Θεσσαλονίκη, 29/9
του Στέργιου Κοράνα
Το να έρχεται στην Ελλάδα ένας καλλιτέχνης με μεγάλη διεθνή επιτυχία στο 2ο μόλις άλμπουμ του, δεν συμβαίνει συχνά. Βέβαια, το «μόλις δύο άλμπουμ» έχει κι ένα μεγάλο μειονέκτημα: λίγο το υλικό, οπότε και μικρής διάρκειας το live –αν και μ’ αυτά στα οποία έχουμε «συνηθίσει» τελευταία, πάλι κοντά στο μέσο όρο ήταν τελικά. Στο σύνολό του, κράτησε 1 ώρα κι ένα τέταρτο.
Στις 22:10 περίπου, άρχισαν να εμφανίζονται ένα-ένα τα μέλη της μπάντας (6, μαζί με τον Kiwanuka) στη σκηνή του Fix Factory Of Sound, για να ξεκινήσει το “Cold Little Heart” στην ολόκληρη εκδοχή του –αυτή που διαρκεί κοντά 10 λεπτά, δηλαδή– δίνοντας στη βραδιά την καλύτερη δυνατή έναρξη. Αμέσως ακολούθησε το “One More Night”, «καίγοντας» έτσι δύο από τις βασικές επιτυχίες του Άγγλου καλλιτέχνη στην αρχή της συναυλίας. Περίπου στο μισάωρο ακούσαμε και το “Black Man In A White World”, ενώ το "Love And Hate" κρατήθηκε για το encore.
Η απόδοση της μπάντας υποδειγματική σ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς, με «πινελιές» εδώ κι εκεί ώστε να καταλαβαίνεις ότι ακούς ζωντανά κι όχι κονσέρβα. Ίσως το μόνο μελανό σημείο ήταν μια μικρή κοιλιά μετά τη μέση της συναυλίας, αλλά ήταν και λίγο αναγκαστική, αφού ο Kiwanuka έπαιξε ό,τι είχε και δεν είχε γράψει για να καλύψει τον απαιτούμενο χρόνο.
Η όλη αισθητική θύμιζε κλαμπ στη δεκαετία του 1970: από τον φωτισμό και τη γραμματοσειρά στο πανό, μέχρι και τον ίδιο τον Kiwanuka, τον οποίον ούτως ή άλλως συγκρίνουν και διεθνώς με τον Curtis Mayfield ή τον Marvin Gaye. Ήταν πάντως μια ευχάριστη αναδρομή στο παρελθόν κι όχι αναχρονιστική. Εδώ να σημειώσουμε και τον καταπληκτικό ήχο του Fix Factory Of Sound, πραγματικά έδωσε σημείο αναφοράς για το μέλλον.
Ο χώρος ήταν γεμάτος σχεδόν πλήρως, ίσως μια ιδέα πριν αρχίσουμε να αισθανόμαστε δυσφορία –άνοιξε μάλιστα κανονικά και το πατάρι. Καθόλου παράξενο, βέβαια, μιας και ο ραδιοφωνικός Kiwanuka πιάνει σε ευρύ φάσμα κοινού. Μου κάνει προσωπικά εντύπωση που δεν χρειάστηκε τελικά και μεγαλύτερο μέρος από το Fix. Ο κόσμος έδειξε να απολαμβάνει και με το παραπάνω τη συναυλία, χορεύοντας και τραγουδώντας (λέμε τώρα) σχεδόν σε όλη τη διάρκειά της.
Σε γενικές γραμμές, ο Kiwanuka μας απέδειξε ότι είναι πράγματι μια πολύ καλή φωνή, αλλά κι ένας μουσικός που ανεβάζει τον πήχη για τους υπόλοιπους του χώρου του, ακόμα και αν το μέχρι στιγμής υλικό του είναι λίγο. Αυτές τις συναυλίες θέλουμε!
Αθήνα 30/9
της Τάνιας Σκραπαλιώρη
Η τελευταία μέρα αυτού του Σεπτέμβρη σηματοδότησε το πρώτο Σαββατοκύριακο που το έχεις πάρει θέλοντας και μη απόφαση πως καλοκαίρι τέλος: πρώτες ψύχρες, πρώτες βροχές, ουίσκι με τζίντζερ και μια συναυλία κομμένη και ραμμένη για την εποχή, για χειμωνιάτικα μπαρ και σαλόνια.
Ο Michael Kiwanuka και οι αθεράπευτα vintage πενιές του.
Περίπου μισή ώρα μετά από ένα σύντομο αλλά σφιχτό και ατμοσφαιρκό opening act από τους Blue Square –οι οποίοι έμοιαζαν να απολαμβάνουν στο έπακρο την προσέλευση στο Gazi Music Hall και τη θέρμη του κόσμου και κατέθεσαν μία από τις καλύτερες βραδιές τους επί σκηνής– ο Βρετανός νοσταλγός του rock 'n' roll εμφανίστηκε καταχειροκροτούμενος από ένα κοινό αποφασισμένο να περάσει το Σαββατόβραδό του με καλή μουσική και καλά τραγούδια.
Η κάπως νευρική αρχή του set δεν πτόησε κανέναν, απεναντίας έτυχε ιδιαιτέρως θερμής υποδοχής καθώς συνίστατο στα airplay hits “Cold Little Heart" και "One More Night” –σημειωτέον ότι το "Cold Little Heart" σύστησε τον Kiwanuka σε μεγάλη μερίδα του ελληνικού κοινού, μέσα από το soundtrack της τηλεοπτικής σειράς Big Little Lies. Ως γνήσιος βέβαια Άγγλος επαγγελματίας βρήκε γρήγορα όχι μόνο τα πατήματά του, αλλά και την ψυχή που απαιτούν οι συνθέσεις του, που πολλές φορές σε κάνουν να νομίζεις ότι επιβιβάστηκες σε χρονομηχανή και έχεις πεταχτεί μέχρι τη δεκαετία του 1960.
Με highlights την έκρηξη ενέργειας στο πολυσυζητημένο “Black Man In A White World”, τη χαοτική ευαισθησία του "Rule The World’’ και ένα-δυο καταπληκτικά κιθαριστικά σόλο, o Michael Kiwanuka στάθηκε στο ύψος των προσδοκιών που είχαν πολλαπλασιαστεί μετά και τη ματαίωση της εμφάνισής του στο θερινό Release Festival. Οδηγώντας σταθερά ένα καλοσχεδιασμένο gig, υπηρέτησε και με το παραπάνω την αισθητική των αριστοτεχνικών παραγωγών των 2 μέχρις στιγμής δίσκων του και κορύφωσε τη βραδιά με τις ναυαρχίδες "Home Again” και “Love Αnd Hate”, σε ένα encore το οποίο σε έκανε πραγματικά να κρέμεσαι από συγχορδία σε συγχορδία μέχρι την τελευταία στιγμή.
Η σούμα αυτής της βραδιάς βγαίνει λοιπόν κάτι παραπάνω από θετική. Αποδεικνύοντας ότι μερικές φορές τα ονόματα που ταράζουν τα νερά της πολύπαθης τα τελευταία χρόνια διεθνούς δισκογραφίας, πλέοντας ακόμα και σε mainstream κανάλια, αξίζουν τον ντόρο τους. Και ότι οι παλιές –για πολλούς παλιακές– μελωδικές γραμμές, μπορούν και συγκινούν ακόμα.
{youtube}FPZJR4Cm8lg{/youtube}