Την επιστροφή στο παρελθόν επέλεξε ο Kenneth Branagh στην τελευταία του ταινία, Belfast, όχι μόνο με το να ασχοληθεί ξανά κινηματογραφικά με ένα project που ξεφεύγει από τις εύκολες blockbuster-ικές συνταγές που μας είχε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια (Thor, Cinderella, Murder on the Orient Express), αλλά βουτώντας για τα καλά στις δικές του μνήμες, από όταν ήταν ένας εννιάχρονος μαθητής στο ταραχώδες Belfast του 1969. Και φαίνεται ότι αυτή η επιστροφή στο παρελθόν απέδωσε για τα καλά, με τον Branagh να παρουσιάζει μια από τις καλύτερες ταινίες για το 2021 (ναι, σε εμάς η διανομή καθυστέρησε κάπως για ακόμη μια φορά), διεκδικώντας ή μάλλον οδηγώντας την κούρσα για τα φετινά βραβεία Oscar και BAFTA. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Βρισκόμαστε στο Belfast του 1969, και πιο συγκεκριμένα στον Αύγουστο, το καλοκαίρι που θα ξεκινούσαν οι πολυετείς, μεγάλες και εξαιρετικά βίαιες ταραχές, τα λεγόμενα Troubles, μεταξύ των «ενωτικών» Προτεσταντών, που επιθυμούν την αγγλική επικυριαρχία στην περιοχή, και των «αντιενωτικών» Καθολικών, που υποστηρίζουν την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας. Και μπορεί από μόνο του αυτό το ιστορικό πλαίσιο να προϊδεάζει τους θεατές για μια μεγάλη, έντονα φορτισμένη αφήγηση των γεγονότων που συντάραξαν την Ιρλανδία για τρεις δεκαετίες, όμως ο Branagh επιλέγει έναν διαφορετικό και σαφώς ανάλαφρο δρόμο, όπου πρωταγωνιστής της ιστορίας μας είναι ο εννιάχρονος Μπάντι, ένας πιτσιρικάς εργατικής οικογένειας, που κάνει ό, τι ακριβώς κάνουν τα παιδιά της ηλικίας του: παίζει με τους φίλους του στη γειτονιά, κάνει ξεκαρδιστικές σκανταλιές, πηγαίνει σινεμά με τον παππού και τη γιαγιά και φυσικά ερωτεύεται για πρώτη φορά στη ζωή του την πιο όμορφη συμμαθήτριά του.
Στο Belfast πρωταγωνιστές είναι στην πραγματικότητα οι άνθρωποι και όχι τα πολιτικά γεγονότα, είτε αυτοί είναι η οικογένεια, είτε οι φίλοι και οι γείτονές μας, η έννοια της παιδικής αθωότητας, αλλά και αυτή της οικειότητας και της εγγύτητας όσων συναποτελούν μια μικρή κοινωνία, έννοια σαφέστατα χαμένη εδώ και δεκαετίες κάτω από τη σφοδρότητα του μοντέρνου και φυσικά του σκληρά καπιταλιστικού τρόπου ζωής. Η ανάλαφρη, αλλά και όχι αφελής ή απολιτίκ αυτή προσέγγιση του Branagh, είναι χωρίς αμφιβολία απότοκο του timing στο οποίο και έγραψε το σενάριο της ταινίας: το πολύμηνο lockdown κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ένα timing που προσφέρεται φυσικά για εξόχως νοσταλγικές αναπολήσεις του παρελθόντος και βαθύτατες ενδοσκοπήσεις, με το βλέμμα και τον νου στην χαμένη μας παιδική ηλικία.
Αυτή η νοσταλγική και αναπόφευκτα εξωραϊστική υφή της ταινίας είναι πρόδηλη από τα πρώτα κιόλας λεπτά του Belfast, όταν και ο σκηνοθέτης αποχαιρετά τα έγχρωμα πλάνα, επιλέγοντας το εξιδανικευτικό ασπρόμαυρο που θα μας συνοδεύσει και μέχρι το τέλος της ταινίας. Οι θεατές οδηγούνται αυστηρά μέσα από το παιδικό βλέμμα του Μπάντι, που παρότι παραμένει μακριά από «αγκάθια» όπως η πολιτική βία, ο σκληρός εθνικισμός και η πατριαρχική εξουσία, δεν μπορεί να αποφύγει και τη σκληρή πραγματικότητα της δικής του οικογένειας. Σε αυτήν, ο πατέρας (ο συμπαθέστατος Jamie Dornan) εργάζεται εκτός πόλης και παλεύει με νύχια και με δόντια να ανταποκριθεί στις ανάγκες της οικογένειας, καλύπτοντας παράλληλα υπέρογκα χρέη και προσδοκώντας να τη μεταφέρει στην Αγγλία, ενώ η μητέρα (η εξαιρετική Caitríona Balfe, που θυμίζει κάτι από Cate Blanchett και αναμφίβολα θα δούμε σε μεγαλύτερους ρόλους το επόμενο διάστημα) κάνει όσα περνούν από το χέρι της ώστε να προστατέψει τα δύο της παιδιά (αλλά και τον γάμο της) σε ένα καθεστώς εμφυλίου, πιστεύοντας ωστόσο ακράδαντα ότι πρέπει να παραμείνει στον τόπο της και να μην εγκαταλείψει τη ζωή της εκεί. Η οικογένεια συμπληρώνεται φυσικά από τον παππού και τη γιαγιά, τους μοναδικούς Ciarán Hinds και Judi Dench, που όχι μόνο έχουν να αντιμετωπίσουν την σοβαρή ασθένεια του πρώτου, αλλά και το να αποχωριστούν τους ανθρώπους τους μπροστά στο ενδεχόμενο της μετανάστευσής τους για μια καλύτερη τύχη μακριά από την Ιρλανδία.
Με συχνές εναλλαγές από ξεκαρδιστικές σκηνές σε δραματικές, που δεν εκβιάζουν ωστόσο το συναίσθημα, το Belfast προσφέρει μια επιτηδευμένα ωραιοποιημένη εικόνα της ζωής μιας οικογένειας σε ταραχώδεις καιρούς, που παρά το πλαίσιο, συνεχίζει να αποτελείται από ανθρώπους που ζουν, ονειρεύονται και ερωτεύονται, όπως άλλωστε οι άνθρωποι οφείλουμε να κάνουμε σε πείσμα όσων. Και παρά την ωραιοποίηση αυτή, αλλά και μικροελαττώματα όπως για παράδειγμα οι κάπως γραφικοί περιφερειακοί χαρακτήρες της ταινίας, το Belfast είναι δίχως αμφιβολία ένα κινηματογραφικό έργο που θα σας κερδίσει μέσα από την απλότητα και την παιδικότητά του. Μια παιδικότητα στην οποία ίσως να χρειάζεται να επιστρέφουμε που και που.
Δείτε το trailer της ταινίας: