του Αντώνη Ξαγά
Προσαρμοσμένη αναδημοσίευση από την ειδική έκδοση του περιοδικού Sonik «Μισός Αιώνας Ηλεκτρονικής Μουσικής στην Ελλάδα»

Στην αρχή, ήταν προνόμιο όσων είχαν πρόσβαση στην πανάκριβη τεχνολογία, τα δε πρώτα έργα προέκυψαν δυσνόητα, ερμητικά, ενίοτε αφελή και με μηδαμινή μαζική απήχηση. Τα τείχη θα έπεφταν στη δεκαετία του 1950, κυρίως μέσω διαφημίσεων και soundtracks ταινιών επιστημονικής φαντασίας, με τη διάβαση του Ρουβίκωνα να χρονολογείται στα 1970s, όταν και η ηλεκτρονική μουσική έγινε μία πραγματικά λαϊκή μουσική. 

Μας το έχει πει εδώ και δεκαετίες ο Gil Scott-Heron και διαρκώς δικαιώνεται: την «επανάσταση» δε θα την πετύχουμε σε κανένα ζάπινγκ από τον καναπέ, ούτε και ξεφυλλίζοντας μια εφημερίδα στο κυριακάτικο κρεβάτι. Γιατί οι μεγάλες, οι πραγματικά καθοριστικές αλλαγές, εκείνες που αλλάζουν δραστικά τον ρου της ιστορίας, πραγματοποιούνται πολλές φορές αργά, σταδιακά, υπόκωφα, σχεδόν...ύπουλα. Δύσκολα εντοπίζεται ένα σαφές σημείο ασυνέχειας (που λένε οι μαθηματικοί), ένα ξεκάθαρο πριν και μετά.



Ο περίφημος Victor, ο κολοσσιαίος «πατέρας» των synthesizers, δημιούργημα του Ηλεκτρονικού Μουσικού Κέντρου Columbia-Princeton στις Η.Π.Α.

Κατά κανόνα, στην πορεία συμβάλλουν τυχαία, ακόμη και άσχετα γεγονότα –το φαινόμενο της πεταλούδας, θεωρία του χάους, ξέρετε τώρα– με ακούσιες έως κι απρόβλεπτες συνέπειες. Αποτέλεσμα; Συνήθως τις παίρνουμε χαμπάρι εκ των υστέρων, χρειάζεται δε και η συνδρομή του διαβόητου «ιστορικού του μέλλοντος», ο οποίος έρχεται να τις καταγράψει, να αναζητήσει (εφεύρει;) στιγμές, αίτια και αιτιατά, μία κάποια λογικοφανή αλληλουχία.

Αν δοκιμάσουμε να «μπούμε στα παπούτσια» ενός τέτοιου ιστορικού και ρίξουμε μια ματιά στον 20ο αιώνα, θα αναγνωρίσουμε ότι οι δύο μεγάλες «επαναστάσεις» (επιμένω στα εισαγωγικά) ήταν η γένεση της μαζικής ποπ κουλτούρας και η εμφάνιση της ηλεκτρονικής τεχνολογίας –και μουσικής, κατ' επέκταση. Δύο φαινόμενα απολύτως αλληλένδετα, απότοκα ενός αιώνα της τεχνολογίας με καταιγιστικές έως και βίαιες αλλαγές, και με την Ιστορία να έχει μπει σε ένα ιλιγγιώδες fast forward.

Πότε; Πού; Ποιος; Απλά ερωτήματα, τόσο θεμελιώδη όμως, ώστε απαντήσεις εύκολες δεν προσφέρονται. Ίσως μάλιστα κι αυτές να μην έχουν και τόσο νόημα, ίσως και τούτο να βρίσκεται στη διαδικασία της απάντησης (κάτι σαν το ταξίδι προς την Ιθάκη). Άλλωστε, σε διαδικασίες εξελισσόμενες, οι οποίες δεν αποτελούν παρθενογεννήματα ενός φωτισμένου εγκεφάλου ή εμπνεύσεις ενός... κεραυνοβολημένου καλλιτέχνη, η αναζήτηση ληξιαρχικών πράξεων γέννησης είναι πολύ δύσκολη. Για ρωτήστε κι εκείνους τους άτυχους εξερευνητές, που έψαχναν ματαίως τη μία και μοναδική πηγή του Νείλου.

Ηλεκτρονικά όργανα εμφανίστηκαν από πολύ νωρίς, το πόσο νωρίς κυμαίνεται με την ευρύτητα του ορισμού –έχω διαβάσει και παραπομπές μέχρι την εποχή των...Ρωμαίων! –με διάφορες παράξενες και κάπως ογκώδεις (των 200 κιλών και άνω) κατασκευές να διεκδικούν τον τίτλο του πρώιμου συνθετητή. Πάντως, μέχρι τη δεκαετία του 1920 τα πράγματα είχαν ήδη εξελιχτεί εντυπωσιακά: σύγχρονά μας (και μοδάτα) όργανα όπως το theremin, είναι ας πούμε δημιουργήματα της εποχής εκείνης. Αλλά και τις επόμενες δεκαετίες, η εξέλιξη δεν σήκωσε το πόδι από το γκάζι.

Όμως η μουσική η ηλεκτρονική υπήρξε κάτι παραπάνω από μία μουσική που ορίζεται απλά από το μέσο με το οποίο παίζεται. Ούτε και επρόκειτο μόνο για έναν καινούργιο, ανήκουστο (και ουχί... ανήκεστο) ήχο, χωρίς εμφανείς ρίζες σε κάποια παράδοση. Ήταν πιότερο μια καινούργια, ριζοσπαστική νοοτροπία στη διαχείριση του ήχου, μία νέα γλώσσα, όχι μόνο με δικό της συντακτικό και γραμματική, αλλά ακόμα και με καινούργια γράμματα! Και η μορφοποίηση δε θα μπορούσε παρά να γίνει με ξάνοιγμα στο άγνωστο, με βάρκα τον...πειραματισμό. Κι αν ένα σημαντικό μέρος της βασίστηκε σε μία μεταφορά κωδικών από γνωστά είδη, μιμήσεις ήχων της φύσης και άλλων οργάνων –σε τέτοιο σημείο, ώστε στις αρχές των 1980s το συνδικάτο των μουσικών στη Βρετανία διαμαρτυρήθηκε για τα σύνθια «που μας κλέβουν τις δουλειές»– υπήρξαν και οι τολμηροί: όσοι μπήκαν στην εμπροσθοφυλακή, στην αβάν γκαρντ δηλαδή.


Hot Butter - Popcorn - Amazon.com Music

Αναπόφευκτα, τα πρώτα έργα προέκυψαν δυσνόητα, ερμητικά, ενίοτε αφελή, ακόμα και παιδικά (κάμποσοι πρώιμοι ηλεκτρονικοί δίσκοι απευθύνονταν πράγματι σε παιδιά). Και με σχεδόν μηδενική μαζική απήχηση. Άνοιξαν, ωστόσο, δρόμους απάτητους, οι οποίοι σε προέκταση φτάνουν μέχρι πολλά (και δημοφιλή!) μουσικά είδη του σήμερα. Σε τούτη τη στρυφνή, ας την πούμε διανοούμενη (sic) φάση της ηλεκτρονικής μουσικής, συνεισέφεραν δεκάδες σπουδαίες φιγούρες. Δε θα μπούμε εδώ σε ονοματολογία, θα σημειώσουμε όμως ότι ανάμεσά τους εντοπίζουμε και ουκ ολίγους συμπατριώτες, από τον μεγάλο Ξενάκη και τον Μιχάλη Αδάμη, μέχρι και τον Νίκο Μαμαγκάκη (ω, ναι!). Αλλά και κάμποσους ακόμα (μα καλά, δεν ήταν η Λένα Πλάτωνος η πρώτη στη χώρα μας;).

Σε αυτά τα συμφραζόμενα, αξίζει να σταθούμε και στην ιδιάζουσα ταξική διάσταση της νέας μουσικής, η οποία ήταν για χρόνια προνόμιο της ελίτ, οικονομικής και ακαδημαϊκής. Εκείνων, δηλαδή, που είχαν πρόσβαση στην ανοικονόμητου μεγέθους και πανάκριβη οργανολογία της τελευταίας λέξης της τεχνολογίας. Και τούτο ίσχυσε σε σημαντικό βαθμό μέχρι ένα αρκετά προχωρημένο χρονικό σημείο (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι Kraftwerk, πλουσιόπαιδα από τα όχι και τόσο συμπαθή κιόλας· ή ένας Brian Eno, ο οποίος ήταν επιπλέον και ευγενούς καταγωγής).

Όλα αυτά μέχρι που...τα ακαδημαϊκά τείχη άρχισαν να ραγίζουν, κάπου στα τέλη των 50s. Δεν ήταν μόνο (ή τόσο) η γένεση της μαζικής κουλτούρας στις Η.Π.Α., με τους ηλεκτρονικούς ήχους να παρεισφρέουν σιγά-σιγά σε πεδία όπως οι διαφημίσεις ή τα soundtracks (ειδικά sci-fi ταινιών). Ήταν και μία άλλη κομβική εξέλιξη, η οποία προήλθε από ένα μάλλον...ανύποπτο μέτωπο: η ψηφιακή τεχνολογία. Η ανάλυση δηλαδή του ήχου σε ατελείωτες σειρές από μηδενικά και άσσους και τελικά, σε ροές μικροσκοπικών φορτισμένων σωματιδίων. Η οποία τεχνολογία αναπτύχθηκε στα εργαστήρια μεγάλης τηλεφωνικής εταιρείας, με σκοπό τη συμπίεση της ανθρώπινης φωνής για την αποδοτικότερη μετάδοσή της μέσα από καλώδια. Λίγοι την πήραν χαμπάρι τότε, ελάχιστοι διέβλεψαν τις συνέπειες που μπορεί να είχε.



Kraftwerk: πλουσιόπαιδα, από τα όχι και τόσο συμπαθή κιόλας...

Αυτό ήταν... Η ισχύς εν τη ενώσει, και τα επόμενα χρόνια ποπ και ψηφιακή τεχνολογία, σε αγαστή σύμπραξη, θα φτιάξουν τον νέο θαυμάσιο(;) μουσικό μας κόσμο. Η οριστική διάβαση του Ρουβίκωνα θα λάβει χώρα στα 70s, όταν πλέον θα πέσουν και οι...τιμές! Μία απελευθέρωση που θα καταστήσει την ηλεκτρονική μία πραγματικά λαϊκή μουσική. Είτε στις disco των gay, είτε στο hip hop των μαύρων, είτε στους μαζικούς ναούς του rave, είτε στα μοναχικά δωμάτια «πειραγμένων» δημιουργών, η ηλεκτρονική μουσική θα συνεχίσει να βαδίζει, πάντα χέρι-χέρι με την τεχνολογία και να παρέχει ολοένα μεγαλύτερες δυνατότητες· και μέσα από πολλούς διαφορετικούς δρόμους και μονοπάτια, μέχρι το χαοτικά πολυποίκιλο σήμερα. Και η ιστορία συνεχίζεται.

Αν είναι, πάντως, να κρατήσουμε ένα και μόνο κομμάτι από την πορεία αυτή, που να συμπυκνώνει τον ορισμό της ηλεκτρονικής ποπ και να σηματοδοτεί τη μετάβασή της στα πολυπληθή mainstream ακροατήρια, τούτο θα ήταν ασφαλώς το "Popcorn", η περίφημη σύνθεση του Gershon Kingsley, την οποία έκαναν παγκόσμια επιτυχία οι Hot Butter (μα τι ταιριαστό όνομα!) το 1972. Και για να κάνουμε και τη σύνδεση με την ελληνική πραγματικότητα, την ίδια ακριβώς χρονιά η μελωδία εμφανίστηκε (σε διαφορετική εκτέλεση) στην ταινία Αν Ήμουν Πλούσιος, με τον Σωτήρη Τζεβελέκο να ξε­βιδώνεται στην πίστα υπό τους ήχους του moog (στο play-back, παιγμένους με ύφος από...κιθάρες, σε ένα πραγματικά σπαρταριστό απόσπασμα). Ποιος, αλήθεια, είπε ότι η Ελλάδα ήταν πάντα πίσω από τις παγκόσμιες εξελίξεις;


Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην ειδική έκδοση του περιοδικού Sonik, «Μισός Αιώνας Ηλεκτρονικής Μουσικής στην Ελλάδα», που κυκλοφόρησε το 2016.
Μπορείτε να το αποκτήσετε πατώντας
εδώ.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured