Έχω δηλώσει ξανά στο παρελθόν πως η εναρκτήρια παράγραφος των live reports είναι και η πιο άχαρη στις εντυπώσεις του υπογράφοντος, για τον απλό λόγο ότι η βασική της λειτουργικότητα έχει να κάνει με τον τυπικό χαρακτήρα της εισαγωγής ενός όμορφα δομημένου κειμένου και όχι με την ουσία του φαινομένου που συχνά αποκαλούμε με τον όρο «συναυλιακή εμπειρία». Ιδιαίτερα δε, όσον αφορά την πρώτη επίσκεψη των Ολλανδών ASPHYX στην Αθήνα, θα μπορούσαμε να αποφανθούμε πως ανήκε σε αυτά τα στιγμιότυπα που αντικατοπτρίζουν περισσότερο την έννοια της «εμπειρίας» παρά της «συναυλίας», με τρόπο που δέκα παράγραφοι δεν αρκούν για να περιγράψουν το νωπό χαρακτήρα προσωπικών -και μη- αναμνήσεων.
Εναρκτήριο σχήμα αυτή τη φορά αποτέλεσαν οι νεοεισερχόμενοι death metallers MALLEDICTION, που στάθηκαν αρκούντως ικανοποιητικοί με τις καλογραμμένες κιθάρες τους και τον καθαρό ήχο να υποβοηθούν την εμφάνισή τους, ενώ το ψεγάδι που παρατηρήθηκε στον τομέα των φωνητικών φάνηκε να ισοσταθμίζεται κατά ένα μέρος από την ιδιαιτέρως καλή παρουσία του frontman τους.
Τη σκυτάλη ανέλαβαν οι αρκούντως καταξιωμένοι NECROVOROUS, με την αυξανόμενη δημοτικότητά τους έπειτα από την κυκλοφορία του “Funeral for the Sane” να φέρνει πολύ κόσμο ανυπόμονο να τους παρακολουθήσει. Αποτέλεσαν το κυρίως πιάτο των opening acts, με την ζωντανή αυτή επαφή να καταδεικνύει πως η πείρα που αποκτούν με το πέρασμα του χρόνου τους μετατρέπει μεθοδικά σε ένα «live σχήμα» υπό την πλήρη έννοια του όρου. Ιδανικό κερασάκι στα δυο set δε, στάθηκαν οι διασκευές σε BOLT THROWER και AUTOPSY αντίστοιχα, ενώ οι διάρκειες καθαυτές παρέμειναν σε άριστα σταθμά, δεδομένου ό,τι επρόκειτο να ακολουθήσει.
Τρίτοι σε σειρά ανέβηκαν οι τιμημένοι headliners της βραδιάς, αλλά αυτή τη φορά θα προβούμε σε μία μικρή εισαγωγική παρένθεση για αρχή υπό τη μορφή διαπίστωσης. Ο παραδοσιακός ακραίος ήχος γνωρίζει απρόσμενη άνθηση κατά την πάροδο των τελευταίων ετών, με ολοένα και περισσότερα νέα σχήματα να κάνουν την εμφάνισή τους, τη στιγμή που πολλά από αυτά έχουν αρκετή δημοτικότητα πλέον για να υπογράψουν σε μεγάλες εταιρίες του λεγόμενου μεταλλικού ήχου (πρόσφατο παράδειγμα αποτελούν οι επιλογές της Century Media να προσεγγίσει ονόματα της τάξης των MORBUS CHRON, NECROWRETCH και MIASMAL). Ως στοιχείο όμως που κάνει την επιθυμητή διαφορά δεν παραμένει άλλο από το θέμα των φωνητικών, καθότι τα περισσότερα νέα death metal σχήματα πάσχουν χαρακτηριστικά στον τομέα, σε βαθμό που ένα ταλέντο της κλάσης του τεράστιου Martin Van Drunen εισβάλλει διαπρέποντας ανάμεσα σε «worshippers» και «followers» του αναλογικού ήχου.
«Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι», όπως αναφέρει ένα γνωστό αρχαίο γνωμικό. Ο Eric Daniels ομολογουμένως αποτελούσε περίπτωση αναντικατάστατου κιθαρίστα στην παγκόσμια death metal ιστορία, τη στιγμή που ο Martin Van Drunen μοιάζει περισσότερο από ικανός να υποστηρίξει ένα κομμάτι χρησιμοποιώντας την στόφα που χαρακτηρίζει τις αειθαλείς, ζωντανές ερμηνείες του. Αν δεν υπήρχε όμως ένας Paul Baayens στο πλευρό του, το reunion δεν θα ήταν δυνατό σε καμία περίπτωση, γιατί οι πρόσφατοι δίσκοι των ASPHYX παραμένουν σε επίπεδο που ωθεί κάθε παλαιολάγνο οπαδό του ακραίου ήχου να αναφωνεί χαρούμενος στην ιαχή «this is true death metal, you bastards» του ομότιτλου “Deathhammer”, ή στα αδυσώπητα riffs του βασανιστικού “We Doom You Τo Death” ενόσω διάσπαρτοι παρευρισκόμενοι ακολουθούν το παράδειγμά του.
Από άποψη απόδοσης του group, η σκηνική παρουσία του παρέμεινε καταιγιστική στα υψηλά επίπεδα της πρώτης επίσκεψης επί περιοδείας “ Death...the Brutal Way”, αλλά με εμφανώς καλύτερο ήχο όπως αποδείχθηκε από την αρχή μέχρι το πέρας του set. Ο ήχος της κιθάρας εντυπώθηκε μακράν πιο δυναμικός εν συγκρίσει, τη στιγμή που ο νέος μπασίστας, Alwin Zuur, έδειχνε να έχει ενσωματωθεί πλήρως εκτελεστικά, αλλά και σκηνικά, με τον αγαπητό Martin να μη χάνει ευκαιρία να τον παρουσιάζει ενώπιον του κοινού. Τα υπόλοιπα έμειναν όπως τα περιμένατε, ανελέητο headbanging, κόσμος να τραγουδά στίχους, “Asphyx (Forgotten War)” και “Last One On Earth” να παίζουν δικάζοντας κόσμο, ενώ το τέλος επιφύλλασε τις ίδιες ακριβώς προσθήκες που απολαύσαμε και τότε με τα “Abomination Echoes” και “Pages In Blood” να δίνουν ξεχωριστό χρώμα στη βραδιά, μιας και σπάνια αποδίδονται ζωντανά από την τωρινή ενσάρκωνσή τους.
Δυστυχώς, όπως έχω αναλογιστεί πολλάκις σε προσωπικές σκέψεις, οι ASPHYX είχαν όλες τις δυνατότητες να γίνουν μια τεράστια μπάντα στον ήχο, κάτι που δεν επέτρεψαν οι αλλεπάλληλες ατυχίες κατά την διάρκεια των τελευταίων πολλών ετών της πορείας τους. Όπως όμως συμβαίνει με πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις, το όνομα που περιβάλλει την ιστορία, αλλά και την όλη ταυτότητα του group, καταλήγει πέρα και πάνω από τις ικανότητες των μελών που το απαρτίζουν. «This band will never disappoint you» αναφώνησε χαρακτηριστικά ο Martin Van Drunen και είχε δίκιο, γιατί οι ASPHYX δεν κυκλοφόρησαν ποτέ μέτριο δίσκο, ούτε έδωσαν εμφάνιση κατώτερη του αποστομωτικού, ανά τις επισκέψεις που έκαναν στην πόλη της Αθήνας. Μοναδικό παράπονο δηλαδή -αν και προσωπική άποψη- παραμένει η πικρία της απουσίας του «πολύ» Wannes Gubbels των επίσης Ολλανδών PENTACLE, καθώς αποτέλεσε τον άνθρωπο που τους κράτησε ζωντανούς στην πιο κρίσιμη εποχή της καριέρας τους, δίχως να λάβει την παραμικρή αναγνώριση από το κοινό τους.
ASPHYX setlist:
The Quest Of Absurdity
Into The Timewaste
Scorbutics
M.S. Bismarck
Deathhammer
Food For The Ignorant
We Doom You To Death
Eisenbahnmörser
Wasteland Of Terror
Vermin
Asphyx (Forgotten War)
Der Landser
Minefield
Last One On Earth
The Rack
-encore-
Death The Brutal Way
Abomination Echoes
Pages In Blood