Όταν ανακοινώθηκε το line-up του 2ου Arcane Angels Festival (πριν αρκετούς μήνες), οι περισσότεροι δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε στα μάτια μας όσον αφορά την υπερσυσσώρευση ποιοτικών ονομάτων, τα οποία κάλυπταν τόσο το παρελθόν, όσο και το αναβράζον παρόν του μαύρου μετάλλου. Προφανώς και αυτό το φεστιβάλ είχε τα φόντα να είναι το black metal γεγονός της χρονιάς –και όχι μόνο για τη χώρα μας. Η διαχείριση βέβαια της ποσότητας και του ειδικού βάρους τέτοιων καλλιτεχνών απαιτεί πολυεπίπεδο σχέδιο, κάτι στο οποίο δυστυχώς δεν ανταποκρίθηκε η διοργάνωση, με αποτέλεσμα την ταλαιπωρία τόσο του κοινού, όσο και των συγκροτημάτων. Ας τα δούμε όμως αναλυτικά.
Το φεστιβάλ ξεκίνησε με καθυστέρηση μιάμισης ώρας. Και, δυστυχώς, λόγω κακής συνεννόησης στην είσοδο, οι δημοσιογράφοι δεν μπήκαμε παρά στο τέλος του μισάωρου set των δικών μας Nefarious Spirit, οι οποίοι και ανοίξανε το διήμερο στο Κύτταρο. Προσωπικά ανυπομονούσα να τους δω, θεωρώντας το περσινό τους demo ως μία από τις πιο αναζωογονητικές underground κυκλοφορίες του 2016. Όπως και να έχει, στο μισό κομμάτι που πρόλαβα, τα παιδιά έδειξαν στιβαρή σκηνική παρουσία και καλή απόδοση.
Συνέχεια με τους Ιταλούς Demonomancy, οι οποίοι επιδόθηκαν σε ένα κρατσανιστό black/death, με αρκετές mid-tempo αναπνοές, στροβιλιστές υπερταχείες και ένα διάχυτα βλάσφημο wall of noise να πλανάται πάνω από τη σκηνή. Βορβορώδες, ακραίο metal με αρκετά διπλά φωνητικά, οργιαστικές εκρήξεις στα σποραδικά σόλο, και μια παλιομοδίτικη νοοτροπία, η οποία έβγαζε ώρες-ώρες κάτι από παλιούς Mortuary Drape. Αρκετά δεμένο τρίο, το οποίο αναδείχτηκε και λόγω του πολύ καλού ήχου που είχε κατά τα 40 λεπτά του set του.
Οι Αυστριακοί Nahtrunar έχουν κάνει ένα σχετικό όνομα στους πιο υπόγειους κύκλους με τα 2 πρώτα τους άλμπουμ, στα οποία παρουσιάζουν ένα φυσιολατρικό, παγωμένο, και άκρως ενδιαφέρον ριφφολογικά βόρειο black metal. Στη σκηνή του Κυττάρου βγήκαν ελαφρώς πιο γειωμένοι εμφανισιακά από όσο θα περίμενα, με κουκουλωμένο τραγουδιστή που παρέπεμπε περισσότερο σε αστικό black, παρά στο υπερβατικό concept της μπάντας. Ο ήχος ήταν ελαφρώς χαοτικός, ειδικά στις κιθάρες, με μια υφή επίπεδης ξεραΐλας, η οποία ήθελε χρόνο για να συνηθιστεί. Τα riffs τους πάντως κατάφεραν να σπάσουν το όποιο ηχοληπτικό φράγμα, έδωσαν το στίγμα του σχήματος, και παρέσυραν το κοινό.
Ανάμεσα στους Nahtrunar και στους Zemial παρεμβλήθηκε ένα μεγάλο κενό, περίπου 1 ώρας, λόγω θεμάτων για τα οποία μάλιστα μας ενημέρωσε από σκηνής και ίδιος ο Vorskaath στην αρχή του set τους. Δεν έχει κάποιο νόημα να τα αναπαράγω εδώ, απλά να σημειώσω για μία ακόμη φορά πως, όταν τρέχεις ένα φεστιβάλ τέτοιου μεγέθους, χρειάζεται πολύ προσεκτική οργάνωση, καθώς και σιγουριά ότι μπορείς να το υποστηρίξεις μέχρι τέλους.
Όπως και να έχει, οι Zemial βγήκαν με το “Eclipse” από το εξαιρετικό Nykta του 2013, και συνέχισαν με το “Pharos” και ολόκληρο το περσινό ΕΡ Repairer Of Reputations. Ο ήχος κάθε οργάνου ήταν εξαιρετικός και υποστήριζε την πολυσχιδή φύση της νεότερης περιόδου του συγκροτήματος. Αυτή η φύση είναι βέβαια αρκετά ιδιαίτερη όσον αφορά τον συναυλιακό της χαρακτήρα, όντας αρκετά κοντά στο προοδευτικό metal και το art rock –και σίγουρα δεν είναι για όλους.
Βουτιά στο παρελθόν, κατόπιν, με “Battle On The Norse Mountains” και “Sleeping Under Tartarus” μεταξύ άλλων. Δεν έλειψε μάλιστα και μια επίσκεψη σε πιο thrash μονοπάτια με τα “Full Moon Necrophilia” και “Breath Of The Pestilence”, τα οποία και εκτιμήθηκαν δεόντως από το κοινό, όπως και το πέρασμα από το “In Monumentum” του 2006. Η σκηνική παρουσία ήταν αναμενόμενα στατική, με έμφαση στο drum kit. Συνολικά μια πολύ καλή εμφάνιση, από μια μπάντα που θέλω να πιστεύω ότι ικανοποίησε λάτρεις αμφότερων των περιόδων της.
Η πρώτη και τελευταία φορά που είχα δει τους Primordial ήταν το 2011, σε εκείνη την επεισοδιακή συναυλία στο Αn Club, που είχε διακοπεί πάνω στο μισάωρο. Από τότε λοιπόν το είχα άχτι να δω ένα ολοκληρωμένο, φυσιολογικό set των Ιρλανδών. Εν έτει 2017, λοιπόν, ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. Ο Alan Averill και η παρέα του βγήκαν αργά, λίγο πριν τη 1 τη νύχτα, αλλά με το καλημέρα (μετά το “Where Greater Men Have Fallen”) υποσχέθηκαν ότι δεν θα κάνουν περικοπές, μα θα έπαιζαν κανονικά ολόκληρο το set τους.
Ένα set ονειρεμένο, το οποίο απλώθηκε σαν μωσαϊκό, με ψηφίδες τις ποιοτικότερες κορυφές ολόκληρης σχεδόν της δισκογραφίας τους. Ο Averill, με ένα μπουκάλι στο χέρι, ακροβατούσε ανάμεσα σε ξεσαλωμένη trickster διάθεση (ο καημένος ο μπασίστας τράβηξε πολλά) και σε μια βύθιση μέσα στην καρδιά των κομματιών που με τόση αγάπη αγκάλιασε ο κόσμος –κοινώς κατάθεση ψυχής, από έναν άνθρωπο που ήταν όσο πιο αυθεντικός γίνεται, ακόμη και στο σημείο που άργησε μισό κουπλέ να μπει στο κομμάτι. Για άλλη μία φορά απέδειξε λοιπόν πως είναι ένας χαρισματικός frontman.
Τα highlights του σόου ήταν πολλά και βέβαια ποικίλουν ανάλογα με τις προτιμήσεις του καθενός. Ξεχώρισα τα “Gods To The Godless”, “Gallows Hymn”, “Burning Season”, “Coffin Ships” (στο οποίο τραγουδούσε το μισό Κύτταρο), “Wield Lightning To Split The Sun”, “Heathen Tribes” (με το οποίο έκλεισαν κι έγινε ο κακός χαμός) και πάνω από όλα το εκπληκτικό “Sons Of The Morrigan”.
Καταπληκτική συναυλία, η οποία κράτησε έως τις 3 το βράδυ σχεδόν, ρεφάροντας για την ταλαιπωρία που τραβήξαμε και εμείς και οι καλλιτέχνες.
{youtube}O18YabwcRlg{/youtube}