Όταν η Γαλλίδα πρωτοπόρος του autofiction, Annie Ernaux, βραβεύθηκε το 2022 με Nobel λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της, μια μεγάλη συζήτηση έμελλε να ανοίξει στους λογοτεχνικούς και μη κύκλους παγκοσμίως: ήταν η βράβευσή της μια δίκαιη αναγνώριση της λογοτεχνικής της πένας και του συγγραφικού της ταλέντου ή μια ακόμη έκφανση μιας ανειλικρινούς πτυχής της woke culture, που συχνά προωθεί και αναδεικνύει το πολιτιστικό έργο κοινωνικών μειονοτήτων, χωρίς ωστόσο το ενδιαφέρον της για την πραγματική ζωή των ανθρώπων που ανήκουν στο περιθώριο να είναι αυθεντικό; Για όσους δεν έχουν επαφή με την Ernaux, η ίδια τιμήθηκε από τη Σουηδική Ακαδημία «για το θάρρος και την κλινική οξύτητα με την οποία αποκαλύπτει τις ρίζες, τις αποξενώσεις και τους συλλογικούς περιορισμούς της προσωπικής μνήμης», έχοντας βασίσει το σύνολο των βιβλίων της στα προσωπικά της βιώματα ως γυναίκα στη Γαλλική μεταπολεμική κοινωνία. Όχι φυσικά ως μια απλή γυναίκα, αλλά ως μια μαχόμενη αριστερή και φεμινίστρια, που χρειάστηκε να προχωρήσει σε μια επίπονη άμβλωση όταν αυτή χαρακτηριζόταν ακόμη ως παράνομη ιατρική πράξη στη χώρα της (αυτή καταγράφεται στο βιβλίο Το Γεγονός, που μεταφέρθηκε μάλιστα με επιτυχία στον κινηματογράφο).
Ανεξάρτητα από το αν τελικά η Ernaux άξιζε τη βράβευσή της με Nobel, η συζήτηση παραμένει επίκαιρη. Είμαστε πραγματικά ανοιχτή ως κοινωνία στο καλλιτεχνικό έργο που φέρει στον πυρήνα του τα βιώματα των κοινωνικά αποκλεισμένων – άρα και στα ίδια τα υποκείμενα αυτά – , ή μήπως αρεσκόμαστε στο να τα καταναλώνουμε ευκαιριακά ως trauma porn, ξεπλένοντας με αυτόν τον τρόπο τις κατά τ΄ άλλα συνεχιζόμενες «αμαρτίες» μας ως κοινωνικά προνομιούχοι με πολλαπλούς τρόπους; Με αυτήν ακριβώς τη θεματική καταπιάνεται το βραβευμένο με Oscar διασκευασμένου σεναρίου, American Fiction, που μπορεί να μην προβλήθηκε ποτέ στις εγχώριες αίθουσες, αυτός δεν είναι ωστόσο επαρκής λόγος για να μην ασχοληθούμε με όσα επίκαιρα έχει να αναδείξει.
Σε σκηνοθεσία του πρώην δημοσιογράφου και σήμερα σεναριογράφου και σκηνοθέτη, Cord Jefferson, το American Fiction αποτελεί την κινηματογραφική διασκευή του βιβλίου του Percival Everett με τίτλο Erasure. Σε αυτό πρωταγωνιστής είναι ο Jeffrey Wright, που υποδύεται τον Thelonious “Monk” Ellison, έναν Αφροαμερικανό συγγραφέα και πανεπιστημιακό, που αν και ταλαντούχος, δυσκολεύεται πολύ να πείσει ξανά κάποιον εκδοτικό για να κυκλοφορήσει τα βιβλία του. Ο λόγος; Μα, το ότι δεν είναι επαρκώς… μαύρα!
Σε μια ευάλωτη για τον ίδιο και την οικογένειά του στιγμή, ο Monk θα ξεκινήσει αυθόρμητα και σαν πλάκα προς τον publicist του ένα νέο βιβλίο, επιλέγοντας αυτή τη φορά σαν pen name το Stagg R.Leigh. Όμως αυτή τη φορά, το My Pafology, όπως αυτό θα ονομάζεται, θα είναι γεμάτο από φυλετικά στερεότυπα για τη γκετοποιημένη και γεμάτη τραύματα ζωή των μαύρων χαρακτήρων του. Και αυτό που θα ξεκινούσε σαν αστείο εσωτερικής κατανάλωσης, θα βρεθεί τελικά όχι απλά να εκδίδεται κανονικότατα από έναν μεγάλο οίκο, αλλά να αποτελεί και το συγγραφικό φαινόμενο της χρονιάς, ξελασπώνοντας οικονομικά τον ήρωα. Ο Monk όμως τότε θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις επιπτώσεις του τεχνάσματός του.
Με απολαυστική τόλμη, ο Cord Jefferson παρουσιάζει μια εντυπωσιακά επίκαιρη σάτιρα του blaxploitation που φαίνεται να έχει καθιερωθεί στην τέχνη των τελευταίων ετών, σχολιάζοντας καυστικά την υποκρισία όχι μόνο των λογοτεχνικών κύκλων, αλλά και μιας ολόκληρης κοινωνίας που φαινομενικά εμφανίζεται προοδευτική και έτοιμη να δώσει χώρο και ορατότητα στο διαφορετικό, υπό την προϋπόθεση όμως αυτή να σχετίζεται με το όποιο τραύμα του. Χαρακτηριστικό είναι άλλωστε και το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων από τους οποίους ο δημιουργός ζήτησε χρηματοδότηση την ταινία την απέρριψε. Μια λευκή Αμερική που δεν ενδιαφέρεται ουσιαστικά για τη μαύρη εμπειρία ενός κατά τα άλλα προνομιούχου υποκειμένου όπως ο κεντρικός χαρακτήρας του American Fiction.
Όμως η ταινία δεν περιορίζεται στη σάτιρα των βιωμάτων των μαύρων δημιουργών και υποκειμένων, αλλά στην πραγματικότητα εμβαθύνει και με έναν γλυκόπικρο τρόπο στις εύθραυστα πολύπλοκες οικογενειακές ισορροπίες των ηρώων της, που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα και τις πράξεις τους. Και που στην προκειμένη περίπτωση, καθορίζονται πολύ περισσότερο από τις έμφυλες, παρά τις φυλετικές τους ταυτότητες.
Υπέροχες στις ερμηνείες τους οι Issa Rae, Erika Alexander, αλλά και Tracee Ellis Ross παρά το σύντομό της πέρασμα, ένα απολαυστικό jazz score (με την ιθύνουσα Laura Karpman επίσης υποψήφια για Oscar), σε ένα fun και πολύ σύγχρονο comedy drama που θα θέλαμε να είχαμε δει στη μεγάλη οθόνη και στα μέρη μας. Ίσως μετά την τεράστια επιτυχία του (όπως και αυτή του Saltburn), η streaming πλατφόρμα του Amazon Prime να κάνει το βήμα για διανομή και στις αίθουσες και στην Ελλάδα.
Το trailer της ταινίας: