Το ερώτημα αν οι Electric Wizard αποτελούν περίπτωση προσβάσιμη για δεξαμενές ακροατών πάσης πιθανής εμβέλειας ενδεχομένως να μείνει για πάντα αναπάντητο, δεδομένης της πολυσύνθετα ποικιλόμορφης φύσης των λίαν διαδραστικών δομών τους. Από τη μία, δηλαδή, τα διαπλεκόμενα συστατικά –όπως και το άκρατα νοσηρό τους vibe– προκαλούν ελπιδοφόρους συνειρμούς, καθώς δύνανται να αντλήσουν σημειωτέο ενδιαφέρον από τα πεδία του black metal, stoner rock, sludge και doom metal αντίστοιχα. Από την άλλη, η ίδια η υφή της μουσικής τους κρίνεται αρκετά δύστροπη και αδιαμφισβήτητα εσωστρεφής· περισσότερο από όσο θα επέτρεπαν οι επιταγές μιας arena rock νοοτροπίας. Οι αρετές της τείνουν να παροτρύνουν τους εκάστοτε εκπροσώπους σε πιο άμεσα πρότυπα, προκειμένου να παρακινούν τον ενθουσιασμό με όλο και πιο μετωπικές τακτικές.
Όπως καταλαβαίνετε, φαντάζει μάλλον απροσδόκητη η μαζική κοσμοσυρροή που σημειώθηκε στο Piraeus 117 Academy –στα πλαίσια μάλιστα ενός συναυλιακού μήνα γεμάτου από αντίστοιχα αξιόλογες παρουσίες. Σημαντική μερίδα του κόσμου, βέβαια, επέλεξε να προσπεράσει την εναρκτήρια πινελιά των «δικών μας» Krause, καθώς το βαβουριάρικο noise rock τους ελάχιστη σχέση έφερε με το απύθμενο doom των προσφιλών Βρετανών. Παρόλα αυτά, οι Αθηναίοι έδωσαν μια ακονισμένη νότα στη βραδιά, αντίστοιχη των φρέσκων αμυχών που προκαλούνται από δύστροπα, στροβιλίζοντα riffs. To ζωηρό drumming, τα διττά φωνητικά, όπως και οι λίαν ελισσόμενες κιθάρες συναντήθηκαν σε μια ευπρόσδεκτη δυσαρμονία· ικανή να αγγίξει τόσο εγκεφαλικές χορδές, όσο και τον πηγαίο ενθουσιασμό.
Τη σκυτάλη παρέλαβαν οι Agnes Vein, μπάντα γνώριμη στα εγχώρια δρώμενα. H πολυπρόσωπη μάλιστα φύση των πυλώνων που στηρίζουν το οικοδόμημά τους, τούς καθιστούσαν ιδανική περίπτωση για να ανοίξουν τη συγκεκριμένη περίσταση, καθώς ενσαρκώνουν κι αυτοί επιρροές από πάμπολλα πεδία –συγχέοντας το θρηνώδες doom με το δύσθυμο sludge, αλλά και το επικό metal ταυτόχρονα. Ως εκ τούτου, η παρουσία τους στο Piraeus 117 Academy επέφερε μια πλημμύρα διαφορετικής μορφής συναισθημάτων, κατά την οποία άλλοτε επικρατούσε η αέναη νοσταλγία, κι άλλοτε ακολουθούσε η ασφυκτική άρνηση κάθε υποψίας αέρα. Πέραν πάσης αμφιβολίας, οι Θεσσαλονικείς αποτελούν παλιές καραβάνες της προπατορικής σκηνικής τέχνης, όντας ικανοί να διαχειριστούν τις οποιεσδήποτε συνθήκες που ενδέχεται να βρεθούν στο διάβα τους.
Ο δείκτης του ρολογιού είχε περάσει τις 22:30 όταν ανέβηκαν επί σκηνής οι Electric Wizard, έτοιμοι να θερίσουν τους καρπούς που δικαιωματικά τους αναλογούν. Κάθε νέα επίσκεψή τους στην Αθήνα βρίσκει απέναντί τους ένα ολοένα κι αυξανόμενο ακροατήριο, ξεκινώντας από το κλειστοφοβικό υπόγειο του An Club, ως την αφυδατωμένη αρένα του Gagarin 205 –και τώρα το ευρύχωρο πεδίο του κατάμεστου Piraeus Academy. Η παρουσία τους στο Plisskën του 2015 δεν υπολογίζεται, μιας και σημαντική μερίδα του κοινού του φεστιβάλ δεν έδειχνε να έχει επαφή με την περίπτωσή τους. Είναι βέβαια φυσιολογικό να παρατηρούνται τέτοια φαινόμενα σε διοργανώσεις που φιλοξενούν δεκάδες μη παρεμφερή ονόματα.
Η αλήθεια είναι πως οι ίδιοι οι Wizard έδειχναν άκρατα ενθουσιασμένοι για την πολυαναμενόμενη επιστροφή τους στα ελλαδικά εδάφη. Και αν κάτι τέτοιο δεν μαρτυρείται από τα ύψη τα οποία άγγιξε η εκτελεστική τους δεινότητα, το μακροσκελές set ξεδιάλυνε κάθε αμφιβολία που προκλήθηκε από την υπολογίσιμη συναυλιακή αναμονή. Οπωσδήποτε, τα 100 γεμάτα λεπτά φαντάζουν πληθωρική υπέρβαση στην περίπτωση της μπάντας εκείνης που σπάνια ξεπερνά το χρονικό φράγμα της μίας ώρας σε σκηνικές επιδόσεις. Πόσο μάλλον όταν τα προστιθέμενα άσματα ζέχνουν αγνής 1990s νοσταλγίας, όντας βγαλμένα από τη χρυσή περίοδο που τους εγκαθίδρυσε στις συνειδήσεις των πιο φανατικών οπαδών.
Σημαντικός σύμμαχος στα παραπάνω στάθηκε ο εξαιρετικός ήχος, που τους πλαισίωσε καθόλη τη βραδιά: ήταν όσο βαρύς, πυκνός και νωχελικός φαντάζει και ο αέρας που περιβάλλει τα θολά σύννεφα μιας σκιερής, αδιαπέραστης ομίχλης. Η περιπλάνηση ανάμεσα στους σταθμούς της δισκογραφίας των Βρετανών φάνταζε έτσι ως επίφοβη περιπέτεια στην άγονη ερημιά, αντίστοιχη της οποίας παραμένουν μόνο τα μουντά βαλτοτόπια ενός άβατου, ορεινού τοπίου. Πρόκειται για εκείνες τις αχανείς εκτάσεις στις οποίες ενδέχεται να χάσεις κάθε αίσθηση του χώρου και χρόνου, καθώς πασχίζεις να διαβείς μίλια βουρκωμένου εδάφους, με τη λάσπη να βαραίνει όλο και πιο απειλητικά το βάδην σου. Λες και η αποσύνθεση μεταγλωττίζεται σε ασήκωτα, κατατονικά riffs, τα οποία έλκουν ολοένα και βαθύτερα κάθε πασχίζον μέλος.
Εν κατακλείδι, οι Electric Wizard ήλθαν, είδαν και παρέδωσαν μια απολύτως συναρπαστική συναυλία· αν ένας τέτοιος χαρακτηρισμός ευσταθεί για την ιδιαιτερότητα του ύφους τους. Όντας αποφασισμένοι να ανταμείψουν ένα κοινό που τους ακολουθεί πιστά τα τελευταία πολλά έτη, ξεπέρασαν κάθε προηγηθείσα καταγραφή, παραδίδοντας την καλύτερη έως σήμερα συναυλία τους στη χώρα μας. Αψηφώντας κάθε γνωστό νόμο της φυσικής, πολλαπλασίασαν τη βαρύτητα των ογκολιθικών τους riffs, σέρνοντας σύσσωμο το σώμα μα και τον νου σε μια ατμόσφαιρα ατόφιας κατάχρησης και αποκρυφισμού.
Η αλήθεια άλλωστε είναι πως, όταν οι Βρετανοί αποφασίσουν να κατακτήσουν τη σκηνή, δύνανται να εντυπωθούν πολύ πιο ακραίοι, επίφοβοι και σατανικοί από μυριάδες παραδοσιακές black metal μπάντες. Αυτή ενδέχεται να αποτελεί και τη βαθύτερη μαγεία της μουσικής τους, καθώς το σκοτάδι που εκλύουν μπορεί να έλκει μαγνητικά μονάδες με ανομοιογενή μεταξύ τους μουσικά υπόβαθρα.
{youtube}zYTQSeIkuL0{/youtube}