Με αφορμή τη βράβευση του Χοακίν Φοίνιξ στα Όσκαρ για την ερμηνεία του στα Όσκαρ, ρίχνουμε μια ακόμα ματιά σ' αυτήν και την ταινία.
Κατά κανόνα, όποιος έχει τη μύγα μυγιάζεται· εξ ου και δεν είναι καθόλου παράξενο που η φαντασμαγορικά παρηκμασμένη Gotham City των 1980s, η οποία ανατέλλει σαν παρανοϊκός πλανήτης στη μεγάλη οθόνη, μας παραπέμπει τόσο άμεσα και τόσο έντονα σε μια σύγχρονη, ασφυκτική μεγαλούπολη της Δύσης. Ανεργία, εκποιήσεις, πτωχεύσεις, φτώχεια, ποντίκια, σκουπίδια, κλοπές, απεργίες, διαδηλώσεις, άθλια κτίρια, αναρχία, απελπισία και ανεξέλεγκτη βία συνθέτουν το καθημερινό σκηνικό επάνω στο οποίο ανθίζει το ζωγραφιστό χαμόγελο του κλόουν Άρθουρ Φλεκ.
Βέβαια, σε πείσμα της καταθλιπτικής ατμόσφαιρας που τον ζώνει από παντού, ο Άρθουρ (Χόακιν Φίνιξ) θυμάται πάντα τα λόγια της μαμάς του, παλεύει να μεταδώσει χαρά εκεί όπου η χαρά δεν έχει καμία θέση, και ονειρεύεται να γίνει επαγγελματίας stand-up κωμικός. Είδωλό του, ο τηλεοπτικός αστέρας Μάρεϊ Φράνκλιν (Ρόμπερτ Ντε Νίρο). Ο οποίος, χάρη σε δύο ψίχουλα προσοχής που παραχώρησε κάποτε στον Άρθουρ, κέρδισε την ολοκληρωτική αφοσίωσή του και τον διπλό ρόλο ειδώλου και πατρικής φιγούρας στο σκονισμένο του μυαλό.
Ο Άρθουρ ήταν ανέκαθεν ένα χαμένο παιδί. Εγκαταλελειμμένος από πατέρα, ταγμένος σαν φαντάρος σε μόνιμο καψόνι στην υπηρεσία μιας κυριαρχικής μητέρας, σημαδεμένος από μια ακατανόητη διαταραχή, η οποία τον αναγκάζει να ξεσπάει σε απρόσμενα, ακατάσχετα γέλια και να ζητάει έπειτα συγγνώμη από τους πολλούς που τον παρεξηγούν. Ποτέ, όμως, ένα γέλιο δεν ήταν τόσο θλιβερό. Ποτέ το κάπνισμα τόσο μανιώδες. Ποτέ ένα κορμί τόσο ταλανισμένο.
Ο Άρθουρ γνωρίζει καλά ότι πίσω από τη μάσκα που φοράει, κρύβεται το κενό: ένας άνθρωπος που οι άλλοι θεωρούν φρικιό, στην καλύτερη περίπτωση, και αόρατο στη χειρότερη. Κάποιος που, καμιά φορά, εύχεται ο θάνατός του να έχει περισσότερο νόημα από τη ζωή του. Με άλλα λόγια, το ιδανικό θύμα ατιμώρητου bullying και κατάφωρης αδικίας. Πριν αυτά γιγαντωθούν, το παιδί θα προσπαθήσει να ενηλικιωθεί ειρηνικά. Κι ας ξέρει ότι «οι άνθρωποι είναι πάντα καχύποπτοι απέναντι στο αναίτιο χαμόγελο». Ελπίζοντας ότι τα ελάχιστα που του έχουν τάξει, μπορεί μια μέρα να γίνουν πραγματικότητα.
Κι έπειτα θα έρθουν οι ματαιώσεις. Κι άλλη βία, κι άλλη αδικία. Η μία προδοσία πίσω από την άλλη. Οι άντρες της ζωής του, θα τον σβήσουν αδιάφορα. Οι γυναίκες θα αποδειχθούν ανεπαρκείς, ψεύτρες, πλάσματα ενός φαντασιακού σύμπαντος. Ο Άρθουρ θα βυθιστεί σε μια δίνη απανωτών, τραυματικών αποκαλύψεων και θα συνειδητοποιήσει ότι οι μάσκες γύρω του είναι αμέτρητες. Κι αφού χορέψει σαν ισχνή αράχνη στον ρυθμό της παράστασης των υπολοίπων, αφού κουλουριαστεί σαν αποκαμωμένο έμβρυο λίγο πριν συντριβεί ολοκληρωτικά, θα πατήσει τη σκανδάλη.
Τώρα ο Άρθουρ δεν φοβάται πια. Έχει απογαλακτιστεί. Πώς και δεν είχε καταλάβει ότι ο θάνατος των άλλων μπορεί να ισοδυναμεί με τη δική του κάθαρση; Το γέλιο του θα καλύψει τα πάντα, καθώς θα βλέπει το μασκαρεμένο του είδωλο να πολλαπλασιάζεται θριαμβευτικά.
Εκδικείται ο Άρθουρ; Τιμωρεί; Για εκείνον, ο καθένας παίρνει επιτέλους αυτό που του αξίζει. Το καινούριο του όνομα είναι «Joker» και είναι ήδη παρών, περιμένοντας τον Batman να μεγαλώσει και να φορέσει τη στολή του. Προς το παρόν, απολαμβάνει την καινούρια του μοναξιά (τη μοναξιά του δυνατού, όχι του ηττημένου), και την ανεξέλεγκτη διάδοση της πυρκαγιάς που άναψε ο ίδιος. Δεν έχει ενοχές. Ούτως ή άλλως, η κόλαση ήταν πάντα γύρω του.
Μέσα από τον ρόλο του, ο Χόακιν Φίνιξ αναμετριέται με τον Τζακ Νίκολσον και, κυρίως, με τον Χιθ Λέτζερ. Όμως, δεν έχει σημασία να αναδειχθεί νικητής. Η ταινία του Τοντ Φίλιπς δεν έχει καμία σχέση με εκείνες που ασχολήθηκαν (αριστοτεχνικά) με τον ίδιο μύθο και πρόσφεραν στον γερόλυκο Νίκολσον και, ακόμα περισσότερο, στον αξέχαστο, σπουδαίο Λέτζερ, δύο εμβληματικές εκδοχές του ίδιου ήρωα. Ο Φίλιπς κρατάει ξεκάθαρες αποστάσεις από το κόμικ: εδώ δεν υπάρχουν σούπερ ήρωες, μόνο πόνος και απώλειες.
Το Joker δεν είναι καν ταινία δράσης. Είναι ψυχογράφημα. Ελεύθερη κατάδυση στην άβυσσο μιας ρημαγμένης, εύθραυστης ψυχής, η οποία προτίμησε να μεταμορφωθεί σε δαίμονα αντί να θρυμματιστεί. Ένα rewind στην αρχή μιας συναρπαστικής ιστορίας, που ανατρέπει όλα όσα γνωρίζαμε για τους πρωταγωνιστές της, αλλά και μια χειμαρρώδης αναφορά στη διαφορετικότητα, που δύσκολα σε αφήνει ασυγκίνητο. Κάθε σκηνή, κάθε πλάνο, κάθε δευτερόλεπτο, κάθε κινηματογραφική αναφορά σε άλλους, σημαντικούς σκηνοθέτες (όπως ο Μάρτιν Σκορσέζε), είναι εξονυχιστικά μελετημένα για να χτιστεί πειστικά, με κάθε λεπτομέρεια, ο κόσμος που σκότωσε τον Άρθουρ και γέννησε τον Joker. Και κάθε κίνησή του, κάθε ανάσα, είναι μια πρόκληση για τον θεατή: να τον απορρίψει ή να τον καταλάβει.
Για τον ίδιο τον Φίνιξ, τα λόγια είναι περιττά. Είναι προφανές το πόσο «ερωτεύτηκε» τον ήρωά του. Για χάρη του γίνεται αόρατος, χάνεται κάτω από ένα ξένο δέρμα, ντύνεται μ' αυτό. Ο Χόακιν είναι ο Joker, με τον νου, με την καρδιά και με το τελευταίο μόριο του κορμιού του. Η ερμηνεία του είναι τόσο εκπληκτική, ώστε αγγίζει τα όρια του τρομακτικού.
Κι όμως ο Joker, ο οποίος κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στη Βενετία –και πιθανώς προορίζεται για πολλά Όσκαρ– συνοδευόμενος από διθυράμβους εκστασιασμένων κριτικών, έχει διχάσει και έχει οδηγήσει τον σκηνοθέτη και (συν)σεναριογράφο Φίλιπς σε διευκρινίσεις. Η βασικότερη αντίρρηση είναι ιδεολογική: η ταινία του εξηγεί τη δημιουργία του κακού, μήπως όμως στην πραγματικότητα το δικαιολογεί; Ποια είναι η θέση της απέναντι στην ψυχιατρική διαταραχή; Πρέπει, άραγε, να είμαστε χαλαροί απέναντι στη διαπίστωση ότι η βία γεννάει βία; Ποιο είναι ακριβώς το μήνυμα μιας υπερπαραγωγής σαν το Joker στους ταραγμένους, σύγχρονους καιρούς μας; Και πόσο επικίνδυνο είναι αυτό το μήνυμα;
Όμως, μιλάμε για σινεμά. Οι εν δυνάμει «επικίνδυνες» ταινίες είναι πολλές και οι θεατές τους ακόμα περισσότεροι. Κανείς δεν μπορεί να προδικάσει ποια ιδέα θα βρει αποδέκτες και πώς θα την ερμηνεύσει ο καθένας. Από τα πρώτα πλάνα, άλλωστε, γίνεται εμφανές ότι το Joker λειτουργεί ως αντανάκλαση και, κατά συνέπεια, ως προειδοποίηση. «Μιλάμε για μια κοινωνία χωρίς συμπόνοια», λέει ο ίδιος ο Φίλιπς, «κι αν την αφήσεις να συνεχίσει έτσι, θα εισπράξεις τον κακό που σου αξίζει».
Προσωπικώς, θα συμφωνήσω.
Κέρδισαν βραβεία; Κέρδισαν μία θέση στη Nova. Απόλαυσε βραβευμένες ταινίες της χρονιάς με Nova Cinema pack μόνο με 19,90€ το μήνα!