1. Franz Ferdinand - Franz Ferdinand
Το συντομότερο πρόσφατο ανέκδοτο: μια μπάντα από την Γλασκόβη στο Νο3 των αγγλικών chart. Καθόλου άσχημα. Franz Ferdinand κυρίες και κύριοι. Ιδιαίτεροι μέσα στην μαζικότητα τους, ιδιόρρυθμοι μέσα στην απλότητα τους, έξυπνοι χωρίς να καταντάνε εξυπνάκηδες, Βρετανοί με έναν αμερικανικό αέρα coolness, διανοούμενοι χωρίς να απομακρύνονται από τις λαϊκές φόρμες μέσα στις οποίες γαλουχήθηκαν και μουσικά καινοτόμοι χωρίς να απομακρύνονται από την μανιέρα της παραδοσιακής ποπ τραγουδοποιιας. Τα ονόματα των Wire, των Gang of Four, των XTC και των Pixies πετάγονται αυτόματα στο νου. Αλλά τα μουσικά σημεία αναφοράς είναι περιττά (όπως έλεγε κι ο Τζιμ Μορισον «Το να συγκρίνεις είναι χαζό και ανούσιο. Είναι ένας πολύ καλός τρόπος να παρακάμπτεις την σκέψη σου») γιατί κάθε τραγούδι από τα 11 που περιλαμβάνονται εδώ έχει την δική του προσωπικότητα και σου μιλάει στην δική του γλώσσα χωρίς να χρησιμοποιεί μεταφραστές για να σε προσεγγίσει. Η φετινή χρονιά τους ανήκει...
Κωνσταντίνος Τσάβαλος
2. Nick Cave And The Bad Seeds - Abattoir Blues / The Lyre Of Orpheus
Πάνω που σου περνάει από το μυαλό ότι o Nick θα αρχίζει σιγά σιγά να ξεθωριάζει, με τα χρόνια να προστίθενται στην πλάτη του και οι Bad Seeds θα ακούγονται ελλιπείς με τον Blixa Bargeld απόντα, βάζεις το Abbatoire Blues στο cd και μένεις σύξυλος με την ενέργεια που εκλύεται. Πραγματικά καταιγιστικό rock'n'roll, με συμπαγείς κιθάρες, καταιγιστικά drums και gospel φωνητικά. Αφού στην πορεία καταφέρεις να συνέλθεις, συνεχίζεις στο The Lyre of Orpheus όπου επέρχεται και η κάθαρση με τον γνώριμο λυρισμό του Cave να συνοδεύεται από το πιο στυλιζαρισμένο και ποιητικό παίξιμο των Seeds, στη δεύτερη όψη του ίδιου νομίσματος. Με το Abbatoir Blues/The Lyre of Orpheus ο Nick Cave μας έδωσε μία από τις πιο φιλόδοξες κυκλοφορίες της μακράς καριέρας του...
Tάκης Θανόπουλος
3. Ιnterpol - Αntics
Στηριζόμενοι στην αγάπη τους για τους Television, Joy Division, The Cure, Echo And The Bunnymen και Chameleons, συνθέτουν πάλι full στο συναίσθημα, post-punk διαμάντια σπάνιας ομορφιάς, αλλά αυτή τη φορά η rhythm section πρωταγωνιστεί, οι Hook-ίζουσες μπασογραμμές μπλέκονται με ρυθμούς και κιθάρες που φτάνουν ακόμα και την ενέργεια των Franz Ferdinand, το reverb συγκρατείται και ο ίδιος ο Paul Banks βρίσκεται μεν σε ένα σκοτεινό τούνελ, αλλά βλέπει και το τέλος του κάπου στο βάθος. Ο ίδιος έχει βρει τον τρόπο να "απολαμβάνει" τον πόνο ή να προβάλλει τη χαρά της ανακάλυψης πραγμάτων μέσα από την αναπόφευκτη αστική απομόνωση. Στοιχεία, βέβαια, που διαχωρίζουν τον τρόπο ζωής του από εκείνον του σκοτεινού, βιομηχανικού Μάντσεστερ, αλλά που παράλληλα αποδεικνύουν - με το κοινό τους συγκινησιακό αποτέλεσμα - το πόσο αφορούν εν γένει το σύγχρονο άνθρωπο της πόλης.
Τάσος Βογιατζής
Δύο παραγωγικότατοι αντι-ήρωες της hip-hop σκηνής φαίνεται να παίρνουν για τα καλά την εκδίκησή τους με την κορυφαία δουλειά της χρονιάς για το ιδίωμα. Υπεύθυνοι για το project αυτό είναι ο Daniel Dumile (ήτοι MF Doom) και ο Otis Jackson Jr. (ήτοι Madlib) - ο πρώτος γνωστός από τις τεμπέλικες στην απόδοσή τους, μα καθόλα νεωτεριστικές ρίμες του, κι ο δεύτερος από τις jazz λούπες που ξεθάβει, εξερευνώντας εξονυχυστικά τη δισκοθήκη του.Το Madvillainy είναι σουρεάλ, σαμπλεδελικό γαϊτανάκι, όπου και τα retro τηλεοπτικά samples έχουν τη δική τους χρησιμότητα και δεν μοιάζουν καθόλου passe, όπου τα ρεφρέν λάμπουν δια της απουσίας τους, όπου το αρχέτυπο, old-school hip-hop δεν φοβάται να ανατραπεί και να αποκτήσει το πειραματικό του παρακλάδι (όσο οξύμωρο κι αν μοιάζει αυτό), όπου τα χαμηλής ανάλυσης -όπου υπάρχουν- samples δεν είναι συνυφασμένα με τη "δηθενιά". Δυο άνθρωποι εξαιρετικά ταλαντούχοι, έχοντας από καιρό απογαλακτιστεί από τα περισσότερα "στεγανά" του hip-hop, συναντήθηκαν και παρέδωσαν το δικό τους κοινό διαστροφικό φάρο. Μένει λοιπόν να τον ακολουθήσουμε, να τον πλησιάσουμε, έστω και δοκιμαστικά, φαν ή μη του είδους...
Τάσος Βογιατζής
5. Brian Wilson - Smile
Μία δημιουργία εν τη γεννέσει της δεν είναι αυτόματα ένα έργο τέχνης. Η αισθητική μας λέει ότι για να καταστεί κάτι έργο τέχνης χρειάζεται τρεις συνιστώσες οι οποίες απαραιτήτως τέμνονται. Η πρώτη είναι ο δημιουργός, η δεύτερη ο αποδέκτης (ακροατής) και η τρίτη το ίδιο το έργο. Για 37 χρόνια, ένας δίσκος με όνομα Smile δεν αποτελούσε έργο τέχνης διότι του έλειπε μία βασικότατη ιδιότητα. Κανείς δεν το είχε ακούσει. Όλοι καταλαβαίνουν πλέον ότι κάτι τέτοιο παύει να ισχύει. Άργησε αλλά έφτασε. Και ναι, είναι ένα απαράμιλλο Έργο Τέχνης.
Πάνος Καραφωτιάς
6. Max Richter - The Blue Notebooks
Το πρώτο λεπτό του Blue Notebooks, ξεκινά με τον ήχο ενός πιάνου, παράλληλα με την φωνή της ηθοποιού Tilda Swinton η οποία απαγγέλλει λόγια του Κάφκα κάτω από τους ήχους μιας γραφομηχανής. Ίσως το πιο λυρικό ξεκίνημα δίσκου που έχουμε ακούσει εδώ και πολύ καιρό, ικανό να δώσει ένα δυνατό εναρκτήριο λάκτισμα για το μαγικό ταξίδι στη μουσική του Max Richter. Τα επόμενα 40 λεπτά ικανοποιούν κάθε αρχική προσδοκία και τέρπουν τις αισθήσεις σε βαθμό που σπάνια συναντάμε. Η γεύση που αφήνει το Blue Notebooks μετά από μερικές ακροάσεις είναι ταυτόσημη με αυτή ενός καλού βιβλίου, μιας κλασικής κινηματογραφικής ταινίας ή ενός παλιού καλού κρασιού. Αφήνοντας μια από τις πρόσφατες νύχτες το Blue Notebooks να γυρίζει επαναληπτικά στο cd, κάτω από το φως της πανσελήνου, μετά από λίγη ώρα άρχισαν να ξυπνούν φαντάσματα και να βγαίνουν από τα βιβλία του Poe που στέκονταν στη σκονισμένη βιβλιοθήκη, τις ταινίες του Lynch παραδίπλα και τους δίσκους στο ράφι της Constellation.
Τάκης Θανόπουλος
7. Dizzee Rascal - Showtime
Ένα ακόμα garage-rap (sic) αριστούργημα από τον Dizzee Rascal. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να ασχοληθεί κανείς με το Showtime, πολύ περισσότερο από οτιδήποτε φέρει τη λέξη rap στις μέρες μας. Μακριά από τα ανώνυμα, απρόσωπα κορμιά και τα αμάξια ενός συγκεκριμένου στυλ της άλλης πλευράς του Ατλαντικού, τόσο τυποποιημένου όσο ένα χιτ του Φοίβου (κάθε είδος μουσικής έχει άλωστε και τα εμπορικά σκουπίδια του, να μην κατηγορούμε μόνο τους εγχώριους "μάστορες" του σκυλο-ποπ σουξέ), ο Dizzee Rascal δεν αφήνει ούτε δευτερόλεπτο τούτου του δίσκου να πάει χαμένο με τη στιχουργική και μουσική ευφυία του. Εξακολουθεί να θέτει ερωτήματα (πολλές φορές αναπάντητα), αλλά σε αντίθεση με το Boy In Da Corner το Showtime δείχνει την αυτοπεποίθηση ενός ώριμου καλλιτέχνη που βλέπει και το μελλον. Όποιος τολμά νικά και θετικισμός, ό,τι εξάγουμε από το φετινό του εκπληκτικό πόνημα.
Τάσος Βογιατζής
8. Pan Sonic - Kesto (234.48:4)
Ναι, το 234 αναφέρεται στα λεπτά της διάρκειας αυτού του επικού ηλεκτρονικού διαμαντιού. Ο εσωστρεφής μινιμαλισμός, ο θόρυβος και ο τρόμος, τρία στοιχεία που έβρισκες στις προηγούμενες δουλειές τους, βρίσκονται πλέον μαζί με industrial σκουπίδια και space θορύβους σε ένα έργο που δεν δύναται να κατηγοριοποιηθεί. Αρχικά με πυκνούς βιομηχανικούς ήχους και στατικά beats, έπειτα με ένα καταλάγιασμα, ώσπου να αναπτυχθούν τα ηχοτοπία. Δεν υπάρχει λόγος όμως να περιγραφεί οτιδήποτε σε ένα τέτοιο ηλεκτρονικό ταξίδι. Για πρώτη φορά ίσως έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν πλήρως αυτό που είχαν στο μυαλό τους. Τους πήρε τέσσερα δισκάκια για να δομήσουν και να αποδομήσουν το δικό τους "φυσικό" περιβάλλον, αλλά άξιζε τον κόπο.
Τάσος Βογιατζής
9. The Earlies - Those Were The Earlies
Ίσως ο πιο συναρπαστικός "δύσκολος" δίσκος της χρονιάς. Εκεί όπου οι Manitoba και Boards of Canada συναντούν τους Mercury Rev. Ποιοι είναι αυτοί οι Earlies; Μια τετράδα χωρισμένη στα δύο, ένα "ζεύγος" στο Manchester κι ένα άλλο στο Τέξας! Το αγγλοαμερικανικό κουαρτέτο, μάλιστα, γνωρίστηκε από κοντά μόλις στα τέλη του 2003. Πριν από εκείνη τρη μέρα ηχογραφούσαν ...υπερατλαντικά, στέλοντας tapes ο ένας στον άλλον, για να φτιαχτεί το άλμπουμ αυτό, το οποίο τους πήρε ...πέντε χρόνια! Προηγήθηκαν μίνι κυκλοφορίες που αύξησαν την αναμονή και πλέον έχουμε την ολοκληρωμένη τους δουλειά, μια ηλεκτρονική έκδοση του ονειρικού κόσμου των Mercury Rev με την τελειομανία του Brian Wilson. Με τους πρώτους μοιράζονται ακόμα και την δίψα τους για περίεργα όργανα ή την ίδια αίσθηση της φωνής. Ο Brandon Carr νομίζεις ότι είναι κάποιος κλώνος του Jonathan Donahue. Εντούτοις, αυτό που παρουσιάζουν είναι απίστευτα μοναδικό και κάθε φορά έχει να σου αποκαλύψει πράγματα. Δεν είναι εύκολο άκουσμα, δεν έχει την αμεσότητα των Rev, άλλωστε είναι περισσότερο κολλάζ και ατμόσφαιρα, παρά ευθύ χτύπημα, αλλά σταδιακά θα σε αποζημιώσει.
Τάσος Βογιατζής
Οι Killers είναι αριστοτεχνίτες των riffs και της μελωδίας που ξεσηκώνουν ακόμα και στάδια, αναπολούν την ποπ των 80s και το new wave, αλλά γνωρίζουν ότι βρίσκονται στο 00s. Το άλμπουμ πάντως ήρθε για να ταρακουνήσει τα λιμνάζοντα νερά του βρετανόφιλου αμερικάνικου rock με ένα δικό του τρόπο. Χωρίς να καταφεύγει σε εκτροχιαστικές συχνότητες, το άλμπουμ είναι δυνατό και αρκούντως χορευτικό, είναι γάργαρο κι ευφάνταστο χωρίς να καταφεύγει στον εστετισμό του πειραματικού και τέλος είναι ακομπλεξάριστο, από την άποψη ότι ...θα μπορούσε να είχε άφθονο indie credibility χωρίς να το κυνηγάει τώρα με τις παρεμβολές των αλά Duran Duran πλήκτρων του. Κι όμως, όσο κιτς κι αν φαίνεται ένας συνδυασμός της νεϋορκέζικης σκηνής με τα εφετζίδικα απομεινάρια των 80s, οι 7-8 στιγμές μοναδικής συνθετικής οξυδέρκειας και το τελικό σύνολο που τις αναδεικνύει ακόμα πιο πολύ, δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια για αμφισβητήσεις.
Τάσος Βογιατζής