Πολλές είναι οι σύγχρονες τηλεοπτικές σειρές οι οποίες προσπαθούν να καταγράψουν πειστικά τις αόρατες συμπεριφορές των εφήβων, για να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των ίδιων. Λίγες ωστόσο είναι οι σειρές που προσπαθούν να προσεγγίσουν ή μάλλον να εξερευνήσουν το lifestyle τους. Η σειρά We Are Who We Are που υπογράφει ο Luca Guadagnino (Να με Φωνάζεις με τ' Όνομά σου) κάνει μια απόπειρα να πλησιάσει το μυαλό μιας diverse παρέας η οποία εκφράζει το υπαρξιακό κενό μιας “wasted youth” που βρίσκεται σε πολιτισμική απόγνωση αλλά δημιουργεί τη δική της γνήσια αντι-κουλτούρα. Η δράση είναι τοποθετημένη σε μια φανταστική αμερικάνικη στρατιωτική βάση στη βόρεια Ιταλία. Η αιώνια indie darling Chloë Sevigny και η δυναμική Βραζιλιάνα Alice Braga υποδύονται το ζευγάρι λεσβιών που έχει την κηδεμονία του 14χρονου ήρωα. Πρόκειται για ένα εσωστρεφές αγόρι που άφησε πίσω του τον θόρυβο και την ελευθερία της Νέας Υόρκης για να προσαρμοστεί στην πειθαρχία της στρατιωτικής βάσης όπου υπηρετούν οι δυο μαμάδες του. Μέσα από την άβολη παρατήρηση των ομοίων του και μέσα από την εξερεύνηση της gender fluid συμπεριφοράς του, θα ενσωματωθεί συμπτωματικά σε μια ετερόκλητη ομάδα μπερδεμένων και ανήσυχων παιδιών.
Ο φακός του Luca Guadagnino παρατηρεί από απόσταση και καταγράφει με διακριτικότητα την στραβοχυμένη αδρεναλίνη, το αγχωμένο coolness, την αμήχανη γνωριμία με τις αλλαγές του σώματος και τα συναισθηματικά ξεσπάσματα οργής προς τους γονείς. Είναι παράξενο που ενώ η Sevigny ήταν κάποτε το icon που ενσάρκωνε την πνιγηρή εφηβεία της generation X μέσα από το σκληρό Kids (1995), τώρα είναι στο ρόλο της μαμάς. Η ακόρεστη σεξουαλικότητα και η αδιέξοδη καταπίεση των ηρώων στη σειρά, από καλλιτεχνική άποψη δεν είναι κοντά στον αμοραλισμό του Kids και περισσότερο πατάει στον καλαίσθητο ιμπρεσιονισμό του πρώιμου Gus Van Sant, κάτι που φαίνεται κυρίως στις πολλαπλές οπτικές στο ίδιο συμβάν ή στο εκτενές περπάτημα των ηρώων. Μπορεί οι πρωταγωνιστές του Guadagnino να μη λένε πολλά μεταξύ τους, αλλά υποστηρίζουν αυτό που υποδηλώνει ο τίτλος: «είμαστε αυτοί που είμαστε», αυτή είναι η μουσική μας, έτσι μας αρέσει να πηδιόμαστε και αν δεν σας αρέσουμε δεν δίνουμε δεκάρα.
Η σειρά, βέβαια, υποφέρει στην ανάπτυξη χαρακτήρων, καθώς η αυτοσχεδιαστική και ελεύθερη διάθεση μαρτυρά την απουσία δραματουργικού κέντρου βάρους. Υπάρχουν και εξαιρετικές σκηνές, όπως στο επεισόδιο που οι ήρωες κάνουν ένα αυτοσχέδιο φρενήρες «γαμήλιο» πάρτι σε ένα άδειο πολυτελές σπίτι. Μια σκηνή που ευτυχώς ο σκηνοθέτης δεν προσέγγισε μέσα από την ηδονοβλεπτική κλειδαρότρυπα του Gaspar Noé, αλλά την μπόλιασε με την ίδια σχεδόν μελαγχολία που είχε και η Sofia Coppola στο The Bling Ring -όμως εκείνη την πρόδωσε ο συντηρητισμός της. Το άλλο μεγάλο πρόβλημα της σειράς είναι η άγνοια του Guadagnino σε σχέση με το μυαλό αυτών των παιδιών. Έχει καλές προθέσεις, αλλά η έμφυτη τάση των δημιουργών για εξεζητημένες καταστάσεις και για ωραιοποίηση, λειτουργούν εις βάρος της σειράς. Όπως και στο Να με Φωνάζεις με τ' Όνομά σου, ο Guadagnino πίστευε πως οι νέοι τα καλοκαίρια διαβάζουν τους κλασικούς στα υπέροχα σπίτια τους και ακούνε Sufjan Stevens, όταν δεν κάνουν βόλτες με τα ποδήλατα, έτσι κι εδώ θεωρεί ότι αυτοί οι ήρωες επικοινωνούν με αναφορές σε art house ταινίες, διαβάζουν ποίηση και ροματζάρουν με μπαλάντες των Smiths.
https://www.youtube.com/watch?v=u6VAQ6LdnKs
Αντίθετα με το We Are Who We Are, μια αμερικάνικη παραγωγή που αυτή την περίοδο επίσης προσπαθεί να εξερευνήσει την Gen Z είναι το Grand Army της Katie Cappiello. Ο προβληματισμός της σειράς στρέφεται προς το συναισθηματικό μούδιασμά που έχουν οι έφηβοι από την υπερπληροφήρηση. Προσεγγίζει λοιπόν μια παρέα εφήβων στις ζωές των οποίων οι επιδημίες, οι αυτονομιστές τρομοκράτες και ο τοξικός σοσιαλμιντιακός πόλεμος γύρω από την woke culture έχει γίνει ρουτίνα. Μέσα σε όλα αυτά, δεν έχουν παρά να παράξουν περισσότερα memes και περιεχόμενο για το TikTok απ΄όσα μπορούν να καταναλώσουν. Η ιστορία του Grand Army εξελίσσεται ταχύτατα, για να προλάβει τους ρυθμούς μιας γενιάς που καταγράφει σε instant stories όσα συμβαίνουν μπροστά της: από βίαιες συμπεριφορές μέχρι αυθόρμητο σεξ. Πολύ σύντομα όμως η πλοκή των επεισοδίων θα αφήσει την εξερεύνηση του συναισθηματικού αδιεξόδου, της παρωχημένης αντίληψης για τον κόσμο, το ψηφιακό bulling και τον οργισμένο φεμινισμό και δυστυχώς θα αναλωθεί σε μαθήματα ηθικής και σε #metoo διδακτισμούς. (Ένα κορίτσι εξομολογείται πως έπεσε θύμα βιασμού τη ίδια στιγμή που από την τηλεόραση ακούγεται ένα ρεπορτάζ ειδήσεων για τον Roman Polanski και τον Woody Allen –ίου.)
Το πρόβλημα του Grand Army είναι πως πρόκειται για σειρά 100% αμερικάνικη και πως απευθύνεται αποκλειστικά σε αμερικάνους ανήλικους θεατές, οι οποίοι μπορεί να συνδεθούν συναισθηματικά με τους ήρωες. Τους αντιμετωπίζει, λοιπόν, σαν καταναλωτές του περιεχομένου και σαν τηλεθεατές. Δεν έχει καλλιτεχνικές βλέψεις.
Το αντίθετο δηλαδή με το We Are Who We Are, το οποίο ανοίγει ένα παράθυρο στους μεγαλύτερους θεατές, αυτούς που έχουν χάσει το τρένο αυτής της ηλικίας, καθώς ένας 15χρονος που ακούει XXXTentacion και Lil Peep σε καμία περίπτωση δεν θα μάθει κάτι για τον εαυτό του χάρη στον φακό του Guadagnino.
https://www.youtube.com/watch?v=Fb30tUGqaCk