O Nick Waterhouse είναι ένας τύπος που έπαιξε έξυπνα το παιχνίδι του: μεγάλωσε στο Orange County της Καλιφόρνια, αποτελώντας μέρος της πρώιμης garage σκηνής που στήθηκε εκεί προς τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας –χάρη σε ονόματα όπως του Ty Segall, των Growlers, των Thee Oh Sees κ.ά. Αλλά όταν κατάλαβε πως δεν παίζουν και πολλά χρήματα σε αυτήν, άρχισε να ηχογραφεί πιασάρικα τραγούδια, τα οποία έμοιαζαν με χαμένες rhythm & blues ηχογραφήσεις από τα τέλη των αμερικάνικων 1950s, εκμεταλλευόμενος έξυπνα τo vintage παραλήρημα που ερχόταν. Παράλληλα, είναι η προσωποποίηση του nerdy φλώρου που όλοι κορόιδευαν στο σχολείο, αλλά τώρα είναι πλέον cool, βγάζει περισσότερα χρήματα από εσένα, σου έχει πάρει όλες τις κοπέλες που κάποτε γούσταρες και γυρίζει όλον τον κόσμο αναπαράγοντας τα διασκεδαστικά πλην αναχρονιστικά του κομμάτια, σαν ζωντανό ολόγραμμα ενός μεταμοντέρνου Buddy Holly.

47Wtr_2.JPG

Στην 3η του επίσκεψη στην Αθήνα, επιβεβαιώθηκαν όλα τα παραπάνω, για ακόμη μία φορά. Στη sold-out εμφάνισή του στο Fuzz, ο Waterhouse κουβάλησε στις αποσκευές του τον φρέσκο, 4ο δίσκο του (με τίτλο το όνομά του), παίζοντας μεγάλο του μέρος μπροστά σε ένα πλήθος το οποίο ήρθε κυρίως για να ακούσει αυτά που πλήρωσε να ακούσει. Παλαιότερες δηλαδή στιγμές όπως τα “Say I Wanna Know”, “This Is A Game”, “Ain’t There Something That Money Can Buy” και περισσότερο τη ραδιοφωνική επιτυχία “Katchi”. Όλα ακούστηκαν προς το τέλος της συναυλίας, ξεσηκώνοντας για πρώτη φορά κατά τη διάρκειά της ένα γενικά χλιαρό στις αντιδράσεις του ακροατήριο.

47Wtr_3.JPG

Νωρίτερα, ο Αμερικανός  performer προσπάθησε να εξοικειώσει τους εγχώριους θαυμαστές του με το ολοκαίνουριο υλικό του· αλλά από τη μία το κοινό δεν φάνηκε ιδιαίτερα δεκτικό σε κάτι τέτοιο –κάτι που σχολίασε κομψά και ο ίδιος («you are a bit sluggish today»)– από την άλλη οι αλλαγές ανάμεσα στα τραγούδια αργούσαν κάπως, με αποτέλεσμα να υπάρχει μία γενικότερη έλλειψη ρυθμού και χημείας ανάμεσα στη σκηνή και στην αρένα.

47Wtr_4.JPG

Σιγά-σιγά, πάντως, με τη σταδιακή στροφή της setlist σε πιο γνώριμες συνθέσεις, ο κόσμος άρχισε να μπαίνει στο παιχνίδι, με την κορύφωση του κλίματος διασκέδασης και ευφορίας να συμπίπτει –έστω την ύστατη στιγμή– με την εκτέλεση του “L.A. Turnaround” στο encore. Εν τω μεταξύ η πενταμελής μπάντα του Waterhouse αποδείχθηκε καλοκουρδισμένη και συγχρονισμένη, στηρίζοντας τις ανάγκες του πρωταγωνιστή της βραδιάς, ο οποίος στεκόταν στη σκηνή του Fuzz ως ένα ευαίσθητο, πνευματώδες αγόρι με τα δικά του μεράκια, τα οποία εξόρκιζε με ερωτεύσιμα άβολες, σωματικές κινήσεις, σοφιστικέ ερμηνευτικά τσαλιμάκια και beta-male σεξουαλική ενέργεια. Εν τέλει, μετά από 1,5 ώρα μίας συναυλίας που δεν έφτασε ποτέ σε κάποιο πραγματικά σπουδαίο ζενίθ, οι fans έμειναν μάλλον ικανοποιημένοι για ακόμη μία φορά με το σόου του αγαπημένου τους μουσικού, ενώ όλοι οι υπόλοιποι πρέπει να παραδέχθηκαν πως «γι' αυτό που κάνει, μια χαρά είναι».

47Wtr_5.JPG

Κάτι το οποίο δεν συμβαίνει με την περίπτωση του Γιώργου Ζερβού και της δικής του μπάντας. Η support εμφάνισή τους, νωρίτερα, κρίνεται χλιαρή και άνευρη, το δε κοινό κάλυψε την περισσότερη ώρα του set τους για να πει τα νέα της εβδομάδας. Ο George Zervos έπαιξε κομμάτια από το ντεμπούτο του For Your Love, αλλά το όλο live έμοιαζε με άχρωμη φωτοτυπία μιας περασμένης εποχής. Δεν κατάφερε να κερδίσει τον κόσμο, αποτελώντας έτσι ηχητικό φόντο για τις συζητήσεις τους.

47Wtr_6.JPG

Στο τέλος της ημέρας, πάντως, τόσο ο Ζερβός, όσο και ο Waterhouse κάνουν το ίδιο πράγμα: αξιοποιούν μια κενή νοήματος vintage μόδα για να πουλήσουν το προϊόν τους στο όνομα της καλοπέρασης. Και όσο βέβαια ο κόσμος αγοράζει, αυτοί θα συνεχίζουν να πουλούν, έχοντας αφήσει πίσω μία κληρονομιά ως μεταγενέστεροι κλώνοι των ηρώων τους. Απλώς κάποιοι το κάνουν καλά και κάποιοι όχι.

{youtube}uzkQfsN40Pg{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured