Η αλήθεια είναι ότι σε αυτή τη συναυλία πήγα με πολύ χαμηλές προσδοκίες. Τρίτη με κούραση που λες «πού πάω», Μάϊο σαν Οκτώβριο που κρυώνεις λίγο και όρεξη δεν έχεις πολύ γιατί η εβδομάδα ακόμα δεν τελειώνει, και φτάνεις σε ένα Γκάζι έρημο που κάτι σου βγάζει σαν τέλος εποχής. Όλα αυτά βέβαια μέχρι τη στιγμή που στρίβεις στην Ιάκχου και η ουρά έξω από την πόρτα του Temple κάτι αρχίζει να μαρτυρά για τη βραδιά.
Μας είχε δώσει μια ιδέα το 2018 στο Tiki για «τα μοναδικά, στιλάτα live, τα πασπαλισμένο με τη χαμηλότονη 60s γοητεία της chamber ή baroque pop», αλλά εγώ προσωπικά δεν ήμουν τότε εκεί. Κάποιοι ανάμεσά μας, λοιπόν, ήξεραν και κάποιοι κατάλαβαν αμέσως, όταν εμφανίστηκε ο Jonathan Bree με την μπάντα του στη σκηνή. Είναι η στιγμή που αρχίζεις να είσαι σίγουρος ότι έκανες καλά που βγήκες, περπάτησες κι έφτασες ως εδώ.
O Jonathan Bree εμφανίστηκε στη σκηνή περίπου στις 22.00 για μια performance μιας ώρας και κάτι με πρόλογο το “To know Him Is To Love Him” των The Teddy Bears και μια φωτογραφία ασπρόμαυρη μιας γατούλας χαρακτηριστικής, από κάποιο κόμικ ή κάποια καρτ ποστάλ της δεκαετίας του ’80 ή ‘90. Με ένα ψηλόμεσο μαύρο παντελόνι, τιράντες, μια φανέλα παππού, όπως στο ασπρόμαυρο video clip του "Fuck It", που προβάλλεται συχνά πίσω του, ενώ το ερμηνεύει. Οι δύο χορεύτριες ακολουθώντας το παράδειγμά του, σαν κορίτσια από «Το μικρό σπίτι στο λιβάδι», ντυμένες στα λευκά με σκουφάκια λευκά εποχής, τα λεγόμενα bonnet,tops με σούρες, δαντέλες και βολάν και μπότες λευκές δετές βικτωριανής εποχής.
Ο Jonathan Bree στο κέντρο με μια βάση μικροφώνου που θύμιζε φωτόσπαθο Τζεντάι, τα κορίτσια αριστερά δεξιά του σε ένα καθηλωτικό χορό, τρεις μουσικοί, όλοι με λευκές μάσκες και γάντια και ούτε δείγμα δέρματος ακάλυπτο. Αργές κινήσεις κεφαλιού από τον Bree που νομίζεις κάποιες στιγμές σε καρφώνει και λίγο άβολα νιώθεις, αλλά δεν έχεις και ιδέα αν τελικά συμβαίνει πράγματι αυτό.
Ένα απόλυτα θεατρικό σόου με τον Jonathan Bree να στέκεται στο κέντρο κάθε φορά που τραγουδά και στη συνέχεια να κάνει δυο τρία βήματα πίσω για να δώσει χώρο στις χορεύτριες, να σταυρώνει τα χέρια και να στέκεται ακίνητος. Δύο κορίτσια που συμμετέχουν κάποια στιγμή στα φωνητικά και κάποιες στιγμές στα όργανα, άλλες προσποιούνται ότι παίζουν και τραγουδούν κρατώντας βεντάλιες, μπακέτες ή ένα ντέφι. Από πίσω από την μπάντα προβάλλονται βίντεο ασπρόμαυρα με τοπία, στιγμές από τη ζωή της μπάντας, την Betty Boo, χορευτικά των μελών που μιμούνται επί σκηνής οι χορεύτριες, άλλοτε με κινήσεις που θυμίζουν αερόμπικ και vintage χορογραφίες κι άλλοτε στέλνοντας φιλιά.
Η σουρεαλιστική και κινηματογραφική προσέγγιση του Bree είναι αυτό που ίσως περιμένεις από τον εγκατεστημένο στο Auckland μουσικό, αν σκεφτείς ότι κέρδισε το βραβείο για το βίντεο κλιπ του «You’re so cool» που ο ίδιος σκηνοθέτησε το 2017 στα βραβεία “Time Out New York”.
Όπως ακριβώς και οι στίχοι των κομματιών του που σε στοιχειώνουν κι είναι εμπνευσμένα από ‘60s indie-pop ήχους, έτσι και η performance του διακρίνεται για το σκοτεινό στοιχείο και το έξυπνο χιούμορ. Setlist με πρωταγωνιστή το ολόφρεσκο "Pre-Code Hollywood" και κάπου ανάμεσα σε αυτό, το «Blur» από το A Little Nightmare (2015), τα
"Valentine" και "You’re so Cool" από το Sleepwalking (2018) και το "Until we’re Done" από το After The Curtains Close (2020).
Συγχαρητήρια στον ηχολήπτη και τον ντράμερ που βέβαια σε κάθε μέλος αυτής της μπάντας που εκπλήρωνε με απόλυτη ακρίβεια τον ρόλο του. Άψογη τεχνικά εμφάνιση με frontman τον βαρύτονο σαγηνευτικό Jonathan Bree που δεν ανταλλάζει ούτε μια κουβέντα με το κοινό, αλλά καταφέρνει και χτίζει μια ξεχωριστή επικοινωνία μέσω της μουσικής του, θυμίζοντας κάποιες στιγμές με τη σκούρα συνθετική περούκα του κάποιο ξεχασμένο μέλος των Beatles.
Με το "Valentine" νιώσαμε σαν να είμαστε στα Swinging Sixties, το "Epicurean" ξεπέρασε την album εκδοχή του, αγαπημένη στιγμή το "City Baby" με το μεταλλόφωνο και τη ζωηρή απόδοση του "She don't need your company, All she needs is the city" και τον χορό των κοριτσιών με τα πομ πομ μαζορέτας, ενώ τo "Destiny", επίσης, στιγμή που θα μείνει αξέχαστη με το γλυκό κι αλλόκοτο ντουέτο του Bree και της μια χορεύτριας να τραγουδούν σχεδόν πλάτη ο ένας στον άλλο κοιτώντας το κοινό.
Ο κόσμος πολύς και χόρευε διαρκώς, το Temple το ιδανικότερο ίσως venue για μια συναυλία σαν κι αυτή που χρειάζεται ακριβώς έναν τέτοιου μεγέθους χώρο για να χτίσει ατμόσφαιρα, η φωνή του Bree εξωπραγματική, ξεπερνά ζωντανή την ηχογραφημένη, η μπάντα σε απόλυτο δέσιμο και συγχρονισμό, θαυμαστικό στο πριν και το μετά σε ένα live που νόμιζες ότι θα μπορούσε να είναι hipster και ψευτοκουλτουριάρικο ήταν όμως ένα live αληθινό που δεν θα ξεχάσεις ποτέ.
Ένα κομμάτι μόνο για encore ("Steel and Glass") και τα κορίτσια πάλι στη σκηνή, να χορεύουν αυτή τη φορά με πτυχωτές ασημένιες μπέρτες σε σχηματισμούς φτερών πεταλούδας. Η συναυλία τέλειωσε και δεν κουνήθηκε κανείς. Ακούστηκε στα ηχεία του Temple σαν φυσική συνέχεια το “Can’t Help Falling In Love” του Elvis Presley κι όλοι χόρεψαν αγκαλιασμένοι -εγώ προσωπικά, όπως το είδα από ψηλά παίζει να αγκαλιάστηκαν και άγνωστοι μεταξύ τους- και χειροκρότησαν ζωηρά στο τέλος του, σαν να ήταν αυτό το τέλος της συναυλίας. Καθώς επέστρεφα περπατώντας στη Σταδίου είδα μια φωτεινή επιγραφή στο πλαίσιο προεκλογικής καμπάνιας που αναβόσβηνε κόκκινα «Να φέρουμε την αγάπη».
Έξι άτομα ενωμένα με μεγάλο πάθος για την μουσική, εικόνες των αγαπημένων μας -των αστεριών, ενός σκύλου, μιας θάλασσας, ενός δρόμου, ενός τρένου- και δίπλα σε όλα αυτά ο χορός. Αυτά ακριβώς που θέλουμε για να είμαστε ευτυχισμένοι κι έρχεται να μας τα θυμίσει Τρίτη βράδυ στο Γκάζι ένας σκοτεινός, μασκοφόρος, σαγηνευτικός τύπος από την μακρινή Νέα Ζηλανδία που φέρνει την αγάπη στο Γκάζι και στην καρδιά μας.