Μερικές φορές, τα λόγια μοιάζουν περιττά· και οι περιγραφές δεν μεταφέρουν με ευκολία μια πραγματικά μεγαλειώδη εμπειρία. Μια τέτοια περίπτωση υπήρξε και η παρθενική εμφάνιση των Devin Townsend Project στην Αθήνα. Ο Townsend είναι υποδειγματικός καλλιτέχνης, με δεξιοτεχνική αρτιότητα, εξωστρεφή θεατρικότητα στο performance του, αλλά και συνθετική ικανότητα που θα έκανε τους μεγάλους του metal να υποκλιθούν. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που έχει συνεργαστεί με τον Steve Vai, τους Front Line Assembly, τον Jason Newsted των Metallica, την Anneke van Giersbergen των Gathering και τόσους άλλους, καταφέρνοντας να διατηρεί προσωπικό ύφος, όπως και την ιδιότυπή του αισθητική.
Βραδάκι Κυριακής, λοιπόν, το Fuzz γέμισε από νωρίς με metalheads κάθε ηλικίας, με το αρσενικό φύλο να υπερτερεί –ως συνήθως– και τους ημέτερους Mother Οf Millions να βγαίνουν στην ώρα τους στη σκηνή, 15 λεπτά πριν τις 9μμ. Η παραγωγή άψογη, η προσέλευση ομαλή και τα πάντα στη θέση τους! Οι Mother Οf Millions παρουσίασαν το περίτεχνο, ατμοσφαιρικό αλλά και επιθετικό post-metal τους, που άλλοτε θύμιζε Dream Theater, άλλοτε πρώιμους Porcupine Tree, κι άλλοτε παρέπεμπε σε ονόματα όπως System Οf Α Down, Tool και Saviour Machine, ένεκα τόσο της τεχνικής τους, όσο και του πραγματικά εξαιρετικού τραγουδιστή τους. Ζέσταναν έτσι για τα καλά τον ήδη γεμάτο κάτω χώρο του Fuzz, για 45 ολόκληρα λεπτά.
Χωρίς να αρνούμαι ότι μου πέρασαν απ' το μυαλό και οι Puressence, πάλι εξαιτίας του τραγουδιστή τους, οι Mother Of Millions αποτυπώθηκαν ως ένα από τα πιο άρτια και ολοκληρωμένα νέα γκρουπ της metal σκηνής μας που έχω δει ζωντανά. Με μεστό ήχο, άνεση και συντονισμό στο πάλκο, αλλά και με ενδιαφέρουσες συνθέσεις, οι οποίες σε παράσερναν να λικνιστείς ή και να χτυπηθείς, αποτελούν ευθύ εγχώριο ανταγωνισμό προς αντίστοιχα γκρουπ του εξωτερικού. Μας παρουσίασαν κυρίως υλικό από το παρθενικό τους άλμπουμ Human (2014), μαζί όμως με κάποια νέα κομμάτια, από το επερχόμενο Sigma. Όλοι όσοι βρέθηκαν στο Fuzz τους χάρηκαν, τους καταχειροκρότησαν και τους στήριξαν με περίσσιο αυθορμητισμό –κι εκείνοι μάς ευχαρίστησαν εξωστρεφώς και με χαμόγελο, και μας αποχαιρέτησαν.
Γύρω στις 9 και 30, οι τεχνικοί άρχισαν να ετοιμάζουν τη σκηνή για τον Devin Townsend· και στις 10 ακριβώς, ήχησε μεγαλόπρεπα το απόκοσμο intro για την εμφάνιση του πρωταγωνιστή της βραδιάς και των συνεργατών του. Φιλικός, χαμογελαστός, αλέγρος και εκφραστικός, ο Townsend μας χαιρέτησε και μας συστήθηκε μ' ένα «Hi! I'm Devin!», μπαίνοντας κατόπιν κατευθείαν στο ζουμί με κομμάτια όπως το "Rejoice", το "Stormbending", το "Night" και πολλά ακόμη.
Τραγούδια δυναμικού metal γεμάτα με το απίστευτο συχνοτικό εύρος της φωνής του Townsend, αλλά και με τον πλούσιο, κρυστάλλινο και κατακλυσμικό ήχο, τόσο της «διαστημικής» ηλεκτρικής του κιθάρας, όσο και της φοβερής μπάντας που τον συνόδευε. Με έντονα εξωστρεφή διάθεση, ο Townsend δεν έχανε ευκαιρία να ευχαριστεί το κοινό, να χαρίζει χαριτωμένες γκριμάτσες και κλεισίματα ματιών από 'δω κι από 'κει, αλλά και να ροκάρει με τους συνοδοιπόρους του με περίσσια χάρη και πόζα: σαν μικρό παιδί που παίζει με τους φίλους του και το εννοεί.
Θα μπορούσε το 90λεπτο set να χαρακτηριστεί ως και «σύντομο» για έναν καλλιτέχνη που έρχεται για πρώτη φορά στη χώρα μας και έχει εδώ εγχώριο fan club, με αποτέλεσμα το Fuzz να γεμίσει σχεδόν μέχρι πάνω. Ήταν όμως περιεκτικό, δυναμικό και πλούσιο σε ηχοχρώματα, δυναμικές, μα και ρυθμικές και μελωδικές ατραπούς, ώστε πραγματικά δεν σε άφηνε ανικανοποίητο. Tα "Hyperdrive", "Where We belong", "Deadhead", "Ziltoid Goes Home", "Supercrush", "March Of The Poozers" και "Kingdom" συνεπήραν μικρούς, μεγάλους, καθώς και τα λιγοστά κορίτσια που παραβρέθηκαν εκεί.
Αφού κατόπιν διακωμώδησε τη διαδικασία του encore, ο Townsend βγήκε από το πλάνο μ' ένα «Goodnight, go fuck yourselves!», επιστρέφοντας 5 λεπτά αργότερα με μία ακουστική κιθάρα για να παίξει μόνος του μια λιτή εκδοχή της εξαιρετικής μπαλάντας "Ih-Ah", καλώντας το κοινό να συμμετάσχει διαδραστικά. Τέλος, η μπάντα ξανανέβηκε στη σκηνή αποχαιρετώντας μας με τον ηχητικό καταπέλτη του "Higher", αυτή τη φορά όχι στα ψέματα.
Τόση ευγνωμοσύνη –έμαθε να λέει κι «ευχαριστώ» στα ελληνικά– τόση πλάκα και χαβαλές καναδέζικης κοπής, τόσες σκωπτικές αναφορές στα γενέθλια του Brian 'Beav' Waddell (μπασίστα του σχήματος, μέχρι και τραγούδι γενεθλίων ελληνιστί έβαλε τον κόσμο να του τραγουδήσει): ο Devin Townsend ευχαρίστησε το αθηναϊκό κοινό με κάθε τρόπο, μένοντας και λιγάκι αφού άνοιξαν τα φώτα, μοιράζοντας πένες, προτάσσοντας χειραψίες και hi-fives σε όλους όσους ήθελαν λίγη ακόμη από τη συγκλονιστική ενέργειά του.
Ένα ζωντανό καρτούν, μια αστραφτερή, καραφλή καρικατούρα με γκαζωμένα κότσια, περισσότερο ένας «Jim Carrey του metal», παρά ένας Frank Zappa (με τον οποίον τον παρομοιάζουν συχνά, μας τα είπε από πρώτο χέρι κι εδώ), ο Devin Townsend κέρδισε την καρδιά, το σώμα, την ψυχή και τα ώτα του καθενός μας. Και είναι σίγουρο πως αυτό το κοινό –ίσως κι ένα πολύ μεγαλύτερο– θα τον ξανατιμήσει όταν με το καλό έρθει στα μέρη μας και πάλι. Σε μία ατμοσφαιρική και δυνατή βραδιά, γεμάτη εκρηκτικό prog metal με extreme μελωδικές εξάρσεις, απέδειξε (απλώς με αυτό που κάνει με άνεση και συνέπεια) ότι είναι ένας μεγάλος band leader, frontman, κιθαρίστας, δημιουργός και perfomer του καιρού μας.
{youtube}EoH_IfIHB50{/youtube}