Πρώτη επίσημη του καλοκαιριού, πρώτο φετινό φεστιβαλικό γεγονός, αλλά και πρώτη μέρα του νέου, πολλά υποσχόμενου –και όσο (αντι)συμβατικού χρειάζεται για να επιβιώσει– Release Athens. Θεωρητικά, η συνάθροιση ονομάτων στην Πλατεία Νερού έμοιαζε ίσως η πιο αντιεμπορική όλων: από τη μία, οι Daughter μόλις τους τελευταίους μήνες έχουν αρχίσει να χτίζουν γερή fanbase στην χώρα μας· από την άλλη, οι headliners Beirut έχουν μεν δεδομένη πέραση, μάλλον όμως έχουν χάσει την προ μερικών ετών δυναμική τους. Όλες αυτές οι σκέψεις έγιναν βέβαια καπνός, όταν τουλάχιστον 5.000 με 6.000 άτομα, διασκορπισμένα σε κάθε γωνία του παραθαλάσσιου χώρου, ευχαριστήθηκαν με την ψυχή τους τις εμφανίσεις των δύο ξεκάθαρων πρωταγωνιστών της Τετάρτης.
Η δράση ξεκίνησε λίγο μετά τις 5 με τον Moa Bones, όταν δηλαδή οι ακτίνες του ήλιου ήταν ακόμη κάθετες και χτύπαγαν ανελέητα τον ελάχιστο κόσμο, θέαμα που έχει πια γίνει συνήθεια στους εγχώριους καλλιτέχνες που αναλαμβάνουν να ανοίξουν τα θερινά φεστιβάλ. Με μοναδική παρέα την ηλεκτροακουστική του κιθάρα και την ανέμελη διάθεσή του, ο Δημήτρης Αρώνης ξεκίνησε να αφηγείται τραγουδιστά country, παραποταμίσιες ιστορίες μπροστά σε περίπου 50 άτομα νεαρής ηλικίας μαζεμένα κοντά στα διαχωριστικά κάγκελα και σε άλλα τόσα, που αναζητούσαν σκιερά μέρη για να προστατευθούν από την απογευματινή κάψα.
Στην αρχή του set, μας ανακοίνωσε πως αυτό δεν είναι το μοναδικό Release Festival στο οποίο έχει παίξει, ενώ μας αποκάλεσε «πραγματικό, φανταστικό κοινό». Και δεν ξεχνούσε στη συνέχεια να μας εκφράζει τις ευχαριστίες του, αν και με μία δόση πικρίας και σαρκασμού νομίζω –ίσως γι' αυτήν την ενοχλητική νοοτροπία του κοινού να καθυστερεί, χάνοντας πάντα τα πρώτα ονόματα. Με ιδιαίτερη πάντως αίσθηση του χιούμορ, με άνεση, φρεσκάδα και cool αέρα, ο Moa Bones και η «φιλική» americana του αποτέλεσαν ιδανική εισαγωγή για το υπόλοιπο συναυλιακό μενού. Κορυφαίες στιγμές του set στάθηκαν το ονειρώδες “Take It All Away” και το απολαυστικά παρεΐστικο κλείσιμο με το “Hey”.
Η Ειρήνη Σκυλακάκη και το 6μελές της γκρουπ έκαναν την εμφάνισή τους γύρω στις 6, όσο το (κάπως περισσότερο, πλέον) κοινό προμηθευόταν τις απαραίτητες μπύρες και έψαχνε τις εναπομείνασες δροσερές γωνίες της Πλατείας Νερού για να καθίσει. Η ποπ που επιχειρεί να μαγειρέψει η Ελληνίδα ερμηνεύτρια βασίζεται σε αξιόλογες μελωδίες, καθώς και σε ένα ετερόκλητο μείγμα country, βρετανικής folk, λαϊκού τραγουδιού και μιας mainstream φόρμας γραφής. Αλλά το αποτέλεσμα μοιάζει πιο έντεχνο και στιλιζαρισμένο απ' ό,τι χρειάζεται.
Η setlist που επέλεξε για την 1η μέρα του Release Athens συγκέντρωσε πράγματι όλα της τα δυνατά κομμάτια, όπως λ.χ το ηλιόλουστα μελαγχολικό χιτάκι “Clock” (μία από τις πιο αξιομνημόνευτες στιγμές της), όμως εν τέλει έμεινε η αίσθηση της πιο μέτριας και παράταιρης παρουσίας της Τετάρτης. Ωραίες οι ανεβαστικές μελωδίες, τα βιολιά, τα μαντολίνα και τα κοντραμπάσα, μα οι συνεχείς –και σε στιγμές ενοχλητικές– αποκλίσεις τονικότητας της Σκυλακάκη, δεν γινόταν να περάσουν απαρατήρητες.
Με τον ήλιο να κρύβεται ανακουφιστικά πίσω από τα αραιά σύννεφα και τον κόσμο σταδιακά να πυκνώνει, ο Cass McCombs ξεκίνησε να ροκάρει αέρινος, 10 ακριβώς λεπτά μετά τις 7. Οι Αμερικανός είναι ένας από τους σπουδαιότερους τραγουδοποιούς της γενιάς του, αλλά στα μέρη μας έχει ελάχιστους πραγματικούς φίλους. Στην Πλατεία Νερού, πάντως, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να ψυχαγωγήσει και να χαλαρώσει το μουδιασμένο κοινό: επέλεξε μία setlist που έμοιαζε με κάτι σαν best of, ενώ παράλληλα τραβούσε αβίαστα και μαεστρικά τα κομμάτια, σα να τζάμαρε ανέμελος στο στούντιο. Προσπαθώντας έτσι να τα συντονίσει με τη γενικότερα χαλαρή διάθεση που επικρατούσε.
Μπορεί λοιπόν ο εθιστικός ρυθμός του “Name Written In Water”, η απαλότητα του ολοκαίνουριου “Opposite House” και ο αυτοσχεδιασμός του “Dreams Come True Girl” να μην προκάλεσαν συγκινήσεις, αλλά όλοι οι παρευρισκόμενοι πρέπει –έστω κι αμυδρά– να ένιωσαν την υπόγεια ένταση που επιφέρουν τα “Home On The Range” και “County Line”. Αυτά τα δύο, μάλιστα, ο McCombs τα κράτησε για το φινάλε, παίζοντάς τα σε μία υπέροχη στιγμή, την ώρα που ο ήλιος χανόταν πίσω από τα ιστιοφόρα και το αεράκι γέμιζε με θαλασσινή αλμύρα τα ρουθούνια μας.
Λίγο μετά τις 20:30, με το φυσικό φως να σβήνει με γοργούς ρυθμούς, έγινε εμφανές πως σχεδόν κανείς δεν ενδιαφερόταν για τα προεόρτια: η συντριπτική πλειονότητα είχε έρθει στο Φάληρο για να απολαύσει τους Daughter και Beirut. Πολλοί έπιασαν θέση στα μπροστινά της «πλατείας», άλλοι κάθονταν στα σκαλάκια κουβεντιάζοντας, ενώ μερικοί είχαν αράξει στα προστατευτικά κάγκελα δίπλα από τη θάλασσα, έχοντας αποφασίσει να ζήσουν τη βραδιά μέσα από τις γιγαντο-οθόνες και μακριά από τα γεγονότα.
Έτσι, πριν καν ηχήσουν οι εύθραυστες φωνητικές χορδές της Elena Tonra στο εναρκτήριο “How”, το κοινό έμοιαζε έτοιμο να παραδοθεί στην ατμόσφαιρα που θα έπλαθε η βρετανική μπάντα. Με τα κομμάτια δε που συνιστούσαν τη setlist να αντλούνται κυρίως από τον φρέσκο, 2ο δίσκο τους Not To Disappear, αποδείχθηκε πως η ζωντανή αποτύπωση των Daughter μοιάζει αρκετά πιο τραχιά σε σχέση με το στούντιο, όπου προκρίνονται πιο πολύ τα dream pop και dark folk στοιχεία.
Τα συγκινητικά “Numbers” και “Alone/With You” επέφεραν τα πρώτα κύματα πανικού στις μπροστινές σειρές (όπου δέσποζαν οι νεαρότερες ηλικίες), τα οποία και μετατράπηκαν ύστερα σε αδάμαστο χορό, όταν ήχησε το πιασάρικο “No Care”. Τα «thank you» της, εντωμεταξύ, η Tonra δεν τα χάριζε: τα ξεστομούσε συνεσταλμένα και, όποτε το έκανε, ένιωθες πως τα εννοούσε.
Με τον μπλε και τον ασημί φωτισμό να εναλλάσσονται, το σχήμα κορύφωσε άψογα με το “New Ways” και ολοκλήρωσε μια συναισθηματικά αφοπλιστική εμφάνιση εν μέσω σκόρπιων συστάδων sing-along με το τραγούδι-σήμα κατατεθέν “Youth”. Στην Πλατεία Νερού, λοιπόν, οι Daughter απέδειξαν πως αυτό το είδος προς εξαφάνιση που ονομάζεται «βιωματική σχέση με τη μουσική», αναπνέει στα πιο αναπάντεχα σημεία.
Αν νομίζατε τώρα πως, επειδή πέρασαν οι λαμπρές ημέρες της Balkan folk, θα ξεθώριαζε και η αγάπη για τον αδιαφιλονίκητο πρεσβευτή της, ξανασκεφτείτε το. Γιατί, αν βιώνατε την 90άλεπτη performance του Zach Conton και της ορχήστρας του, θα καταλαβαίνατε πως αυτή η φολκλόρ μινόρε, λαογραφικής χρήσεως μαγιά συνομιλεί με το γονιδιακό αφήγημα του Έλληνα. Με τέτοιον μάλιστα τρόπο, ώστε σε πείθει πως το μελόδραμα και η ελαφρά μελαγχολία έχει σφηνωθεί πολύ βαθιά μέσα μας, εδώ και απροσδιόριστες γενεές. Με το φεγγάρι να αντανακλά στα λιμνάζοντα νερά και το κοινό να τρέχει να προμηθευτεί πίτσες, μπύρες και να αδειάσει τις κύστες του, η μπάντα από το Santa Fe ανέβηκε στη σκηνή ακριβώς στις 22:30, επισφραγίζοντας την (ασυνήθιστη για τα φεστιβαλικά δρώμενα του αττικού θέρους) τήρηση του ανακοινωμένου προγράμματος.
Εννιά καλοκαίρια μετά, λοιπόν, οι Beirut επέστρεψαν στην Ελλάδα, παρουσιάζοντας τα ηλιόλουστα synth pop μονοπάτια που πλέον ακολουθούν, χωρίς πάντως να έχει παραγκωνιστεί το balkan στοιχείο. H εμφάνισή τους στο Release Athens δεν μπορεί να χαρακτηριστεί βαρετή ή μονότονη, της έλειπε όμως η σπίθα εκείνη που θα μετέτρεπε την Πλατεία Νερού σε ατελείωτο πάρτι. Το βάρος για τον συναισθηματικό χρωματισμό των κομματιών δόθηκε κυρίως στα πνευστά, με τις τρομπέτες και τη φωνή του Conton να γίνονται οι απόλυτοι ρυθμιστές της διάθεσής μας.
Αυτή, τώρα, άλλοτε βρισκόταν σε κατάσταση ευφορίας ("Santa Fe", "East Harlem", "Elephant Gun") κι άλλοτε γέμιζε με μία αίσθηση αναπόλησης ("Rip Tide", "The Peacock", "Postcards From Italy"). Τo "Nantes" μπορεί να αποτέλεσε ιδανικό, εκρηκτικό φινάλε, ως εκείνη όμως την ώρα πολλοί είχαν πια αποχωρήσει, κυρίως λόγω της 20άλεπτης κοιλιάς στην απόδοση της μπάντας. Έχασαν έτσι το encore, το οποίο επιφύλασσε τρεις υπέροχες στιγμές, μία εκ των οποίων ήταν η διασκευή των Beirut στο "Serbian Cocek" των A Hawk Αnd A Hacksaw. Η μπάντα μας αποχαιρέτισε μέσα σε μοβ και κόκκινα φώτα, υπό τις επευφημίες και τα χειροκροτήματα του πλήθους. To μόνο βέβαιο είναι πως οι fans τούς λάτρεψαν ακόμη περισσότερο, ενώ οι πιο συγκρατημένοι εκτίμησαν την ανά σημεία υποβλητική τους ατμοσφαιρικότητα.
Σε συνολική αποτίμηση, τα τρία εναρκτήρια ονόματα της 1ης μέρας του Release Athens λειτούργησαν ως ηχητικό χαλί στις λοιπές δραστηριότητες του κοινού, οι Daughter αναδείχθηκαν σε πρωταγωνιστές της βραδιάς χάρη στην ψυχωμένη τους εμφάνιση, ενώ οι Beirut ανανέωσαν τη σχέση με το ελληνικό κοινό τους –ίσως και να κέρδισαν μερικούς ακόμη φίλους. Τελικά, όμως, κρατάω εκείνη τη ρητορική ερώτηση του Conton, ο οποίος ρώτησε αν έχει κανείς μας κλειδί για κάποιο από τα διπλανά σκάφη. Μπορεί να πέρασε στο ντούκου τη στιγμή εκείνη, αλλά στιγμιαία όλοι σκεφτήκαμε πως βρισκόμαστε σε ένα καλοκαιρινό φεστιβάλ με αγαπημένα μας άτομα, με τη ζέστη να έχει ξεκινήσει και τις τάσεις φυγής να βράζουν μέσα μας. Μέχρι τότε, ευτυχώς υπάρχουν άλλες 3 μέρες Release Athens και πολλά ακόμη συναρπαστικά live δρώμενα.
{youtube}YsQwqVDlDi0{/youtube}