Με μία πόλη όπως το Βερολίνο δεν ξεμπερδεύεις ακόμα και όταν την επισκέπτεσαι για 6η φορά, ακόμα και όταν έχεις μείνει και σπουδάσει εκεί, όπως ο υπογράφων. Κάθε φορά που ξαναβρίσκομαι, παρατηρώ ότι το πληθυσμιακό χαρμάνι –πέραν των επισκεπτών τουριστών– διακρίνεται από μια μαγιά διαφορετικής δυναμικής από εκείνη την οποία έχουμε συνηθίσει όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο πλέον παραδοσιακό καζάνι εθνοτήτων στην Ευρώπη: το Λονδίνο.
Στο Βερολίνο οι εθνότητες δεν συνυπάρχουν, αλλά ζουν όλες μαζί. Είναι τελείως διαφορετικό, γιατί τα παντρέματα δεν γίνονται κάτω από το βάρος του οικιστικού και του βιωματικού, μα κάτω από τη σύγχρονη αντίληψη των Βερολινέζων περί αυτονόητης συνδιαλλαγής. Επισημαίνω το «Βερολινέζους», διότι είναι κι εκείνοι μέρος της διαφορετικότητας της πόλης, σε σχέση με τους κατοίκους άλλων γερμανικών πόλεων, λ.χ. της προσωπικώς αγαπημένης Κολωνίας –η Οσάκα της Γερμανίας, όπως χαριτολογώντας μεν, απόλυτα εύστοχα δε παρατήρησε εν Aλεμάνια φίλος. Είναι λοιπόν κάτι παραπάνω από ενδιαφέρον να βλέπεις τη φιλοσοφία των Βερολινέζων πάνω στο καθημερινό και το πώς αυτή καθιστά δυνατές γέφυρες που σε μας φαντάζουν ακόμα αδιανόητες. Πρόκειται για κάτι που κάνει τη συμμετοχή σου στο Music Tech Start Up Berlin που διοργάνωσε η Initiative Musik –μαζί με ανθρώπους απ' όλον, κυριολεκτικά, τον κόσμο– να μοιάζει ως απολύτως φυσική.
Για να ανοίξω όμως έμπροσθέν σας τον χάρτη, υπήρχαν εκπρόσωποι της (Νοτίου φυσικά) Κορέας, της Χιλής, του αγγλόφωνου και γαλλόφωνου Καναδά, της Ινδίας, της Νοτίου Αφρικής, του Παναμά, της Ανγκόλα, μα και πολύς κόσμος από το πρώην ανατολικό ευρωπαϊκό μπλοκ: από την αγαπημένη Πολωνία και το Καζακστάν, ως τη Μητέρα Ρωσία (επίσης δύο, ένας από τα κεντρικά κι ένας από τη Σιβηρία). Το τι γυρεύαμε όλοι εμείς εκεί, το εξηγούσε το ίδιο το μότο που έβλεπες αναρτημένο στο αεροδρόμιο Tempelhof, με το που έβγαινες: «Ξεκινάς κάτι Καινούργιο; Είσαι στο σωστό μέρος». Μότο με απόλυτα ρεαλιστική, παροντική λογική, κόντρα στα αιθεροβάμονα «Live your myth» και τα σχετικά. Μπορεί οι ίδιοι οι Βερολινέζοι να κατηγορούν ενίοτε εαυτούς ότι είναι όλο μόστρα και γεμάτοι αναβλητικότητα (χαχαχχαχαχχαχαχχαχαχχα!), όμως τα σχέδια βομβίζουν συνεχώς μέσα στο κεφάλι τους.
Το Βερολίνο είναι, μεταξύ άλλων, πόλος έλξης για οτιδήποτε έχει να κάνει με τεχνολογίες και μελλοντικές εφαρμογές· είτε καθαρά τεχνοκρατικές, είτε εικαστικές –διαβάστε παρακάτω και θα καταλάβετε. Γι' αυτό και το Tech Open Air το οποίο διοργανώθηκε στις 16 και 17 Ιουλίου δεν ήταν παρά το επίκεντρο μιας γενικότερης τουρ, μέσω της οποίας η γερμανική ομάδα που μας κάλεσε εκεί είχε σκοπό να αναδείξει όλες τις εταιρείες της χώρας, όσες έχουν πάει πολλά βήματα μπροστά. Είμαι μάλιστα σίγουρος ότι για μερικά από αυτά δεν ξέρετε ότι ξεκίνησαν από εκεί.
Το ίδιο το Tech Open Air ήταν καταπληκτικό. Ενώ έβλεπες πάρα πολλούς γραβατωμένους να κυκλοφορούν ως λαγωνικά, δεν υπήρχε πόζα στις συναντήσεις ή στις παρουσιάσεις. Οργανώθηκε δε σε ένα τετραώροφο κτίριο που έμοιαζε –και ήταν– κατάλοιπο κατάληψης, απογυμνωμένο εκτός των βασικών (θεμέλια, τοίχοι, πάτωμα), με έναν αγριότοπο από δέντρα και θάμνους να το περιτριγυρίζει. Ήταν πραγματική απόλαυση και θα ήθελα έτσι να είχα μαζί τον συνάδελφο Στέργιο Κοράνα ή μερικούς τελειωμένους τεχνοφρήκ που γνωρίζω, ώστε να μοιραστώ μαζί τους τις συγκινήσεις. Όχι βέβαια πως τα παιδιά της ομάδας ήταν λιγότερο τεχνοφρήκς. Αντιθέτως... Απλά έχει άλλη χάρη να λες «Κοίτα ρε μαλάκα τι έφτιαξε ο τρελαμένος. Ουσιαστικά έχει ως βάση το παλιό ξεσκισμένο Atari και πάει την καλωδίωση μισό βηματισμό πιο μπροστά. Μάγκας!!!!!». Άντε τώρα να πεις κάτι τέτοιο στον Πολωνό, ας πούμε, με αυτόν μάλιστα τον τρόπο.
Υπήρχαν επίσης πολλά για να θαυμάσεις. Κατ' αρχήν, είχα την απέραντη ευτυχία –το εννοώ, ρωτήστε τον αρχισυντάκτη πόσες φορές του έχω μιλήσει για το θέμα– να δω από κοντά πώς τυπώνει μια 3D εκτυπωτική (η πρώτη από τις άνωθεν φωτογραφίες): το μέλλον, όπως ίσως γνωρίζετε· μόλις μάλιστα πριν από μερικούς μήνες πέταξε και το πρώτο αεροπλάνο (της RAF) με τμήματα κατασκευασμένα από 3D εκτυπωτή. Πρόκειται για εφεύρεση η οποία θα αλλάξει τη ζωή μας με απίστευτο τρόπο, προσφέροντάς μας από λεμονοστύφτες και σκελετούς γυαλιών, μέχρι ακριβή και ακριβά εργαλεία χειρουργικής. Ή να μιλήσω για το Sway, που ήταν εγκατεστημένο σε ένα δωμάτιο; Πρόκειται για διαδραστικούς διάφανους σωλήνες μικρού μεγέθους, οι οποίοι απορροφούν ήχους και με το άγγιγμα ή το πέρασμά σας απλώς εξαπολύουν προς τα πίσω ambient (βλέπε τη δεύτερη φωτογραφία από τις πάνω). Δώσε και μένα μπάρμπα, να κάτσω εκεί μέσα 30 ώρες και ας χάσω ακόμα και μικροχρήσιμες επινοήσεις όπως το ROCKI, που ουσιαστικά επιτρέπει με μια σύνδεση (μέσω μικρομηχανισμού) την επέκταση σε όλο το σπίτι όσων streaming ακούτε, βγάζοντάς σας από το στενό πλαίσιο του κομπιούτερ και των ηχείων του.
Καφές εντωμεταξύ άπλετος και δωρεάν, θαυμάσια σάντουιτς με επίσης ελεύθερη διανομή, πολύ κέφι στις δύο σκηνές όπου οι ομιλίες δεν είχαν σε τίποτα να κάνουν με τις κοντόφθαλμες και στείρες παρουσιάσεις που έχετε πιθανώς συνηθίσει. Ευτυχώς δεν είχαμε ούτε μία τέτοια, σε όλο το εύρος της μίας εβδομάδας που έμεινα στο Βερολίνο. Και δεν είχε σχέση με τα μουντιαλικά επινίκια των Γερμανών, μιας και πρέπει να σας πω ότι προσγειώθηκα Βερολίνο το απόγευμα της 13ης Ιουλίου και είδα τον τελικό με την Αργεντινή σε τρία διαφορετικά μέρη (άλλαζα για να κόψω κίνηση): από πλατεία με τεράστια οθόνη σε τούρκικο κεμπαμπτζίδικο και μετά σε κατάληψη extreme noise με Τούρκους και Γερμανούς –κι εγώ ανάμεσα να λέω ελεύθερα ότι γουστάρω Αργεντινή και να πηγαίνουν απλά στοιχήματα εναντίον μου, αν και δεν ήμουν χαζός για να βάλω. Σημάδι το τελευταίο του χαρακτηριστικού που ανέφερα και πιο πάνω: της συνύπαρξης.
Κι αυτήν την πολυσυλλεκτικότητα την είδαμε παντού. Στα Riverside Studios, ας πούμε, δεν βρήκαμε ηχολήπτες και τεχνικούς κολλημένους σε μία διάσταση της παραγωγής. Αναλογικό, ψηφιακό, υπερσυμπιεσμένο και lo-fi, όλα έβρισκαν τον χώρο τους αναλόγως των αναγκών, όχι βάσει σοφιστιών και αξιωμάτων. Στην Ableton, επίσης, ήταν απίστευτος ο τρόπος με τον οποίον ο Olaf Bohn, υπεύθυνος Τύπου της φημισμένης εταιρείας, σου έλεγε –με χαλαρό τρόπο και δίχως κομπασμούς– ότι χρειάστηκαν πολλές ώρες και αρκετές τροποποιήσεις ώστε να φιξαριστεί η πλατφόρμα ήχου που ήθελε να χρησιμοποιεί ο Thom Yorke επί σκηνής. Μιλάμε για μια εταιρεία που πρώτος της πελάτης είναι η Björk, κι όμως ο συμπαθής αλλά και εμβριθής χερ Bohn σου έδινε την ευκαιρία να ρωτήσεις ακόμα και για καλωδιώσεις πάνω στο καινούργιο μηχάνημα, χωρίς να βαριέται στο παραμικρό.
Το Hollzmarkt είναι ένα απότοκο των άγριων ημερών του techno ως χώρος, συνιστά όμως κι ένα πείραμα που τώρα γίνεται και αν μη τι άλλο ήδη έχει πετύχει να μην δοθούν ανάλογες εκτάσεις σε εταιρείες ανοικοδόμησης με γιάπικη λογική. Μπορεί ο σχεδιασμός των κατοικιών που θα γίνουν εκεί να έχει μερικά κενά, αλλά, προς το παρόν, είναι ένα μέρος όπου ο Έλλην χίπστερ θα έκλαιγε από χαρά. Ευφυές ντούπου-ντούπου ακουγόταν παντού, θαυμάσιο φαγητό, τα παιδιά παίζουν ανέμελα (εκεί χαίρομαι εγώ ως γονιός), κορασίδες χορεύουν και σερβίρουν (εκεί θα χαίρονταν οι συνάδελφοι Γεωργιόπουλος & Μαγιόπουλος) και τα πάντα έρεαν με χαλαρό τρόπο, που στο τσακ –και έξυπνα– απέφευγε και τον χιπισμό, μα και το lifestyle.
Το πρωί της 14ης Ιουλίου, πέρα από τις πρώτες χαιρετούρες, ξεκινήσαμε και μια βόλτα στο Βερολίνο, κάνοντας στάση σε αρκετά σημεία που χρήζουν προσοχής ακόμα και για όσους έχουν ήδη πάει κανα-δυο φορές στη γερμανική πρωτεύουσα. Κι εκεί έπιανες το βασικό κόλπο που πουλάει αυτή η πόλη. Ναι μεν έχουν περάσει οι χυμώδεις (δεν ξέρω αν με εννοείτε…), παραισθητικές ημέρες του techno με το σχετικό ξυλίκι, αλλά το τελευταίο πωλείται πια όπως λ.χ. πουλάμε εμείς το καινούργιο μουσείο της Ακρόπολης στους τουρίστες· με έναν συνδυασμό δηλαδή μοντέρνου κατασκευάσματος και περηφάνιας για το παρελθόν. Παλιότερα είχες τις καταπληκτικές αναδρομικές εκθέσεις φοβιστών και ιμπρεσιονιστών ή το Μουσείο της Περγάμου, τώρα όμως το hot history spot του Βερολίνου είναι τα χρόνια του '70 (επί Τείχους δηλαδή) και τα άγρια χρόνια του techno (το '90 δηλαδή). Το καλό βέβαια με τους Βερολινέζους είναι ότι ζουν στο σήμερα, οπότε δεν σκυλεύουν το πτώμα του παρελθόντος. Ίσα-ίσα, προσπαθούν να το μεταποιήσουν ώστε να είναι εργονομικό και για το παρόν, μα και για το μέλλον. Αποτέλεσμα αυτής τη λογικής είναι το Factory (φωτός 9 +10), χώρος όπου κυριολεκτικά φιλοξενούνται όλοι όσοι βρίσκονται στην πρωτοπορία της τεχνολογίας· μια πανεπιστημιούπολη, με λίγα λόγια, για τους φουτουριστές του διαδικτύου.
Η κορυφαία κατά εμέ στιγμή ήταν η παρουσίαση του Steffen Holly, επικεφαλής επικοινωνίας για το Ινστιτούτο Έρευνας για την Ψηφιακή Τεχνολογία (φωτός 11 +12). Η οποία δόθηκε με ένα εκπληκτικό μίγμα 1970s ελευθεριότητας, πίστης στη θετική πλευρά της επιστήμης, χιούμορ και βαθιάς γνώσης της συνταγμένης που ονομάζεται ήχος: το mp3 από τα εργαστήρια τους ξεκίνησε, όχι όμως για τους λόγους που το μάθαμε, αλλά για ανταλλαγή επιστημονικών δεδομένων. Επιπλέον απόδειξη της βαθιάς αυτής γνώσης, είναι τα καινούργια ηχεία που έχουν φτιάξει και απλά μεταφέρουν τον ήχο μέσα στο σπίτι από δεκάδες μικρούς πομπούς και με τεχνολογία αιχμής.
Όχι βέβαια πως έλειψαν άλλες συγκινήσεις. Το να είσαι λ.χ. προσκεκλημένος σε επίσημο δείπνο στο Υπουργείο Τεχνών & Γραμμάτων, ήταν μία ακόμα ξεχωριστή στιγμή, ειδικά εφόσον δεν τηρήθηκε κάποιο σκληροπυρηνικό πρωτόκολλο, επιτρέποντας έτσι και την απόλαυση του γεύματος, αλλά και την ανάδυση συζητήσεων. Το ίδιο μπορώ να πω και για την περιήγηση στη γερμανική Βουλή, ένα κτίριο που βρίθει συμβολισμών σχετικά με τον θεσμό που εκπροσωπεί, τους οποίους αποτυπώνει μάλιστα σε δεκάδες καίρια σημεία, μέσω αρχιτεκτονικών σχεδιασμών και εικαστικών. Στα συν δυστυχώς δεν θα μετρήσω την επίσκεψη στη γερμανική Universal, διότι τύχαμε σε μια πολύ σφιγμένη από πλευράς εταιρείας παρουσίαση, η οποία θύμισε παλιές συντηρητικές (και όχι καθαρά μουσικές) μεθόδους της δισκογραφικής βιομηχανίας –υπόψιν ότι η παρατήρηση προέρχεται από υπέρμαχο της τελευταίας.
Θα ήταν βέβαια απρέπεια τρομερή να μην αναφέρω το μεγάλο δώρο της διοργάνωσης: την επίσκεψη στην αναδρομική έκθεση για τον David Bowie. Είχε πολύ κόσμο εκείνη την Πέμπτη το απόγευμα που πήγαμε, γι' αυτό και πήγα κατευθείαν στα δωμάτια που ήταν αφιερωμένα στην τριλογία του Βερολίνου. Ήταν τουλάχιστον συγκινητικό να βλέπεις το χειρόγραφο του Heroes, τα ίδια τα σβησίματα από το στυλό του Bowie στους στίχους, όπως και τα σύνθια τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στην ηχογράφηση. Εννοείται δε ότι η έκθεση παρουσιάστηκε πλήρης κουστουμιών και ότι κυκλοφορούσες με ακουστικά –με το που άλλαζες αίθουσα και θεματική, άλλαζε και το κομμάτι στα ακουστικά! Την Παρασκευή που μας έμεινε σαν ελεύθερη μέρα τρέχαμε να προλάβουμε τα μουσεία (ο καθείς εκείνα που τον ενδιέφεραν), ενώ το βράδυ απολαύσαμε ένα κλασικότατο δείπνο μεταξύ των παρεών που είχαν σχηματιστεί, ως κατακλείδα της κοινής μας εμπειρίας στο Βερολίνο. Το επόμενο πρωί back 2 (τροπική) Athens.
Στα συν οφείλω να προσθέσω και το καταπληκτικό ξενοδοχείο Nhow όπου και μείναμε –είναι αυτό το θαυμάσιο κτίριο στα αριστερά του ποταμού (ναι, το λευκό), το οποίο κάθεται πάνω στο άλλο ως Γ στην άνωθεν φωτογραφία. Εκτός του θαυμάσιου design μέσα και έξω από τα δωμάτια, λόγω του ότι θεματική του ξενοδοχείου αποτελεί η μουσική, υπήρχε κι ένα stage ανοικτό όλες τις ώρες, όπου χωρίς καμία χρέωση μπορούσες να χρησιμοποιήσεις το ευρισκόμενο σ' αυτό στούντιο. Αν μάλιστα ήθελες να κάνεις και practice, στο δωμάτιο σου έρχονταν κιθάρες, ενισχυτές, αλλά και κονσόλες για όσους ασκούν το άθλημα του DJ.
Ένα σημείο που για μένα είχε τρομακτικό ενδιαφέρον, πέραν των υπολοίπων, ήταν να προσπαθήσω να επικοινωνήσω με τους υπόλοιπους της ομάδας πέραν των βασικών ή των αναπόφευκτων μουσικών συζητήσεων· πάνω δηλαδή στην ανεύρεση της καθημερινότητας του καθενός στη χώρα του. Δύσκολο πραγματικά, σημασία όμως είχε το να προσπαθείς να καταλάβεις. Και το δίδαγμα που προσωπικά πήρα στο Βερολίνο (όπως και κάθε άλλη φορά που έχω υπάρξει εκεί, είναι η αλήθεια) ήταν το εξής: η ζωή δεν πρέπει να σταματά σε κανένα προκαθορισμένο ή κατακτημένο σημείο. Η Τέχνη, η τεχνολογία, η γνώση και τελικώς η ίδια η ζωή –όπως πολύ καλά απέδειξαν οι Γερμανοί μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο– πρέπει να προχωρά και όχι να λιμνάζει ή να αναπαύεται στις δάφνες της.