«Είχες πάει σε αυτήν την απίστευτη συναυλία του Nick Cave στο Tae Kwon Do, εκείνη την ημέρα που δεν έλεγε να σταματήσει να βρέχει»;
Να μία από τις ερωτήσεις που σύντομα θα πυροδοτούν συλλογική νοσταλγία σε όσους είχαν την τύχη να βρεθούν σε μία συναυλιακή βραδιά στην οποία, αναπόφευκτα, γράφτηκε ιστορία. Ο Nick Cave μεγαλώνει την 3η γενιά φανατικών πιστών στη χώρα μας και δεν είναι ακόμη εύκολο να αντιληφθούμε το ανεπανάληπτο ψυχικό αποτύπωμα που έχει η ζωή και το έργο του στους ανθρώπους αυτού του τόπου. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα είναι σε θέση να κατανοήσει και να ερμηνεύσει πολύ διαυγέστερα το πώς ο Λόρδος του Σκότους κατάφερε να συνομιλήσει με το υποσυνείδητο αφήγημα ενός ολόκληρου λαού και, τελικά, να το διαμορφώσει. Ναι, δεν το ακούτε από εμένα για πρώτη φορά: ο Nick Cave είναι η άχρονη μετενσάρκωση του Αισχύλου και του Ορφέα που αναζητούσαμε· όμως είναι και πολλά περισσότερα. Ο αντίκτυπός του είναι κοσμογονικός, είναι από αυτούς τους (υπερ)ανθρώπους που αλλάζουν και σώζουν ζωές μέσα από την τέχνη.
Η εμφάνισή του λοιπόν στην αναμενόμενα sold-out αρένα του Tae Kwon Do στάθηκε απλώς η θριαμβευτική επιβεβαίωση όλων των παραπάνω, όπως κι ένα συγκλονιστικό στιγμιότυπο στην καριέρα ενός καλλιτέχνη που όχι μόνο δεν δύει, αλλά φαίνεται να βρίσκεται στην πιο ολοκληρωμένη της φάση. Το βράδυ αυτής της βροχερής Πέμπτη, πέρασαν μπροστά από τα μάτια μας όλοι οι Nick Cave που έχουμε θαυμάσει μέσα στα χρόνια: το εφηβικό ίνδαλμα που σπέρνει ιδεολογικές επαναστάσεις, ο goth μεσσίας που χειροτονεί τη συνάθροισή του, ο ερωτευμένος πιανίστας που χαϊδεύει τρυφερά τις ερωμένες του, ο τρελός παραμυθάς που αφηγείται μύθους του Αμερικανικού Νότου, ο φλεγόμενος crooner που διψάει για εκτόνωση, ένας ακόμη άνθρωπος ο οποίος πενθεί και προσεύχεται για τη λύτρωση. Περισσότερο απ' όλα, όμως, ο Cave λατρεύτηκε ως το εμβληματικό είδωλο και ο λαϊκός ήρωας ενός κοινού που στις πιο υπερβατικές στιγμές της συναυλίας συντονίστηκε μαζί του σε μία μοναδική και καθοριστική πνευματικά ανάταση.
Η μυρωδιά της βροχής που ξαναπλησίαζε, ο αέρας που κατέφθανε κρύος στα πρόσωπά μας από τη θάλασσα και οι εικόνες ενός φωτισμένου από τις αστραπές ουρανού είναι αυτές που μας συνόδεψαν κατά την προσέγγισή μας στο γήπεδο του Tae Kwon Do. Όταν έφθασα, οι κερκίδες ήταν καλυμμένες από κόσμο, η αρένα ήταν επίσης σχεδόν γεμάτη και οι διάδρομοι για ένα καλύτερο σημείο έμοιαζαν απροσπέλαστοι. Επικρατούσε μία ατμόσφαιρα βαθιάς καρτερικότητας: όλα κρέμονταν σε τεντωμένο σκοινί, το οποίο θα σκιζόταν την στιγμή που ο πρωταγωνιστής της βραδιάς θα ξεπρόβαλλε μέσα στο σακάκι και στο ξεκούμπωτο από τη μέση και πάνω λευκό του πουκάμισο. Η σχετικά μικρή καθυστέρηση ενέτεινε σπαραχτικά την αγωνία· κάθε φορά που αντηχούσε η υποψία ενός βόμβου στο ηχητικά σιωπηρό στάδιο, το τσιτωμένο από ανυπομονησία κοινό ξέσπαγε σε ουρλιαχτά και χειροκροτήματα. Η αυτού μεγαλειότης του δεν μας άφησε βέβαια να περιμένουμε πάνω από 20 λεπτά. Μας χαιρέτησε θεατρικά με ένα απότομο νεύμα του χεριού και άρχισε να ερμηνεύει το “Anthrocene”, ενώπιον ενός πλήθους που ξαφνικά σώπασε μέσα σε κλίμα θρησκευτικού σεβασμού, ακούγοντας προσηλωμένο τα πρώτα λόγια του Αυστραλού Δανδή.
Οι λεπτομέρειες και η σημειολογία είναι πολύ κρίσιμα για την πλήρη κατανόηση του τι διάολο συνέβη για τις επόμενες 2 ώρες και 20 λεπτά. Προσέξτε για παράδειγμα την εξής τραγική ειρωνεία: στο “Magneto” o Cave γονάτισε και τραγούδησε σκυφτός, οδηγώντας με τα φωνητικά τους στίχους «I love you, I love you, I love you» σε βαρύτονους, goth όρκους αιώνιας αγάπης για τον αδικοχαμένο γιο του· λίγο αργότερα, στο “Higgs Bosson Blues”, αδιαφορούσε για το μέλλον που δεν ήξερε τι του επιφυλάσσει με τα αφοριστικά λόγια «who cares what the future brings», ενώ σαν λυσσασμένος άνοιγε και χάριζε το στήθος του στο εγγύτερο κοινό για να νιώσει κι εκείνο τον παλμό του, «boom, boom, boom». Η αίσθηση πως ζούσαμε κάτι ιστορικό αιωρούταν ήδη στον αέρα, ενώ παράλληλα μία βαθιά συγκινησιακή κατάσταση αποτυπωνόταν στις αυθόρμητες χειρονομίες και στις εκφράσεις των προσώπων τριγύρω.
Στη μελωδική υστερία του θρυλικού “From Here To Eternity” μεταμορφώθηκε σε goth καμπαρέ πάστορα κι έγινε αμέσως φανερό το πόσο βαθιά έχουν στιγματίσει τραγούδια σαν κι αυτό τον συναισθηματικό κόσμο του μεγαλύτερου μέρους των παρευρισκόμενων. Κάπου εκεί ξεστόμισε τα πρώτα του «ευχαριστώ στα» ελληνικά και χάρισε μία τρίχα από τα γένια του Warren Ellis, όταν μία κοπέλα του ζήτησε να της δώσει κάτι. Λίγο πριν το αριστοτεχνικό χτίσιμο και τη μετατροπή του “Jubillee Street” σε punk ψυχόδραμα, αναγνώρισε πως «It’s been a long time and thank you for not forgetting about it», οδηγώντας τον κόσμο σε μαζικές εκδηλώσεις αγάπης. Στις δύο πιο μαγικές μπαλάντες που έχει γράψει, το “The Ship Song” και το “Into My Arms” –στο οποίο μάλιστα ζήτησε ευθέως από το κοινό να συμμετέχει αν επιθυμεί– φανερώθηκε απλόχερα η αντοχή της αειθαλούς φωνής του στον χρόνο, η οποία, χωρίς να έχει χάσει ίχνος της νεανικής οργής, αναδεικνύεται σε θεραπευτικό φάρμακο όσο και σε φονικό όπλο για όσους έχουν σημαδευτεί από τα τραγούδια του ινδάλματός τους.
Οι λιγότερο αξιομνημόνευτες στιγμές της βραδιάς ήταν το “Girl In Amber” και ακόμη πιο πολύ το “I Need You”, που αποδείχθηκαν ωστόσο αναγκαίο διάλειμμα πριν από εκείνα που έπονταν. Αρχικά με τα southern/gothic blues του "Red Right Hand" ξύπνησε 1990s μνήμες από επεισόδια X-Files, ενώ κατόπιν, με το κορυφαίο “Mercy Seat”, ανάγκασε για πρώτη φορά τις κερκίδες να σηκωθούν σύσσωμες και να βουτήξουν μέσα στην ψυχική οδύσσεια και στο νοσταλγικό ψαχούλεμα όπου μας προσκάλεσε. Και είναι τρομερή η συνειδητοποίηση του πώς έχουν αλλάξει τα νοήματα, η αξία και η δύναμη των σπουδαιότερων τραγουδιών του, ενώ την ίδια στιγμή το σοκ που προκαλούν παραμένει το ίδιο έντονο, ανέγγιχτο θαρρείς από τον χρόνο. Η φωνή και το πρόσωπο της Else Torp κατέκλυσαν τον χώρο με το video που συνόδευε την εκτέλεση του “Distant Sky” και κάπως έτσι ο Cave μας καληνύχτισε, με το ομότιτλο κομμάτι του τελευταίου του δίσκου.
Κι αν κάποιες στιγμές από το κύριο σόου μπορεί να γλιστρήσουν από τη μνήμη με την πάροδο του χρόνου, κανείς δεν θα ξεχάσει τις εξωπραγματικές εικόνες και τα χειμαρρώδη συναισθήματα που δημιουργήθηκαν κατά το μυθικό encore. Στη μέση του “Weeping Song”, ο King Ink δοκίμασε το ανεπανόρθωτο: κατέβηκε από τη σκηνή, διέσχισε τη μισή αρένα, ανέβηκε στα κιγκλιδώματα των αριστερών κερκίδων και άρχισε σαν ένας βουντού μαέστρος να μας διευθύνει, υποδεικνύοντάς μας πότε να χτυπάμε παλαμάκια και πότε να κάνουμε απόλυτη ησυχία. Δεν άφησε δε πολλά περιθώρια να συνειδητοποιήσουμε τι συνέβη, και στη goth funk του “Stagger Lee” προσκάλεσε τον κόσμο μπροστά, να ανέβει στη σκηνή και να χορέψει μαζί του. Στο ενδιάμεσο, μας σύστησε και τη μπάντα του: τους Bad Seeds φυσικά, αυτούς τους αφανείς ήρωες που έβγαλαν έναν συγκλονιστικό ήχο από κάθε άποψη και είναι βασικοί συνυπεύθυνοι για το χτίσιμο του μύθου του Αυστραλού. Δεν ζήτησε ποτέ από το κοινό να κατέβει από τη σκηνή κι έτσι το φινάλε έμοιαζε σαν σκηνοθετημένο: μία κοπέλα με άσπρο φόρεμα τραγούδαγε πειστικότατα μαζί του με συγκεκριμένες κινήσεις τους στίχους του “Push The Sky Away”, ενώ λίγο αργότερα ο Nick Cave σκούπισε τα δάκρυα μίας άλλης κοπέλας, η οποία συγκινήθηκε μάλλον βαθιά όταν συνειδητοποίησε το τι ζει εκεί πάνω.
Έτσι ακριβώς μας αποχαιρέτησε, ζητώντας μας να προσέχουμε.
Στην τελευταία συνέντευξη που έδωσε ο Cave στη Guardian πριν 6 μήνες, σχολίασε πως δεν θέλει μέσα από την περιοδεία του να βουτήξει το κοινό χωρίς λόγο στο προσωπικό του δράμα, οδηγώντας το στη θλίψη, αλλά να το εμπνεύσει και να το κάνει να νιώσει καλύτερα μετά το τέλος κάθε συναυλίας. Κοιτάζοντας λοιπόν τα πρόσωπα τριγύρω μου στο φινάλε, έβλεπα δάκρυα ευτυχίας, μεγάλες αγκαλιές, τεράστια χαμόγελα και ζωές αποφασισμένες πως θα αλλάξουν μετά από αυτό που έζησαν. Μην γκρινιάζετε λοιπόν αν το κάποτε καλά φυλαγμένο σας μυστικό, που μόνοι εσείς καταλαβαίνατε, βγάζει εδώ και χρόνια sold-out όλες τις αρένες του κόσμου, μαζεύοντας ανθρώπους διαφορετικούς από εσάς. Οι σπουδαιότεροι των μουσικών οφείλουν να έχουν αυτό το πάτημα και ν' αφορούν τους πάντες που νιώθουν το εξιλεωτικό άγγιγμά τους. Η οικουμενικότητα της επιρροής τους είναι μία απόδειξη του πως η τέχνη, ναι, μπορεί να οδηγήσει στην κάθαρση. Ο Νίκος του Έλληνα οπαδού («what a beatiful name», όπως είπε και ο ίδιος όταν το αναφώνησε στα ελληνικά), θα είναι πάντα αυτός ο Μεσσίας, για τη μεγαλύτερη τουλάχιστον μερίδα του εγχώριου κοινού.
Setlist
Anthrocene
Jesus Alone
Magneto
Higgs Boson Blues
From Her to Eternity
Tupelo
Jubilee Street
The Ship Song
Into My Arms
Girl in Amber
I Need You
Red Right Hand
The Mercy Seat
Distant Sky
Skeleton Tree
Encore:
The Weeping Song
Stagger Lee
Push the Sky Away
{youtube}Y673fpM-sVs{/youtube}