Η 3η μέρα του φετινού Rockwave ξεκίνησε υπό 42 βαθμούς Κελσίου θερμοκρασία, μα με πολύ περισσότερους να έχουν δώσει το παρών στο Terra Vibe για το εναρκτήριο όνομα, σε σύγκριση με την 1η μέρα του φεστιβάλ.
Τις διαδικασίες άρχισαν οι Tardive Dyskinesia, με πωρωτικές μπασογραμμές, ρυθμικές εναλλαγές και γεμάτα γρέζι, screamed φωνητικά. Το εγχώριο σχήμα έπαιξε υπό τον καυτό ήλιο, ενώπιον ενός κοινού που αποδείχθηκε πρόθυμο να φτιάξει ένα wall of death για χάρη τους –αν και τα λιγότερα από 50 άτομα που βρέθηκαν εκείνη την ώρα στη Μαλακάσα έσπευσαν γρήγορα να βρουν καταφύγιο στη σκιά των δέντρων. Το σχέδιο λοιπόν των Tardive Dyskinesia δεν πέτυχε, αφού δεν έγινε ο χαμός που τους αξίζει, αλλά η εμφάνισή τους αποτέλεσε ένα καλό εναρκτήριο λάκτισμα για την όλη ημέρα.
Σειρά είχαν οι (επίσης «δικοί μας») Poem, που ανέβηκαν στη σκηνή άνευ προοιμίων. Παρότι παρουσίασαν ευφυείς στιγμές, με τα συνεχόμενα φωνητικά και τις καταιγιστικές τους κιθάρες να δένουν όλο και περισσότερο καθώς εξελισσόταν το set, φάνηκε να έχουν κάποια θέματα να σιδερώσουν –π.χ. τις πιεσμένες και ενίοτε επίπεδες καταλήξεις του τραγουδιστή τους. Παρόλαυτα, η τίμια γενικά εμφάνισή τους ήρθε να δέσει με πολύ συνοχικό τρόπο στα όσα είχαν ήδη παρουσιάσει οι Tardive Dyskinesia, ενώ εκτίμησαν ειλικρινώς την ευκαιρία να παίξουν στο Rockwave, καθώς και τη θερμή αποδοχή από το κοινό.
Το πρώτο διεθνές όνομα της 3ης ημέρας του Rockwave 2017, οι Epica, ήρθαν για να ικανοποιήσουν τις symphonic metal ανάγκες του κοινού. Οι Ολλανδοί παίζουν σε μια εύθρυπτη ισορροπία μεταξύ των μελωδικών και των death επιρροών τους, με τις τελευταίες να έρχονται σε σαφώς δεύτερη μοίρα. Με το glitter από τα μάτια της Simone Simons να τυφλώνει τις πρώτες σειρές, ξεκίνησαν το set τους με το "Edge Οf Τhe Blade", μα και με μικροπροβλήματα στον ήχο.
Παρόλαυτα, τα θέματα γρήγορα λύθηκαν και η μπάντα έκανε ένα πέρασμα από όλο το υλικό της, ικανοποιώντας τους αρκετά νεαρούς fans. Τα οπερατικά φωνητικά της Simons αποτελούν βέβαια δίκοπο μαχαίρι για την αισθητική των Ολλανδών: από τη μία μεταμορφώνουν τον ήχο τους, δικαιολογούν το ...επικό όνομά τους, ενώ σίγουρα η frontwoman τους διαθέτει την απαραίτητη κλασική εκπαίδευση ώστε να φτάνει τις νότες στο τέλειο τονικό ύψος· από την άλλη, αποτελούν μία ψευδο-οπερατική λύση, αφού η τεχνική της Simons δεν είναι αυτή μιας βιρτουόζας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν αρκετά αδύναμα, τμηματοποιημένα περάσματα και τον γενικό ήχο να χάνει συχνά σε βάθος.
Αυτά, πάντως, λίγο ένοιαξαν τους ορκισμένους ακροατές, οι οποίοι επέδειξαν ενθουσιώδη αντίδραση στις προσκλήσεις της μπάντας για θόρυβο. Αποτελώντας οπωσδήποτε το πιο εντυπωσιακό hairography της 3ης Rockwave ημέρας, με την κατακόκκινη κόμμη της Simone να αποτελεί σημείο φθόνου για τους μακρυμάλληδες θαυμαστές της, οι Epica παρέδωσαν μία τίμια εμφάνιση με κάποιες παλιακές και campy στιγμές (πληκτρά με το περιστρεφόμενο keyboard, κοιτάω εσένα), που κατάφεραν ωστόσο να δέσουν αποτελεσματικά στην ώρα και στη θέση τους στο line-up.
Οι Anathema είναι μία από τις πιο αγαπημένες μπάντες του ελληνικού κοινού και κρατάνε τη σχέση αυτή ζωντανή, με πολυάριθμες εμφανίσεις στη χώρα μας μέσα στα χρόνια. Έχοντας πλέον πάρει απόσταση από την πιο doom και moody μουσική των απαρχών τους, η μπάντα από το Λίβερπουλ στάθηκε σε πολύ μεγάλο μέρος στο νέο της υλικό, το οποίο άπτεται πιο progressive και ενίοτε ηλεκτρονικών ήχων. Αυτό ξένισε μεγάλη μερίδα του κόσμου, όσους ήρθαν στο Terra Vibe να ακούσουν κομμάτια σαν το "Fragile Dreams" ή το "Lost Control", κατάφερε όμως να επικοινωνήσει το δημιουργικό παρόν των Anathema πολύ αποτελεσματικά.
Με τα αδέρφια Cavannagh να παίρνουν πάνω τους το επικοινωνιακό κομμάτι της εμφάνισης, οι Βρετανοί πρόσφεραν ένα πολύ κοινωνικό και φιλικό θέαμα, δίνοντάς μας καλές εκτελέσεις σε κομμάτια όπως τα "The Optimist", "Closer" και το (απροβάριστο) "Simple Mistake". Η συναυλία επιβεβαιωσε έτσι τον ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας που έχουν ανοίξει με τους Έλληνες, καθώς το κοινό ανταποκρίθηκε πολύ ζεστά, ακόμα κι αν δεν έπαιξαν τα fan favorites.
Με τον ήλιο να έχει πλέον πέσει, είδαμε τους Flogging Molly να πατούν το σανίδι του Vibe Stage. Κάτοχοι του πιο ετερόκλητου κοινού, οι Ιρλανδοαμερικάνοι παρέσυραν τον κόσμο σε ένα ξεσηκωτικό live από τις πρώτες κιόλας νότες. Σε έντονα κέλτικη αισθητική, το punk αφήγημά τους δεν άφησε κανέναν ασυγκίνητο, δημιουργώντας μία πολύ επικοινωνιακή συνθήκη, με το μπάντζο και τις κιθάρες σε πρώτο πλάνο. Ο frontman David King δεν στάθηκε ήρεμος ούτε λεπτό, προκαλώντας τους θεατές να καθρεφτίσουν την ενεργητική του διάθεση μέσα από τραγούδια σαν τα "Float", "Saints Αnd Sinners" και "Devil’s Dancefloor".
Έχοντας καταφέρει να ενώσουν έναν κόσμο που ήρθε στη Μαλακάσα να ακούσει τις doom νότες των Anathema και των Paradise Lost, το συμφωνικό metal των Epica, την tech metal αισθητική των Gojira και βέβαια τους Evanescence, οι Flogging Molly αγνόησαν οιεσδήποτε διαφορές μεταξύ των ειδών, αποδεικνύοντας πως η διασκέδαση δεν έχει αισθητικό πρόσημο.
Σειρά πήραν οι Paradise Lost, σε μία από τις καλύτερες συναυλίες όλου του Rockwave 2017: οι Άγγλοι μας σέρβιραν μία υποδειγματική φεστιβαλική εμπειρία. Με την ώρα να έχει περάσει και το Terra Stage να κατακλύζεται πλέον από κόσμο, οι συνθήκες ήταν τέλειες για να ακούσουμε το αφήγημα της μπάντας από το Halifax. Ανοίγοντας με το "No Hope Ιn Sight" (από το The Plague Within του 2015), έδειξαν από νωρίς πως μας περίμενε ένα θέαμα-παράδειγμα προς μίμηση, με πρωτοφανώς καλό ήχο, ενέργεια και πυγμή. Μαυροφορεμένοι και αφοσιωμένοι στο έργο τους, οι Paradise Lost μας έπαιξαν κομμάτια από τον τελευταίο δίσκο μέχρι το ιστορικό Draconian Times (1995), ενώ δεν δίστασαν να γυρίσουν και ακόμα πιο πίσω –στο Shades Οf God του 1992– κάνοντας το κοινό του Rockwave να χτυπιέται στους σκοτεινούς ρυθμούς τους.
O Nick Holmes αποτέλεσε την επιτομή του coolness, με την επικοινωνία του με το κοινό να διατηρείται στα βασικά, αλλά την απόδοσή του στο μικρόφωνο να μην πέφτει ποτέ από τα μέγιστα, αφού άρθρωνε τους στίχους με αξιοσημείωτη καθαρότητα, που συμπλήρωνε εξαιρετικά τον πολύ δεμένο ήχο των υπόλοιπων μελών. Με μία σύντομη αναφορά στο όνομα κάθε τραγουδιού, το γκρουπ έκανε αναδρομή στο πλούσιο υλικό του, καταλήγοντας στο αγαπημένο "The Last Time" και κάνοντάς μας να ευχόμαστε να είχαν τον διπλάσιο χρόνο εμφάνισης.
Συνήθως κρατάω σχολαστικά σημειώσεις κατά την εξέλιξη μιας συναυλίας, ώστε να τις συνθέσω αργότερα στο κείμενο που τελικά δημοσιεύεται. Στην περίπτωση όμως των Gojira, οι σελίδες έμειναν λευκές: πέρασα όλη τη διάρκεια της εμφάνισής τους ταλαντευόμενος μεταξύ μίας κατάστασης εκστατικής χαύνωσης και μανιώδους χτυπήματος.
Τα αγόρια από το Bayonne της Γαλλίας αποτελούν ένα από τα σπανιότατα συγκροτήματα της metal σκηνής που έχουν εμφανίσει αξιοσημείωτη crossover επιτυχία, ιδίως μετά το υποδειγματικό Magma (2016), που κατάφερε να πάρει το tech death metal μείγμα τους και να το πλάσει σε κάτι εύπεπτο για το ευρύ κοινό. O δίσκος αυτός είναι βέβαια συνάμα και αρχέτυπο της πόλωσης για τους ακροατές τους, μιας και (ακριβώς σαν τους Mastodon με το The Hunter και τους Baroness με το Yellow & Green) ορίζει το καταλυτικό σημείο που ξενίζει τους σκληροπυρηνικούς και μονοκόκκαλους fans του «αγνού» From Mars Τo Sirius (2005), και που παράλληλα ανοίγει διάπλατα τις πόρτες της προσβασιμότητας για μία τεράστια μερίδα ακροατών, χωρίς να χάνει σε περιπλοκότητα δομής, ενορχηστρωτική ευφυΐα ή αριστοτεχνικότητα.
Ανοίγοντας λοιπόν με το "Only Pain" (από το Magma), εν μέσω ρυθμικών ιαχών, οι Gojira απέδειξαν σε ένα πολυάριθμο πλήθος πως είναι δεξιοτέχνες, καταφέρνοντας να διαχειριστούν μια βαριά για φεστιβαλικά δεδομένα setlist με τέτοιον τρόπο, ώστε να κρατήσουν τους ακροατές σε μία κατάσταση διαρκούς συναισθηματικής έξαρσης. Με τα πυροτεχνικά και τους ατμούς να χρησιμοποιούνται με μέτρο, οι Γάλλοι στηρίχθηκαν στην καταιγιστική, ογκώδη μουσική τους για να δημιουργήσουν ένα ηχητικό κατασκεύασμα που ανέπνεε, αγκομαχούσε και βρυχόταν με τρόπο ισόποσα κλασικό και μοντέρνο, δείχνοντας σε όλους μας τι σημαίνει metal εν έτει 2017.
Μεταξύ αλμάτων στο παρελθόν με κομμάτια-βουνά ήχου σαν τα "The Heaviest Matter Οf Τhe Universe", "Flying Whales", "Toxic Garbage Island" και "L’ Εnfant Sauvage" και με το Magma να λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος του set, οι Gojira άρθρωσαν πολύ έξυπνα τη μουσική και αισθητική εξέλιξή τους μέσα στα χρόνια –κι όλο αυτό με έναν τρόπο που παρέσυρε το κοινό σε μία διονυσιακή εμπειρία. Κλείνοντας τo encore με μια αριστουργηματικά παιγμένη διασκευή στο "Territory" των Sepultura, η τετράδα από το Bayonne διέλυσε το Vibe Stage, αφήνοντας μας ξέπνοους και παραληρούντες.
Στις 11 ακριβώς ήρθε η ώρα για τους headliners της 3ης Rockwave 2017 μέρας, Evanescence. Με τη μερίδα του κόσμου που εγκατέλειψε έπειτα από τους Gojira να αναπληρώνεται στο τριπλάσιο, οι Αμερικάνοι βρήκαν ένα κατάμεστο Terra Stage να τους υποδέχεται με κραυγές και επευφημίες. Με κιθάρες σε πιο κλασικά metal ηχοχρώματα να προλογίζουν το "Everybody’s Fool", η Amy Lee εμφανίστηκε στη σκηνή προκαλώντας φρενίτιδα στους ορκισμένους fans.
Πιο επικοινωνιακή από ποτέ, η frontwoman και ιθύνοντας νους πίσω από το δημοφιλές συγκρότημα, δεν έπαψε να αναφέρει πόσο χαρούμενη είναι για την επιστροφή στην Ελλάδα –κάνοντας σαφή την πρόθεσή της να ανανεώσει το ραντεβού. Σε αναμονή για τον καινούριο τους δίσκο Synthesis (θα κυκλοφορήσει μέσα στη χρονιά), οι Evanescence προσέφεραν στο ελληνικό κοινό ένα σερί από τραγούδια που είχαν ως κύριο άξονα το ντεμπούτο τους Fallen (2003), δίσκο που αγαπήθηκε όσο λίγοι από το mainstream κοινό. Μετά τη σύντομη εμφάνιση ενός grand piano για την εκτέλεση των "Lithium", "My Heart Ιs Broken" και "Your Star", η μπάντα από το Arkansas (μόνιμο μέλος της οποίας έχει υπάρξει μόνο η Lee) επιδόθηκε σε ένα έντονα κιθαριστικό set, με την τραγουδίστρια να χτυπιέται με τρομερή ενεργητικότητα και διάθεση, προκειμένου να επικοινωνήσει τη μουσική της: Simone Simons, κράτα σημειώσεις! Ο κόσμος τους υπήρξε ουσιαστικά μία τεράστια και πολύ πιο πολυάριθμη εκδοχή του κοινού των Epica, με σαφή ροπή προς τις μικρότερες και πιο …vanilla ηλικίες.
Η φωνή τώρα της Lee έχει αποτελέσει αμφιλεγόμενο θέμα συζήτησης μεταξύ των επικριτών της μπάντας και των φανατικών, με τους πρώτους να στέκονται στα φαινομενικά αδύναμα φωνητικά της στις ζωντανές εμφανίσεις. Πράγματι, είδαμε και στη Μαλακάσα την Αμερικάνα τραγουδίστρια και συνθέτη να εμφανίζει μεγάλη ερμηνευτική αστάθεια, με τη φωνή της να μην περνάει πάντα από τα σωστά περάσματα, να μην προβάλλει πάντα σωστά και να μην έχει πάντα την κατάλληλη υποστήριξη. Παρόλαυτα, η Lee χτυπιέται σαν διάολος πάνω στη σκηνή, δίνοντας σημασία στις φορτισμένες στιγμές της ερμηνείας της, φροντίζοντας να τις ανυψώσει και να τις εκτελέσει σωστά, πολλές φορές σε βάρος των υποστηρικτικών νοτών. Οι κολλητικές δε μελωδίες που έχει γεννήσει το κεφάλι της, σε συνδυασμό με την ενέργειά της αυτή, καλύπτουν οποιαδήποτε αστάθεια, όντας αρκετές για να ικανοποιήσουν.
Κλείνοντας το encore με το πασίγνωστο "My Immortal" και με τον επίλογο του "Disappear", οι Evanescence έδειξαν πως αποτελούν ένα καλογυαλισμένο συναυλιακό όχημα τεραστίων διαστάσεων, το οποίο μπορεί να σταθεί επάξια στο ύψος των περιστάσεων.
{youtube}F8uJlrV_EyE{/youtube}