Χάνει οριστικά το γοητευτικό πλεονέκτημα του παραγνωρισμένου σκηνοθέτη ο Σκωτσέζος Ντέιβιντ Μακένζι με αυτή την ταινία του. Ο εξαιρετικά ικανός δημιουργός υπέροχα σκοτεινών δραμάτων όπως Hallam Foe και Young Adam, κάνει έδρα του αυτή τη φορά το Texas για μια αρχετυπική ιστορία με κλέφτες κι αστυνόμους. Με τα πιο αγνά υλικά της παραδοσιακής Αμερικάνικης παράδοσης, σαν μοντέρνος Νίκολας Ρέι, καταφέρνει και αγγίζει τα όρια του μεγαλειώδους κινηματογράφου.
Το σενάριο που υπογράφει ο Taylor Sheridan (Sicario), εξετάζει τη σχέση δυο αδερφών, του Toby και του Tanner. O Chris Pine και ο Ben Foster βρίσκονται στους ρόλους των δυο βρώμικων αδερφών που εξαπολύουν ένα σερί ένοπλων ληστειών, ενώ στο κατόπι τους βρίσκεται ο βετεράνος αστυνομικός Marcus Hamilton με τον συνέταιρό του, τον Alberto Parker. Τα όργανα τις τάξης ερμηνεύουν ο Jeff Bridges με το ζεν και στωικό του βλέμμα και ο Gil Birmingham. Ο φακός του Mackenzie μας καθηλώνει, ειδικά όταν βρισκόμαστε εν μέσω των βεβιασμένων, απρογραμμάτιστων και συχνά πανικόβλητων ληστειών, με μια ένταση που εντείνει το αυτοκαταστροφικό παίξιμο του Ben Foster στο ρόλο ενός μανιακού χαρακτήρα με εμφανές death wish και με εμμονή να ζει στα όρια. Τον εξισορροπητικό ρόλο με την πραγματικότητα και τον ρόλο ευθύνης αναλαμβάνει ο Chris Pine. Ο στόχος του είναι να αποκτούν όσα μπορούν να κουβαλήσουν και να αποφεύγουν το αλόγιστο ρίσκο στο οποίο χάνεται ο αδερφός του.
Μη γελιέστε από την b-movie σημειολογία και το All American δράμα που αποπλέει η ταινία. Το Hell Or High Water είναι ένα σφριγηλό σε υφολογία και μοντέρνο σε αισθητική Γουέστερν, αλλά κυρίως σοφό στην οπτική του περί αυτοδικίας και κοινωνικής βίας. Αντλώντας από το σινεμά της δεκαετία του 70 και κάνοντας σλάλομ από τον crime ρομαντισμό του Bonnie & Clyde (1967) μέχρι το ερεβώδες ανθρωποκυνηγητό του Heat (1995), ο σκηνοθέτης δημιουργεί ένα μοντέρνο, σκονισμένο αριστούργημα που θα μείνει κλασικό. Χωρίς την ειρωνεία και την διάθεση για ανατροπή των Κοέν και χωρίς τη μονοδιάστατη macho, εμμονή για ηθικούς διδακτισμούς του σινεμά του Ίστγουντ. Ο Bridges είναι ξανά εδώ σε mode True Grit και ρίχνει τις ατάκες του σαν να μασάει βαμβάκι. Η θλιμμένη όψη του, τα καλόκαρδα ρατσιστικά πειράγματα στον Μεξικάνο συνέταιρό του και η σοφία του λόγου του εντυπώνονται σε κάθε σκηνή.
Μετά τη θέαση της ταινίας, κρατήστε κοντά στην καρδιά σας τα λόγια του: "I never met nobody got away with anything, ever".
{youtube}JQoqsKoJVDw{/youtube}