Τα λεγόμενα “anthology series” είχαν πάντα μια ξεχωριστή σχέση αγάπης με τους τηλεθεατές. Τα αυτοτελή επεισόδια με διαφορετικές ιστορίες και χαρακτήρες κάθε φορά, ξεδίπλωναν κάθε βδομάδα μια ξεχωριστή πλοκή, κάτω από την ίδια αφηγηματική ομπρέλα, χωρίς να αλλάζουν τα βασικά συστατικά.

Με την εκρηκτική διάδοση της τηλεοπτικής αναψυχής στα μέσα των 50s, ξεκίνησαν οι πιο δημοφιλείς και ευρηματικές τέτοιες σειρές, Οι φτηνές ανατριχίλες των παραγωγών του Roger Corman και του William Castle και τα λαϊκά Γκραν Γκινιόλ, έδειχναν ότι είχαν κάνει τον κύκλο τους. Το ξεχασμένο σήμερα Tales of Tomorrow (1951-1953) ήταν πρωτοπόρο, έχοντας σεναριογράφους όπως τον Arthur Clarke και τον H.G. Wells. Η σκυτάλη πέρασε στον μετρ του σασπένς, τον Alfred Hitchcock, ο οποίος καθιέρωσε ουσιαστικά την ιδέα της εβδομαδιαίας διάδοσης ιστοριών αγωνίας με το Alfred Hitchcock Presents. Το εγχείρημά του δημιούργησε ένα τηλεοπτικό περιβάλλον που πραγματεύονταν τη νέα εποχή της μικρής οθόνης. Οι σαρκαστικοί πρόλογοί του οδηγούσαν σε ιστορίες για θεατές που δεν είχαν πια ανάγκη τους ιπτάμενους δίσκους, τους τρελούς επιστήμονες και τα εξωπραγματικά τέρατα των b-movies. H σειρά κράτησε μια δεκαετία (195 -1965) και ξεπεράστηκε μόνο από την αχαλίνωτη φαντασία του χαρισματικού Rod Serling. Το περίφημο Twilight Zone (1959-1963) γεννήθηκε στο μεταίχμιο της περιόδου του μεταπολεμικού συντηρητισμού και λίγο πριν τη συνολική αμφισβήτηση των 60s. Τα ημίωρα, μακάβρια παραμύθια του Serling άλλαξαν καταλυτικά τους νόμους της αγωνίας και διαμόρφωσαν την αισθητική αντίληψη του κατ’ οίκον εβδομαδιαίου στόρι. Για 5 χρόνια και για 156 επεισόδια συνολικά, τα επεισόδια της «Ζώνης του Λυκόφωτος», όπως εύστοχα μεταφράστηκε, εισέβαλαν στα αμερικάνικα σαλόνια, ταράζοντας την εφησυχασμένη αίσθηση των θεατών κι εκτοξεύοντας στα ύψη τις μεταφυσικές τους φοβίες.

Πολλές σειρές πήγαν να αντιγράψουν το Twilight Zone και να ιντριγκάρουν τους θεατές με έναν αφηγητή που προλόγιζε νοσηρές ιστορίες, όπως το One Step Beyond (1959-1961) ή το Thriller (1960-1962) φυσικά με λιγότερο αξιομνημόνευτα αποτελέσματα. Ακόμη πιο σκοτεινό και υπαινικτικό ήταν το The Outer Limits (1963 - 1965). Επρόκειτο για μια τηλεοπτική παραλλαγή τρομακτικών sci-fi ιστοριών σε prime-time μετάλλαξη. Μικρές ιστορίες που έρχονταν σε μετωπική σύγκρουση με τις συντηρητικές διδαχές της τηλεοπτικής φαντασίας.

Κάπου εκεί η ιδέα των “anthologies” σειρών έδειξε να ξεπερνιέται και η τηλεοπτική μυθοπλασία άρχισε να ποντάρει στη δέσμευση των θεατών με μια εξελισσόμενη ιστορία. Τα αυτοτελή επεισόδια έμοιαζαν με κάτι που ψυχαγωγούσε τους baby boomers και ξεπερασμένα για μια γενιά «υποψιασμένων» θεατών που στα τέλη της δεκαετίας του '60, είχαν διαφορετικές απαιτήσεις, ειδικά μετά τη Νύχτα Των Ζωντανών Νεκρών και το Μωρό της Ρόζμαρι. Η σχετική αναβίωση ανάλογων σειρών ήρθε στη δεκαετία του '80, χάρη στο Tales from the Darkside (1983-1988), μιας δημιουργίας του George Romero. Αυτός ο μεταμεσονύκτιος θρίαμβος γεννήθηκε μετά την εμπορική επιτυχία της σπονδυλωτής ταινίας Creepshow (1982). Η σειρά είχε μια «καρτουνίστικη» προσέγγιση στον τρόμο, με τα ειδικά εφέ να παίρνουν το πάνω χέρι σε πολλές ιστορίες οι οποίες είχαν μπόλικο αίμα. Από τη νύξη και την υποβολή των 50s είχαμε περάσει, πλέον, στις τεχνικές οπτικοακουστικής ψευδαίσθησης. Ανάμεσα σε αυτούς που έγραψαν υλικό για επεισόδια ήταν ο Stephen King και ο Clive Barker.

Ακόμα πιο περήφανο για την «κόμικ» κληρονομιά του ήταν το Tales from the Crypt (1989-1996) με τον σαρδόνιο μπαμπούλα με την τσιριχτή φωνή στους προλόγους. Η σειρά  χρησιμοποιούσε την κωμωδία ισόποσα με τη φρίκη για να δημιουργήσει ένα πολύ εμπορικό κοκτέιλ horror αναψυχής, που μάλιστα είχε προσελκύσει ονόματα στο cast όπως οι Tom Hanks, Brad Pitt, Arnold Schwarzenegger και Michael J. Fox. Η δεκαετία του '80 είχε πολλές ακόμα σειρές ανθολογίας όπως το The Hitchhiker (1983–1991), το Ray Bradbury Theatre (1985 – 1992) και το Friday the 13th (1987–1990 -στην Ελλάδα είχε γνωρίσει επιτυχία με τον τίτλο «Το Μυστήριο της Παρασκευής») που μετά ξαναπέρασαν στη λήθη.

Φέτος η πλατφόρμα της Apple TV+ ξεκίνησε την πορεία της στην αρένα του ανταγωνισμού (με αντίπαλους όπως Amazon, Netflix, Disney+, Hulu κτλ) και ένα από τα πρώτα χαρτιά της ήταν η αναβίωση των Amazing Stories (1985-1987). Η παλιά σειρά είχε την τύχη να βρίσκεται κάτω από τη φροντίδα του Steven Spielberg. Ιστορίες της σειράς είχαν σκηνοθετήσει ο Joe Dante, ο Robert Zemeckis, ο Clint Eastwood και ο Tobe Hooper, μεταξύ άλλων. Προσωπική αγαπημένη ιστορία παραμένει το “Mirror, Mirror”, στο οποίο ένας συγγραφέας καταδιώκεται από έναν άγνωστο άνδρα που βλέπει σε καθρέφτες, την οποία είχε σκηνοθετήσει ο Martin Scorsese. Στο φετινό reboot το όνομα του Spielberg το βρίσκουμε ξανά στους παραγωγούς.

Πέρσι, ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Jordan Peele (“Get Out”, “Us”) αναβίωσε το Twilight Zone. Δεν ήταν ένα πρωτοφανές εγχείρημα καθώς το πνευματικό παιδί του Rod Serling έχει γνωρίσει άλλες δυο (αποτυχημένες) αναβιώσεις σε παλιότερες δεκαετίες. Τα δυο αυτά reboot δείχνουν ότι πάσχουν από ένα κοινό πρόβλημα: την ανάγκη να «εκπαιδεύσουν» το κοινό και να του μεταφέρουν κοινωνικές αλήθειες. Τόσο το Amazing Stories που προβλήθηκε πρόσφατα αλλά και το νέο Twilight Zone (που περιμένουμε τον 2ο κύκλο του σύντομα) έχουν αποκτήσει οικογενειακό προσανατολισμό (δεν λέω ακόμη συντηρητισμό).  Από τις διφορούμενες ιστορίες φαντασίας, περάσαμε σε παραβολές πολιτικής ορθότητας. Από τους εσχατολογικούς γρίφους και τους εφιάλτες, περάσαμε στις μεγαλοστομίες ηθικής και από τον ανησυχητικό ρασιοναλισμό φτάσαμε στην παράξενη ανάγκη για κοινωνικό δίκαιο, με ιστορίες περασμένες από το φίλτρο του "diversity" και του διδακτισμού. Το νέο Twilight Zone δείχνει να μην έχει κανένα ίχνος λεπτότητας -άλλωστε το βαρυκόκαλο σασπένς είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει και το σινεμά του Jordan Peele, και η διασκευή στο κλασικό Nightmare at 30,000 Feet είναι αποκαρδιωτική.

Το Amazing Stories δείχνει να θέλει να απευθυνθεί σε παιδιά και να τους μάθει μερικά πράγματα για να γίνουν καλοί άνθρωποι. Το επεισόδιο "The Cellar" αφηγείται ένα ταξίδι στο χρόνο (χωρίς τον ρομαντισμό του Notebook). To “The Heat” είναι τα Φτερά του Έρωτα για τη γενιά της Cardi B. με τη φιλία δυο αφροαμερικανίδων που αθλούνται. Το “Dynoman and the Volt” είναι το Unbreakable για νήπια. To “Signs of Life” μας διδάσκει την αξία της μητρικής αγάπης και το “The Rift” σχετικά με έναν αεροπόρο που χάνεται σε μια τρύπα στο χρόνο είναι γυρισμένο σαν διαφήμιση δημητριακών. Καμία τροφή για σκέψη, καμία αμφισημία στις ιστορίες.

Αν υπάρχει μια σύγχρονη σειρά που δοκιμάζει με ενδιαφέρον αυτή τη φόρμα, αυτή είναι το Tales From The Loop. Πρόκειται για μια προσεγμένη sci-fi σειρά αυτοτελών επεισοδίων, που διαδραματίζονται όλα στην ίδια πόλη του Οχάιο. Οι χαρακτήρες του επαρχιακού μικρόκοσμου εναλλάσσονται και ενώ υπάρχει μια εξελισσόμενη αφήγηση, τα επεισόδια μπορούν να ιδωθούν με οποιαδήποτε σειρά. Επιπλέον η σειρά έχει ένα βαθύ αίσθημα μελαγχολίας που ενισχύεται με την μουσική του Philip Glass. Οι παράλληλοι χρόνοι, οι ανεξερεύνητες διαστάσεις της τεχνολογίας και τα επιστημονικά παράδοξα, έχουν κάτι σεμνό και προσεγμένο. Οι ιστορίες διαθέτουν την sci-fi μελαγχολία του Another Earth (2011) και της σειράς The Leftovers (2014-2017), αλλά, ευτυχώ,ς χωρίς τη new age αρμονία. Θα έλεγα ότι θα ενδιαφέρει όσους εκτιμούν το σινεμά του ακριβοθώρητου Shane Carruth (Upstream Colour) μιας κι έχει έναν μικρό ρόλο, ενώ, ένα επεισόδιο το σκηνοθετεί η Jodie Foster. Βασικό, ωστόσο, ελάττωμα του Tales From The Loop είναι η μεγάλη διάρκεια κάθε επεισοδίου (50') που κάνει το σενάριο να πλατειάζει -σε μια πιο οικονομική φόρμα 30 λεπτών τα επεισόδια θα ήταν πιο περιεκτικά και θα λειτουργούσαν καλύτερα.

Σε κάθε περίπτωση, μια αναβίωση των σειρών με ποιοτικά και ευρηματικά, αυτοτελή επεισόδια φαντασίας δεν φαίνεται να έρχεται στο κοντινό μέλλον. Εκτός αν αλλάξει το παιχνίδι το 10 After Midnight που φημολογείται ότι ετοιμάζει ο Guillermo del Toro. Θα είμαστε σε αναμονή…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured