Την Πέμπτη το βράδυ, το αθηναϊκό κοινό βρέθηκε μπροστά σε ένα από αυτά τα συναυλιακά διλήμματα στα οποία μας έχουν συνηθίσει τα τελευταία καλοκαίρια οι εγχώριοι διοργανωτές: ο μεγάλος της disco Giorgio Moroder; Ή οι Low, ένα ήδη σπουδαίο συγκρότημα ανεξάρτητου ροκ, που κυκλοφόρησε πέρυσι τον κορυφαίο δίσκο της καριέρας του; Δεν είμαι από τους ανθρώπους που γκρινιάζουν για το γεγονός πως δεν ξέρουν ποιο φοβερό live να πρωτοδιαλέξουν στην πόλη τους, αλλά ήταν πράγματι μία δύσκολη απόφαση.
Τελικά για μένα –και, όπως φάνηκε στην πράξη, για μία μεγάλη μερίδα κόσμου– υπερτέρησε το αμερικάνικο τρίο των Alan Sparhawk, Mimi Parker & Steve Garrington. Και θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ήταν η ελεύθερη είσοδος του φεστιβάλ Summer Nostos που καθόρισε κατά κύριο λόγο μια τέτοια προτίμηση. Όμως, αν και έπαιξε οπωσδήποτε κι αυτό τον ρόλο του, ήταν τόσο εντυπωσιακά προσηλωμένη και σεβάσμια η στάση του πυκνού πλήθους απέναντι στη μπάντα, ώστε δεν σου άφηνε περιθώρια να αμφισβητήσεις το πόσο συνειδητοποιημένη ήταν η επιλογή του να την απολαύσει, στην καλύτερη φάση της 25ετούς πορείας της.
Γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει με τους Low: μετά από χρόνια κυκλικής περιπλάνησης στον άχαρο τόπο της εναλλακτικής αποδοχής, κατάφεραν πέρυσι με την 12η κυκλοφορία τους Double Negative όχι μόνο να σπάσουν το φράγμα αναγνώρισής τους, μα και να μετουσιώσουν το momentum που βρήκαν αυτή τη δεκαετία σε έναν δίσκο που αποκρυσταλλώνει όσο κανένας άλλος τη συνύπαρξη φρίκης και ελπίδας των περίεργων καιρών μας.
Το βασικό λοιπόν ερώτημα γύρω από την τρέχουσα περιοδεία ήταν το πώς θα ενσωμάτωναν οι Low το ειδικό βάρος των συνθέσεων του Double Negative στον υπόλοιπο κορμό του καταλόγου τους. Και αν η απορία υπήρχε στο μυαλό αρκετών πριν την εκκίνηση του live, στην πορεία διαγράφτηκε εντελώς –με την απάντηση να έρχεται ξαφνικά στο τέλος, με τη μορφή βεβαιότητας: οι Low δεν είναι ακόμη μία μπάντα που θα βολευτεί στα εύκολα και θα καρπωθεί ακούραστα την επιτυχία· είναι ένας θεσμός (όπως αναγράφεται εύστοχα και στο σχετικό δελτίο Τύπου της συναυλίας), ο οποίος προτείνει μέσα από την τέχνη του μία ολόκληρη φιλοσοφία ζωής. Κι αυτή θέλει στο τέλος να κερδίζει πάντα η ελπίδα, ανεξάρτητα από τις δοκιμασίες στο ενδιάμεσο –ψυχικές, κοινωνικές, πολιτικές.
Κι αν όλο το παραπάνω μοιάζει με μία αφηρημένη, σχεδόν φιλοσοφική, ερμηνεία της καθαρτικής εμφάνισης των Low, στην πράξη σημαίνει ότι το τρίο από το Duluth της Μινεσότα κατάφερε να δημιουργήσει μία ενιαία πνευματική, σχεδόν μοναστική ατμόσφαιρα· ανεξάρτητα από ποια στιγμή του παρελθόντος τους επέλεγαν να επισκεφθούν –και, πιστέψτε, με δεν ήταν λίγες. Η slowcore λιτανεία στο “No Comprende”, ο ανθρώπινος συναισθηματισμός στο “Plastic Cup”, η βαθιά συγκίνηση στο “Especially Me”, οι οριακώς noise πειραματισμοί που, συνοδεία strobe lights, οδήγησαν στο “Lazy”, ακόμη και τα ταιριαστά graphs σε κάθε τραγούδι. Όλα μετέδιδαν μία απόκοσμη ηρεμία, στο υπέδαφος της οποίας κρύβονταν τόνοι εσωτερικής έντασης.
Και σε αυτό ακριβώς το σημείο ήρθαν τα τραγούδια από το Double Negative, για να διατηρήσουν, να τροφοδοτήσουν και τελικά να διογκώσουν την υπόκωφη αυτή ένταση, με τη μοναδική τους υπερβατικότητα και με την αίσθηση του επείγοντος που τα διακατέχει. Και ήταν τουλάχιστον ιδιοφυής ο τρόπος με τον οποίον οι Low τοποθέτησαν αυτές τις στιγμές μέσα στη setlist: δύο στην αρχή για να θέσουν τον τόνο ("Dancing Αnd Blood", "Always Up"), μία στη μέση ("Always Trying To Work It Out") και δύο στο τέλος ("Quorum", "Disarray"). Μέσα τους εσώκλεισαν όλο το υπόλοιπο έργο τους, το οποίο από τη μία απέκτησε διαφορετικό νόημα υπό το πρίσμα των νέων κομματιών, κι από την άλλη χάρισε κι εκείνο μία γλυκύτητα στις πιο σκληρές πτυχές του Double Negative.
Μετά από 1 ώρα και 20 λεπτά, οι Low μας αποχαιρέτησαν με ένα «τραγούδι για την παντοτινή αγάπη», μας ευχαρίστησαν για την προσήλωσή μας και μας ευχήθηκαν δια στόματος Alan Sparhawk ένα καλοκαίρι στο οποίο θα νιώσουμε ταπεινοί και θα βρεθούμε μαζί με ανθρώπους που αγαπάμε. Πράγματι, η μουσική τους σε γεμίζει με αυτό το αίσθημα ταπεινότητας και αγάπης απέναντι στον πλανήτη, στην ύπαρξη, και στα αγαπημένα πρόσωπα· και το βράδυ της Πέμπτης βιώσαμε τη δύναμή της στην ιδανικότερη συνθήκη. Αν έμεινε κάτι στο τέλος, ως επιμύθιο, είναι ότι ακόμη υπάρχει ελπίδα σε αυτούς τους περίεργους καιρούς. Και συναυλίες όπως αυτή των Low στο μαγικό ξέφωτο του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, έρχονται να μας το υπενθυμίσουν ηχηρά.
{youtube}z6pRWTKydlc{/youtube}