Είναι αλήθεια: ο όρος underground έχει «ταλαιπωρηθεί» όσο λίγοι. Στον πρόλογο μιας μεγάλης πρόσφατης έρευνας της Guardian, και σχεδόν μισό αιώνα μετά την πρώτη χρήση του, ο Alexis Petridis έδωσε την πρώτη τροφή για σκέψη: «υπάρχει πλέον underground σε έναν κόσμο που τα πάντα είναι ορατά online»; Σχεδόν οτιδήποτε χρησιμοποιήσει κανείς για να κολλήσει την ταμπέλα του underground, πλέον, έχει και το σχετικό αντίβαρο που το φέρνει όλο και πιο κοντά στο mainstream. Τα διαφορετικά κανάλια προβολής έχουν γίνει το νέο mainstream. Καλλιτέχνες με ελάχιστο μπάτζετ γίνονται γνωστοί παγκοσμίως και σε χρόνο ρεκόρ κατακτούν μεγάλους χώρους. Ακόμα και σήμερα, όμως, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ακόμα κι αν όλη η σύγχυση για το underground δεν παράγει συμπεράσματα, υπάρχουν καλλιτέχνες, εταιρίες, promoters, κόσμος, ακόμα και brands που, απαλλαγμένα από το άγχος της εύκολης αυριανής απόρριψης του σημερινού underground, επειδή απλώς έγινε κτήμα περισσότερων ανθρώπων, απευθύνονται σε εκείνους που τολμούν να ξεπεράσουν τα όρια και να δημιουργήσουν καταστάσεις έξω από τα συνηθισμένα. Αν το underground δεν έχει βάθος, δεν σημαίνει πρόοδο, δεν σημαίνει κάτι το διαφορετικό, δεν προκαλεί/ενοχλεί/ενθουσιάζει... δεν έχει και λόγο ύπαρξης.
Σκηνικό σπιτικού party με ένα από τα πιο hot ονόματα της techno σκηνής
Μια τέτοια εμπειρία, που δικαιολογεί αυτό τον τίτλο χωρίς να το βροντοφωνάζει, βιώσαμε το βράδυ της Παρασκευής στο υπόγειο (αποθήκη) του Phat Soles. Το κέντρο της πόλης ζούσε στους δικούς του -προ Χριστουγέννων- ρυθμούς, με τη γεμάτη Ερμού, τις ecletic μουσικές των καθιερωμένων (hipster ή μη) μπαρ και τα ανακουφισμένα πρόσωπα μετά την πενθήμερη εργασιακή ζάλη. Χρειαζόμασταν και αυτά, αλλά περισσότερο είχαμε ανάγκη να βγούμε ακόμα και από αυτή τη ρουτίνα της διασκέδασης. Καλά καλά δεν είχαμε ούτε κι εμείς χαλαρώσει από τους εξοντωτικούς μας ρυθμούς, όταν φτάσαμε έξω από τον χώρο και με αρκετές προσδοκίες για τη Νεϋορκέζα Umfang, ένα από τα πιο hot ονόματα της techno σκηνής, αλλά και μια προσωπικότητα που έχει συζητηθεί αρκετά για τον δυναμισμό, το ταλέντο και την ανατρεπτικότητά της. Η ευκαιρία μοναδική. Λίγοι και καλοί, καλεσμένοι του νέου adidas Originals Prophere, στο γνωστό σνικεράδικο. Ένα σκηνικό σχεδόν σπιτικού party, με ήχους ξεκάθαρα απρόσμενους, αλλά με DJs με πολύ μεγαλύτερη εμβέλεια που θα έπαιζαν εμπνεόμενοι από το ασυμβίβαστο design του adidas Originals Prophere. Αν, λοιπόν, αυτό το σκηνικό που βιώσαμε δεν είναι ο ορισμός του underground, τότε τι είναι;
Οι πρωταγωνιστές
Ένας από αυτούς ήταν ο Βασίλης Κουλιγκάς. Έχει πια 9 χρόνια δράσης η PAN, το label που ίδρυσε στο Βερολίνο ο Βασίλης. Και μάλιστα 9 χρόνια στα οποία οι κυκλοφορίες της μόνο απαρατήρητες δεν πέρασαν στο διεθνές ηλεκτρονικό/πειραματικό στερέωμα. Τα βερολινέζικα vibes, η αγάπη του για οτιδήποτε μπορεί να χαρακτηριστεί ως crossover, έδωσαν την απαραίτητη, πιο avant-garde, πινελιά του party.
Ο Αθηναίος Echo Canyon, ένα όνομα που ξεχωρίσαμε από την ειδική κυκλοφορία της θεσσαλονικιώτικης δισκογραφικής Numb Capsule Records για τη φετινή Παγκόσμια Ημέρα Δισκοπωλείων, με ένα πειραματικό live set και η Noff Weezy, παραγωγός στο Cannibal Radio (να σημειώσουμε ότι ο γνωστός για τη στήριξή του στην underground μουσική σκηνή σταθμός βοήθησε στην τελική επιλογή του dj set list, οργάνωσε διαγωνισμό με νικητές να κερδίζουν προσκλήσεις, έκανε αναφορές σε site και facebook, ανέβασε το μουσικό set στα κανάλια του και είχε και αυτός κομμάτι στην υποστήριξη τoυ event προσφέροντας εμπειρία και know how), ήταν σημαντικές προσθήκες στο set της βραδιάς. Πόλος όμως έλξης για πολλούς ήταν μια από τις πιο hot μορφές της σημερινής techno σκηνής, η Umfang (ή... Emma Olson) και δεν θα μπορούσαμε να χάσουμε το πέρασμά της από το στενάκι της Κορνάρου. Το φετινό άλμπουμ της, Symbolic Use Of Light, κυκλοφόρησε στην Technicolour, αδελφό label της Ninja Tune, και έχει λάβει από καλές έως διθυραμβικές κριτικές, ξεχωρίζοντας από πολλές techno κυκλοφορίες της χρονιάς.
Η ίδια δεν είναι ούτε παλιά, φυσικά, αλλά δεν βγήκε στην επιφάνεια φέτος. Τα τελευταία τρία χρόνια έχει δώσει τις πιο επιτυχημένες μάχες -σε ένα εξαιρετικά ανδροκρατούμενο κόσμο- να φέρει τις γυναίκες DJs στο προσκήνιο των parties και clubs. Η κολλεκτίβα και booking agency Discwoman (που δημιούργησε μαζί με τις Decaiza Hutchinson και Christine McCharen-Tran) βοηθά όχι μόνο ταλαντούχες γυναίκες, αλλά και trans να βγουν μπροστά, να παίξουν και να πληρωθούν. Αλλά και ο όρος Technofeminism δεν είναι πλέον μόνο γνωστός από το ομώνυμο, εμβληματικό βιβλίο της περίφημης καθηγήτριας Τζούντυ Οβάτζκμαν που μιλάει για τον ρόλο που το φύλο παίζει στην τεχνολογία. Αντίθετα, το Technofeminism έχει γίνει και μουσικό talk-of-the-town με το δικό της μηνιαίο residency στο Bossa Nova Civic Club της Νέας Υόρκης: εκεί δίνει το δικό της βήμα σε DJs που δεν έχουν καταφέρει να γίνουν γνωστοί στο κοινό, εξυπηρετώντας όχι μόνο αυτή τη φιλοσοφία, αλλά και μια γενικότερη θεώρηση του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουμε όχι μόνο την techno, αλλά και την πολιτική/κοινωνική κατάσταση γύρω μας. Ακόμα και τις σχέσεις μας. Τον τρόπο ζωής μας.
«Βγες από τη ζώνη άνεσής σου»
Κάθε αίσθηση άνεσης, λοιπόν, δεν συνάδει ούτε με το πνεύμα, ούτε τις προθέσεις, ούτε και αυτό που εισπράττει κανείς στα set της Emma Olson. Αυτή η προσπάθεια να βγεις εκτός της ζώνης άνεσής σου, δεν εξαντλείται στη booking αποστολή της, αλλά και στον τρόπο παιξίματός της: ένταση ώστε να μη μένει κανείς ακίνητος, αποσύνθεση με αφηρημένες παρεμβολές, νοσταλγία που διατηρεί τον ομφάλιο λώρο με το παρελθόν ορατό, εγκεφαλικό άγγιγμα χωρίς υπερβολές, τεχνικές για να αποσπά την προσοχή, μινιμαλιστική αυτοπεποίθηση: ένα ανήσυχο set για δεκάδες μυημένους, απαλλαγμένο βέβαια από τις πιο ambient στιγμές της και προσανατολισμένο σε μια σαφέστατη techno διάθεση με τον γνωστό όμως αποδομητικό χαρακτήρα, σε ένα υπόγειο κάπου στο κέντρο.
Τους ρυθμούς αυτού του κέντρου αγνοήσαμε για λίγες ώρες, κατεβαίνοντας τα σκαλιά του υπόγειου του Phat Soles. Και το κέντρο έχει τις αντιθέσεις του, αλλά και τα δικά του spots, μόνιμα ή απρόσμενα, ad hoc, για να απολαύσει κανείς το διαφορετικό. Το Phat Soles, άλλωστε, δεν ανήκει σίγουρα στην δεύτερη κατηγορία - μας έχει συστηθεί ως πρωτοπόρο sneaker boutique. Και η σύμπραξη αυτή με τα adidas Originals για το ελληνικό launch, με αυτό τον σχεδόν guerilla, underground (κυριολεκτικά και μεταφορικά) τρόπο, του Prophere ήταν ιδανική. Είχαμε την ευκαιρία να ξαναδούμε ανθρώπους πιστούς στη φάση, να λιώσουμε στον χορό μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες (το πάρτι συνεχίστηκε στο Ρομάντσο) και να διαπιστώσουμε την απόλυτη ταύτιση αυτού που βλέπαμε/ακούγαμε με τα χαρακτηριστικά του Prophere που, στα δικά μας μάτια, είναι ταυτόχρονα '90s αλλά και προοδευτικό. Απρόσμενο και ασυμβίβαστο. Ξέραμε ότι πηγή έμπνευσής του Prophere ήταν ούτως ή άλλως hot καλλιτέχνες της σημερινής βρετανικής dance (έως και UK hip-hop) μουσικής σκηνής όπως οι Benny Mails, 808 Ink, Oscar Worldpeace και J Grrey, αλλά... κακά τα ψέματα, καλύτερη ambassador αυτής της ασυμβίβαστης γραμμής από την Umfang, δεν θα μπορούσαμε να απολαύσουμε σήμερα, και μάλιστα σε ένα σχεδόν private χώρο που είναι από τους λίγους (εγχώριους) πραγματικούς ναούς της sneaker κουλτούρας.
Ήταν ένα αστικό soundtrack με την απόλυτη ισορροπία μινιμαλισμού και party διάθεσης, από (σίγουρα) λάτρεις της αναδόμησης και του πειρασματικού στα ηχητικά πεδία τους. Σίγουρα, όχι ένα mainstream σκηνικό και όχι ένα mainstream παπούτσι. Ακόμα, όμως, και το street style (όπως και η μουσική) χρειάζεται τις ανατροπές του. Χωρίς αυτές, εμείς τουλάχιστον αισθανόμαστε στάσιμοι. Με αυτές έχουμε την ευκαιρία, ειδικά αν επαναπροσδιορίζουν το στυλ (μουσικό ή fashion), να επαναπροσδιορίζουμε και τη συνολική μας οπτική, αλλά και τις απαιτήσεις μας στα πράγματα, στο πώς βλέπουμε την καθημερινότητά μας. Κι αυτά τα μικρά αγγίγματα -πνευματικά, σωματικά, ψυχικά- έχουν την αξία τους. Και μας αλλάζουν. Λιγότερο ή περισσότερο...
{youtube}7wovw1Yy-Xo{/youtube}