Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και ας μην προσπαθούμε πάντα να είμαστε πολιτικώς ορθοί: ένας ήταν ο κύριος λόγος για να κατέβει κανείς στη 2η και τελευταία μέρα του Ejekt 2017 στην Πλατεία Νερού, κι αυτός δεν ήταν άλλος από τους Jesus And Mary Chain. Μία μέρα με περίεργο και αντιφατικό line-up, κάτι που αποτυπώθηκε τόσο στο ποσόν, όσο και στο ποιόν του κοινού. Οι περισσότεροι, δηλαδή, ήρθαν για να απολαύσουν κυρίως και αποκλειστικά μόνο μία από τις πέντε μπάντες, ενώ ο ηλικιακός μέσος όρος ήταν θεαματικά υψηλότερος, τόσο από το αναμενόμενο, όσο και σε σχέση με την πρώτη βραδιά της διοργάνωσης.
Το πρώτο γεγονός που κάπως ξένισε, συνέβη πριν καν μπούμε στον συναυλιακό χώρο. Πηγαίνω χρόνια σε φεστιβάλ, αλλά αυτό δεν μου έχει ξανατύχει: oι πόρτες άνοιξαν (κυριολεκτικά) 5 λεπτά πριν εμφανισθεί το πρώτο γκρουπ. Ως αποτέλεσμα, οι Black Hat Bones είχαν ήδη ξεκινήσει το set τους μπροστά σε σχεδόν μηδαμινό κοινό, ενώ οι περισσότεροι από όσους είχαν καταφθάσει στην ώρα τους απλώς περίμεναν για να καταφέρουν να μπουν μέσα. Το ίδιο συνέβη και σε μένα, μαζί με μία ακόμα ατυχία –φάουλ της διοργανώτριας εταιρείας, αλλά τελικά κάπως τα κατάφερα και έχασα μόνο μικρό μέρος της εμφάνισης του εγχώριου γκρουπ.
Όπως και να 'χει, οι μαυροένδυτοι (πλην του γυμνόστηθου ντράμερ) heavy rockers έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μην περάσουν απαρατήρητοι, παίζοντας με πάθος και εκρηκτικότητα κομμάτια τόσο από το ντεμπούτο, όσο και από τον ολόφρεσκό τους δίσκο Born In A Thunder. Φιλότιμη η προσπάθεια, μπροστά μάλιστα σε τόσο λίγους fans, αλλά τόσο το πρώιμο της ώρας, όσο και η ίδια τους η ηχητική πρόταση/ταυτότητα, έκανε το όλο θέαμα κάπως άχαρο. Το κλείσιμο πάντως με τα “Thunderborn” και “High Gain Devil Rockers”, όσο και τα αστεία του frontman Μπάμπη Μαυρίδη για την όχι και τόσο αφόρητη ζέστη, είναι λόγοι για να θυμόμαστε μία εμφάνιση που μάλλον ξεχάστηκε γρήγορα στο πέρας του φεστιβάλ.
Ούτε βέβαια η ώρα εμφάνισης των Of Montreal ήταν η ενδεδειγμένη, αλλά το γεγονός δεν απέτρεψε τον Kevin Barnes και τη συμμορία του από το να στήσουν ένα πάρτι κάτω από τον ήλιο, απ' αυτά τα απροσδόκητα που ξέρουν μόνο εκείνοι να στήνουν. Ο εκκεντρικός frontman έχει πλήρως αγκαλιάσει την queer περσόνα του στη συγκεκριμένη περιοδεία· βγήκε έτσι χοροπηδώντας στην Πλατεία Νερού, με μία πορτοκαλί φούστα ασορτί με το ομόχρωμο μπλουζάκι του, γαλάζιο καλσόν, και με πόδια και μέση που θα ζήλεψαν πολλές κυρίες από κάτω.
Το ολιγόωρο set των Αμερικάνων χωρίστηκε ουσιαστικά σε δύο μέρη: στο πρώτο παρουσίασαν τραγούδια από τον περσινό τους δίσκο Innocence Reaches (όπως τα “Let’s Relate” και “It’s Different For Girls”), τα οποία ακούγονται σαν girly γλυκίσματα ηλεκτρονικής ποπ, με τον Barnes να επιδίδεται σε ελεύθερες και ευλύγιστες χορευτικές κινήσεις σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της σκηνής.
Για το δεύτερο κομμάτι του σόου, ο Barnes προτίμησε μία ασημένια περούκα έναντι της ξανθιάς, και πήρε –επιτέλους– την κιθάρα στα χέρια του, για μερικά πολύ αγαπημένα κομμάτια από την εποχή που οι Of Montreal έπρεπε να παίζονταν από κάθε indie DJ που σεβόταν τον εαυτό του. Και μπορεί να μην το προτιμούν πια, πάντως μας έκαναν τη χάρη κι έκλεισαν με το θρυλικό “The Past Ιs A Grotesque Animal”. Το οποίο παραμένει το ίδιο επικό, ακόμη και 10 χρόνια μετά: οι στίχοι του ακούγονται εξίσου διαχρονικοί και πολυσήμαντοι, το σοκ όμως που προκαλεί έχει χάσει την έντασή του. Με αυτήν τη γλυκόπικρη αίσθηση νοσταλγίας μας άφησαν οι Of Montreal, μέχρι την επόμενη φορά.
Με τον καιρό, σαν συνεννοημένος, να αρχίζει να υποτροπιάζει βρετανικώς –το δροσερό αεράκι δυνάμωσε και ο ήλιος κρύφτηκε πίσω από τα σύννεφα– ο Peter Hook βγήκε στη σκηνή ακριβώς στην ώρα του, με χακί βερμούδα και με το Φως στο πλάι του. Αν και είχα προετοιμαστεί γι' αυτό που θα ακολουθούσε, δεν περίμενα πως θα ήταν μία τόσο άβολη εμπειρία. Ως γνωστόν, ο μπασίστας και συνιδρυτής των θρυλικών Joy Division και New Order, έχει αποφασίσει τα τελευταία χρόνια να βάλει στην άκρη την όποια δημιουργικότητα του έχει απομείνει, βγάζοντας τα προς το ζην από τη live παρουσίαση του εμβληματικού Unknown Pleasures (1979).
Για να είμαι δίκαιος, η ζωντανή απόδοση του άλμπουμ είναι τεχνικά αρτιότατη: ένας ολοστρόγγυλος φόρος τιμής. Αλλά, σοβαρά τώρα, ποιος αληθινός fan των Joy Division, που έχει ταυτιστεί με τους στίχους, έχει νιώσει έντονα συναισθήματα σε ιδιωτικές ακροάσεις, έχει χτίσει ολόκληρη την ψυχοσύνθεσή του μέσα από το αξεπέραστο αυτό ντεμπούτο, έχει ανάγκη από ένα άψυχο και καλογυαλισμένο σόου αναβίωσής του; Εδώ έρχεται βέβαια η άβολη απάντηση «κάμποσοι», αν κρίνω από το πόσα άτομα με την κλασική, ασπρόμαυρη μπλούζα και τα κυματώδη, γραμμικά όρη/συχνότητες, κοπανήθηκαν ξέφρενα στην Πλατεία Νερού στο άκουσμα του “She’s Lost Control”...
Δεν ξέρω λοιπόν αν είμαι εγώ ο περίεργος της υπόθεσης ή αν το θέαμα ήταν απλώς γραφικό, πάντως η όλη φάση δεν σε φόρτωνε με νεύρα και δεν φαινόταν γελοία μόνο αν αντιμετώπιζες τους Peter Hook & The Light ως μία πολύ καλή μπάντα διασκευών, αντί να σκέφτεσαι τον ξεπεσμένο θρύλο που πάει να μαζέψει ό,τι χρήματα μπορεί να του δώσει ένα παλιό του δημιούργημα, από το οποίο λείπουν πλέον τα πιο σημαντικά του στοιχεία. Όσο βέβαια υπάρχει κόσμος που αναζητά αυτήν την περίεργη εμπειρία, θα συνεχίσει –και, από μια τέτοια άποψη, πολύ καλά θα κάνει. Ακούστηκε ασφαλώς και το “Love Will Tear Us Apart”.
Μισή ώρα αργότερα και με τον ήλιο να έχει κάνει μία υπέροχη βουτιά βάφοντας τα σύννεφα σε αποχρώσεις του κόκκινου, ξεπρόβαλλε στη σκηνή μία άλλη μπάντα που έφτιαξε το όνομά της πριν από 3 δεκαετίες, χωρίς όμως να μείνει μόνο στις ένδοξες μέρες του παρελθόντος. Ο λόγος βέβαια για τους αειθαλείς, cool Σκωτσέζους The Jesus And Mary Chain, των οποίων η αισθητική και οι κιθαριστικές μελωδίες έδειξαν τον δρόμο για ολόκληρα μουσικά ρεύματα στα 1990s. Το κοινό τους είχε προλάβει φυσικά να μαζευτεί πιο μπροστά και το αναγνώριζες πολύ εύκολα: καρό πουκάμισα και ριγέ t-shirts, φαβορίτες ή επιμελώς ατημέλητα γένια, κυρίως άντρες στα μέσα των πρώτων –άντα, με τα κλασικά μαύρα Ray-Ban γυαλιά ήλιου να μην βγαίνουν ούτε τις βραδινές ώρες, έτσι για να κρατήσουν τη φάση αληθινή.
Η αλήθεια είναι πάντως ότι, μόλις ακούστηκαν οι πρώτες, τσιτωμένες κιθάρες του “Amputation” από τον νέο, εξαιρετικό δίσκο Damage Αnd Joy, έγινε φανερό και το τεχνικό πρόβλημα που υπήρχε με τον πολύ μπουκωμένο ήχο. Άρχισε ωστόσο να διορθώνεται αφού ακούστηκαν τα πολυαγαπημένα “Head On” και “Far Gone And Out”, κάτι που δεν νομίζω ότι ενόχλησε και τόσο όσους περίμεναν να δουν το γκρουπ εδώ και χρόνια: περισσότερο πείραξε αυτούς που δεν είχαν οικειότητα με το υλικό τους.
Αφού ακούστηκαν στη σειρά 3 κομμάτια από το εντυπωσιακό, φετινό comeback (ξεχώρισε το "All Things Pass", ενώ στο "Αlways Sad" ανέβηκε μία session τραγουδίστρια για τα δεύτερα φωνητικά), οι Jesus And Mary Chain άρχισαν πραγματικά να βρίσκουν ρυθμό. Έτσι, τα “Some Candy Talking” και “Halfway To Crazy” έδωσαν την αφορμή για τα πρώτα, λιγότερο ιδιωτικά, sing-alongs, ενώ η συνέχεια με τα “Just Like Honey” και “Trip Me Up” ήταν απλώς ονειρική για τον οποιονδήποτε πιστό τους ακόλουθο. Τελευταίο πραγματικό highlight το εθιστικό “I Hate Rock n’ Roll”, σε μία ιδιαίτερα καλοζυγισμένη setlist, η οποία δεν πρέπει να άφησε κανέναν παραπονεμένο.
Ήταν ένα live που ο καθένας το βίωσε διαφορετικά: οι fans το κατευχαριστήθηκαν, μια άλλη μερίδα κοινού προσπαθούσε να συντονιστεί με τα επαναλαμβανόμενα κιθαριστικά μοτίβα των Σκωτσέζων, ενώ η λίγη αριθμητικά πιτσιρικαρία μπροστά μέτραγε αντίστροφα για τους Kasabian. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί ο χρόνος να έχει φερθεί λίγο σκληρά στα αδέρφια Jim & William Reid, παράλληλα όμως ανέδειξε τον μουσικό τους κόσμο σε αντικείμενο λατρείας πολλών ατόμων, που χάθηκαν στη στιγμή κατά τη διάρκεια της εμφάνισής τους στο Ejekt 2017. Όσο το προσφέρουν αυτό, θα παραμένουν πολύτιμοι.
Λίγο πριν την έλευση των Kasabian, η σύσταση του κοινού άρχισε να αλλάζει στα έμπροσθεν της Πλατείας Νερού. Ο ηλικιακός μέσος όρος έπεσε δηλαδή απότομα, ο γυναικείος πληθυσμός αυξήθηκε, θορυβώδεις αντροπαρέες έκαναν την εμφάνισή τους και ζευγαράκια ξεπετάγονταν από παντού, ενώ όσοι είχαν έρθει για προηγούμενα σχήματα είτε αποχώρησαν εντελώς, είτε οπισθοχώρησαν προς τα πίσω, ώστε να χαζέψουν τους Βρετανούς headliners σε πιο απόμερα σημεία. Η μπάντα από το Λέστερ καθυστέρησε μισή ώρα, κάτι που μπορεί να κούρασε λίγο, αλλά μάλλον ξεχάστηκε γρήγορα, όπως απέδειξαν τα ουρλιαχτά που ακούστηκαν μόλις φάνηκε ο Tom Meighan πίσω από τους καπνούς, με τη λευκή του καμπαρτίνα και τα oh so hipster λευκά γυαλιά ηλίου του.
Δεν είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τους Kasabian σε κάποια από τις προηγούμενες επισκέψεις τους στην Ελλάδα –όχι ότι το είχα κυνηγήσει ιδιαίτερα– και συνειδητοποίησα πως, είτε τους αγαπάς, είτε τους μισείς, το σόου που έχουν επιλέξει να κάνουν, ξέρουν να το κάνουν καλά. Με μία πολύ προσεχτικά επιλεγμένη setlist να συνοδεύει την περιοδεία προώθησης του νέου (μετριότατου) άλμπουμ For Crying Out Loud, ένα μείγμα ραδιοφωνικού ροκ και eurovision pop, προσπάθησαν να ικανοποιήσουν το κοινό και ομολογουμένως πρέπει να το πέτυχαν.
Το πρώτο μισάωρο έφυγε αναίμακτα, χωρίς κάποια στιγμή να ξεχωρίζει ιδιαίτερα πέρα ίσως από το “Underdog”, ένα από τα τελευταία πραγματικά καλά κομμάτια που έχουν γράψει. Ο δε Meighan ένιωθε σχεδόν υποχρεωμένος να ξεφωνίζει «one-two, one-two» στην εκκίνηση κάθε τραγουδιού, ενώ στο τέλος ακολουθούσε ένα «God Bless You Athens!». Τα πράγματα σοβάρεψαν αιφνίδια όταν ακούστηκαν τα “I.D” και “Club Foot” από το ομότιτλο ντεμπούτο των Kasabian, θυμίζοντας μάλλον σε όλους εκείνους που βρίσκονταν πιο πίσω, τους λόγους για τους οποίους κάποτε θεωρούνταν next big thing· δεν έγιναν (περίπου) ποτέ.
Ένας μικρός χαμός έγινε με το χορευτικό synth rock του “Re-Wired”, ενώ στο “Treat” που το ακολούθησε ο Sergio Pizzorno πήρε την κατάσταση στα χέρια του και κατέβηκε από τη σκηνή για να έρθει πιο κοντά με το κοινό. Μετά το απολαυστικό “Empire”, όμως, έγινε μία αρκετά μεγάλη και κουραστική κοιλιά στο set, η οποία διακόπηκε από την ατόφια ιδιοφυΐα του καλύτερου κομματιού που έχει γράψει ποτέ αυτή η μπάντα: ο λόγος για το "L.S.F.", την πολύ διασκεδαστική του προσαρμογή του σε live συνθήκες και τη μαζική συμμετοχή του κόσμου, με τον Meighan να αποδεικνύει πως είναι performer που ξέρει να παίζει καλά το παιχνίδι της επαφής με τα πλήθη. Έτσι έκλεισαν το κυρίως μενού οι Kasabian και στην επιστροφή τους ακούσαμε το νέο τους κομμάτι για το FIFA 2017 “Comeback Kid” (από τον καινούριο δίσκο φυσικά), το παρανοϊκό “Vlad The Impaler”, ενώ, εντελώς προβλέψιμα, έκλεισαν με το πιο υπερτιμημένο τους single –το “Fire”.
Η 2η μέρα του φετινού Ejekt έφυγε λοιπόν με ένα αταίριαστο line-up, με ένα ακόμη πάρτι των Kasabian, και με καλύτερη εμφάνιση αυτή των Jesus And Mary Chain. Ή, αλλιώς, χωρίς ιδιαίτερες συγκινήσεις. Ελπίζουμε για του χρόνου σε πιο θετικές εκπλήξεις στις επιλογές ονομάτων (και σε λιγότερο προβλέψιμες, αντίστοιχα). Μέχρι τότε, μένουμε με τη γλύκα και τη μεθυστική ζάλη με την οποία μας άφησαν οι κιθαριστικοί βόμβοι των Jesus And Mary Chain: θα την κουβαλήσουμε στις φετινές μας διακοπές, ως αγχολυτικό.
{youtube}H6hxWe8PWP0{/youtube}