Οι Suuns είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα συγκροτήματα του εναλλακτικού ροκ κατά την τρέχουσα δεκαετία. Στις 4 μέχρι στιγμής δισκογραφικές τους απόπειρες κατάφεραν να παντρέψουν τον οργανικό ήχο με τον ηλεκτρονικό κατά τρόπο συναρπαστικό, δημιουργώντας μεθοδικά τη δικιά τους πρόταση, η οποία τους ξεχωρίζει από τον indie συρφετό και αναδεικνύεται εντονότερα μέσα από τις φημισμένες (πλέον) live εμφανίσεις τους. Στο πλαίσιο λοιπόν της περιοδείας για το περσινό άλμπουμ Felt, αρκετοί τυχεροί βρέθηκαν στο Temple το βροχερό βράδυ της περασμένης Τρίτης, απολαμβάνοντάς τους σε όλο τους το μεγαλείο, με μυαλό και σώμα σε συνεχή εγρήγορση.

45bSuu_2.JPG

Αρχικά, ξεπρόβαλαν στη σκηνή –μπροστά σε λιγοστό ακόμη κοινό– οι «δικοί μας» Rattler Proxy, οι οποίοι άπλωσαν με υπομονή και σχέδιο τα τρία  κομμάτια από τα οποία απαρτίστηκε η ουσιαστική, 40άλεπτή τους εμφάνιση. Η δυάδα δεν κατάφερε απλά να βάλει σε συναυλιακό κλίμα τον συνεχώς προσερχόμενο κόσμο, αλλά μπόρεσε και να κοινωνήσει (με στιλ) ένα αίσθημα βιομηχανικής ευφορίας και ταυτόχρονης ματαίωσης. Ο Μάκης Παπασημακόπουλος πάταγε στο σωστό timing πάνω στα garage beats του κουκουλοφόρου Λουκά Σαββίδη, φτάνοντας έτσι στις κορυφώσεις του set ακριβώς τη στιγμή που η μονοτονία της μουσικής τους άρχιζε να οδηγεί τους παρευρισκόμενους σε πηγαδάκια. Αποτέλεσαν ιδανική εισαγωγή για τη συνέχεια.

45bSuu_3.JPG

Λίγη ώρα αργότερα, ανέβηκαν στο σανίδι οι Scattered Clouds. Οι συμπατριώτες των Suuns παρουσίασαν ένα μάλλον άγευστο και παλιομοδίτικα ηλεκτρονικό post-punk μπροστά σε αρκετά πιο πυκνό ακροατήριο, αποτελούμενο από «κουμπωμένες» παρέες, ζευγάρια και μοναχικούς τύπους, που είχαν φροντίσει να βρίσκονται στο χείλος της «ιδιωτικής» τους εκτόνωσης. Βοήθησε ως προς αυτό τον σκοπό και η χορευτική διάθεση της μουσικής των Καναδών, αλλά στην ουσία δεν είχε πολλά να προσφέρει σε όσους από εμάς είχαμε βολευτεί με μιάμιση draft μπύρα, πέρα από μερικά cool ριφάκια, ένα συμπαθητικό ρεφρέν και μία ανάγκη αναζήτησης του αυθεντικού 1980s ήχου. Ήταν μία εμφάνιση που ουδέποτε χάρισε ουσιαστικούς λόγους για να ασχοληθούμε περαιτέρω με την περίπτωση της δυάδας από το Κεμπέκ: χωρίς να κάνουν απαραίτητα κάτι λάθος, το υλικό που διαθέτουν είναι φανερά αδύναμο.

45bSuu_4.JPG

Καταλαμβάνοντας το σανίδι του Ναού γύρω στις 23:30, οι Suuns μας ανάγκασαν να ξεχάσουμε το άγχος για το δύσκολο πρωινό εγερτήριο της επόμενης εργάσιμης, βουτώντας μας χωρίς ενδοιασμούς στο μεθυστικό τους ηχητικό κατασκεύασμα. Ξεκίνησαν ατμοσφαιρικά, με τα αόριστα φωνητικά του Ben Shamie να αργοσέρνονται πάνω στο drone rock μοιρολόι του μπασίστα Joe Yarmush, μέχρι που μπήκαν στο παιχνίδι οι εκπληκτικοί Liam O'Neill & Max Henry (ντραμς και πλήκτρα, αντίστοιχα), χτυπώντας αλύπητα στους νευρώνες που απελευθερώνουν τη σκέψη, ενεργοποιούν το σώμα και ανοιγοκλείνουν τους συναισθηματικούς πόρους, σαν σε σαδιστικό παιχνίδι.

45bSuu_5.JPG

Μπορεί να πει κανείς πως οι Suuns έχουν δημιουργήσει ένα ζηλευτό club/art rock υβρίδιο, το οποίο απευθύνεται σε όλους αυτούς που γουστάρουν την καλλιτεχνική φλέβα των Liars, αλλά θέλουν και να χορέψουν με νόημα στην electro του Jon Hopkins, έχουν δακρύσει σε οριακές προσωπικές στιγμές με τους My Bloody Valentine και ξορκίζουν το υπαρξιακό άγχος σε μία πίστα όπου παίζει o Arca.

45bSuu_6.JPG

Βινιέτες αυτής της φιλοσοφίας αποτυπώθηκαν με αμείωτη ένταση μέσα στην 1 ώρα διάρκειας του live. Ήταν εντυπωσιακός ο τρόπος των Καναδών να λειτουργούν με μία σχεδόν αόρατη, πολύπλοκη, οριακά αλγοριθμική διαδικασία, για να παράξουν έναν ήχο ο οποίος κέρδιζε το μυαλό, αφού είχε πρώτα κατακτήσει ενστικτωδώς το σώμα. Ως αποτέλεσμα, υπήρξαν αρκετές στιγμές που έβλεπες το μισό Temple –δηλαδή περίπου 50 άτομα– να λικνίζεται με κλειστά τα μάτια και το σώμα αδέσμευτο, ελέω των αλλόκοτα σέξι δονήσεων που εκπέμπει το ροκ των Suuns. Ειδικά σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου πάνω στα ηλεκτρονικά μοτίβα κολλούσαν με μαεστρία τα οργανικά μέρη του ήχου τους, η ικανοποίηση από αυτό το κλικ γινόταν ένα με μία χορευτική έκσταση, αγγίζοντας σπάνιες κορυφώσεις προσωπικής πληρότητας από live μουσική.

45bSuu_7.JPG

Τελικά η μπάντα έκλεισε άψογα την ισόποσα μοιρασμένη ανάμεσα στη δισκογραφία της αθηναϊκή της εμφάνιση, σβήνοντάς τη γλυκά με το καταπραϋντικό για την ψυχή “Eddies Dream”, το οποίο απορρόφησε όλη την ένταση που προηγήθηκε. Αποδείχθηκε τελικά ένα live-αποκάλυψη: τόσο για το κοινό που μπορεί να μην είχε έντονη τριβή με τους Suuns πριν από αυτό (οπότε η έκπληξη θα ήταν μεγαλύτερη), όσο και για τους υποψιασμένους, που επιβεβαίωσαν μέσα τους την εμπιστοσύνη προς τους Καναδούς.

Ένα όμως ακόμη μεγαλύτερο συμπέρασμα, είναι πως μπορεί μερικές μπάντες να μην αναγράφονται με τεράστια γράμματα στον ρου της ιστορίας, όμως ο αντίκτυπος της ζωντανής επικοινωνίας της μουσικής τους σε κάποια μερίδα πληθυσμού, μπορεί να είναι δυσανάλογα μεγάλος της προσοχής που λαμβάνουν. Οι Suuns απέδειξαν ότι είναι μία από αυτές τις ξεχωριστές περιπτώσεις, που τις ανακαλύπτεις και μετά τις κρατάς μέσα σου ως θησαυρό.

{youtube}Y9Esc5jzpNc{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured