαθητεία του ήρωα πάνω στην jazz ρυθμολογία και το πώς αυτή επηρέασε το ζηλευτό flow που είχε ο Big Poppa.
Αντί αυτού, η παραγωγή επιλέγει να εστιάσει στο πόσο gangster και πόσο του δρόμου ήταν στο μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης και σύντομης ζωής του ο ήρωας. Κάπου εδώ, προκύπτει ένα ακόμα σημείο αδυναμίας του φιλμ. Οι αναφορές στην προσωπική ζωή του. Είναι σχετικά σύντομες και επιφανειακές, ίσως γιατί είναι τόσα που έχουν ακουστεί για την προσωπική ζωή του Notorious B.I.G., αλλά, για παράδειγμα, παραλείπεται η καθημερινότητα δίπλα στη Faith Evans (την σπουδαία r’n’b ερμηνεύτρια, δεύτερη σύζυγο και μητέρα του γιου του). Αντ' αυτού, λαμβάνουμε την απλή παραδοχή από αυτή του καλλιτεχνικού μεγαλείου του κι αυτό επιβεβαιώνει τις υποψίες μιας ημιτελούς προσπάθειας.
Επιπλέον, είναι το υλικό από την καθημερινή κάμερα του στενού συνεργάτη του D-Roc που αποτελεί τη βάση αυτής της παραγωγής. Κι αν με ρωτάτε, ευχαρίστως θα κατανάλωνα ένα ολόκληρο show, από τα παρασκήνια μέχρι το τελευταίο κομμάτι και το after party από συναυλία του Biggie, αντί για όλο το εμβόλιμο, δήθεν βιογραφικό σχολιασμό που διέκοπτε ίσως το πιο «ζωντανό» κομμάτι του ντοκιμαντέρ. Και στο ίδιο κλίμα, γιατί να μη λαμβάναμε και περισσότερο υλικό από τα πρώτα ever στούντιο session του Biggie με τους 50 Grand και Easy Mo Bee; Κάπου στο 43ο λεπτό, οι φανατικοί του ράπερ από το Μπρούκλιν παγώνουν. Στη διάρκεια ηχογραφήσεων των πρώτων demos, ο ίδιος ο Wallace επιβεβαιώνει ότι ηχογραφήθηκε κάθε παραμικρή απόπειρα και έχοντας δει το μνημειώδες freestyle του στην συμβολή των Bedford & Stuyvesant, η σκέψη και μόνο του να ακούσουμε ακυκλοφόρητο υλικό από τα άγουρα και ωμά χρόνια του Biggie προκαλεί ανατριχίλα.
https://www.youtube.com/watch?
Ανακαλώντας τα freestyle του στα δύο παρακάτω links που πάνε πίσω στο 1991 με τον B.I.G. καλεσμένο της επιδραστικότερης, τότε, ραδιοφωνικής εκπομπής “Stretch & Bobbito" τον βλέπουμε παραγματικά να «δίνει πόνο»:
Και ασφαλώς, είναι το τέλος του ντοκιμαντέρ αυτό κάθε αυτό. Η κόντρα με την Δυτική Ακτή, τον 2Pac και την Death Row, που πότε, όμως, δε θα συνέφερε τον Diddy να έρθει στην επιφάνεια. To Unsolved αφιέρωσε 10 ολόκληρα επεισόδια και το Ι Got A Story Το Tell μετά βίας 10 λεπτά. Και όταν έχουν γραφτεί τόσα για αυτή τη διαμάχη, σχεδόν 24 χρόνια μετά, σε ένα νέο ντοκιμαντέρ ελπίζεις σε μια εξήγηση και από την μεριά του Sean Combs. Ασφαλώς και αυτό δε συμβαίνει.
Το «αφεντικό» έστησε ένα ακόμα φιλμ για να μεγαλώσει την υστεροφημία του σπουδαίου ράπερ του και αυτή η τελευταία πρόταση δεν γράφεται με διάθεση να μειωθεί ούτε στο ελάχιστο η συνεισφορά του Combs και της Bad Boy στην κληρονομιά του Biggie. Ο άνθρωπος που το έκανε «θρύλο», όχι μόνο ήταν το μυαλό πίσω από όλα τα σπουδαία samples στα οποία ανέβηκε ο Biggie για να πουλήσει 28 εκατομμύρια δίσκους, αλλά, επιπλέον, ήταν το υπόδειγμα για το πώς μετατρέπεται κανείς από ραπ σούπερσταρ σε μεγαλοεπιχειρηματία -και για τις ανάγκες αυτού του φιλμ αποκαλύπτει και μια μεγάλη αλήθεια που πιθανόν να έγινε και ο βασικός λόγος επιτυχίας του Biggie. Όταν ο Combs αναφέρει πως στους δίσκους που έκανε παραγωγή, ήθελε οι καλλιτέχνες του να λένε ιστορίες που φέρνουν στο μυαλό εικόνες, αυτομάτως ο θεατής συνειδητοποιεί πόσο έχει συνδέσει το Μπρούκλιν με τον Β.Ι.G., τη Νέα Υόρκη με το rap και όσο γραφικό κι αν φαίνεται, τον P. Diddy με το δολάριο. Αλλά, όπως ορίζει το rap hustle αυτές τις μέρες, ακόμα και στην Ελλάδα, ο Combs έπαιξε, κέρδισε και έχει κάθε δικαίωμα να εισπράττει από το rap μεγαλείο του Biggie στην αιωνιότητα.
Το Biggie: I Got A Story To Tell είναι διαθέσιμο στην πλατφόρμα του Netflix.