Την περασμένη εβδομάδα έλαβε χώρα στην Κόνιτσα, για δεύτερη χρονιά, το φεστιβάλ «Γιατί ‘ναι μαύρα τα βουνά». Διοργανωμένο από τον μουσικολόγο, μουσικό παραγωγό και συγγραφέα, με καταγωγή από τη Βιρτζίνια, Cristopher King και με τη συνεργασία της Στέγης Ωνάση, το φεστιβάλ σκόπευε από την πρώτη χρόνια να φέρει πιο κοντά ανθρώπους διαφορετικών κοινοτήτων μέσα στο πλαίσιο μιας γιορτής, ενός πανηγυριού, όπου αναδεικνύεται η ιαματική ιδιότητα της μουσικής και καταλήγει ως ένας ενωτικός χαιρετισμός που καταπατά σύνορα και διαφορές. Όπως είπε κάποτε ο Ηλίας Πετρόπουλος και τόνισε ο Cristopher King στην εναρκτήρια ομιλία του «το καλύτερο αντίδοτο κατά του ρατσισμού είναι η βαθιά γνωριμία μεταξύ των λαών» και η μουσική είναι ένας καθολικός και αισθαντικός τρόπος επίτευξης αυτής της γνωριμίας. Πρόκειται για μια τριήμερη συνάντηση, με ελεύθερη είσοδο, γεμάτη από συναυλίες, προβολές ταινιών και εργαστήρια ενώ δεν έλειψαν τα συμπόσια εκτός φεστιβάλ. Στο βουκολικό περιβάλλον του χωριού, το απολλώνιο με το διονυσιακό στοιχείο διασταυρώνονται εν όψει της ισότητας, της οικειότητας και της ζεστασιάς. Έχουν όλοι χώρο στο μοίρασμα της μουσικής και του χορού.
Το φεστιβάλ στήνεται στο σπίτι της Χάμκως, δηλαδή στο σπίτι της μητέρας του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Είναι ένα σημείο που επηρεάστηκε αναμφίβολα από το γενικότερο κλίμα της Βαλκανικής χερσονήσου τον 18ο και τον 19ο αιώνα μ.Χ., ένα χωνευτήρι διαφορετικών πολιτισμικών στοιχείων. Το κτήμα αυτό βρίσκεται ψηλά στην πεδιάδα της Κόνιτσας και φέρει την αύρα μιας άλλης εποχής που επανατοποθετείται στο σήμερα. Εξάλλου, ο ιθύνων νους του φεστιβάλ, ο Cristopher King πιστεύει ακράδαντα πως η παράδοση δεν είναι κάτι στατικό ή παρελθοντικό αλλά μια εξελικτική διαδικασία. Στην παράδοση δεν υπάρχουν παγιωμένες και τελεσίδικες αντιλήψεις. Ο χρόνος της είναι διαρκής. Ο ορισμός της δεν περιορίζεται σε περασμένα χρόνια, μολονότι έτσι συνηθίζεται να πιστεύεται. Συγκεκριμένα, αυτός ο ισχυρισμός αποτελεί βασικό πυλώνα σε αυτό το πολιτιστικό δρώμενο. Κάθε χρόνο ο διοργανωτής στοχεύει στην ανάδειξη διαφορετικών θεμάτων. Έτσι, οι δύο κύριες επιδιώξεις του φετινού φεστιβάλ ήταν η σύγχρονη έννοια της μουσικής σύγκλισης και ο ρόλος των Ρομά στη μουσική των νότιων Βαλκανίων.
Πάνω σε αυτήν τη βάση, προγραμματίστηκε, λοιπόν, ένα τριήμερο που προάγει τον πολιτισμό, τις ομορφιές της Ελλάδας και των Βαλκανίων, τη φυσιολατρία και τη συνύπαρξη των ανθρώπων. Αν μελετήσει κανείς τις παραδοσιακές μουσικές διάφορων τόπων, ακόμη και τα σύγχρονα είδη που έχουν πια διαμορφωθεί, θα συνειδητοποιήσει ότι τα ζητήματα που οδηγούν διαχρονικά τον απλό άνθρωπο στη δημιουργία και το τραγούδι, είναι ίδια και απαράλλακτα (έρωτας, θάνατος, δημιουργία, καταστροφή, χαρά, πόνος κτλ). Μάλιστα, με τέτοιες μελέτες καταπιάνεται εδώ και πολύ καιρό ο Cristopher King, ο οποίος πριν από 6 χρόνια εξέδωσε το υπέροχο βιβλίο «Ηπειρώτικο Μοιρολόι: Οδοιπορικό στην αρχαιότερη δημώδη μουσική της Ευρώπης» από τις εκδόσεις Δώμα, όπου μιλάει για το πώς ερωτεύτηκε την Ήπειρο και αυτή η αγιάτρευτη γοητεία τον έκανε να αφήσει τη ζωή του στις Η.Π.Α. για να εγκατασταθεί μόνιμα στην Κόνιτσα και να φέρει εις πέρας όλα αυτά που οραματιζόταν από τότε, όλα αυτά που καταγράφονται στις σελίδες του βιβλίου και ακόμη περισσότερα. Εδώ και πολλά χρόνια εξερευνά την ελληνική δημοτική μουσική και αφοσιώνεται στη διάδοση και τη διάσωσή της.
Σε αυτό το σημείο πρέπει οπωσδήποτε να υπογραμμιστεί η ιδιαίτερα φροντίδα και η προσήλωση που υπέδειξαν οι άνθρωποι του ιδρύματος Ωνάση σχετικά με την ομαλή και την οργανωτική λειτουργία του φεστιβάλ. Υπεύθυνοι, συντονιστές, βοηθοί και ταξιθέτες συνέβαλαν τα μέγιστα στην ικανοποίηση και την απόλαυση των παρευρισκομένων, παρέχοντας ενημέρωση, ειδική χωροταξία και εξαιρετικές υπηρεσίες εντός του φεστιβάλ ώστε ο επισκέπτης να θυμάται για πάντα αυτό το μαγικό οπτικοακουστικό αποτέλεσμα. Οι μαζώξεις σε τοπικά μαγαζιά της Ηπείρου και οι εξορμήσεις σε τοπία όπως ο Βοϊδομάτης με τα παγωμένα του νερά και η γραφική Καρύστιανη, υπήρξαν οι ιδανικές επιλογές για να αναδείξουν την πανδαισία χρωμάτων και εικόνων που προσφέρουν τα ηπειρωτικά βουνά και όλα μαζί συνεισέφεραν σε έναν αξέχαστο καταιγισμό αισθητικών απολαύσεων. Φιλοξενία, περιποίηση, οικειότητα και συνεργασία είναι οι τέσσερις λέξεις που συμπυκνώνουν το άριστο περιβάλλον της διοργάνωσης.
Την Παρασκευή, το φεστιβάλ άνοιξε το αλβανικό πολυφωνικό σχήμα Grupi Lab, μια ομάδα έξι τραγουδιστών από τη Λαπουριά, με επικεφαλής τον Golik Jaupi, έναν βοσκό από την ορεινή πόλη Bënçë κοντά στο Τεπελένι. Το σύνολο κατέφθασε από τα παραπλήσια βουνά που βρίσκονται κοντά στις υψηλές βουνοκορφές της Κόνιτσας, για να ανοίξει αυτήν την τριήμερη γιορτή με τον βουκολικό τρόπο που της αρμόζει. Έπειτα, τη σκυτάλη πήρε το σχήμα του Ηλία Κακαρούκα από το Αγρίνιο. Πρόκειται για τρεις Ρομά μουσικούς, συνοδευόμενους από μέλη του Συλλόγου Πανηγυριστών «Ο Άη Σύμιος», που παρουσίασαν ένα αυθεντικό στιγμιότυπο από το πανηγύρι που γίνεται στο Μεσολόγγι. Οι ζουρνάδες και τα νταούλια έκαναν το χώμα να σείεται και ο κόσμος ξεκίνησε να οδηγείται σε ένα χορευτικό ντελίριο πάνω στο ξερό χορτάρι με θέα τα πανύψηλα έλατα της πλαγιάς. Η πρώτη νύχτα έκλεισε με την προβολή της ταινίας General Gramophone του Viktor Gjika, μια ταινία για τη μουσική της νότιας Αλβανίας κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής της χώρας, την οποία προλόγισαν η κόρη του σκηνοθέτη Ester Gjika και ο Cristopher King, με τη μετάφραση πάντα από τον Δημήτρη Δάλλα.
Το Σάββατο, η γιορτή συνεχίστηκε με μια συνύπαρξη από την Κροατία μεταξύ του Adam Semijalac και της χορωδίας Fige, ένα project που στήθηκε συγκεκριμένα για αυτήν την εμφάνιση και περιλάμβανε παραδοσιακούς ήχους της Κροατίας αναμεμειγμένους με blues ηχοχρώματα. Ο Adam Semijalac είναι ένας μουσικός από το Ζάγκρεμπ, πολυπράγμων ερευνητής των παραδοσιακών μπλουζ του Δέλτα και της μουσικής κληρονομιάς της σλαβονικής και δαλματικής καταγωγής του. Οι Fige είναι μια πενταμελής γυναικεία χορωδία με βάση το Ζάγκρεμπ, απαρτιζόμενη από πέντε κορίτσια με διαφορετική καταγωγή, που μπορεί κάποιες να ασχολούνται επαγγελματικά με άλλα αντικείμενα, αλλά και οι πέντε βρίσκουν παρηγοριά στη μουσική. Επίσης, υπήρξαν οι συντονίστριες του πρωινού workshop που έγινε στην πλατεία του χωριού σχετικά με τα παραδοσιακά τραγούδια της Κροατίας. Στη συνέχεια, ακολούθησαν οι Nova Prespa Band με τον Πάνο Σκουτέρη και τον Aurel Qirjo, συγκρότημα χάλκινων πνευστών από την περιοχή των Πρεσπών στη Βόρεια Μακεδονία, μαζί με μουσικούς από την Ήπειρο. Η Nova Prespa Band αποτελείται από πέντε μουσικούς με έδρα την περιοχή των Πρεσπών της Βόρειας Μακεδονίας, οι οποίοι παίζουν για γάμους και άλλες γιορτές, ενώ ο Πάνος Σκουτέρης είναι διακεκριμένος κλαρινίστας που ασχολείται και με άλλα παραδοσιακά όργανά και ο Aurel Qurio, βιρτουόζος και καθηγητής βιολιού στο Λονδίνο. Το βράδυ του Σαββάτου έκλεισε και αυτό με την προβολή της ταινίας Ενθύμιον του Νίκου Ζιώγα, ένα λυρικό ντοκιμαντέρ για την Ήπειρο που χάνεται αλλά και για την Ήπειρο που επιβιώνει.
H Κυριακή, η τρίτη και τελευταία μέρα του φεστιβάλ, ξεκίνησε με το πιο σύγχρονο act, την ονειρική Alkyone. Η Alkyone (Μαριά Ζλατάνη), με το εξωτικό της εκτόπισμα στην ερμηνεία και το πιάνο, με τη συνοδεία δύο μουσικών σε κιθάρα και τσέλο και την guest εμφάνιση από τον πατέρα της στο ακορντεόν, παρουσίασε με το δικό της indie folk ύφος κάποιες παραλλαγές σε παραδοσιακά τραγούδια. Πρόκειται για ένα από τα πιο αξιόλογα ονόματα της σημερινής εγχώριας σκηνής και ιδανική επιλογή για το ξεκίνημα του μυσταγωγικού φινάλε αυτής της τριήμερης γιορτής. Για να σφραγιστεί το φεστιβάλ όπως του έπρεπε, στο τέλος εμφανίστηκε ο Samir Kurtov με τρεις μουσικούς, ένα κουαρτέτο Ρομά βιρτουόζων στον ζουρνά, από τη νοτιοδυτική Βουλγαρία. Ακολουθώντας την παράδοση των προγόνων του, ασχολείται με το βουλγαρικό κλαρίνο και εξελίσσει την τεχνική του ζουρνά διευρύνοντας την έκταση του οργάνου, προσθέτοντας χρωματισμούς και νέες μετατροπίες. Παράλληλα, παίζει για αγώνες πάλης στις Σέρρες, γάμους στη Βόρεια Μακεδονία και φεστιβάλ στην Τουρκία.
Υπάρχει όμως κάτι ακόμα πολύ βασικό που έκανε αυτό το φεστιβάλ ξεχωριστό. Ο Cristopher King στην αρχή κάθε ημέρας, έπαιξε επιλεγμένους δίσκους σχετικούς με τους επικείμενους μουσικούς, φέροντας στο προσκήνιο πανέμορφα τραγούδια του παρελθόντος, παίζοντας τα από το πικάπ του που είχε τοποθετήσει στην κορυφή της πλαγιάς. Η μαγική αυτή εικόνα ήταν ένα μουσικό τελετουργικό. Ακόμα και αν κάποιος δεν είναι λάτρης ή γνώστης του βινυλίου, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η αναλογική ακρόαση βοηθάει στον επαναπροσδιορισμό της μουσικής, όχι μόνο με την υλική της έννοια αλλά και την ομαδική. Με άλλα λόγια, το βινύλιο είναι ένα μέσο που ενώνει τους ακολούθους του σε ομαδικές ακροάσεις, όπου η ηχητική παρατήρηση παίρνει αβίαστα τον χρόνο που της αξίζει. Πραγματικά, είναι πολύ συγκινητική η εικόνα δεκάδων ανθρώπων να αφουγκράζονται με κατάνυξη τις νότες από τα βινύλια και να βλέπουν παράλληλα τον ήλιο να χάνεται πίσω από τα μαύρα βουνά.
Ο Cristopher King αναγέννησε έναν παλιό κόσμο ή μάλλον έφτιαξε στο παρόν έναν εξαίσιο συγκερασμό παραδοσιακών και σύγχρονων συστατικών. Εν κατακλείδι, έκανε το όνειρό του πραγματικότητα και με τη βοήθεια της Στέγης Ωνάση και των συντελεστών της, των μουσικών, της τοπικής κοινότητας, των κατοίκων της περιοχής και των επισκεπτών, ο χώρος αυτός απέκτησε ξανά τον παγανιστικό του χαρακτήρα μέσα από ερεθίσματα λησμονημένα ή παραγκωνισμένα. Τέτοια κίνητρα κρατούν την ποιότητα ζωής σε υψηλά επίπεδα και αποδεικνύουν ότι τελικά η Ελλάδα είναι ένα μέρος που χρειάζεται τους κατάλληλους ανθρώπους. Το μεγαλείο της αγάπης δε χρειάζεται περγαμηνές και βραβεία αλλά ψυχή και μυαλό και είναι αδιαμφισβήτητος ο ρόλος που έπαιξαν αυτά τα δύο σε αυτό το αξέχαστο τριήμερο στην Κόνιτσα.
Αυτό που θα μπορούσε να επαναπροσδιοριστεί στην επόμενη διεξαγωγή είναι η αφθονία σε νερό και τσίπουρο. Αφενός, η κατανάλωση νερού είναι απαραίτητη τη σύγχρονη ημέρα, διότι η κλιματική αλλαγή είναι εμφανέστατη ακόμη και στην Κόνιτσα. Ο καύσωνας, ακόμη και τη νύχτα πια, είναι αφόρητος. Αφετέρου, δεδομένου ότι εντός του φεστιβάλ δεν επιτρέπεται η χρήση αλκοόλ, αν αυτή η απαγόρευση είναι μετρό ασφαλείας, τότε εύλογα λαμβάνει χώρα. Ωστόσο, ο ίδιος ο King, μέσα στο βιβλίο του σημειώνει ότι οι άνθρωποι, η μουσική, ο χορός, το φαγητό και το τσίπουρο, είναι τα πέντε στοιχεία που απαρτίζουν τα ηπειρωτικά πανηγύρια και τα μετατρέπουν σε ασυναγώνιστης αξίας συναπαντήματα. Ίσως ένα ασφαλές και κομψό σχέδιο σχετικά με αυτές τις υπηρεσίες, από αυτά που η Στέγη Ωνάση συνηθίζει να στήνει, να είναι το «κερασάκι» στην τούρτα για την επόμενη διοργάνωση.