Οι Rolling Stones ήταν το τελευταίο συγκρότημα που εμφανίστηκε το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου του 1969 στο Άλταμοντ στην Καλιφόρνια, σε έναν αχανή ανοιχτό χώρο που μέχρι τότε φιλοξενούσε αγώνες δρόμων με αυτοκίνητα. Λίγο πριν την έναρξη της συναυλίας, η τοποθεσία έλαβε το παρατσούκλι «Woodstock της Δυτικής Ακτής», αφού οι διοργανωτές έλπιζαν να επαναληφθεί η επιτυχία του θρυλικού τριημέρου, που διοργανώθηκε 6 μήνες πριν στη φάρμα του Μαξ Γιάσγκουρ, στις ανατολικές ακτές των Η.Π.Α.
Οι Rolling Stones ήταν προγραμματισμένοι να παίξουν αμέσως μετά τους Santana, The Flying Burrito Brothers, Jefferson Airplane και Crosby, Stills, Nash & Young. Οι (εκ των διοργανωτών) Grateful Dead, οι οποίοι θα έπονταν στο πρόγραμμα, ακύρωσαν την εμφάνισή τους την τελευταία στιγμή, εξαιτίας των βίαιων επεισοδίων που δεν ξεκίνησαν μεν, αλλά συνεχίστηκαν υπό την ανοχή της συμμορίας των Hells Angels. Η λογική με την οποία επιλέχθηκαν αυτοί οι μηχανόβιοι για σεκιουριτάδες ήταν επειδή το φεστιβάλ, ως κατ' εξοχήν αντισυμβατικό σύμβολο των 1960s, δεν …καταδέχτηκε να χρησιμοποιήσει κανονικούς αστυνομικούς για την ασφάλεια του κόσμου. Έτσι, για την τήρηση της τάξης διάλεξαν κάποιους που ως τότε ήταν διάσημοι ως μια ομάδα από σκληρούς Αμερικανούς μηχανόβιους, οι οποίοι οδηγούσαν Harley Davidson και έλυναν τις διαφορές τους όχι με τη δύναμη της πειθούς, αλλά με την (αδιαμφισβήτητη) σωματική τους δύναμη.
Η πιο γνωστή λέσχη μοτοσικλέτας στον κόσμο ιδρύθηκε στην Καλιφόρνια το 1948 από μια ομάδα βετεράνων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και έγινε ευρύτερα γνωστή το 1966 από ένα άρθρο του διάσημου δημοσιογράφου Hunter Thompson σχετικά με τη δράση τους. Όταν μάλιστα οι υπεύθυνοι του Άλταμοντ ρώτησαν τους Hell's Angels πώς θα ήθελαν να πληρωθούν για τις υπηρεσίες τους, πήραν την απάντηση: «Μας αρέσει η μπύρα». Όπερ κι εγένετο: μέχρι το τέλος της συναυλίας των Rolling Stones, οι τσοπεράδες κατανάλωσαν ποσότητα μπύρας που αντιστοιχούσε σε περισσότερα από 500 δολάρια της εποχής εκείνης –με αντίτιμο να απομακρύνουν τον κόσμο από τη σκηνή, να σταματάνε καβγάδες και να ελέγχουν για ληστείες ή βιασμούς.
Βέβαια, όσοι έζησαν εκείνη την ημέρα, τους θυμούνται να είναι αραχτοί και λάιτ στο μεγαλύτερο κομμάτι του φεστιβάλ, να αγνοούν τα καθήκοντά τους και να κάθονται απλά δίπλα στη σκηνή, πίνοντας μπύρα και μιλώντας. Και ήταν λόγω της χαλαρότητας αυτής που ξεκίνησε το κακό. Όντως, κάποιοι μαστουρωμένοι θεατές έριξαν κάτω μερικές απ’ τις μηχανές τους και τους προκάλεσαν λεκτικά. Όμως οι (υποτιθέμενοι) επιτηρητές της τάξης, αντί να κατευνάσουν τα πνεύματα, τα όξυναν ακόμη περισσότερο: άρπαξαν αλυσίδες και σπασμένες σανίδες και άρχισαν να απειλούν τους συγκεκριμένους θεατές. Μέσα στον χαμό αυτό, ανέβηκαν στη σκηνή οι Rolling Stones. Το συγκρότημα πρόλαβε κι έπαιξε 3 τραγούδια, μέσα σε κλίμα αναταραχής.
Στο “Sympathy For The Devil” ένας 18άχρονος μαύρος θεατής με λαχανί κουστούμι, ο Μeredith Hunter, επιχείρησε να ανεβεί τη σκηνή· όμως ένας απ’ τους Hells Angels τον έπιασε, τον χτύπησε και τον έσπρωξε προς τα πίσω. Σύμφωνα με τους αυτόπτες μάρτυρες, η φιλενάδα του νεαρού προσπάθησε να τον ηρεμήσει, αλλά ο Hunter βρισκόταν εκτός εαυτού κι επέμενε να φτάσει ξανά στις πρώτες σειρές. «Είχε το βλέμμα ενός τρελού», είπε αργότερα ο Rock Scully –μάνατζερ των Grateful Dead, ο οποίος καθόταν πάνω στη σκεπή ενός φορτηγού και είδε όλο το επεισόδιο: «είχε πάρει ναρκωτικά και ήθελε να σκοτώσει. Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία στο μυαλό μου ότι σκόπευε να προκαλέσει κακό στον Μick Jagger ή σε κάποιον άλλον απ’ τους Rolling Stones ή σε όποιον απλά βρισκόταν στη σκηνή εκείνη τη στιγμή».
Τότε ήταν που οι Rolling Stones άρχισαν το 4ο τραγούδι στη setlist τους, το “Under Μy Thumb”. Την ίδια στιγμή, ο Hunter έβγαλε από την τσέπη του το πιστόλι που είχε κρυμμένο, κίνηση που υπέπεσε στην αντίληψη του σεκιουριτά Alan Passaro. Κρατώντας μαχαίρι, ο μηχανόβιος όρμηξε καταπάνω στον Hunter και με το αριστερό του χέρι έσπρωξε το πιστόλι προς τα κάτω, ενώ με το δεξί μαχαίρωσε τον 18άχρονο στα πλευρά, πολλές φορές. Κατόπιν, αρκετοί Hells Angels έσπευσαν να βοηθήσουν τον συνάδελφό τους, ενώ άλλοι ποδοπατούσαν μέχρι θανάτου τον Hunter. Μερικοί, μάλιστα, τον χτυπούσαν μέχρι και με στέκες του μπιλιάρδου.
Από τη σκηνή, ο Jagger είδε απλά μια συμπλοκή: έναν μαύρο άντρα να παλεύει με μερικά μέλη των Hell’s Angels. Δεν κατάλαβε επ' ουδενί ότι εκείνη τη στιγμή γινόταν αυτόπτης μάρτυρας σε μια δολοφονία –έμαθε τα νέα μετά το τέλος της συναυλίας. Η οποία, παραδόξως, ολοκληρώθηκε κανονικά, με τη μπάντα να παίζει 12 ακόμα τραγούδια, κλείνοντας με το “Street Fighting Man”. Όταν κατόπιν ενημερώθηκε για το έγκλημα, ο Jagger δήλωσε πως «αισθάνομαι χάλια. Νιώθω υπεύθυνος για ό,τι συνέβη».
Ο Passaro αθωώθηκε τελικά από τις κατηγορίες για ανθρωποκτονία, επειδή το δικαστήριο θεώρησε ότι αμυνόταν εναντίον του οπλισμένου Hunter. Μετά τον θάνατο του γιου της, η μητέρα του τελευταίου, Altha May Anderson, ζήτησε να μετατραπεί ο συναυλιακός χώρος στο Άλταμοντ σε δημόσιο πάρκο, προκειμένου να αποφευχθούν μελλοντικοί θάνατοι.
Το Σάββατο 6 Δεκεμβρίου του 1969 έμεινε λοιπόν στην ιστορία της παγκόσμιας μουσικής όχι τόσο για τα επί σκηνής κατορθώματα των Rolling Stones, αλλά για το γεγονός πως, μέχρι και σήμερα, θεωρείται ως η σημειολογική ταφόπλακα στα αισιόδοξα και swinging Sixties. Τη στιγμή που οι Hells Angels σκότωσαν τον Meredith Hunter, η ροκ μουσική μπήκε σε μια νέα φάση, εντελώς αποκομμένη από την περίοδο της αθωότητας.
{youtube}pqK-J9S2GXs{/youtube}
* προσαρμοσμένη αναδημοσίευση άρθρου που είχε πρωτοδημοσιευτεί σε παλιότερο τεύχος του περιοδικού Sonik
** η κεντρική φωτογραφία ανήκει στον Ethan Russell