Όσοι παρεβρέθησαν στη συναυλία του Βilly πριν μερικούς μήνες στο Αν, θα σχημάτισαν ιδιαίτερη γνώμη για την προοπτική ακουστικής που έχει το ρίσκο του one-man-show. Ο Billy ήταν μόνος του μαζί με την μικροσκοπική κιθάρα του, λες και κάποιος του είχε κλέψει τα υπόλοιπα όργανα, την μπάντα και την όρεξη της πολυφωνίας. Με το “Master and Everyone” αποδεικνύεται πως ο Αμερικάνος τραγουδοποιός έχει υιοθετήσει ένα τόσο lo-fi ηχητικό σύμπαν που ώρες-ώρες αναρωτιόμαστε για την ύπαρξη κάποιου υποτυπώδους σφυγμού. Ο Bonnie ‘Prince’ Billy με τούτο τον τρόπο δεν επιζητά την προσοχή σας, την απαιτεί. Βασιζόμενοι στην ατέλειωτη απόλαυση των προήγουμενων δίσκων του, θα του δώσουμε απλόχερα την προσοχή που διατάζει. Ορισμένοι ίσως κουραστούν, αλλά τα ρίσκα και οι προσωπικές υπογραφές είναι εξ’ορισμού επικίνδυνες καταστάσεις.

Mε το “I See A Darkness” (Domino, 1999), o Billy αφιέρωνε έναν ολόκληρο δίσκο στο θάνατο. Τον προκαλούσε, τον ικέτευε, τον περιφρονούσε, αδιαφορούσε, φοβόταν αλλά τελικώς, καλλιτεχνικά πάντοτε, τον νίκησε. Πριν δύο χρόνια στο “Ease Down the Road” (Domino, 2001), το θέμα ήταν καθαρά το σεξ. Μοιχοί εραστές, στοματικός έρωτας, τύψεις και λοιπά ανθρώπινα συναισθήματα πλημμύριζαν έναν δίσκο-ποίημα που μας έμεινε αξέχαστος. Στην παρούσα φάση, το “Master and Everyone” πραγματεύεται με την πιο αφηρημένη αλλά και ενδιαφέρουσα πτυχή του έρωτα ή της αγάπης μιας και στην αγγλική και οι δύο αυτές λεξούλες καλύπτονται από την λέξη “love”. Με την πονόψυχη διαδικασία της ελάττωσης των οργάνων σε ένα ή δύο και σε συνδυασμό με την ηχογράφηση (που ήταν είτε live στο studio είτε όχι), ο δίσκος αποπνέει μία καταθλιπτική μεν ατμόσφαιρα, αλλά κερδίζει στο στιχουργικό επίπεδο.

Με μία διάρκεια που μετά βίας αγγίζει τα 34 λεπτά, ο Billy εκφράζει ορισμένα συναισθήματα τόσο ειλικρινά που ξεπερνούν τον σκόπελο που ονομάζεται «ανθρώπινος εγωισμός», γεγονός που τα κάνει να ακούγονται απροκάλυπτα αληθινά και πιστευτά. Φερειππείν στο “Wolf among Wolves” ακούμε “Everyday when I come home to her/she holds a phantom, she kisses him and hugs him/ I am not adverse to how she loves him”. Στο “Lessons from what’s poor” καταλήγει στο απόφθεγμα ότι οτιδήποτε πλούσιο καταλήγει στο θάνατο και με αυτόν τον τρόπο υποστηρίζει ότι ο πραγματικός έρωτας ουδεμία ανάγκη έχει την ευμάρεια. Στο “Maundering” δε, ρωτάει “D’you know what I’m wanting to do?” , “I’m going to find something true”. Τέλος στο καλύτερο τραγούδι του δίσκου, τελευταίο στη σειρά, καταλήγει με σαφήνεια πως “It’s a hard life for a man without a wife”.

O δίσκος ηχογραφήθηκε με τον αδερφό του Paul Oldham και τον Mark Nevers από τους Lambchop, ενώ από τους τελευταίους συμμετέχουν στο δίσκο και οι William Tyler και Tony Crow. Το ύφος παραπέμπει περισσότερο στις δουλειές του Papa M παρά στις προηγούμενες δουλειές του Οldham. Η πιο σημαντική και συνάμα καταλυτική για την λειτουργία του δίσκου προσθήκη όμως είναι αυτή της Marty Slayton, της οποίας τα υπέροχα φωνητικά δίνουν στη ζοφερή πραγματικότητα του “Master and Everyone” μία πνοή ελπίδας και ανταπόδωσης που τόσο πολύ την επιζητεί ο τραγουδοποιός.

Ο Will Oldham αν μη τι άλλο έχει τις καλύτερες των προθέσεων. Η επιλογή της συγκεκριμένης λιτής ηχογράφησης είναι δυστυχώς επίπονη και απαιτητική. Σε συνολικό επίπεδο, το “Master and Everyone” δεν αγγίζει τα επίπεδα τελειότητας των δύο προηγούμενων δίσκων, αλλά περισσότερο τους συμπληρώνει σε ένα τρίπτυχο (θάνατος, σεξ, έρωτας), που η σημαντικότητά του είναι αδιαμφισβήτητη. Ο δίσκος ωριμάζει και ενηλικιώνεται με κάθε καινούργιο άκουσμα. Δεν είναι ικανός να προσελκύσει ακροατές στους οποίους το προγενέστερο υλικό του Oldham είναι άγνωστο, αλλά σε αυτούς που έχουν εισχωρήσει έστω και μία φορά στο νου του, είναι ένα εξαιρετικό προσάρτημα στην πολυτάραχη καλλιτεχνική υπόσταση του.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured