Θα το έχεις ακούσει κι εσύ δεν μπορεί, έστω ίσως -κι ευτυχώς- κι από δεύτερο ή τρίτο χέρι όσο οι γενιές διαδέχονται η μία την άλλη και η ισότητα των φύλων βαδίζει, αργά και με κόπο, προς τα αυτονόητα. Πάντως θα το έχεις ακούσει κι εσύ δεν μπορεί ότι κάποτε -όχι και τόσα πολλά χρόνια πριν- υπήρχαν «αντρικές» και «γυναικείες» δουλειές, ότι κάποια επαγγέλματα δεν άρμοζαν σε γυναίκες, ότι «που ακούστηκε γυναίκα γιατρός, δικηγόρος, αστυνομικός, πολιτικός», ότι «γυναίκα είναι τι τις θέλει τις σπουδές», ότι ο «προορισμός της γυναίκας είναι να κάνει οικογένεια και παιδιά». Καλά αυτό το τελευταίο ακόμα δεν το έχουμε απεμπολήσει όπως του πρέπει στις σύγχρονες, πολιτισμένες, προοδευτικές κοινωνίες μας. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Μπορεί λοιπόν να έχουμε ακούσει συχνά αυτές τις φράσεις έστω και σε αφηγήσεις για το κυρίαρχο status quo την εποχή των παππούδων μας αλλά και πάλι δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε να ζεις τις συνέπειες μιας τέτοιας κατεστημένης αντίληψης ως καθημερινότητα και πραγματικότητα. Πόσο μάλλον να φανταστούμε μια εποχή που μια γυναίκα φάνταζε σαν εξωτικό ζώο μέσα σε ένα πανεπιστήμιο και δεν μπορούσε να φορέσει την ιατρική ποδιά ή τη δικηγορική τήβεννο γιατί έτσι, γιατί δεν ήταν σύμφωνος ο κυβερνήτης, ο πρύτανης, ο πρόεδρος του ιατρικού συλλόγου, ο γενικός εισαγγελέας.
Μια τέτοια ακριβώς εποχή και μια τέτοια ακριβώς ιστορία ξεδιπλώνει στις οθόνες μας η νέα τηλεοπτική σειρά του Netflix The Law According To Lidia Poët που φιγουράρει στην κορυφή του ελληνικού Netflix της τελευταίες ώρες και ημέρες με θέμα τις περιπέτειες της πρώτης Ιταλίδας δικηγόρου της Ιταλίας Εμπνευσμένο από την αληθινή ιστορία της Lidia Poet, της πρώτης γυναίκας που κατάφερε, μετά από πολυετή αγώνα, να γίνει δεκτή στο ιταλικό δικηγορικό σώμα, ανοίγοντας τον δρόμο για το άνοιγμα των δημόσιών αξιωμάτων στις γυναίκες, το The Law According To Lidia Poët αξιοποιεί στο μέγιστο όλα τα ατού ενός συναρπαστικού, από άποψη κοινωνιολογικής και φεμινιστικής ιστορίας, true story ενσωματώνοντάς τα στη mainstream φόρμα της αστυνομικής σειράς.
Τορίνο, 1883. Η νεαρή δικηγόρος Lidia Poët αναλαμβάνει έναν άδικα κατηγορούμενο νεαρό για τον φόνο της πρώτης μπαλαρίνα του θεάτρου της πόλης και διαλευκαίνει την υπόθεση προς όφελος του πελάτη της. Με την υπόθεση αυτή θα μπει στο μάτι του γενικού εισαγγελέα ο οποίος θα κινήσει τα νήματα για να της αφαιρεθεί η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος λόγω του ότι τυχαίνει να είναι γυναίκα και τα γυναικεία χαρακτηριστικά της δεν της επιτρέπουν να ασκήσει το δικηγορικό λειτούργημα με τον τρόπο και τη σύνεση που του αρμόζει. Η Lidia Poët δεν θα το βάλει, όμως, κάτω – θα συνεχίσει να αναλαμβάνει υποθέσεις ως βοηθός του επίσης δικηγόρου αδελφού της, να λύνει μυστήρια στο όνομα της δικαιοσύνης και να προσπαθεί να ανακτήσει την άδεια να ασκήσει το επάγγελμα που σπούδασε με όλα τα νόμιμα ένδικα μέσα και τη στήριξη του Τύπου.
Αν και η σειρά των Guido Iuculano και Davide Orsini είναι πλήρως προσανατολισμένη σε μια pleasing-to-the-eye αισθητική κατεύθυνση, με αιχμή του δόρατος την πανέμορφη ταλαντούχα πρωταγωνίστρια της Matilda De Angelis, αν και οι αυτοτελείς δικονομικές ιστορίες με τα συναφή μυστήρια προς επίλυση πέφτουν κάτι παραπάνω από συχνά σε ευκολίες και κόπιες κάποιας μοντέρνας εκδοχής του Σέρλοκ Χολμς, το δημιουργικό team είναι αρκετά ευφυές ώστε να μην ξεχάσει στιγμή να ζουμάρει πάνω στο μεγάλο πλεονέκτημα της σειράς, στην πρώτη ύλη της έμπνευσής της που δεν είναι άλλη από την αληθινή ιστορία της Lidia Poët, επεκτείνοντας μάλιστα τη σημειολογία του χαρακτήρα και σε άλλες πτυχές των στερεοτύπων του φύλου.
H «αληθινή» Lidia Poët ήταν απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Τορίνο, έγινε δεκτή στο δικηγορικό σώμα περνώντας τις σχετικές εξετάσεις τον Αύγουστο του 1883 αλλά έχασε το δικαίωμα να ασκεί τη δικηγορία μετά από σχετική απόφαση του γενικού εισαγγελέα ο οποίος, παρά τα θετικά παραδείγματα γυναικών δικηγόρων σε άλλες «προηγμένες» χώρες όπως η Αμερική, έκρινε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο στον νόμο, ο οποίος -τι έκπληξη- είχε γραφτεί μόνο με το αρσενικό γένος στα υπόψιν. Η απόφαση του γενικού εισαγγελέα επικυρώθηκε από όλους τους διαθέσιμους δικαστικούς βαθμούς της εποχής ωστόσο ανατράπηκε εν τέλει από την παντοδύναμη κοινή γνώμη και την ακόμα πιο παντοδύναμη τέταρτη εξουσία με 25 εφημερίδες να παίρνουν θέση στον θυελλώδη δημόσιο διάλογο υπέρ της ανάληψης δημόσιων καθηκόντων και άσκησης λειτουργημάτων, όπως το δικηγορικό, από τις γυναίκες έναντι τριών μόλις αντίθετων εντύπων. Το 1919, μετά από αγώνα είκοσι και πλέον ετών, ο νόμος υπ’ αριθμόν 1176 άνοιξε και επίσημα τον δρόμο προς τα δημόσια λειτουργήματα για τις γυναίκες και έναν χρόνο αργότερα την οδό στην Lidia Poët προς την ανάκτηση της θέσης της στο δικηγορικό σώμα του Τορίνο.
Η «τηλεοπτική» Lidia Poët ζει, στο ενδιάμεσο του αστυνομικού της δαιμονίου, την ίδια ιστορία με σχετική πιστότητα, μόνο που ταράζει ακόμα περισσότερο -για την ακρίβεια όσο περισσότερο μπορεί- τα νερά της συντηρητικής κοινωνίας του 19ου αιώνα μετερχόμενη όλα τα διαθέσιμα μέσα: ελεύθερο σεξ, δημόσιες περιπτύξεις, ποδήλατο, φιλίες με δημοσιογράφους, ελεύθερο πνεύμα σε κάθε δυνατή περίσταση. Με αυτόν τον τρόπο, χωρίς μεν να ανακαλύπτει κάποιον τροχό, αλλά περνώντας στο έπακρο μηνύματα που καλό είναι να μην παλιώσουν ποτέ, η Lidia Poët του Netflix γίνεται ένα role model του πρώιμου φεμινιστικού κινήματος κι ένας ευαγγελιστής των μεγάλων αλλαγών που θα φέρουν με τους αγώνες τους οι σουφραζέτες του 20ου αιώνα.
Ο νόμος της Lidia Poët στο Netflix σηκώνει με ευχάριστο και ανάλαφρο τρόπο την παλιά δαντέλα των 1800s και φανερώνει τους πρώτους φεμινιστικούς σπόρους από τους οποίους άνθισαν οι προνομιούχες εποχές που ζούμε, εποχές που απέχουν δεκαετίες από εκείνες τις άλλες εποχές που οι γυναίκες ήταν αποκλεισμένες από επαγγέλματα, δικαιώματα, από την ίδια τη ζωή. Δεν χρειάζεσαι κάποιο βαρύ φεμινιστικό δοκίμιο για να καταλάβεις ότι ιστορίες όπως αυτή της Lidia Poët έκαναν σε μεγάλο βαθμό εφικτή την ευτυχή κατάληξη της δικιάς σου ιστορίας. Και τέτοιες ιστορίες είναι πάντα καλό να τις ακούς και να τις αφήσεις να σε εμπνεύσουν – ακόμα κι αν στις διηγείται εύπεπτα το Netflix με το ποπ ενός κουμπιού.