«Δεν πιστεύω ότι ο DJ είναι ο θεός, πιστεύω ότι ο θεός είναι ο ήχος». Σε αυτή τη ρήση που έχει εκφράσει με δεκάδες παραλλαγές σε όλες του τις συνεντεύξεις ο DVS1 -κατά κόσμον Zak Khutoretsky- από το 2015 και το πρώτο The Wall of Sound πάρτι στα σιλό σιτηρών της βιομηχανικής ζώνης του Ρότερνταμ. Ένα τείχος από δεκάδες ηχεία Danley να «κρύβουν» ή στην καλύτερη περίπτωση να στριμώχνουν τον DJ εκτός κάδρου φέρνοντας στο κέντρο της εστίασης αυτό που ανέκαθεν ήταν και πάντα θα είναι ο πυρήνας της ηλεκτρονικής μουσικής: το beat, ο ρυθμός και ο ήχος. Κάπως έτσι εκκολάφθηκε το πρώτο The Wall of Sound και κάπως έτσι εξελίχθηκε με τα χρόνια κερδίζοντας το ενδιαφέρον και τον σεβασμό της αφρόκρεμάς της DJ και club κοινότητας και ταξιδεύοντας στον κόσμο το καλλιτεχνικό όραμα του DVS1, ένα όραμα από εκείνα που μόνο ένας πιουρίστας της techno και της «αθώας» rave κουλτούρας των ‘90s θα μπορούσε να συλλάβει.
Πράγματι ο Khutoretsky, γεννημένος στην Αγία Πετρούπολη και μεγαλωμένος ως παιδί μεταναστών στη Μινεάπολη, μεγάλωσε και ανδρώθηκε, κυριολεκτικά και μεταφορικά, μουσικά και αισθητικά, βουτηγμένος στα rave κύματα και τα sound systems των ‘90s πρωτοστατώντας στα πάρτι των μεσοδυτικών ΗΠΑ όπου ξεκίνησε να χτίζει τη φήμη του ως promoter, διοργανωτής και DJ, φήμη που μπήκε στον διάδρομο απογείωσης με το πολυμορφικό sound system project HUSH το 1996. Αμετανόητος πιστός της μουσικής και της φάσης που τον έκανε αυτό που είναι ο DVS1 έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς του στην προώθηση, ανάδειξη και εξέλιξη του «αγνού» techno ήχου και της ανόθευτης από τα αδηφάγα trends της μουσικής βιομηχανίας clubbing κουλτούρας, στην ενίσχυση της ηλεκτρονικής μουσικής κοινότητας προωθώντας με ποικίλες δράσεις και καινοτόμα projects -μεταξύ άλλων η υπηρεσία Aslice με σκοπό την άμβλυνση των ανισοτήτων μεταξύ DJ και παραγωγών και του pay gap στον σχετικό κλάδο την οποία παρουσίασε ο DVS1 στο ελληνικό κοινό στο gig space του six d.o.g.s. λίγες ώρες πριν το πρώτο beat του The Wall of Sound party στον Ελαιώνα- αυτό που έχει οριστεί σε πολλά discipline fields ως «εκδημοκρατισμός της μουσικής βιομηχανίας».
Όλα αυτά γιατί μερικές φορές το υπόβαθρο και η ιστορία ενός δημιουργού και ενός project είναι αυτό που δίνει πολλούς πόντους προστιθέμενης αξίας σε μια live παρουσίαση του. Όχι ότι η πρώτη αθηναϊκή βραδιά του The Wall of Sound δεν ήταν από μόνη της μια εξαιρετικά δυνατή clubbing εμπειρία . θα ήταν δύσκολο το αντίθετο σε ένα τόσο υποσχόμενο αναδυόμενο venue όπως ο βιομηχανικός χώρος του EON Athens (χαρακτηριστικό παράδειγμα της προοπτικής της ευρύτερης περιοχής) με ένα φράγμα από 80 επιβλητικά ηχεία να ορίζουν το κέντρο του ενδιαφέροντος και να δονούν τις γραμμές των επίδοξων clubbers.
Η κάθοδος στο υπόγειο ήταν σαν να γλιστράς στο τούνελ μιας εμπειρίας σχεδιασμένης αποκλειστικά για εσένα και για όλους τους άλλους που χόρεψαν τριγύρω σου αυτό το βράδυ – κι αυτό γιατί τα Wall of Sound παρτι έχουν αυστηρή no video – no photos policy οπότε τα περιθώρια για διαρροή ενέργειας στις οθόνες και στα social media είναι ιδιαίτερα στενά. Το αυτοκολλητάκι στην κάμερα (ή στις κάμερες) του κινητού σου και το βραχιολάκι “Wall of Sound” στον καρπό ήταν το εισιτήριο για αυτήν την εμπειρία. Στο υπόγειο του EON, με τους Cirkle και a.metz back to back να προθερμαίνουν, απαρατήρητοι στη σκιά των γιγαντιαίων ηχείων, όσους ήρθαν από τα μεσάνυχτα -δηλαδή από νωρίς- και τις πινακίδες σήμανσης με το σύνθημα “Enjoy Right Now” κάτω από τα striked through εικονίδια μιας φωτογραφικής παντού ένα γύρο στον χώρο ένιωθες μια επιτακτική ανάγκη να ζήσεις τη στιγμή, να τη χορέψεις, να κουνηθείς, να αφήσεις τον ήχο και τον ρυθμό να περάσουν από μέσα σου και να ορίσουν τους κανόνες αυτού του παιχνιδιού. Ενός παιχνιδιού που παίχτηκε κλιμακούμενο μέχρι την κορύφωση του set του ίδιου του DVS1 και μετά τις πρώτες πρωινές ώρες κατά τις οποίες η super hot Νεοϋορκέζα DJ Volvox επεφύλασσε στα πιο ανθεκτικά party animals ένα αξέχαστο closure αποζημιώνοντας τους Αθηναίους clubbers για πολλά απωθημένα projects και πάρτι που δεν βρίσκουν τον δρόμο μέχρι εδώ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο DVS1 έχει κάνει εμφανές το point του και έχει πετύχει αυτό που θέλει. Με το να «βγάζει» -τουλάχιστον με όρους marketing και glamour- τον DJ από την εξίσωση του δίνει πάλι το χαμένο του βάθος πεδίου, «περιορίζοντας τον» εκτός κάδρου, εκτός περίοπτης θέσης τον απελευθερώνει για να κάνει εκείνο που ξέρει καλύτερα από όλα, εκείνο που τον οδήγησε, πιθανότατα να γίνει DJ εξαρχής: να υπηρετήσει τον ήχο, την τέχνη του ήχου, την τέχνη του να καθοδηγήσεις με τη μουσική και τον ρυθμό το κοινό σου μέσα στη νύχτα. Και όταν μιλάμε για Wall of Sound πάρτι δεν μιλάμε απλώς για κάποιους «τυχαίους» DJs αλλά για μερικά από τα πιο σημαντικά, το καθένα για τους δικούς του λόγους, ονόματα της techno και της ηλεκτρονικής μουσικής. Όσοι πηγαίνουν στα μεγάλα πολύωρα techno πάρτι για να λυσσάξουν στο τέρμα χιλιάδων κορμιών κάτω από ένα «μεγάλο» όνομα που κάνει τα δικά του από το υπερυψωμένο βάθρο του, κλέβοντας εξ ορισμού τις εντυπώσεις, μπορεί να καταλάβει και να σεβαστεί το ανατρεπτικό βάρος αυτής της πρότασης. Ένα βράδυ μπροστά στο φράγμα του ήχου. Enjoy right now. Enjoy the sound.
Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετσάβας