Λίγες μόλις ημέρες πριν από την επίσημη πρεμιέρα του «Σπιρτόκουτο: The musical», στον ακάλυπτο των γραφείων της Στέγης παρακολουθήσαμε τη συνέντευξη Τύπου, όπου οι βασικοί συντελεστές του μας μίλησαν για την ιδέα, την υλοποίησή της, και όλα τα στάδια της δημιουργίας μέχρι τις τελικές σχεδόν πρόβες. Θα ήταν αδύνατο να μεταφέρουμε όλες τις κουβέντες που ειπώθηκαν, θα προσπαθήσουμε ωστόσο να αποδώσουμε κάτι από το υπέροχα τρελό κλίμα που επικράτησε - τη ζέση, τον ενθουσιασμό, όλων των συντελεστών, που έκαναν όσους παρακολούθησαν τη συνέντευξη να ανυπομονούν να δουν και την παράσταση. Επειδή επίσης δεν θα ήταν δυνατόν να «γράψουμε» τα λόγια όλων όσων παρευρέθηκαν στη συνέντευξη Τύπου, αναφέρουμε τα βασικά σημεία από τις συνομιλίες των Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Γιάννη Οικονομίδη, Γιάννη Νιάρρου και Αλέξανδρου Λιβιτσάνου.
Αφροδίτη Παναγιωτάκου: Αποφασίσαμε να βρεθούμε για τις ανάγκες της συνέντευξης Τύπου, στο σκηνικό της παράστασης, και το σκηνικό του Σπιρτόκουτο είναι ακριβώς αυτό, δηλαδή είμαστε στον ακάλυπτο, ανάμεσα σε αθηναϊκές πολυκατοικίες, εκεί που ακούγονται όλα, κι επί σκηνής θα ακούσουμε αυτά που ακούγονται σε έναν ακάλυπτο.
Γιάννης Οικονομίδης: Είμαι σίγουρος ότι όλοι έχετε πάρα πολλές απορίες ως προς το τι είναι το «Σπιρτόκουτο: The musical», γιατί από την πρώτη στιγμή που μπήκε αυτή η ιδέα στο τραπέζι και μετά ξεκινήσαμε να το φτιάχνουμε και να παίρνει σάρκα και οστά, η βασική ερώτηση όλων ήταν πώς στο καλό θα γίνει πραγματικότητα, πώς θα γίνει, πώς γίνεται… πώς είναι δυνατόν! Κι όμως εγώ είχα πάντα μια διαίσθηση, χωρίς να μπορώ να το εξηγήσω, ότι όλο αυτό θα μπορούσε να γίνει πράξη, να γίνει δηλαδή ένα μουσικό έργο, να τραγουδηθεί η ιστορία του Σπιρτόκουτου.
Κι από τη στιγμή που το αποφασίσαμε με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου να το ανεβάσουμε στη Στέγη τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους και γίναν κάπως μαγικά και πιστεύω ότι έγιναν και με τον σωστό τρόπο. Μπήκε μέσα στην υπόθεση ο Γιάννης Νιάρρος, αρχικά ως συνθέτης και μετά ανέλαβε και τη σκηνοθεσία. Στη μουσική σύνθεση κόλλησε μετά ο Αλέξανδρος Λιβιτσάνος. Οι επιλογές του Γιάννη στο καστ ήταν μοναδικές, κινήθηκε με μια απίστευτη ταχύτητα, στην επιλογή των ερμηνευτών που όταν πήγα να δω κάποιες πρώτες πρόβες τα έχασα, καθώς ο ένας ήταν καλύτερος από τον άλλον. Οι μουσικοί επίσης είναι ένας κι ένας. Η μπάντα είναι φοβερή. Όλοι οι συντελεστές είναι επί σκηνής, μουσικοί και ερμηνευτές είναι όλοι απέναντι στο κοινό, όλοι πάνω στη σκηνή.
Το τελευταίο που θα ήθελα να πω είναι ότι αυτό το εγχείρημα είναι πάρα πολύ δύσκολο. Από κάθε άποψη. Κι από άποψης αισθητικής και από άποψη τεχνική. Γεγονός που το καταλάβαμε στην πορεία. Ότι βάλαμε πάρα πολύ μεγάλη μπουκιά στο στόμα, αλλά τελικά, όπως όλα δείχνουν θα την μασήσουμε αυτή την μπουκιά. Θα είναι ένα θέαμα λίγο πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα – σε πάρα πολλά επίπεδα. Πέρα από την τολμηρότητα και την επικινδυνότητα του εγχειρήματος, αλλά και σε ένα επίπεδο αισθητικών στάνταρ, τεχνικών προδιαγραφών, επιχειρούνται πράγματα που δεν έχουν ξαναγίνει στο παρελθόν σε αυτό το έργο.
Και τώρα περιμένουμε το άνοιγμα, το κοινό, πώς όλο αυτό θα επικοινωνήσει με τον κόσμο. Γιατί η επικοινωνία έχει σημασία, πώς το έργο θα έχει τη δική του αξιοπρέπεια και αυθυπαρξία, και το δικό του πάτημα στον χωροχρόνο, και να επικοινωνήσει με ένα κοινό και να δώσει χαρά, να δώσει συγκίνηση, να δώσει σκέψη αλλά και να δώσει και διασκέδαση.
Γιάννης Νιάρρος: Ένα πρωί, τον «παρανοϊκός» εδώ Γιάννη Οικονομίδη, τον συνάντησα σε ένα γραφείο κι άκουσα αυτή την ατάκα «Θέλω να κάνω το Σπιρτόκουτο μιούζικαλ». Το είπε επαναλαμβανόμενα. Στην παράσταση που είχαμε κάνει με τον Γιάννη στο «Στέλλα κοιμήσου» είχα παίξει τον Γιώργο Γερακάρη που ήθελε να γίνει συνθέτης, και ξαφνικά βρέθηκα όντως να συνθέτω… κι όχι μόνο αυτό αλλά και να σκηνοθετώ.
Στην πορεία όταν βρήκα τον Αλέξανδρο είδα ότι αυτό το πράγμα όντως χρειάζεται να εξυπηρετήσει την ιστορία – δεν θέλαμε δηλαδή να είναι μια παράσταση περφόρμανς, αλλά θέλαμε όντως να είναι το δικό μας ελληνικό μιούζικαλ. Με τη γενναιότητα που ο Γιάννης πήγε κι έκανε τότε μια ταινία που οι άνθρωποι ξαφνικά βρίζανε και ήταν ρεαλιστικοί και μιλούσανε τη γλώσσα τους την αληθινή, έχουμε κι εμείς τώρα την ίδια αίσθηση «του πού πάμε, πώς θα το κάνουμε αυτό», το νιώθουμε σαν μια βουτιά στο κενό.
Εμείς αυτό που προσπαθήσαμε ήταν να δώσουμε στην ιστορία μας μια πιο ποιητική μουσική διάσταση, αλλά μένοντας πιστοί στην ίδια ιστορία. Προσπαθήσαμε να κάνουμε συμβατούς, τους δύο φαινομενικά ασύμβατους κόσμους, τον κόσμο του Γιάννη Οικονομίδη και του μιούζικαλ. Και νομίζω ότι το έχουμε καταφέρει αρκετά καλά. Στη συνέχεια, να τονίσω κι εγώ πόσο τυχερός ήμουν που συνάντησα τον Αλέξανδρο Λιβιτσάνο που είναι ένα μεγάλο ταλέντο και έχει τη δυνατότητα και τη γνώση να κάνεις τις ιδέες μου μουσική πράξη. Και μετά ήμουν εξίσου τυχερός που γνώριζα ανθρώπους από το επάγγελμά μου, που δεν έρχονται εδώ απλώς ως ηθοποιοί αλλά ως φίλοι, ως συνδημιουργοί και χωρίς αυτούς πραγματικά δεν θα γινόταν τίποτα.
https://www.instagram.com/p/CkqUieFKnb4/
Αλέξανδρος Λιβιτσάνος: Γνωριστήκαμε με τον Νιάρρο και ήρθε σπίτι και μου έδειξε κάποια πράγματα που είχε ξεκινήσει, και του άνοιξα κι εγώ έναν σκληρό δίσκο και του έδειξα ένα απόσπασμα από εκπομπή του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου στη Ζούγκλα που το είχα κάνει όπερα, με διάφορες μουσικές αναφορές μέσα, οπότε αυτό ήταν.
Γιάννης Νιάρρος: Είπα αυτός είναι ο άνθρωπός μου!
Αλέξανδρος Λιβιτσάνος: Κι έτσι ξεκινήσαμε να γράφουμε παρέα.
Αφροδίτη Παναγιωτάκου: Εγώ θέλω να πω το εξής, ότι ακόμα και αν δεν έχει επιτυχία το εγχείρημα, εμείς είμαστε ήδη απόλυτα ικανοποιημένοι στη Στέγη από το αποτέλεσμα του εγχειρήματος και την πορεία του μέχρι εδώ και δεν θα πούμε γιατί το κάναμε και πώς πήραμε ένα τέτοιο ρίσκο. Αλλά προσωπικά δεν αισθάνθηκα καθόλου την έννοια του ρίσκου, δεν με απασχόλησε κιόλας.
Γιατί ενστικτωδώς και μόνο ξέραμε ποιος μπορεί να το κάνει και ποιος όχι. Αλλά επιπλέον αυτό το χτίσιμο της ομάδας, αυτή η ικανότητα και ο χαρακτήρας του Νιάρρου να μπορεί να επιβάλλεται ευγενώς σε μουσικούς και ηθοποιούς για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, αυτός ο συνδυασμός σεβασμού και αγάπης, χιούμορ και πειθαρχίας, άγχους και απερίγραπτου άγχους, μαζί με μία βεβαιότητα, ότι ναι ξέρω ότι είμαι πάρα πολύ αγχωμένος αλλά και ξέρω ότι θα βγει φανταστικό το αποτέλεσμα.
Επειδή ζήσαμε για αρκετό διάστημα το κομμάτι της μουσικής, αυτό το «σπιρτόκουτο», είχε ήδη σκηνοθετηθεί μέσω της μουσικής, όπως και αν κάποιος θέλει να δει την ταινία του Γιάννη, εν είδει μουσικού έργου, μπορεί να το κάνει. Δηλαδή, νιώθω ότι ο Νιάρρος είδε την ταινία, την είδε ο Λιβιτσάνος, είναι εν τω μεταξύ παιδιά μιας άλλης γενιάς, που σημαίνει ότι γνώρισαν το «Σπιρτόκουτο» μέσα από του youtube, μπορούσαν εύκολα να κάνουν τη μεταφορά στο μυαλό τους, ότι αυτή τη στιγμή δεν μιλάνε, τραγουδάνε ο ένας στον άλλον, αλλά τραγουδάνε σαν να μιλάνε.
Για αυτό και όταν αναλύσαμε με τον Γιάννη σε πρώτη φάση, πριν ακόμα μπει ο Νιάρρος και ο Λιβιτσάνος στην εξίσωση, το μουσικό είδος, αυτό που κάναμε πρώτα ήταν να αποκλείσουμε κάποια μουσικά είδη, ως προς τον αισθητικό δρόμο που θα ακολουθούσαμε. Δηλαδή ξέραμε ότι δεν θα κάνουμε όπερα, ξέραμε ότι δεν θα κάναμε ακαδημαϊκό λυρικό τραγούδι, ξέραμε ότι θέλαμε έντονους χαρακτήρες και ξέραμε ότι θέλαμε να εμπλακούν άνθρωποι που ξέρουν να μην παίρνουν τόσο στα σοβαρά τον εαυτό τους. Κι έτσι μας άρεσε η λογική του «τρελαμένου αλγορίθμου», ότι οι μουσικές αναφορές ήταν «καμένες» - από Χρήστο Δάντη και Καζαντζίδη μέχρι Μπρούκνερ – οπότε θα ακούσετε όλα τα είδη επί της ουσίας μουσικής, μέσα σε ένα μουσικό έργο όχι με τη λογική τώρα βγαίνει αυτό… αλλά κάθε είδος εξυπηρετεί τις εκάστοτε ανάγκες και τον χαρακτήρα του κάθε ήρωα ξεχωριστά. Οπότε και τζαζ υπάρχει και καψουροτράγουδα ‘80s, και πολυφωνικά, ό,τι μπορείτε να φανταστείτε, αλλά όλα δένουν έτσι όπως πρέπει να δέσουν.
Γιάννης Νιάρρος: Να πω γιατί έχει τόσα μουσικά είδη και γιατί κατέληξε να είναι τόσο πολυστιλιστικό, δεν έγινε αυτό σε σχέση με κάποια απόφαση μόνο με το ύφος που θέλαμε να ακολουθήσουμε, έγινε γιατί ένας άνθρωπος, ο ίδιος άνθρωπος μέσα σε πέντε διαφορετικές στιγμές ή φάσεις της μέρας του θα εκφραστεί μουσικά με διαφορετικό είδος, ανάλογα με τη διάθεση άλλο soundtrack παίζει στο πίσω μέρος του μυαλού του.
Και κάπως έτσι έγινε κι εδώ η επιλογή, καθώς δεν βλέπουμε το Σπιρτόκουτο μονοσήμαντα, αλλιώς θα ήταν πολύ εύκολο να πούμε ότι είναι ένα πανκ-ροκ αφήγημα όπου όλοι φωνάζουνε και βρίζουν. Για παράδειγμα ο «πατέρας» έχει και τις εκφάνσεις του νταλκά, έχεις και τις στιγμές που προσπαθεί να γίνει γλυκός για να τον καταλάβουνε, ο «γιος» όταν γίνεται σεξιστής υπάρχουν μουσικά είδη που εξυπηρετούν αυτό το χαρακτηριστικό. Έτσι έγιναν οι επιλογές, για να εξυπηρετήσουν τον χαρακτήρα, το τι συμβαίνει και όχι από μια δική μας πολυστιλιστική συλλογιστική γενικότερα.
Αφροδίτη Παναγιωτάκου: Κι επειδή εδώ φλερτάρουμε μεταξύ τραγωδίας και χιούμορ, αυτό που λέμε να γελάμε αλλά με κολλημένο το στομάχι στον τοίχο, θα μπορούσε όλη αυτή η ομάδα να α παρασυρθεί από όλο αυτό το χιούμορ και να βγει έξω από το σκληρό έργο του Γιάννη -που κι εκεί σε πιάνει ώρες ώρες να γελάσεις- σε κάτι άλλο, εδώ το ίδιο συμβαίνει με τη μουσική και με την κίνηση και με τη σπουδαία ερμηνεία των ηθοποιών που καταφέρνουν να διατηρούν τις αναλογίες και την ισορροπία.
https://www.instagram.com/p/Ckd8X8UIFNF/
Σπιρτόκουτο: The Musical
Πόλεμος σε τέσσερις τοίχους | Βασισμένο στην ταινία του Γιάννη Οικονομίδη
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ
11.11 —30.12.2022
ΒΑΣΙΣΜΕΝΟ
ΣΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ
ΜΟΥΣΙΚΗ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΝΙΑΡΡΟΣ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΣ
ΛΙΜΠΡΕΤΟ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ, ΔΩΡΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ – ΣΤΙΧΟΙ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΝΙΑΡΡΟΣ
ΧΟΡΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΩΤΑ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗ
ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΕΓΗ: ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΟΥ
ΕΝΟΡΧΗΣΤΡΩΣΗ & ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΣ
ΣΚΗΝΙΚΟ: ΕΥΑ ΓΟΥΛΑΚΟΥ
ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: ΙΩΑΝΝΑ ΤΣΑΜΗ
ΦΩΤΙΣΜΟΙ: ΝΙΚΟΣ ΒΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΗΧΟΛΗΨΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΗΧΟΥ: MΑΝΩΛΗΣ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ
ΦΩΝΗΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ: ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑΣ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΤΛΗΣ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΑΓΟΥΛΙΩΤΗΣ
ΗΘΟΠΟΙΟΙ-ΕΡΜΗΝΕΥΤΕΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΑΚΗΣ (ΔΗΜΗΤΡΗΣ), ΑΓΟΡΙΤΣΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ (ΜΑΡΙΑ), ΜΑΡΙΟΣ ΣΑΡΑΝΤΙΔΗΣ (ΓΙΩΡΓΟΣ), ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΣΗΣ (ΛΟΥΚΑΣ), ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΨΥΧΡΑΜΗΣ (ΒΑΓΓΕΛΗΣ), ΝΑΝΣΥ ΣΙΔΕΡΗ (ΚΙΚΗ), ΔΑΦΝΗ ΔΑΥΙΔ (ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ), EΛΕΝΗ ΜΠΟΥΚΛΗ (ΑΝΤΖΕΛΑ), ΓΕΙΤΟΝΕΣ ΟΙ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΔΑΝΑΗ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ, EΛΕΝΗ ΜΠΟΥΚΛΗ, ΘΕΟΔΟΣΙΑ ΣΑΒΒΑΚΗ
ΜΟΥΣΙΚΟΙ (ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΑ)
ΣΟΦΙΑ ΕΥΚΛΕΙΔΟΥ (ΤΣΕΛΟ), ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΛΩΝΗΣ (ΝΤΡΑΜΣ), ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΣ (ΠΛΗΚΤΡΑ), ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΟΥΛΝΤΗΣ (ΜΠΑΣΟ), ΣΠΥΡΟΣ NΙΚΑΣ (ΣΑΞΟΦΩΝΟ), ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ (ΤΡΟΜΠΟΝΙ), ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ (ΠΙΑΝΟ), KΩΣΤΑΣ ΣΑΠΟΥΝΗΣ (ΤΡΟΜΠΕΤΑ), ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΣΙΝΟΣ (ΚΙΘΑΡΑ)
ΠΑΡΑΓΩΓΗ
ΣΤΕΓΗ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΩΝΑΣΗ